Αρθρογραφία

Ο Β΄ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ (19-21 Ιουνίου 1913)

Γράφει ο Χρήστος Π. Ίντος

Ο Β΄ Βαλκανικός πόλεμος (1913)

Η Βουλγαρία δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να αποδεχθεί την κατάσταση που διαμορφώθηκε μετά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο (1912) και την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον Ελληνικό Στρατό. Ονειρεύονταν τη δημιουργία της «Μεγάλης Βουλγαρίας» της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου (1878). Η τακτική αυτή την οδήγησε στην διατάραξη των σχέσεών της με τους άλλους συμμάχους της (Έλληνες, Σέρβους, Μαυροβούνιους) με τους οποίους συνεργάστηκε εναντίον της Τουρκίας πριν λίγους μήνες. Παρέβλεπε τις διεκδικήσεις των άλλων βαλκανικών κρατών στα εδάφη που απελευθερώθηκαν.

Οι ελληνικές δυνάμεις σύμφωνα με διαταγή του Ελληνικού Στρατηγείου της 24ης Μαΐου 1913 θα καταλάμβαναν την αμυντική γραμμή από τον κόλπο του Ορφανού μέχρι το Πολύκαστρο. Η 7η Μεραρχία από τον κόλπο Ορφανού ως τη λίμνη Βόλβη, η 1η μεταξύ των λιμνών Βόλβη και Λαγκαδά, η 6η από το Λαγκαδά μέχρι τη δημόσια οδό Θεσσαλονίκης – Σερρών, η 4η από την οδό εκείνη ως τον Γαλλικό ποταμό, η 3η και η  5η,από τον Γαλλικό μέχρι το Αξιοχώρι. Η 10η από την Αξιούπολη ως το Αξιοχώρι και την Ειδομένη,  η 2η παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη και η Ταξιαρχία Ιππικού στη Σίνδο. Το σύνολο των ελληνικών δυνάμεων ήταν 2.946 αξιωματικοί, 131.733 οπλίτες, 26.814 κτήνη και 344 διάφορα πυροβόλα και πολυβόλα.

Από τα μέσα του Ιουνίου του 1913 η Βουλγαρία άρχισε να μεταφέρει τις δυνάμεις της από τη Θράκη και να τις εγκαθιστά απέναντι από τις ελληνικές και τις σερβικές. Οι δραστηριότητες αυτές δεν είχαν επηρεαστεί από τις δηλώσεις του Μαυροβουνίου, πως σε ενδεχόμενη Βουλγαροσερβική διένεξη θα πολεμούσε στο πλευρό των Σέρβων αλλά ούτε και από τις δηλώσεις της Ρουμανίας, πως δεν θα επέτρεπε επέκταση της Βουλγαρίας σε βάρος της Ελλάδας.

Στις 15 Ιουνίου 1913 η Βουλγαρία είχε παρατάξει απέναντι στη  Σερβία την 1η, 3η και 4η στρατιά και απέναντι στην Ελλάδα τη 2η. Η τελευταία εκτείνονταν από τη Δοϊράνη μέχρι την Καβάλα με διοικητή τον Αντιστράτηγο Ιβανώφ. Στη δύναμή της συμπεριλαμβάνονταν δύο μεραρχίες, τρεις ταξιαρχίες, δύο συντάγματα, δύο ανεξάρτητα τάγματα, μια μοίρα και τέσσερις πυροβολαρχίες διαφόρων όπλων.

Μετά την προετοιμασία αυτή, στις 16 Ιουνίου 1913, οι βουλγαρικές δυνάμεις επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά εναντίον των ελληνικών στο Παγγαίο, στη Νιγρίτα, στην περιοχή Πολυκάστρου και προωθήθηκαν νοτιότερα.  Τη νύχτα 16 προς 17 Ιουνίου επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά στον τομέα της 10ης Μεραρχίας καταλαμβάνοντας τη γέφυρα του Αξιού κοντά στη Γευγελή και την πόλη προωθώντας προφυλακές προς την Ειδομένη. Κατέλαβαν επίσης τα χωριά Κάστρο και Πευκόδασος. Ουσιαστικά είχε αρχίσει ο Β΄ Βαλκανικός.

