Η συνέχιση του απελευθερωτικού αγώνα στη Μακεδονία ως την επανάσταση του Ολύμπου το 1878
Μετά τα πολλά επαναστατικά κινήματα στη Μακεδονία, στα οποία αναφερθήκαμε και τη συμμετοχή πολλών Μακεδόνων στον αγώνα των Νοτίων Ελλήνων όλη τη δεκαετία του 1820, στα μετέπειτα χρόνια συνεχίστηκε η προσπάθεια αποτίναξης της σκλαβιάς από τη Μακεδονία και τις άλλες υπόδουλες ελληνικές επαρχίες. Στις κινήσεις πρωτοστατούσαν πολλοί Μακεδόνες που είχαν κατέλθει στα νότια. Μεγάλος συνεργάτης και συμπαραστάτης τους ο Ιωάννης Μακρυγιάννης.
Τις πρώτες συνεννοήσεις τις είχε κάνει με το Τάσο Καρατάσο, με τον οποίο τον συνέδεε φιλιά, τον Αγγελή Γάτσο και τον Καβαλιώτη καπετάνιο Ιλαρίωνα Καράτζογλου. Ο Καρατζόγλου είχε ανέβει στην Χαλκιδική να οργανώσει τον αγώνα. Αργότερα έφθασε στη Θεσσαλονίκη ο Καρατάσος και συνεργάστηκε με τον πρώτο Έλληνα Πρόξενο στην πόλη Θεόδωρο Βαλλιάνο. Οι Τούρκοι κάτι αντιλήφθηκαν και πήραν όλα τα απαραίτητα προληπτικά μέσα, όσο κι αν ο Βαλλιάνος διαβεβαίωνε για το αντίθετο.
Το 1835 στη Λαμία συστήθηκε μυστική οργάνωση στην οποία συμμετείχαν πολλοί Μακεδόνες αγωνιστές που διέμειναν στη Φθιώτιδα (Καρατάσος, Γάτσος, Ζιάκας, Περραιβός, Τζαχίλας, Πιτσιάβας). Στα σχέδια συμμετείχε και ο Ιωάννης Μακρυγιάννης. Οι επαναστατικές κινήσεις στη Θεσσαλία υπό τον Ιωάννη Βελέντζα και μετά τα όσα επακολούθησαν, ματαίωσαν εκ νέου τα σχέδια της επαναστατικής οργάνωσης. Το 1847 στην ίδια περιοχή οργανώθηκε το “Σώμα των Μακεδόνων”. Τελικά έδρασε ως εθνοφυλακή με επικεφαλής τον Μακεδόνα Καπετάνιο Κωνσταντίνο Μπίνο στην Εύβοια.
Η επανάσταση του 1854
Το 1853 κηρύχθηκε ρωσοτουρκικός πόλεμος. Η Ρωσία υπερισχύοντας κατέλαβε παραδουνάβιες ηγεμονίες και διαφάνηκε διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με πρωτοβουλία του Βασιλιά Όθωνα οργανώθηκαν τρία ένοπλα σώματα να δράσουν στη Θεσσαλία, την Ήπειρο και την Μακεδονία με σκοπό την απελευθέρωση. Η αρχηγία του σώματος που θα δρούσε στη Μακεδονία ανατέθηκε στον Τσάμη (Δημήτριο) Καρατάσιο, γιο του Τάσου Καρατάσου (Γερο-Καρατάσου) με τον τίτλο του “Αρχιστράτηγου της Μακεδονίας”. Αποβιβάστηκε στις 6/18 Απριλίου 1854 στη Σιθωνία, ενώ άλλα τμήματα προωθήθηκαν στις περιοχές του Ολύμπου και της Όσσας. Σε ένα μήνα η δύναμη των μαχητών ανήλθε σε 2.500 άνδρες. Κατέλαβαν τα Τέμπη, τον νότιο Όλυμπο, και όλοι μαζί προχώρησαν προς την Κατερίνη καταλαμβάνοντας το χωριό Βροντού. Όλα τα σώματα δεν είχαν αξιόλογες επιτυχίες και η επαναστατική κίνηση εξασθένησε.
Στη Δυτική Μακεδονία ο Θεόδωρος Ζιάκας κατέλαβε την Δυτική Πίνδο και στις τάξεις των δυνάμεών του προσέτρεξαν πολλοί νέοι από τις περιοχές των Γρεβενών και της Κοζάνης. Πολυάριθμος τουρκικός στρατός κινήθηκε εναντίον τους. Οι ξένοι πρόξενοι ζήτησαν την κατάπαυση των συγκρούσεων και οι όροι που έθεσαν έγιναν αποδεκτοί από τις δύο πλευρές.
