Έχει προοπτικές η σκοποβολή αν…

Γράφει ο Σταύρος Φάσσος
Όπως κατά καιρούς έχει επισημάνει η στήλη, ένα από τα ολυμπιακά αθλήματα, που δεν γνωρίζουν «άνθιση» στον νομό, παρ’ όλο που υφίστανται σχετικές δυνατότητες αλλά και πεδίο αξιοποίησής τους, είναι αυτό της σκοποβολής.
Μία βασική αιτία της υποτονικής παρουσίας αυτού του πραγματικώς ευγενούς αθλήματος στο κιλκισιώτικο αθλητικό γίγνεσθαι αποτελεί ακριβώς το ότι, ενώ υπάρχουν φορείς, του λείπει η εκ μέρους των λειτουργία προς την κατεύθυνση της ανάπτυξής του σε επίπεδο αγωνιστικού αθλητισμού, και η όλη δραστηριότητα εξαντλείται στο επίπεδο της απλής εκπαίδευσης, με μόνο τον Σκοπευτικό Όμιλο Κιλκίς να έχει να επιδείξει αγωνιστική παρουσία.
Η άλλη βασική αιτία υστέρησης του νομού στην σκοποβολή έναντι άλλων, έχοντας συνάρτηση με την πρώτη, έχει να κάνει με την ανυπαρξία κανονικών εγκαταστάσεων αγωνιστικής σκοποβολής, δηλαδή σκοπευτηρίων πλήρων αγωνιστικών προδιαγραφών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ενώ υπάρχουν άνθρωποι είτε ενασχολούμενοι με την σκοποβολή είτε επιδεικνύοντες ενδιαφέρον να ασχοληθούν με αυτήν, στερούνται των εγκαταστάσεων, που θα καθιστούσαν εφικτή την επί μονίμου βάσεως ή συστηματική αυτήν την ενασχόληση.
Σε σχέση με το έμψυχο δυναμικό, η ανάπτυξη της σκοποβολής είναι καθ’ όλα εφικτή, ιδίως στα αγωνίσματα του κινητού στόχου, καθώς στον νομό υφίστανται τέσσερις κυνηγετικοί σύλλογοι με ιδιόκτητα σκοπευτήρια κυρίως πρακτικής εξάσκησης, και όχι στο πλαίσιο των διεθνών αγωνιστικών προδιαγραφών, που, ωστόσο, μπορούν να αποτελέσουν «πυρήνες» ή «κυψέλες» διάδοσης και ανάπτυξης του αθλήματος.
Ως προς την στελέχωση του αθλήματος, λοιπόν, αρκεί ο συντονισμός των κυνηγετικών φορέων. ώστε από αυτούς να προκύψουν οι «θυγατρικοί» αμιγώς αθλητικοί, ενώ, ως προς τις εγκαταστάσεις, αρκεί οι κυνηγετικοί φορείς να συνεργασθούν με την τοπική διοίκηση και την ιδιωτική πρωτοβουλία προς εξεύρεσιν κονδυλίων γιά το απολύτως προσιτό κόστος κατασκευής δυο σκοπευτηρίων ενός στον δήμο Κιλκίς και ενός στον δήμο Παιονίας πλήρων διεθνών αγωνιστικών προδιαγραφών, που να καθιστούν, δηλαδή, δυνατή την διεξαγωγή οποιουδήποτε αγωνίσματος κινητού στόχου (δυο πύργοι ή σκητ, ολυμπιακή τάφρος ή τραπ, κινούμενος αγριόχοιρος).
Όσον αφορά στον σταθερό στόχο, Πολιτεία, τοπική διοίκηση και φορείς ιδιωτικής πρωτοβουλίας μπορούν, με την συνδρομή και του υφιστάμενου φορέα στο Κιλκίς, να ενεργήσουν γιά την εξασφάλιση ενός, επίσης καθ’ όλα προσιτού κονδυλίου γιά την δημιουργία εγκαταστάσεων σκοποβολής σε δύο χώρους που… «φωνάζουν» ως κατάλληλοι γιά αυτό:
– Στο εδώ και πολλά χρόνια εγκαταλελειμμένο πρώην πεδίο βολής των κατά καιρούς στρατιωτικών μονάδων του στρατοπέδου Καμπάνη αλλά και της πάλαι ποτέ χωροφυλακής και μετέπειτα αστυνομίας, που είναι ιδανικό για αγωνίσματα επί αποστάσεων 25 μέτρων από τον στόχο (πιστόλι ταχείας βολής ανδρών, σπορ πιστόλι γυναικών) και 50 μέτρων από τον στόχο (τυφέκιο μικρού διαμετρήματος πρηνηδόν, τυφέκιο μικρού διαμετρήματος τριών στάσεων δηλαδή πρηνηδόν, ορθίως και γονυπετώς, ελεύθερο πιστόλι) καθώς και γιά αγωνίσματα πρακτικής σκοποβολής.
– Σε έναν από τους αρκετούς ακάλυπτους χώρους του δημοτικού αθλητικού κέντρου Κιλκίς, όπου είναι εφικτή η μη υψηλού κόστους κατασκευή σκοπευτηρίου αεροβόλων όπλων επί αποστάσεως δέκα μέτρων από τον στόχο και συνολικής δυναμικότητας 24 θυρίδων, όσων δηλαδή προβλέπονται γιά σκοπευτήριο διεθνών προδιαγραφών, καλύπτοντας τις ανάγκες κάθε μεγάλης εγχώριας και διεθνούς διοργάνωσης.