1913, Το Κιλκίς καίγεται, (πηγή, ΕΛΙΑ)

 Η μάχη του Κιλκίς (19-21 Ιουνίου 1913)

      Η πρώτη αποφασιστική μάχη των Ελλήνων κατά των Βουλγάρων κατά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο ήταν στο Κιλκίς και στον Λαχανά. Το Κιλκίς με τα στρατηγικά του πλεονεκτήματα, τις σιδηροδρομικές του συνδέσεις με τη Δοϊράνη και τις Σέρρες, έδρες των πολιτικών και των στρατιωτικών αρχών της Βουλγαρίας στη Μακεδονία ήταν επόμενο να καταστεί επίκεντρο συγκεντρώσεων. Οι Βούλγαροι εννέα ολόκληρους μήνες εργάστηκαν για να συμπληρώσουν τις φυσικές οχυρώσεις και να κατασκευάσουν αμυντικά έργα.

Λίγο πριν τη μάχη ο Ελληνικός Στρατός ήταν παραταγμένος από ανατολικά προς δυτικά έχοντας στην περιοχή της Νιγρίτας την 7η  Μεραρχία, την 1η και την 6η απέναντι από την τοποθεσία του Λαχανά και απέναντι από το Κιλκίς τις μεραρχίες 2η, 4η, 5η και 3η. Στο άκρο αριστερά (δηλαδή δυτικά) ήταν η 10η. Υπήρχε και μία ταξιαρχία ιππικού μεταξύ της 3ης και της 10ης μεραρχίας. Ο βουλγαρικός στρατός συγκροτούνταν από τη 2η στρατιά που είχε πριν τη μάχη 46 τάγματα πεζικού, 12 πυροβολαρχίες και ένα σύνταγμα ιππικού. Οι Βούλγαροι κατέλαβαν το Κιλκίς στις 26 Οκτωβρίου 1912 έχοντας στόχο την κάθοδο προς τη Θεσσαλονίκη.

Το Ελληνικό Γενικό Στρατηγείο τις πρωινές ώρες της 19ης Ιουνίου 1913 εγκαταστάθηκε στο Μελισσοχώρι.  Σύμφωνα με διαταγή του  η 1η και η 6η Μεραρχία θα συνέχιζαν τις επιθέσεις εναντίον του εχθρού με κατεύθυνση την Ξυλούπολη, παρακείμενη κωμόπολη προς το Λαχανά. Το κύριο σώμα του Στρατού, δηλαδή οι Μεραρχίες 2η, 3η, 4η, και 5η, θα κατευθύνονταν προς το Κιλκίς. Μετά την απώθηση του εχθρού η 2η και η 4η θα στρέφονταν ανατολικά προς τον τομέα Ακροποταμιάς – Τερπύλλου. Η 3η, η 5η και η Ταξιαρχία Ιππικού θα καταδίωκαν τον εχθρό βόρεια και η 10η αφού τον εκτόπιζε από την περιοχή των Σουλτουγιανναίικων θα κατευθύνονταν προς την Καλίνδρια ή το Μεταλλικό ανάλογα με την κατάσταση που θα διαμορφώνονταν.

Μνημείο Μάχης Κιλκίς

Η αιφνιδιαστική βουλγαρική επίθεση στις 17 Ιουνίου απώθησε τις ελληνικές προφυλακές δυτικά του Στρυμόνα και κατέλαβαν το λιμάνι των Ελευθερών. Την επόμενη ημέρα δεν προκλήθηκε κανένα επεισόδιο, ενώ το πρωί της 19ης οι ελληνικές μεραρχίες άφησαν τους τόπους συγκεντρώσεων και προχώρησαν βόρεια σύμφωνα με τις διαταγές του Αρχιστράτηγου Κωνσταντίνου.   

