Η στολή του Κιλκισιώτη ήρωα αξιωματικού Π.Υψηλάντη αποδόθηκε στο Πολεμικό Ναυτικό
Φωτορεπορτάζ
Γιώργος Στεφανίδης
Πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 12.3.17 στην Λέσχη Αξιωματικών Φρουράς Κιλκίς, μια σεμνή συγκινητική τελετή παράδοσης-παραλαβής στολής του ναυτικού, του Κιλκισιώτη ήρωα του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου Παναγιώτη Υψηλάντη.
Ο ανιψιός του Παναγιώτη Υψηλάντη, καθηγητής γλωσσολογίας στο ΑΠΘ Γεώργιος Υψηλάντης, είχε φυλαγμένη τη στολή του θείου του και σήμερα πραγματοποίησε την τελευταία επιθυμία του, που ήταν να παραδοθεί στη μεγάλη οικογένει του Πολεμικού Ναυτικού.
Τον συντονισμό της εκδήλωσης παράδοσης παραλαβής της στολής στον εκπρόσωπο του ναυτικού, τον αρχηγό της ναυτικής διοίκησης Βορείου Ελλάδος, είχε ο πρόεδρος του συνδέσμου εφέδρων αξιωματικών νομού Κιλκίς Κωνσταντίνος Παπανικολάου.
Ο εκπαιδευτικός Αναστάσιος Καζαντζίδης εκφώνησε το βιογραφικό του ήρωα, τονίζοντας τη συνέχιση της παράδοσης της οικογένειας των Υψηλαντών στη φιλοπατρία και το εθνικό καθήκον!
Αναφέρθηκε στον συμπολίτη μας Γεώργιο Υψηλάντη, ο οποίος φέρει και το όνομα του μακρινού προγόνου του στρατηγού Γεώργιου Υψηλάντη, αδελφού του αρχηγού της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρου, του Δημήτριου του Νικόλαου και του Γρηγόριου, καθώς και στις προσπάθειες που καταβάλλει για να γνωρίσει και να ενώσει τους απογόνους των Υψηλαντών. Παρόντες στην σεμνή τελετή ήταν το διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου εφέδρων αξιωματικών Κιλκίς, καθώς και της ενώσεως αποστράτων αξιωματικών στρατού (ΕΑΑΣ) νομού Κιλκίς.
Ποιός ήταν o Παναγιώτης Υψηλάντης
Ο Παναγιώτης Γεωργίου Υψηλάντης γεννήθηκε στο Κρασνοντάρ της Ρωσίας στις 2 Απριλίου του 1910. Ήρθε στην Ελλάδα το 1924 αρχικά στην Καλαμαριά της Θεσσαλονίκης όπου έκανε περιστασιακές εργασίες και στην συνέχεια μετακόμισε στο Κιλκίς το 1926, πόλη που για κάποιο λόγο θεωρούσε και ιδιαίτερή του πατρίδα.
Στο Κιλκίς προσπάθησε να συνεχίσει την μάθηση που εγκατέλειψε παρακολουθώντας σχετικά μαθήματα σε δημοτικό και γυμνάσιο. Μετά από τρία περίπου έτη κατετάγη στο Ναυτικό, στα υποβρύχια όπως και ο αδελφός του Κώστας που τον ακολούθησε.
Υπηρέτησε στα υποβρύχια «Γλαύκος», «Κατσώνης» και «Πανανικολής» που ήταν της ίδιας γενιάς. Πολέμησε εναντίον των Ιταλών το 1940 όπως και τα άλλα δύο αδέλφια του, ο Σόλων στο αλβανικό μέτωπο στην μεγάλη εαρινή επίθεση αλλά και ο Κώστας με το υποβρύχιο «Κατσώνης».
Κατά την επιστροφή από μια περιπολία επιβιβάσθηκε προσωρινώς (για μερικές ώρες) σε ένα ναρκαλιευτικό (που διέθετε δύο τορπιλοσωλήνες) το οποίο και διετάχθη να ποντίσει νάρκες γύρω από το λιμάνι του Πειραιά ούτως ώστε να μην μπορέσουν οι Γερμανοί να εισέλθουν και να το αποκλείσουν.
Βρέθηκε ναυαγός καθώς το σκάφος αυτό βυθίστηκε από επίθεση γερμανικών αεροπλάνων (Στούκας).
Ο Παναγιώτης Υψηλάντης κατάφερε να βγει στην ξηρά κοντά στο Σούνιο και επέστρεψε στην Αθήνα, που βρήκε πλέον κατειλημμένη από τους Γερμανούς που εν των μεταξύ είχαν διασπάσει το μέτωπο και κατηφόρισαν τάχιστα προς την Αθήνα.
Ντύθηκε με πολιτικά και ήρθε σε επαφή με την αντίσταση. Πραγματοποίησε ένα σύντομο ταξίδι στο Κιλκίς για να αποχαιρετίσει τους γονείς του και επέστρεψε στην Αθήνα. Σε συνεννόηση με την αντίσταση πέρασε με πολιτικά ρούχα με μία βάρκα από την Εύβοια την Τουρκία.
Το παράτολμο εγχείρημα στέφθηκε από επιτυχία στην δεύτερη προσπάθεια.
Σημειώνεται εδώ ότι σε περίπτωση σύλληψης από τον εχθρό η τιμωρία θα ήταν άμεση εκτέλεση καθώς οι συλληφθέντες ήταν ενδεδυμένοι με πολιτική περιβολή.
Η συνέχεια ήταν παράδοση από τους Τούρκους στους Εγγλέζους και από εκεί για καραντίνα μερικών εβδομάδων στην Μέση Ανατολή (για ταυτοποίηση) και μετά πάλι στον αγώνα με ναυτική βάση το λιμάνι της Αλεξάνδρειας στην Αίγυπτο. Επέστρεψε στην πατρίδα με την απελευθέρωση.
Απολύθηκε από το Ναυτικό από το σώμα των υποβρυχίων. Για τον Παναγιώτη Υψηλάντη, όπως και για αρκετούς νέους της εποχής, το ναυτικό δεν ήταν ΜΟΝΟΝ μία επαγγελματική διέξοδος.
Υπήρξε μία από τις βασικές εκπαιδευτικές μονάδες μέσα στην οποία γαλούχησε τον χαρακτήρα του. Κύρια χαρακτηριστικά αυτής της παιδείας ήταν η άδολη αγάπη προς την πατρίδα, η εντιμότητα, και η χωρίς όρους θυσία για τα εθνικά ιδεώδη. Δέθηκε με το ναυτικό και τους συναδέλφους του με άρρηκτους δεσμούς.
Τίμησε την Πατρίδα του με την συμμετοχή του σε κάθε προσκλητήριο και την φιλία προς τον συνάδελφο με την φροντίδα ενός από τους συμμαχητές του έως το τέλος της ζωής του καθώς και εκείνος χωρίς οικογένεια δεν είχε κάποιον να τον φροντίσει.
Πήγαινε καθημερινώςστο ίδρυμα όπου φιλοξενούνταν εκείνος γιά να τον ταΐζει και να τον πλένει και φρόντισε προσωπικώς για τον ενταφιασμό του όταν εκείνος κατέληξε.
Ο Παναγιώτης Υψηλάντης έζησε τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του στο αγαπημένο του Κιλκίς, όπου και πέθανε στις 17 Ιουλίου του 2010 σε ηλικία των 100 ετών και τεσσάρων περίπου μηνών. Δεν άφησε απογόνους. Η στολή του επιστρέφει τελικώς εκεί όπου ανήκει, στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό.