Γενικά

Η εγκατάσταση των ξεριζωμένων Ελλήνων της Στενημάχου Ανατολικής Ρωμυλίας στο Κιλκίς

Γράφει ο Μιχάλης Πυρίντσος

Γράφει ο Μιχάλης Πυρίντσος

Η έως το 1906, ελληνικότατη πόλη της Στενημάχου Ανατολικής Ρωμυλίας, βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Θράκης, περίπου είκοσι χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Φιλιππουπόλεως και απέχει λίγα χιλιόμετρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα της Ροδόπης.

Η Β. Θράκη, που ήταν επαρχία της Βυζαντινή Αυτοκρατορίας, κατελήφθη από τους Τούρκους, το έτος 1363 και από τότε έως το έτος 1878, αποτελούσε τμήμα της απέραντης Οθωμανικής Αυτοκρατίας.
Μετά τον νικηφόρο για τους Ρώσους, ρωσοτουρκικό πόλεμο, το έτος 1878, με την Συνθήκη του Βερολίνου, αναγνωρίστηκε ως αυτόνομη επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με το όνομα «Ανατολική Ρωμυλία». Παρ’ όλο που στη Β.Θράκη, κατοικούσαν διάφορες φυλές, ήταν τόση η υπεροχή του ελληνικού στοιχείου, ώστε οι ξένοι περιηγητές και αρχαιολόγοι που την επισκέπτονταν, την περιέγραφαν και τη χαρακτήριζαν «ως αληθινή Ελλάδα». Δυστυχώς, το πολιτικό μέλλον της Ανατολικής Ρωμυλίας, «παίχθηκε» το έτος 1881 στα διπλωματικά παρασκήνια, της Τριμερούς Συνθήκης μεταξύ Γερμανίας, Αυστροουγγαρίας και Ρωσίας, όταν δόθηκε η δυνατότητα στην Βουλγαρία, να την καταλάβει με πραξικόπημα.

Η προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας, στην Βουλγαρία, έγινε τον Σεπτέμβριο του 1885, με διακήρυξη του Βούλγαρου Ηγεμόνα Αλέξανδρου.
Παρά την ενωμάτωση της Ανατολικής Ρωμυλίας, στην Βουλγαρία, το αυτονομηστικό πολιτικό και διοικητικό καθεστώς της, παρέμεινε ανέπαφο έως το 1906.
Την αποφράδα εκείνη χρονιά, η βουλγαρική κυβέρνηση εξαπέλυσε «πογκρόμ» κατά των Ελλήνων της Ανατολικής Ρωμυλίας και με τη χρήση βίας κατέλυσε την αυτονομία της. Από τότε η Β. Θράκη, δηλαδή η Αν. Ρωμυλία, αποτελεί τμήμα της Βουλγαρίας.

Ανάμεσα στις πόλεις της Αν. Ρωμυλίας, στις οποίες ήκμασε ο Ελληνισμός, από αρχαιοτάτων χρόνων και ιδιαιτέρως στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, εξέχουσα θέση έχει και η Στενήμαχος, που είχε περίπου 15.000 έλληνες κατοίκους.

Ο Παύλος Καρολίδης, καθηγητής Ιστορίας, στο πανεπιστήμιο Αθηνών, που περιηγήθηκε στην Ανατολική Ρωμυλία, σε ειδική μελέτη του, που δημοσιεύθηκε το έτος 1902 στο περιοδικό «ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ», έγραψε:
«Στους δρόμους της Στενημάχου, δεν ακούει κανείς, παρά μόνο την ελληνική γλώσσα. Εκείνο, όμως, που προκαλεί τη μεγαλύτερη έκπληξη στον επισκέπτη, είναι το ανθηρότατο ελληνικό πνεύμα των κατοίκων της. Όποιος βρίσκεται στη Στενήμαχο, νομίζει ότι βρίσκεται σε προάστιο της Αθήνας. Εκτός, όμως από τον πατριωτισμό της, η ελληνική κοινωνία της Στενημάχου διακρίνεται και για τον υψηλό πολιτισμό της. Στην πόλη βρίσκει κανείς, πολλούς επιστήμονες που μορφώθηκαν στην Αθήνα και στην Ευρώπη. Η ελληνική εκπαίδευση είναι ακμαία, ιδιαίτερα στις πολλές τάξεις του παρθεναγωγείου, στο οποίο διδάσκουν, δώδεκα δασκάλες, που είναι όλες εντόπιες». Πράγματι, την εποχή εκείνη και έως το έτος 1906, λειτουργούσαν, στη Στενήμαχο εκτός από τις πολλές ελληνικές εκκλησίες και οκτώ ελληνικά σχολεία, στα οποία δίδασκαν κορυφαίοι παιδαγωγοί.