Η επίθεση κατά του Κιλκίς ξεκίνησε την ίδια ημέρα (19 Ιουνίου 1913) με τη 2η Μεραρχία να συνεχίζει την προέλασή της προς τα υψώματα της Ποταμιάς διερχόμενη από τις περιοχές του Λειψύδριου και της Ακροποταμιάς αλλά και δεχόμενη τους πυροβολισμούς του εχθρού.

Η 4η ήταν αρκετά προωθημένη και μετά την πληροφορία πως οι Βούλγαροι άρχισαν να συμπτύσσονται στο Κιλκίς και πως το χωριό Κρηστώνη ήταν ελεύθερο, άρχισε την προέλασή της προς το Κιλκίς έχοντας στην πρώτη γραμμή  το 8ο και 9ο Σύνταγμα που δέχονταν τα δραστικά πυρά του εχθρικού πυροβολικού. Η προέλαση των ελληνικών αυτών δυνάμεων σταμάτησε σε απόσταση λίγων εκατοντάδων μέτρων από τον εχθρό και διανυκτέρευσαν εκεί.

Η 5η κατευθύνονταν προς το Κιλκίς δεχόμενη βροχή τις οβίδες του αντιπάλου πυροβολικού, κατόρθωσε να φθάσει χίλια μέτρα νοτιοδυτικά του Σιδηροδρομικού Σταθμού Κρηστώνης. Τις πρώτες απογευματινές ώρες κατέλαβε το Σταθμό και μέρος του χωριού.

Η 3η ξεκίνησε λίγο πριν τις 7 το πρωί και τμήματά της κατέλαβαν τα χωριά Μεσιανό, Λεβεντοχώρι,  Δαφνοχώρι. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας κατέλαβαν τη Μεγάλη Βρύση.

Η Ταξιαρχία Ιππικού κινήθηκε προς το Χωρύγι  από όπου  προωθήθηκε προς τις Καστανιές και τη Μεγάλη Βρύση.   

Το Γενικό Στρατηγείο με διαταγή που εξέδωσε στις 5 το απόγευμα και την απηύθυνε προς τις τέσσερις Μεραρχίες, τις διέταξε εντός της επερχόμενης νύχτας να καταλάβουν το Κιλκίς. Ο αρχικός στόχος δεν επιτεύχθηκε και το βράδυ της 20ης Ιουνίου 1913 διέταξε τις Μεραρχίες που  ενεργούσαν προς το Κιλκίς (2η, 3η, 4η και 5η) και την Ταξιαρχία Ιππικού να συνεχίσουν το επόμενο πρωινό την επίθεσή τους.   Γνωστοποίησε επίσης σε όλες τις μονάδες τις επιτυχίες της 10ης Μεραρχίας που ήταν η εκδίωξη των Βουλγάρων από τη Γευγελή και τους Ευζώνους.

Από τα μεσάνυχτα της 20ης προς την 21η Ιουνίου η 2η Μεραρχία από την κοίτη του Γαλλικού κοντά στην Ποταμιά άρχισε να κινείται προς τον αντικειμενικό της στόχο, αν και δέχονταν τα πυρά των αντιπάλων. Κατόρθωσε τις πρωινές ώρες να φθάσει κοντά στις βουλγαρικές θέσεις, όπου δέχθηκε τα πυρά του πεζικού και του πυροβολικού. Επίσης κατόρθωσε να βγάλει τον εχθρό από τις θέσεις του, να τις καταλάβει και να τον καταδιώξει προς το Κιλκίς.

Παρά την αντίστασή τους οι Βούλγαροι στη δεύτερη γραμμή άμυνας αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν και να συγκεντρωθούν στην τρίτη γραμμή, στις ανατολικές παρυφές του Κιλκίς. Στην τιτανική αναμέτρηση οι τραυματίες και οι νεκροί ήταν πολλοί. Μεταξύ των νεκρών ήταν και ο Διοικητής του 7ου Συντάγματος Αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Καραγιαννόπουλος.