Σε σχέση με την συνολική υποδομή του νομού ως προς τις εγκαταστάσεις, η συνεργασία των προαναφερθέντων φορέων μπορεί και είναι εφικτό να αποφέρει την κατασκευή τεσσάρων ακόμη σκοπευτηρίων αεροβόλων όπλων των δώδεκα θυρίδων σε περιοχές πληθυσμιακώς ικανές να στηρίξουν την σκοποβολή, όπως το Πολύκαστρο, η Γουμένισσα και οι περιοχές των πρώην δήμων Γαλλικού και Πικρολίμνης. Μία κατ’ αυτόν τον τρόπο ανάπτυξη της υποδομής ως προς τις εγκαταστάσεις, δεδομένης και της λειτουργίας του σκοπευτηρίου εκπαίδευσης σε χώρο του διοικητηρίου της Ελληνικής Αστυνομίας, αφ’ενός μεν θα «λύσει» τα χέρια όλων των μνημονευθέντων φορέων, αφού πλέον θα έχουν την δυνατότητα και ευχέρεια να οργανώσουν συστηματική «καλλιέργεια» του αθλήματος σε αγωνιστικό επίπεδο, αφ’ ετέρου δε θα καταστήσει τον χώρο πιό ελκυστικό σε ανθρώπους, που θα ήθελαν να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους στο άθλημα.
Ας μην λησμονείται, άλλωστε, ότι η σκοποβολή συγκαταλέγεται στα αθλήματα, στα οποία, λόγω της μορφής και κανόνων αυτών, δεν υφίσταται κανένας ηλικιακός περιορισμός. Που σημαίνει ότι, από την στιγμή που θα υπάρχουν κανονικά σκοπευτήρια, θα υπάρξουν και οι προϋποθέσεις εκείνες γιά την συστηματική «καλλιέργεια» του αθλήματος, ένα από τα γνωρίσματα του οποίου είναι η ακόμη και… «αστραπιαία» πρόοδος όσων αρχίσουν να καταπιάνονται με αυτό, μέχρι του σημείου διεκδίκησης επιτυχιών και διακρίσεων την άλφα χρονική στιγμή, εκεί που έως δυό-τρεις μήνες πριν από αυτήν ο ενασχολούμενος δεν είχε καν… πιάσει ακόμη τυφέκιο ή πιστόλι!
Βεβαίως, θα μπορούσε να αντιτείνει κανείς το ότι, ενώ η υποδομή σε εγκαταστάσεις δεν απαιτεί δυσβάστακτο ή «αιματηρό» κόστος για την ανάπτυξή της, εξ ου και το εφικτόν της εξευρέσεως κονδυλίων, το ίδιο το άθλημα της σκοποβολής συγκαταλέγεται στα δαπανηρά, σε σχέση με τα λειτουργικά έσοδα.
Αυτό είναι ένα «τρωτό» σημείο αναφορικά με την επιδίωξη και προοπτική μαζικής προσελεύσεως υποψηφίων γιά συστηματική ενασχόληση με την σκοποβολή, το οποίο, όμως, μπορεί να αντισταθμιστεί με την οργάνωση των φορέων και στον οικονομικό τομέα. Μία οργάνωση, αναγκαία προϋπόθεση της οποίας αποτελεί η εκ μέρους των αγωνιστικών φορέων ανάπτυξη στενής μόνιμης συνεργασίας με την τοπική διοίκηση και τους φορείς της Πολιτείας, όσον αφορά στην συντήρηση και όποτε χρειάζεται βελτίωση των εγκαταστάσεων, και στενής μόνιμης επαφής με οικονομικούς φορείς και παράγοντες και γενικώς με παράγοντες του επιχειρείν και της ελεύθερης αγοράς, όσον αφορά στην κάλυψη λειτουργικών αναγκών.
Από την στιγμή δε που όλα αυτά καταστούν πραγματικότητα και ο νομός λάβει θέση στον … «χάρτη» της σκοποβολής με πλήρη ανάπτυξη δραστηριότητας από τους αγωνιστικούς φορείς του, το επόμενο «βήμα» θα είναι η φιλοξενία αγωνιστικών διοργανώσεων πανελλήνιας και διεθνούς εμβέλειας από εκείνες που «απογειώνουν» την αθλητική φήμη κάθε τόπου και λειτουργούν θετικώς στην «μικρή» οικονομία του. Δεδομένης δε και της υπάρξεως επαρκούς πλέον ξενοδοχειακής υποδομής, που καλύπτει σε σημαντικό ποσοστό τις ανάγκες πανελληνίων και διεθνών διοργανώσεων όλων των αθλημάτων, που «καλλιεργούνται» στον νομό, θα είναι επ’ αγαθώ αυτού η κατά τα παρατεθέντα ανάπτυξη και πρόοδος και της σκοποβολής σ’ αυτόν.
Ένα άθλημα, που δεν χρειαζόταν να περάσουν… 125 έτη, δηλαδή από τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 στην Αθήνα, γιά να απασχολήσει τους ιθύνοντες του αθλητισμού, Πολιτείας και τοπικής διοίκησης του νομού η προοπτική να αποκτήσει και εδώ πλήρη υποδομή και προϋποθέσεις ανάπτυξης.


