Αρθρογραφία

Η διαμόρφωση της αυτοεκτίμησης στην παιδική και εφηβική ηλικία

Γράφει η Έλλη Φρεγγίδου

«Στα μαθητικά μου χρόνια είχε αναλάβει κάποτε τη διδασκαλία του μαθήματος της χημείας ένας καθηγητής που για λόγους που θα γίνουν αντιληπτοί πιο κάτω θα ονομάσω κύριο Χ. Θυμάμαι λοιπόν ότι ο κύριος Χ. σε κάποιο διαγώνισμα τριμήνου είχε επιτρέψει σε μαθητές που δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλόβαθμοι στο μάθημά του να γράψουν με ανοιχτά τα βιβλία και τις σημειώσεις τους. Έπειτα από μια βδομάδα θυμάμαι μπήκε στην τάξη και άρχισε με ύφος επιβλητικό να φωνάζει με χαρακτηριστικό τρόπο τα αποτελέσματα του διαγωνίσματος:

Παπαδόπουλος 03 και με ανοιχτό το βιβλίο, Ιωάννου 04 και με ανοιχτό το βιβλίο, Γεωργίου 06 και με ανοιχτό το βιβλίο….* Προσπάθησα πολλές φορές να μπω στη θέση αυτών των μαθητών που ουσιαστικά ο καθηγητής τους τους ανακοίνωνε μπροστά σε όλη την τάξη ότι το επίπεδο της νοημοσύνης τους ήταν τόσο χαμηλό που δεν μπορούσαν ούτε να αντιγράψουν.

Προσπάθησα πολλές φορές να μαντέψω πόσο τραγικά αποτελέσματα μπορεί να έχει ένα τέτοιο γεγονός για την ψυχολογία ενός μαθητή. Προσπάθησα πολύ να δικαιολογήσω έναν «εκπαιδευτικό» που στο πανεπιστήμιο καθώς φαίνεται του δόθηκε μόνο η στείρα γνώση και όχι η απαιτούμενη αγωγή….».

Πολύ συχνά διατυπώνεται η άποψη ότι ο βαθμός αυτοεκτίμησης ενός ατόμου είναι ένας παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει –και μάλιστα καθοριστικά- πολλές πτυχές της κοινωνικής και επαγγελματικής του ζωής. Όταν μιλάμε για αυτοεκτίμηση στο χώρο της ψυχολογίας σε γενικές γραμμές αναφερόμαστε στην αίσθηση της προσωπικής εκτίμησης που έχει το άτομο για τον εαυτό του.

Είναι γεγονός ότι τα συναισθήματα που τρέφουμε για τον εαυτό μας και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το χαρακτήρα και τη συμπεριφορά μας έχουν μια ισχυρή επίδραση στον τρόπο της ζωής μας. Αυτή η γνώμη που έχουμε διαμορφώσει για μας έχει σαφέστατα επηρεαστεί από τις εμπειρίες που βιώσαμε στα πλαίσια της οικογένειας και του σχολείου, από τις φιλικές μας σχέσεις αλλά και από τον ευρύτερο κοινωνό μας περίγυρο.

Παρόλο που από την παιδική μας ηλικία αναζητούμε την ενθάρρυνση και την επιδοκιμασία, έχει αποδειχτεί ότι δε γινόμαστε όλοι αποδέκτες της «σωστής αναλογίας» (αν βέβαια υπάρχει μια τέτοια μαγική αναλογία!) με αποτέλεσμα ο καθένας να διαθέτει μια ιδιαίτερη εικόνα για τον εαυτό του και ένα διαφορετικό επίπεδο αυτοεκτίμησης.

Όλοι μας έχουμε κατά καιρούς διαπιστώσει ότι οι γονείς μας εκτός από τρυφεροί και προστατευτικοί μπορούν να γίνουν πολύ σκληροί και επικριτικοί με μας και τις επιλογές μας, ιδιαίτερα στην παιδική και εφηβική ηλικία, σε μια προσπάθεια να πετύχουν το καλύτερο για τα παιδιά τους.

Από την άλλη πλευρά, το μοντέλο που το εκπαιδευτικό μας σύστημα ακολουθεί (και ακολουθούσε πάντα), προσκολλημένο στα στενά όρια μιας βαθμολογικής κλίμακας, αξιολογώντας περισσότερο την επίδοση κι όχι τη βελτίωση ενός μαθητή είναι πιθανό να στέλνει μηνύματα που καταβάλλουν μια μερίδα μαθητών, αλλά και φοιτητών, και να μειώνει την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθησή τους.