Η εθνική και κοινωφελής δουλειά, γινόταν όχι μόνο από τις εκκλησίες και τα σχολεία, αλλά και από διάφορους φιλανθρωπικούς και πολιτιστικούς συλλόγους. Ιδιαιτέρως από τον Ελληνικό Φιλαρμονικό Σύλλογο, που διατηρούσε βιβλιοθήκη, πλούσιο αναγνωστήριο σε πολυτελές οίκημα, τελειότατο γυμναστήριο και ορχήστρα αποτελούμενη από σαράντα όργανα.

Ο ξεριζωμός, από την προγονική γη, του ακμαίου Ελληνισμού της Αν. Ρωμυλίας, άρχισε το 1885 και κορυφώθηκε το 1906, κατά την διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα. Μετά από μικρή ανάπαυλα συνεχίσθηκε εκ νέου, το έτος 1914, ως επακόλουθο της ήττας των Βουλγάρων από τον ελληνικό στρατό, στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο του 1913.

Ο εκπατρισμός των τελευταίων Ελλήνων Στενημαχιτών, από τη γενέτειρά τους, ολοκληρώθηκε την άνοιξη του 1925, με την δήθεν εθελουσία ανταλλαγή, των ελληνοβουλγαρικών πληθυσμών, που προέβλεπε, η υπογραφείσα το έτος 1919, Συνθήκη του Νεϊγύ, η οποία όμως εξελίχθηκε, σε βίαιο ξερίζωμα του Ελληνισμού της Ανατολικής Ρωμυλίας.

Έτσι οι τελευταίες 967 ελληνικές οικογένειες που αριθμούσαν 3631 άτομα, έφυγαν από την πατρίδα τους, για να εγκατασταθούν οριστικώς στην μητέρα Ελλάδα. Πρώτος τόπος προσωρινής διαμονής ήταν το Χαρμάνκιόι (Ελευθέριο-Ν.Κορδελιό) Θεσσαλονίκης. Εκεί παρέμειναν, σε σκηνές, περίπου έξι μήνες. Στη συνέχεια χωρίστηκαν σε ομάδες οι οποίες εγκαταστάθηκαν, σε διάφορα μέρη κυρίως της Μακεδονίας και της Θράκης. Στο Κιλκίς εγκαταστάθηκαν 304 οικογένειες. Στην Στενήμαχο Ημαθίας 117. Στην Στενήμαχο Δράμας 115. Στον Τρίλοφο Ημαθίας 106. Στην Αγία Βαρβάρα Ημαθίας 103. Στην Θέρμη Θεσσαλονίκης 99. Στον Καμπάνη Κιλκίς 40. Σε άλλα μέρη λιγότερες. Οι εγκατασταθέντες στο Κιλκίς, επί ένα περίπου χρόνο διέμεναν σε ξύλινα παραπήγματα και λίγες σκηνές, που είχαν στηθεί στους πρόποδες του λόφου του Αγ. Γεωργίου, στην περιοχή της σημερινής οδού Παπαγιαννάκου. Στον χώρο της προσωρινής διαμονής τους έκτισαν ναϋδριο γιά τις λατρευτικές ανάγκες τους, αφιερωμένο στους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ, τους οποίους οι Στενημαχίτες θεωρούσαν και λάτρευαν ως προστάτες τους.