Η προσπάθεια του Τσάμη Καρατάσου συνεχίστηκε και πάλι στην Χαλκιδική, την οποία προσπάθησε να ξεσηκώσει και με γραπτή έκκληση του επιχείρησε να ξεσηκώσει τους Χριστιανούς των Βαλκανίων. Δημιούργησε στρατόπεδο στην περιοχή Κομίτσα της Ιερισσού. Με τη μεσολάβηση των προξένων Αγγλίας και Γαλλίας στις επιχειρήσεις που προαναφέρθηκαν έγινε ανακωχή και οι επαναστάτες του Ολύμπου επέστρεψαν στο ελληνικό Βασίλειο.
Γάλλοι και Άγγλοι είχαν συμμαχήσει με τους Τούρκους εναντίον της Ρωσίας κήρυξαν κοινό πόλεμο και εκ των πραγμάτων τα επαναστατικά κινήματα στη Μακεδονία ήταν καταδικασμένα σε αποτυχία, αφού ο Όθων είχε συνδέσει την απελευθέρωση της περιοχής με συμπαράσταση και βοήθεια από τη Ρωσία (Κριμαϊκός πόλεμος). Ο Τσάμης Καρατάσος πέθανε ξαφνικά στο Βελιγράδι το 1861, όπου βρίσκονταν σε αποστολή με σκοπό τη συνεργασία με τους εκεί επαναστάτες εναντίον του κοινού εχθρού. Παρόλα αυτά οι προσπάθειες συνεχίστηκαν και στα επόμενα χρόνια από Μακεδόνες που μεγάλωσαν στην ελεύθερη Ελλάδα.
Στην Αθήνα Μακεδόνες φοιτητές ίδρυσαν την “Προπαρασκευαστική Επιτροπή των Μακεδόνων” με πρόεδρο τον Ανδρέα Πάϊκο. Λίγο αργότερα, τον Απρίλιο του 1966 ο Καπετάν Γιωργάκης από τα Μαδεμοχώρια Χαλκιδικής με μικρό σώμα 20-30 ανδρών ανέλαβε νέα πρωτοβουλία. Να ξεσηκώσει την περιοχή, φιλοδοξώντας μάλιστα να φθάσει μέχρι την Βλαχία. Βέβαια και αυτό το εγχείρημα απέτυχε. Το ίδιο αποτέλεσμα είχε και η επανάσταση στην Κρήτη την ίδια εκείνη περίοδο.
Η επανάσταση του Ολύμπου το 1878
Οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής προσπάθησαν να εκμεταλλευθούν την κατάρρευση την οθωμανικής αυτοκρατορίας και να διεισδύσουν στα Βαλκάνια. Οι Ρώσοι για να πετύχουν την πολιτική τους χρησιμοποίησαν το υπόδουλο τότε βουλγαρικό έθνος, του οποίου αφύπνισαν τη συνείδηση, αλλά και το ενθάρρυναν να επεκτείνει τις βλέψεις του στη Βαλκανική. Στα πλαίσια αυτά πρώτη ενέργεια των Βουλγάρων ήταν να αποσχισθούν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το πέτυχαν με σουλτανικό φιρμάνι το 1870 ιδρύοντας αυτοκέφαλη βουλγαρική εκκλησία. Το πρόβλημα αυτό οδήγησε σε έντονο φυλετικό ανταγωνισμό και το 1872 το Πατριαρχείο θεώρησε την βουλγαρική εκκλησία σχισματική.
Το 1876 υπήρξε βουλγαρική εξέγερση η οποία καταπνίγει. Νέος Ρωσο – τουρκικός πόλεμος έληξε με τη γνωστή συνθήκη του Αγίου Στεφάνου (1878), η οποία δημιουργούσε μεγάλη Βουλγαρία σε βάρος βαλκανικών λαών. Εκτείνονταν ως τον Όλυμπο και την Κωνσταντινούπολη. Την ίδια χρονιά αντέδρασαν οι άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις και με τη Συνθήκη του Βερολίνου ματαιώθηκαν τα σχέδια των Ρώσων και Βουλγάρων.