Η 4η Μεραρχία στον τομέα της έδωσε τον δικό της μεγάλο αγώνα κατορθώνοντας να συνδεθεί με τις δυνάμεις της 2ης, την οποία και ακολούθησε στην προέλασή της. Από θραύσμα οβίδας στις 7 το πρωί έπεσε νεκρός ο Διοικητής του 8ου Συντάγματος Συνταγματάρχης Αντώνιος Καμπάνης. Παρόλα αυτά το Σύνταγμα κινήθηκε με όλες τις δυνάμεις του στην πρώτη γραμμή.

Η 5η Μεραρχία ξεκίνησε τον αγώνα ταυτόχρονα με τις άλλες Μεραρχίες. Ένα Τάγμα της κατέλαβε το χωριό Κρηστώνη και οι πεζικάριοι με την υποστήριξη του πυροβολικού έφθασαν μέχρι την πρώτη γραμμή του μετώπου και έρποντας πλησίασαν στα εχθρικά χαρακώματα. Μέχρι το μεσημέρι της ίδιας ημέρας και με την υποστήριξη των πυρών των συναδέλφων τους πολλοί έφθασαν στις παρυφές του λόφου του Κιλκίς, τον γνωστό λόφο του Αγίου Γεωργίου, τον οποίο κυρίευσαν δύο λόχοι στις 12 το μεσημέρι.

Η Ταξιαρχία Ιππικού έδρασε στις περιοχές των χωριών Καστανιές, Βαπτιστής, Μεγάλη Βρύση. Δέχθηκε τα πυρά των Βουλγάρων στο Μεταλλικό, όπου επίσης αντιλήφθηκε την προς βορρά σύμπτυξη των αντιπάλων. Όλες οι εντός του Κιλκίς βουλγαρικές δυνάμεις βρισκόμενες σε κλοιό των ελληνικών δυνάμεων, με την υποστήριξη πυροβολικού άρχισαν να διαφεύγουν προς τα Κρούσια και τη Δοϊράνη. Η Ταξιαρχία βρισκόμενη προς την πλευρά διαφυγής των υποχωρούντων έλαβε διαταγή από το Γενικό Στρατηγείο να καταδιώξει τον εχθρό «απηνώς, αγρίως και κατά πόδας».

Η 10η Μεραρχία στις 19 Ιουνίου 1913 έδωσε μεγάλες μάχες στην περιοχή της Πλατανιάς και οι δυτικά του Αξιού δυνάμεις της πέρασαν το  ποτάμι. Το 3ο Σύνταγμα Ευζώνων δέχθηκε βουλγαρικά πυρά στη λίμνη Αρτζαν. Ομάδα Ευζώνων που περιφρουρούσε την περιοχή Καλινόβου (Σουτουγιανναίικων) δέχθηκε άγρια επίθεση Βουλγάρων και κατακρεουργήθηκε. Από την ομάδα αυτή αργότερα το χωριό πήρε το όνομά του, Εύζωνοι.

  Στις 20 Ιουνίου 1913 επιτέθηκε κατά των βουλγαρικών σχηματισμών στα χωριά Εύζωνοι και Σουλτουγιαννέικα. Την ίδια ημέρα οι Εύζωνοι κατέλαβαν τη Γευγελή και βουλγαρικές δυνάμεις κινήθηκαν με σκοπό να καταλάβουν τη Γουμένισσα και την Αριδαία Στη Γευγελή ο Ελληνικός Στρατός απώθησε τους Βουλγάρους μετά από σθεναρή αντίσταση που προέβαλαν οι δεύτεροι. Τελικά έφυγαν ατάκτως από τη γέφυρα του Αξιού. Ωστόσο ο αγώνας συνεχίστηκε την επόμενη ημέρα μεταξύ Ευζώνων και Κάστρου.