Το ναϋδριο εκείνο, που βρίσκεται δίπλα στο μουσείο της πόλης, οικοδομήθηκε εκ νέου, στους νεώτερους χρόνους.
Όπως όλοι οι πρόσφυγες, έτσι και οι Στενημαχίτες, τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής τους στην Ελλάδα, αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα. Ο κορυφαίος λόγιος, Κοσμάς Μυρτίλος Αποστολίδης Φιλιππουπολίτης στην καταγωγή, στο βιβλίο του «Ο ΣΤΕΝΙΜΑΧΟΣ» αναφέρει: « Δυστυχώς οι συμφορές των Στενημαχιτών εξακολουθούσαν. Οι αναχωρήσαντες από τη Βουλγαρία, με την ελπίδα ότι στην Ελλάδα θα βρούν στέγη για να στεγαστούν και κομμάτι της, για να ζούν από την καλλιέργειά του, βρήκαν μόνο σκηνές, στους γύρω απο τη Θεσσαλονίκη βάλτους και λίγο χώμα για να θάψουν τους νεκρούς τους. Και αυτό, γιατί οι πρόσφυγες που ήρθαν από άλλα μέρη, δύο – τρία χρόνια πριν από αυτούς, είχαν καταλάβει όλες τις διαθέσιμες εκτάσεις γής, όχι μόνο εκείνες που εγκατέλειψαν οι Τούρκοι μετανάστες, αλλά κι εκείνες που εγκατέλειψαν οι Τούρκοι μετανάστες, αλλά κι εκείνες που εγκατέλειψαν οι Βούλγαροι και που δικαιωματικώς ανήκαν στους Έλληνες που ήρθαν πρόσφυγες από τη Βουλγαρία.

Το χειρότερο ήταν, ότι, ενώ δεν μπορούσαν να πάρουν από το κράτος τις εκτάσεις που δικαιωματικά ανήκαν σ’αυτούς, αποκλείστηκαν στην αρχή και από τη δικαιοδοσία της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων, διότι θεωρήθηκαν μετανάστες και όχι πρόσφυγες».

Ύστερα, όμως, από έντονες προσπάθειες, τους αναγνωρίστηκε το δικαίωμα να πάρουν κι αυτοί προσφυγικά δάνεια. Έτσι άρχισαν να χτίζουν τα σπίτια τους και να αξιοποιούν τη γή, που τους είχε παραχωρηθεί, καλλιεργώντα αμπέλια, οπωρολαχανικά και εκτρέφοντας μεταξοσκώληκες για την παραγωγή μεταξιού.
Χαρακτηριστικό της κακής υποδοχής, που έτυχαν οι πρόσφυγες Στενημαχίτες, από πρόσφυγες άλλων περιοχών, οι οποίοι ήταν γεωργοί και είχαν εγκατασταθεί στο Κιλκίς, πριν από αυτούς, είναι το ψήφισμα διαμαρτυρίας τριακοσίων γεωργών, που στάλθηκε σε διάφορα υπουργεία ακόμη και στον πρωθυπουργό.

Οι γεωργοί με το ψήφισμα τους διαμαρτύρονταν, διότι κατά την γνώμη τους, οι αρμόδιοι υπάλληλοι, κατά τη διανομή γής, μεροληπτούσαν υπέρ των αμπελουργών εις βάρος των γεωργών, αυξάνοντας παράνομα τον κλήρο των αμπελουργών Στενημαχιτών. Επίσης κατήγγειλαν ότι «η ολότης σχεδόν των εν Κιλκίς αμπελοκαλλιεργητών, δηλαδή των προσφύγων της Αν. Ρωμυλίας, ασκούσε και αστικά επαγγέλματα και ότι κάποιοι από αυτούς, ενώ είναι μεγαλέμποροι, κατέχουν και αμπελώνες μέχρι τριάντα στρεμμάτων….». Ολόκληρο το κείμενο της παραπάνω διαμαρτυρίας, είναι καταχωρισμένο στο βιβλίο «ΚΙΛΚΙΣ 1914—1934» του συμπολίτη μας Θανάση Βαφειάδη. Οι αρχαίοι πρόγονοί μας έλεγαν: «άγει εις φως την αλήθεια, ο χρόνος». Πράγματι ο χρόνος αποκάλυψε την αλήθεια! Ευνοημένοι της διανομής γης, ήταν οι γεωργοί, και όχι οι αμπελουργοί Στενημαχίτες.
Σε κάθε γεωργική οικογένεια παραχωρήθηκαν σαράντα στρέμματα καλλιεργήσιμης γης και οικόπεδο ενός στρέμματος, για την κατασκευή κατοικίας. Στους δήθεν ευνοημένους Στενημαχίτες δόθηκαν σε κάθε οικογένεια ένδεκα μόνο στρέμματα καλλιεργήσιμης γης και μίσο στρέμμα οικόπεδο. Σήμερα είναι πασίγνωστο, ότι οι πιο αδικημένοι πρόσφυγες, μεταξύ όλων των προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στην Μακεδονία και την Θράκη, είναι Στενημαχίτες του Κιλκίς.

