Ο,τι κάμομε θα το κάμομε μοναχοί και δεν έχουμε καμμιά ελπίδα από τους ξένους
«Ως πότε οφρικιάλιος σε ξένους βασιλείς.
Έλα να γίνεις στύλος δικής σου της φυλής
Κάλλιο για την Πατρίδα κανένας να χαθεί
ή να κρεμάσει φούντα για ξένον στο σπαθί»
Ρήγας Φεραίος
Λίγο πριν από την Επανάσταση του ’21, πολλοί Έλληνες κλεφταρματολοί, τρέφοντας φρούδες και μάταιες ελπίδες, συμμετέχουν, ως μισθοφόροι στους ναπολεόντειους πολέμους, ζώντας με την ψευδαίσθηση, την σολωμική ευκολοπιστία, ότι θα έρθει και για το ταλαίπωρον Γένος το Ποθούμενο. Ότι οι Φράγκοι, ως αντίδωρο, θα τους ελευθερώσουν από την φρικτή σκλαβιά των Τούρκων. (Βεβαίως οι «Ευρωπαίγοι» υποδαύλιζαν το όραμα, χρησιμοποιώντας τους Έλληνες ως αντιπερισπασμό). Στην «Διήγησιν συμβάντων της ελληνικής φυλής», (επ. Γ.Βαλέτα, σελ. 35), ο Κολοκοτρώνης διηγείται: «Ομιλώ με τον αρχηγόν των ρωσικών στρατευμάτων (στη Ζάκυνθο) και με λέγει ότι ο αυτοκράτωρ τον διέταξε να παραδεχτεί εις την δούλευσιν όσους θέλουν να έμβουν και να υπάγουν να χτυπήσουν τον Ναπολέοντα. Του αποκρίνομαι: -Όσον διά το μέρος μου δεν εμβαίνω εις την δούλευσιν. Τι έχω να κάμω με τον Ναπολέοντα; Aν όμως την πατρίδα μας σας υπόσχομαι και πέντε και δέκα χιλιάδες στρατιώται».
Και θα ομολογήσει παρακάτω ο Γέρος του Μοριά την μεγάλη αλήθεια, αφού γνώρισε τις κακουργίες, τα ψεύδη και τις ατιμωτικές συναλλαγές των Μεγάλων Δυνάμεων: «Είδα τότε ότι, ό,τι κάμομε θα το κάμομε μοναχοί και δεν έχουμε καμμιά ελπίδα από τους ξένους».
Ο θυμόσοφος λαός μας έχει μία παροιμία: «Όταν μαλώνουν τα βουβάλια την πληρώνουν τα βατράχια». Όσα, βεβαίως, ανόητα βατράχια δεν φρόντισαν να απομακρυνθούν από τον στίβο της… βουβαλομαχίας.
Τούτη την παρανοϊκή εποχή που νιώθουμε τις μυλόπετρες της ιστορίας και πάλι να μας αλέθουν συμβαίνει το εξής: η ανίκανη και ξεπουλημένη ηγεσία ακολουθεί έρποντας και γλείφοντας την δυτική σήψη και αθλιότητα, έχοντας κατά νου να περισώσει το παλιοτόμαρό της και ο λαός προσβλέπει εις το ξανθό γένος, καρυκεύοντας τις προσδοκίες του, με χρησμούς και προφητείες.
Την απάντηση, εκτός του Κολοκοτρώνη, την βρίσκουμε και πάλι στον ιστορικό μας βίο. Τον ΙΖ’ αιώνα, ο μητροπολίτης Ματθαίος Μυρέων προτρέπει τους σκλάβους να μην πιστεύουν σε μωρολογήματα, αλλά ότι μόνο με τις δικές τους δυνάμεις θα αποτινάξουν τον ζυγό.
«Ελπίζομεν κ’ εις τα ξανθά γένη να μας γλιτώνουν./ Να έλθουν από τον Μόσκοβον να μας ελευθερώσουν. /Ελπίζομεν εις τους χρησμούς σταις ψευδοπροφητείαις/. Και τον καιρόν μας χάνομεν σταις ματαιολογίαις/.
Εις τον Βορράν τον άνεμον, έχομεν την ελπίδα/. Να πάρουν από πάνω μας του Τούρκου (σ.σ. ή του Μνημονίου) την παγίδα».
Αισθανόμαστε, και δικαίως, πλησιέστερα τους Ρώσους ως ομοδόξους. Θαυμάζουμε και τον πραγματικά ηγέτη και εθνάρχη Βλαδίμηρο Πούτιν. Η Ρωσία όμως είναι παγκόσμια δύναμη. Και όπως όλες οι μεγάλες δυνάμεις συναγάγει συμπεράσματα και προσαρμόζει την πολιτική της, όχι με κριτήριο την ετοιμότητα υποκλίσεων ψοφοδεών πολιτικάντηδων, αλλά με κριτήριο την ισχύ και την αποφασιστικότητα των κυβερνήσεων να υπερασπίσουν τα εθνικά τους συμφέροντα και το ειδικό γεωπολιτικό τους βάρος. Την παρούσα στιγμή με την συγκεκριμένη τάχα και ηγεσία, ουδείς μας υπολήπτεται και μας θέλει. Είμαστε μόνον άξιοι οίκτου και επαιτείας.