Γενικότερα, υπάρχει ένας καθημερινός «βομβαρδισμός» μηνυμάτων που θέλει τους σύγχρονους ανθρώπους να είναι νέοι, αδύνατοι, όμορφοι, ευκατάστατοι και ενδεδυμένοι με την τελευταία λέξη της μόδας. Όλα αυτά τα μηνύματα δεν μπορούν παρά να αποτελούν διαρκείς «επιθέσεις» στην αντίληψη που έχουμε για τον εαυτό μας.
Επίσης, η απόρριψη, ιδιαίτερα στα χρόνια της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, είναι πολύ πιθανό να υπονομεύσει την αυτοεκτίμηση ενός ατόμου. Γεγονότα όπως ο χωρισμός των γονιών, η απιστία του ερωτικού μας συντρόφου, ο παραγκωνισμός από τους φίλους αλλά και η προσπάθεια αποδοχής ενός θανάτου είναι γεγονότα που μπορεί να γίνουν αντιληπτά, έμμεσα ή άμεσα, ως ενέργειες απόρριψης και να επιδράσουν αρνητικά στην ψυχολογία μας.

Η αυτοεκτίμηση των περισσότερων ανθρώπων έχει συνεχείς (αλλά όχι πάντα θεαματικές) διακυμάνσεις. Γεγονότα που κατά διαστήματα συμβαίνουν στη ζωή μας μπορούν να μας επηρεάσουν, να μεταβάλλουν τη διάθεσή μας και μαζί με αυτήν και τη συμπεριφορά μας απέναντι στους άλλους.

Δεν είναι όμως μόνο η χαμηλή αυτοεκτίμηση που μπορεί να θέσει εμπόδια στην προσωπική μας ανάπτυξη και ολοκλήρωση αλλά και η υπερβολικά υψηλή αυτοπεποίθηση μπορεί να έχει τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Έτσι, άνθρωποι υπερβολικά αισιόδοξοι και σίγουροι για τις ικανότητες που διαθέτουν (ή που νομίζουν ότι διαθέτουν) είναι πολύ πιθανό να μην πετυχαίνουν στην επαγγελματική και προσωπική τους ζωή. Η μη-ρεαλιστική εικόνα του εαυτού μας ενδέχεται ακόμη να μας απομονώσει από τον κοινωνικό μας περίγυρο και να παρεμποδίσει σημαντικά την προσωπική μας εξέλιξη.

Όπως αναφέρουμε και πιο πάνω, η αντίληψη που έχουμε για τον εαυτό μας διαμορφώνεται στην παιδική και εφηβική ηλικία. Γι’ αυτό, άτομα με προβλήματα αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης είναι πολύ δύσκολο να ξεπεράσουν αυτήν τη δυσλειτουργική για τη ζωή τους αντίληψη όσο μεγαλώνουν. Αντίθετα μάλιστα με το πέρασμα του χρόνου η αντίληψη για τον εαυτό τους παγιώνεται ή ακόμα και επιδεινώνεται. Ειδικοί ψυχολόγοι μάλιστα επισημαίνουν πως η βελτίωση της αίσθησης της αυτοεικόνας σε ασθενείς με χαμηλά επίπεδα αυτοεκτίμησης είναι ιδιαίτερα δύσκολη και χρονοβόρα. Οι ψυχολόγοι έρχονται αντιμέτωποι με αντιλήψεις και πεποιθήσεις που έχουν «ριζωθεί» βαθιά μέσα στο μυαλό των ασθενών τους.

Οι γονείς, οι φίλοι και οι εκπαιδευτικοί είναι οι «σημαντικοί άλλοι» που μπορούν να εμποδίσουν, να προβλέψουν αλλά και να ανατρέψουν αντιλήψεις που ενδέχεται να βάλλουν την προσωπικότητα του παιδιού. Ας σκεφτούμε λοιπόν όλοι την επίδραση που μπορεί να έχει η συμπεριφορά μας στην αυτοπεποίθηση του κάθε παιδιού ή του κάθε μαθητή και ας αναλογιστούμε λίγο περισσότερο το μέγεθος των ευθυνών μας.

*Τα ονόματα των μαθητών είναι ενδεικτικά.

Περισσότερα
Δείτε ακόμα

Δεν είναι ασυνήθιστα πολλά;

Ο δήμος Παιονίας αποφάσισε την ανάθεση συγγραφής του ιστορικού λευκώματός του στον καταλληλότερο γι’ αυτόν τον σκοπό ερευνητή και συγγραφέα, […]