Παρ’ όλα αυτά, δεν εκάμφθησαν. Αγόγγυστα, με υπομονή και επιμονή αντιμετώπισαν τα προβλήματα και τις δυσκολίες. Κι αυτό, γιατί όπως γράφει, στο προαναφερθέν βιβλίο του ο λόγιος Κοσμάς Μυρτίλος Αποστολίδης, «οι προερχόμενοι από την Βουλγαρία, Έλληνες πρόσφυγες, ήρθαν στην Ελλάδα γεωργικώς εκπαιδευμένοι και πολιτικώς και κοινωνικώς μορφωμένοι». Οι 304 προσφυγικές οικογένειες των Στενημαχιτών, εγκαταστάθηκαν στο βορειοανατολικό τμήμα του Κιλκίς και δημιούργησαν το δικό τους αστικό συνοικισμό, κτίζοντας τα σπίτια τους, κατ’ απομίμησιν των σπιτιών της γενέτειράς των. Όλα τα σπίτια, εκτός από τους κυρίους χώρους διέθεταν και υπόγειες αποθήκες, τα γνωστά «κελάρια», για τη φύλαξη τροφίμων και γεμάτων κρασιά βαρελιών. Για τον λόγο αυτό, τα σπίτια τους ήταν υπερυψωμένα. Είχαν ξύλινα πατώματα και καλύπτονταν με κεραμοσκεπές.

Για να κρατηθούν ζωντανές οι μνήμες της γενέτειράς των δόθηκαν σε δρόμους του συνοικισμού ανάλογα ονόματα, όπως, Στενημάχου, Φιλιππουπόλεως, Μεσημβρίας, Ροδόπης και Αν. Ρωμυλίας, Αμπέλων και Αγ. Τρύφωνος. Επίσης, σε δρόμους του συνοικισμού δόθηκαν ονόματα ηρώων Στενημαχιτών, που θυσιάστηκαν αγωνιζόμενοι για την ελευθερία και την ελληνικότητα της Μακεδονίας. Με δαπάνη δε του συλλόγου τους φιλοτεχνήθηκε και τοποθετήθηκε, μπροστά στο δημαρχείο του Κιλκίς αναθηματική μαρμάρινη στήλη, στην οποία αναγράφονται ονόματα υπερηφάνων Στενημαχιτών που αγωνίστηκαν κατά καιρούς εναντίον Τούρκων και Βουλγάρων για τους προαναφερθέντες σκοπούς.

Μεταξύ αυτών είναι το όνομα του ήρωα Στέφανου Παπαθεοφίλου διδάκτορος της Νομικής εφέδρου υπολοχαγού που άφησε την τελευταία του πνοή στο Κιλκίς τον Ιούνιο του 1913 ποτίζοντας με το αίμα του το δέντρο της ελευθερίας με την ελπίδα να ριζώσει αυτό στη Μακεδονία, να φουντώσει και να απλώσει τα κλαδιά του, για να σκεπάσει και την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Στενήμαχο Ανατολικής Ρωμυλία παλληκάρια της οποίας, έσπευδαν εθελοντικώς και μετείχαν σε όλους του απελευθερωτικούς αγώνες της μητρός Πατρίδος. Το όνειρο του ήρωα Παπαθεοφίλου για απελευθέρωση και της Αν. Ρωμυλίας δεν πραγματοποιήθηκε. Όμως, η θυσία του δεν πήγε χαμένη. Το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας ελευθερώθηκε για να δεχθεί λίγα χρόνια αργότερα στην αγκαλιά του τα εκατομμύρια των ξεριζωμένων Ελλήνων προσφύγων μεταξύ των οποίων και των Ελλήνων Στενημαχιτών. Τριακόσιες τέσσερες οικογένειες Στενημαχιτών εγκαταστάθηκαν στο Κιλκίς το ποτισμένο και με το αίμα του ήρωα συμπατριώτη τους Στεφάνου Παπαθεοφίλου, δέκα τρία χρόνια, πριν από τη δική τους εγκατάσταση. Ο δήμος Κιλκίς τιμώντας τη μνήμη του, έδωσε το όνομά του σε οδό του συνοικισμού Στενημαχιτών, ενώ και το αρχηγείο στρατού, έδωσε το όνομα του ήρωα, στο στρατόπεδο που βρίσκεται στην Κρηστώνη, κοντά στην είσοδο της πόλης μας.