Μόνον αν αποτινάξουμε και απελευθερωθούμε από τον παλαιοκομματικό μνημονιακό ζυγό θα δώσουμε σαφή δείγματα σοβαρότητας. Τούτες τις ημέρες παρακολουθούσαμε την βατροχομυομαχία των περισσευμάτων του ΠΑΣΟΚ. Πρώτο θέμα στα σαπιοκάναλα. Θόλωμα των νερών, η γνωστή τακτική. Θυμήθηκα και αναζήτησα ένα μύθο του Αισώπου, που αριστοτεχνικώς τις δόλιες μεθόδους των μαϊστόρων της παραπολιτικής και της εξαπάτησης των μαζών. Τίτλος «αλιεύς» (ψαράς).
«Αλιεύς ψάρευε σ’ ένα ποτάμι. Τέντωσε τα δίχτυα του φράζοντας το ρεύμα από τη μία όχθη ως την άλλη και ύστερα, αφού έδεσε μια πέτρα σ’ ένα γερό σκοινί, άρχισε να χτυπάει το νερό, έτσι ώστε, φεύγοντας τα ψάρια, χωρίς να φυλάγονται, να πέφτουν και να πιάνονται στα δίχτυα. Κάποιος που καθόταν εκεί κοντά τον είδε να το κάνει αυτό και τον κατηγόρησε (εμέμφετο) ότι θόλωσε το ποτάμι και δεν άφηνε τους ανθρώπους να πιούν καθαρό νερό. Και τότε ο ψαράς αποκρίθηκε: αν δεν ταραχτεί έτσι το ποτάμι, εγώ πρέπει να πεθάνω της πείνας (λιμώττοντα αποθανείν)». Και το επιμύθιον: «Ούτω και των πόλεων οι δημαγωγοί τότε μάλιστα ενεργάζονται, όταν τας πατρίδας εις στάσεις περιάγωσιν».
Εν ολίγοις οι δημαγωγοί, δημοπίθηκοι, οι δημοβόροι, επιβιώνουν, όταν διχάζουν την πατρίδα τους.
Παρένθεση. Αν είχαμε υπουργείο εθνικής και όχι νεοταξικής Παιδείας, θα διδάσκαμε στο Δημοτικό, στς δύο τελευταίες τάξεις, αρχαία ελληνικά. Η πατρίδα μας είναι λίκνο του πολιτισμού και θα μπορούσε να γίνει ο ομφαλός των κλασσικών και «βυζαντινών» σπουδών. Από ελληνικές πανεπιστημιακές σχολές έπρεπε να αποφοιτούν οι ελλογιμότεροι ελληνιστές-κλασσικοί φιλόλογοι και ιστορικοί. Τα πανεπιστήμια (ή πανεπιζήμια) όμως είναι αιχμάλωτα, κυρίως οι έδρες των ανθρωπιστικών σπουδών, από εθνοαποδομητές και ημιμαθείς ψευτοαριστερούς των βορείων προαστείων.
Η αιτία που σήμερα χάσκουμε δεξιά και αριστερά και ανεχόμαστε την δήωση και την καταστροφή της πατρίδας είναι η έλλειψη εδραίας, στερέμνιας και στιβαρής Παιδείας.
Πριν από την Επανάσταση του Εικοσιένα, στα Κρυφά και φανερά Σχολειά του Γένους, εν μέσω δουλείας, «η ψυχή του Γένους αγρυπνούσε. Φτωχοί παπάδες και δάσκαλοι, που ετρέφοντο με λίγο ψωμί είχαν το σθένος εις το βάθος της ψυχής των, σθένος ποιητών. Καταλάβαιναν την ευθύνην που τους εβάρυνε να συνεχίσουν την ελληνικήν παράδοσιν. Διηγούντο εις τα Ελληνόπουλα ποιά ήτο άλλοτε η πατρίδα τους και τους εδίδασκαν δύο ονόματα: Ελλάς και Ελευθερία». («Η Παιδεία στην Τουρκοκρατία» αρχ. Ιω. Αλεξίου, εκδ. «Ζωής», σελ. 180. Κείμενο του ακαδημαϊκού Σ. Μενάρδου).
Με τέτοια Παιδεία φτάσαμε στο «ό,τι κάμομε θα το κάμομε μοναχοί» του Κολοκοτρώνη. Η άδολη φιλοπατρία και η ιστορική γνώση παιδαγωγούν τους λαούς και τους θωρακίζουν με την τόσο απαραίτητη εθνική υπερηφάνεια. Ιδίως για μας τους Έλληνες. Λιμοκτονούμε πνευματικά ενώ έχουμε ενώπιον μας το κελάρι του πατρογονικού μας σπιτιού γεμάτο καλούδια και μαλάματα. Ψάχνουμε εναγωνίως προστάτες και δανειστές, όταν δεν προστρέχουμε στο δωροδάνειο που μας προσφέρει η έξοχος παράδοσή μας.
Μόνον όταν κατανοήσουμε ότι η έσχατη γραμμή άμυνας είναι η Παιδεία, θα υπάρχουν ελπίδες για εθνική και ηθική αναγέννηση. Ειδάλλως ισχύουν αυτά που έγραφε ο Δ.Βερναρδάκης το 1874 στο βιβλίο του «Καποδίστριας και Όθων» (εκδ. «Πέλλα», σελ. 115). «Η ανωτέρα παιδεία προς άλλον σκοπόν εισαχθείσα εις την Ελλάδα, απέβη προϊόντος του χρόνου και υπό την αιγίδα του συνταγματικού πολιτεύματος καθαρά κηφηνοτροφία όπως ήτο επόμενον. Όθεν και τα εν Ελλάδι εκπαιδευτήρια μετεβλήθησαν βαθμηδόν εις κηφηνοκομεία». Έτσι εξηγείται και η σύνθεσις του νυν υπουργικού συμβουλίου…