Στις 21 Ιουνίου η 10η είχε πάρει εντολή να πορευθεί το ταχύτερο δυνατόν προς το Μεταλλικό συμβάλλοντας στον αγώνα που διεξάγονταν γύρω από το Κιλκίς. Η μεγάλη τριήμερη μάχη της 10ης Μεραρχίας να υπερασπιστεί τις άλλες Μεραρχίες που κατευθύνονταν προς το Κιλκίς της στοίχισε 276 άνδρες εκτός μάχης. Αντιμετώπισε σθεναρά και με ανδρεία την 3η βουλγαρική ταξιαρχία που συγκροτούνταν από οκτώ τάγματα πεζικού και αντίστοιχες δυνάμεις πυροβολικού.

Να σημειωθεί πως οι Αξιωματικοί κατά τη διάρκεια της μάχης είχαν γίνει ο στόχος του εχθρού. Αυτό ανάγκασε το Γενικό Στρατηγείο να διατάξει ο ίδιος ο Αρχιστράτηγος το βράδυ της 21ης Ιουνίου όλους  τους Αξιωματικούς να αφαιρέσουν τα διακριτικά τους.

Η πόλη του Κιλκίς ήδη καίονταν εξαιτίας των πυρών του πυροβολικού, όταν εισήλθαν στην πόλη τα ελληνικά στρατεύματα. Αυτό, σημειώνει ο Γκόρντον Πράις, ανταποκριτής των ΤΑΙΜΣ, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής, διότι στη συνέχεια υποστηρίχθηκε, πως πυρπολήθηκε από τον Ελληνικό Στρατό. Είναι γεγονός πως πολλοί Βούλγαροι κάτοικοι της πόλης και της περιοχής ακολούθησαν τον υποχωρούντα βουλγαρικό στρατό. Η πόλη και πολλά χωριά κάηκαν. Υπήρξαν ξένες παρεμβάσεις να σταματήσει ο πόλεμος, όπως υπήρξαν και καταγγελίες για ωμότητες και βιαιοπραγίες. Επρόκειτο για έναν ολοκληρωτικό αγώνα, όπου κυριάρχησε το πάθος, το πείσμα. Έπρεπε ένας εκ των δύο αντιμαχομένων να νικήσει με κάθε τρόπο. Εκεί κρίνονταν το αποτέλεσμα του Α΄ Βαλκανικού, η έκβαση του Δευτέρου και το μέλλον της περιοχής.

Οι ελληνικές απώλειες, νεκροί και τραυματίες, στη μάχη του Κιλκίς ήταν συνολικά  5.652 άνδρες εκτός μάχης, νεκροί Αξιωματικοί 32 και 749 οπλίτες.

Οι τραυματίες νοσηλεύτηκαν στα θεραπευτήρια που λειτούργησαν στην περιοχή και από μετακινούμενες Υγειονομικές Μοίρες των Μεραρχιών που έλαβαν μέρος στη μάχη. Αυτές μεταστάθμευσαν σε πολλά χωριά της περιοχής του Κιλκίς ακολουθώντας τους μεγάλους στρατιωτικούς σχηματισμούς. Πολλοί μεταφέρθηκαν στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης ακόμη και σε καράβια που είχαν μετατραπεί σε Νοσοκομεία και αγκυροβολούσαν στο λιμάνι της πόλης. Άλλοι προωθήθηκαν στα νότια της χώρας, σε νοσηλευτήρια και υγειονομικές εγκαταστάσεις του Στρατού, Νοσοκομεία της Αθήνας και των άλλων μεγάλων πόλεων.

        Το μάχη Κιλκίς πέρασε στη νεότερη ελληνική ιστορία ως ένας από τους μεγάλους και ένδοξους σταθμούς της.

  

ΠΗΓΕΣ:

Τα βιβλία μας:

1. Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913), Από το Κιλκίς στη Δοϊράνη και τη Στρώμνιτσα, Παρασκήνιο, Αθήνα 2013.

2. 100 Χρόνια Ελευθερίας (λεύκωμα), Περιφερειακή Ενότητα Κιλκίς, Κιλκίς 2014.

Στα δύο πονήματα υπάρχει πλουσιότατη σχετική βιβλιογραφία και παραπομπές στον Τύπο της εποχής.

Περισσότερα
Δείτε ακόμα