Το κλίμα του Κιλκίς και τα ακατάλληλα για την αμπελουργία χώματά του, δεν βοήθησαν στην ανάπτυξη της αμπελουργίας παρά την εργατικότητα των αμπελουργών και την επιμελή καλλιέργεια των αμπελιών. Γι’ αυτό, οι κατ’ επάγγελμα αμπελουργοί, τις επόμενες δεκαετίες εγκατέλειψαν την αμπελουργία και επιδόθηκαν με επιτυχία, στην τέχνες, το εμπόριο, τα γράμματα και τις επιστήμες.

Παρά τις δυσκολίες, οι Στενημαχίτες του Κιλκίς φρόντισαν όχι μόνο για το ζήν αλλά και για το ευ ζην. Ίδρυσαν συλλόγους, για την ψυχαγωγία του, αλλά και την διατήρηση και τη διαιώνιση των ηθών, των εθίμων και των παραδόσεων της γενέτειράς των. Έτσι, το 1927, δηλαδή τον πρώτο χρόνο, μετά την εγκατάστασή τους στο Κιλκίς, ίδρυσαν σύλλογο, με την ονομασία «Σύλλογος Στενημαχιτών εν Κιλκίς, «Η Στενήμαχος»». Η ίδια περίοδο ίδρυσαν τον αμπελουργικό συναιτερισμό «Η Στενήμαχος». Το 1932, τον μουσικοαθλητικό σύλλογο «Μέγας Αλέξανδρος» και το 1979 τον πολιτιστικό σύλλογο «Αγιος Τρύφωνας». Το 1927, ιδρύθηκε στο Κιλκίς η «Φιλοδασική Ένωσις» με πρώτο πρόεδρο τον πρωτοστάτη της ίδρυσής της, τον Στενημαχίτη φιλόλογο καθηγητή Αθανάσιο Τσούντα, γόνο επιφανούς οικογένειας. Ο δήμος Κιλκίς, αναγνωρίζοντας την κοινωνική προσφορά του, στην παιδεία και το «πράσινο», μετά τον θάνατό του, έδωσε το όνομά του σε δρόμο της πόλης. Σε οδούς της πόλης, δόθηκαν και τα ονόματα των αείμνηστων Στενημαχιτών, Ουτσκούνη, Ταμπάκη και Βογιατζή, τους οποίους ο δήμος Κιλκίς ανακήρυξε ευεργέτες. Φιλήσυχοι νομοταγείς και εργατικοί οι Στενημαχίτες, δεν δημιούργησαν ποτέ προβλήματα στην κοινωνία του Κιλκίς.

Στα δύσκολα χρόνια του εμφύλιου πολέμου 1946-1949, και τα αμέσως επόμενα πολλές οικογένειες Στενημαχιτών, αναζητώντας ασφάλεια και καλύτερη τύχη, ακολούθησαν το δρόμο της εσωτερικής μετανάστευσης. Εγκατέλειψαν το Κιλκίς και εγκαταστάθηκαν σε μεγαλύτερα αστικά κέντρα, κυρίως στη γειτονική Θεσσαλονίκη.
Οι λίγες οικογένειες των Στενημαχιτών, που παρέμειναν και διαβιούν στο Κιλκίς μετέχουν στην κοινωνική ζωή της πόλης και συμβάλλουν στην πρόοδό της. Διατηρούν τα ήθη, έθιμα και τον πολιτισμό της γενέτειράς των, της ευάνδρου, πάλαι ποτέ ελληνικής Στενημάχου Ανατολικής Ρωμυλίας, που παρά τις χρονικές αποστάσεις εξακολουθεί να είναι η κιβωτός των ηθών, εθίμων και παραδόσεών τους, διότι γνωρίζουν πολύ καλά, ότι ο λαός που έχει χάσει την παράδοσή του, είναι σαν τον άνθρωπο που έχει χάσει το μνημονικό του.
-Εισήγηση στο συνέδριο με θέμα την εγκατάσταση των προσφύγων στο Κιλκίς, οι εργασίες του οποίου πραγματοποιήθηκαν το σαββατοκύριακο 5 και 6.4.14 στο Κιλκίς

Περισσότερα
Δείτε ακόμα