Στη δημιουργία της μεγάλης Βουλγαρίας αντέδρασε δυναμικά ο ελληνισμός της Μακεδονίας και της Θράκης με την επανάσταση του Ολύμπου το 1878 και τη συγκρότηση επιτροπής για την ανακήρυξη της ένωσης της Μακεδονίας με την Ελλάδα. Πρωτοστάτησε ο Μητροπολίτης Κίτρους Νικόλαος που ύψωσε την ελληνική σημαία τον Φεβρουάριο του 1878 στον Κολινδρό της Πιερίας, όπου ήταν παρόντες Μακεδόνες οπλαρχηγοί. Στο Λιτόχωρο αποβιβάστηκε ο Λοχαγός Κοσμάς Δουμπιώτης επικεφαλής 500 ανδρών. Τρεις ημέρες αργότερα συγκροτήθηκε “Προσωρινή Κυβέρνηση Μακεδονίας” με πρόεδρο τον Λιτοχωριανό Ευάγγελο Κοροβάγγο. Στις τάξεις του Δουμπιώτη έσπευσαν και κατατάχτηκαν πολλοί νέοι από όλη την Μακεδονία.
Το ελληνικό προξενείο Θεσσαλονίκης, το διηύθυνε ο δραστήριος Κ. Βατικιώτης, μοίρασε όπλα σε εμπειροπόλεμους και έστειλε έμπιστα πρόσωπα σε μακεδονικές πόλεις για συνεννοήσεις με τους προκρίτους ανακοινώνοντας πως έφθασε η ώρα για κοινή δράση των Ελλήνων. Οι τόποι, όπου έφθασαν οι αντιπρόσωποι, ήταν η Χαλκιδική, τα Γιαννιτσά, η Γουμένισσα, το Κίτρος, η Βέροια και η Νάουσα. Αυτό επαληθεύει όσα σχετικά διέσωσε η προφορική ιστορία του τόπου μας, πως από τη Γουμένισσα στην επανάσταση του Ολύμπου είχε σταλεί δύναμη με επικεφαλής κάποιον Οικονόμου. Οι επαναστάτες κυριάρχησαν στις περιοχές του Ολύμπου και των Πιερίων. Λάθη των οργανωτών και ισχυρή αποστολή τουρκικής στρατιωτικής δύναμης οδήγησαν στην καταστολή της εξέγερσης. Από τους επαναστάτες άλλοι κατέφυγαν προς τον νότο και άλλοι συνέχισαν τον αγώνα ως κλεφτοπόλεμο.
Το ίδιο έγινε και στη Δυτική Μακεδονία, όπου πέρα από τη συγκρότηση επαναστατικού σώματος συγκροτήθηκε και “Προσωρινή Κυβέρνηση της Επαρχίας Εμιλείας” με πρόεδρο τον Κοζανίτη Ιωάννη Κοβεντάρο, γραμματέα τον εκπαιδευτικό Αναστάσιο Πηχεώνα και στρατιωτικό σύμβουλο τον Ιωσήφ Λιάτη. Παρά την αποτυχία των κινημάτων η επαναστατική κίνηση επεκτάθηκε σε όλη την Μακεδονία και το αίτημα των επαναστατών για βοήθεια από την Ελληνική Κυβέρνηση μάλλον δεν εισακούστηκε, γιατί αυτή είχε τότε περιοριστεί στο να ζητήσει από το Συνέδριο του Βερολίνου την προσάρτηση στο ελεύθερο ελληνικό κράτος της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Κρήτης. Τίποτε από αυτά δεν επιτεύχθηκε εκτός από το σημαντικό να δώσει ο Μακεδονικός ελληνισμός στους Ευρωπαίους το δυναμικό παρόν του και στο Συνέδριο να ακυρώσει τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και τη δημιουργία της μεγάλης Βουλγαρίας.
Οι Τούρκοι κατέπνιξαν το κίνημα εκείνο. Εν τω μεταξύ στην ευρύτερη περιοχή του σημερινού Ν. Κιλκίς και στη Μακεδονία οργανώθηκαν ομάδες ενόπλων, καπετανάτα, με σκοπό να τιμωρούν τους Τούρκους που βιαιοπραγούσαν και να υπερασπίζονται τους Έλληνες υποκινώντας αυτούς σε επαναστάσεις. Επικεφαλής καπετανάτων μνημονεύονται οι Ζέρμας, Αλαμάνης, Νταβέλης, Μακρής, Νταλίπης, Ναούμ, Βλαχάβας, Μπρούφας, Κώτας, Θανάσης. Στην περιοχή του Πάικου έδρασε ο καπετάν Θανάσης (Καπετανόπουλος) από τη Ράδινα του Τίκφες (σήμερα στα Σκόπια) έχοντας στο σώμα του πολλούς άνδρες από τα χωριά Αρχάγγελο, Μεγάλα Λιβάδια, Σκρα, Τρία Έλατα κ. ά. Η περιοχή πέρασε σε έναν άλλον μεγάλο αγώνα που είναι γνωστός ως Μακεδονικός Αγώνας.