Φεβρουάριος 1821 Η Ελληνική Επανάσταση στη Μολδοβλαχία
(μέρος Α΄)
Τον Φεβρουάριο του 1821 κηρύχθηκε η Ελληνική Επανάσταση στη Μολδοβλαχία μετά από απόφαση της Φιλικής Εταιρείας. Η ηγεσία της Εταιρείας είχε ανατεθεί τον Απρίλιο του 1820 στον Αλέξανδρο Υψηλάντη (1792-1828), υπασπιστή του Τσάρου της Ρωσίας Αλέξανδρου Α΄ (1777-1825). Ο Α. Υψηλάντης ήταν γόνος Φαναριώτικης οικογένειας με καταγωγή από τα Ύψηλα Τραπεζούντας του Πόντου. Όταν ανέλαβε την ηγεσία ήταν 28 ετών, το κύρος του μεγάλο, η απώλεια του χεριού του σε πολέμους των Ρώσων κατά του Ναπολέοντα (Δρέσδη, 1813) παράσημο, ένδειξη γενναιότητας και τόλμης. Πριν αναλάβει την ηγεσία, συμβουλεύτηκε τον Καποδίστρια και είχε την συγκατάθεσή του Υπουργού των Εξωτερικών της Ρωσίας….
Ο Ιωάννης Καποδίστριας είχε αρνηθεί την ίδια πρόταση υποστηρίζοντας, πως “.. για το συμφέρον του Έθνους επέβαλε να μην δεχθεί”. Πίστευε, όπως γράφουν οι ιστορικοί, αν αναλάμβανε την αρχηγία της επανάστασης θα καταδίκαζε εκ των προτέρων των αγώνα των Ελλήνων. Θα εμφανίζονταν ως ρωσική επιχείρηση και θα προκαλούσε την αντιζηλία και την οργή των αντιπάλων της μεγάλης χώρας.
Από τη συνάντηση Εμ. Ξάνθου, ενός εκ των τριών ιδρυτών της Εταιρείας, και Αλ. Υψηλάντη για να συζητήσουν σχετικά με την αρχηγία της Εταιρείας διασώθηκε ο εντυπωσιακός και συγκλονιστικός διάλογος:
– Υψηλάντης: Γιατί οι Έλληνες δεν προσπαθούν να ενεργήσουν ώστε, αν δεν δύνανται να ελευθερωθούν από τον ζυγόν, τουλάχιστον να τον ελαφρώσουν;
– Ξάνθος: Πρίγκιψ, με ποία μέσα και με ποίους οδηγούς να ενεργήσωσιν οι δυστυχείς Έλληνες την βελτίωσιν της πολιτικής των καταστάσεως; Αυτοί έμειναν εγκαταλελειμμένοι από εκείνους, οίτινες εδύναντο να τους οδηγήσωσι, διότι όλοι οι καλοί ομογενείς καταφεύγουν εις ξένους τόπους και αφήνουν τους ομογενείς των ορφανούς. Ιδού ο Κόμης Καποδίστριας υπηρετεί τη Ρωσίαν, ο μακαρίτης πατήρ σας κατέφυγε εδώ και ο Καρατζάς εις την Ιταλίαν, υμείς ο ίδιος υπηρετούντες την Ρωσίαν εχάσατε υπέρ αυτής την δεξιάν χείρα σας, και άλλοι ίσοι καλοί καταφεύγοντες εις την χριστιανικήν Ευρώπην μένουν εκεί, χωρίς να φροντίζουν δια τους δυστυχείς αδελφούς των.
– Υψηλάντης: Αν εγώ εγνώριζον ότι οι ομογενείς μου είχον ανάγκην από εμέ και εστοχάζοντο, ότι εδυνάμην να συντελέσω εις την ευδαιμονίαν των, σου λέγω εντίμως, ότι ήθελον μετά προθυμίας κάμω κάθε θυσίαν, ακόμη και την κατάστασίν μου, και τον εαυτόν μου θα εθυσίαζον υπέρ αυτών.
– Ξάνθος : Δος μοι Πρίγκιψ, την χείρα σας εις βεβαίωσιν των όσων εκφράσθητε…….
Η απόφαση της Εταιρείας για “…ανέγερση και απελευθέρωση του Ελληνικού Έθνους και της Πατρίδος…” είχε διατυπωθεί σε εποχή που το κλίμα στην Ευρώπη ήταν αρνητικό για κάθε επαναστατική κίνηση. Κάθε σχετική δράση θα έφερνε τους Έλληνες αντιμέτωπους με την οθωμανική αυτοκρατορία και τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Στις 7 Οκτωβρίου 1820 ο Υψηλάντης κάλεσε σε σύσκεψη τα στελέχη της Εταιρείας στο Ισμαήλιο της Βεσσαραβίας. Εκεί, ο Γ. Λασσάνης, γραμματέας και αφοσιωμένος συνεργάτης του, ο Εμ. Ξάνθος που είχε αναλάβει όλες τις διεργασίες και συνεννοήσεις, ο Δικαίος (Παπαφλέσσας), ο Περραιβός, ο Παπαδόπουλος και άλλοι. Μετά από πολλές συζητήσεις επικράτησε η άποψη του Δικαίου. Να αρχίσει ο αγώνας, να κατεβεί μέσω Τεργέστης ο Υψηλάντης στην Πελοπόννησο. Στάλθηκε σχετική επιστολή σε όλα τα πιθανά κέντρα του αγώνα. Ο αρχηγός, Αλ. Υψηλάντης, που οικογενειακά ήταν εγκατεστημένος στο Κισνόβιο, άλλαξε γνώμη. Έχοντας υπόψιν του την κατάσταση στην υπόδουλη Ελλάδα, τα Βαλκάνια και την Ευρώπη θεώρησε κατάλληλη εποχή έναρξης της επανάστασης την άνοιξη του 1821.
Τα γεγονότα έτρεχαν, οι φήμες πολλές, ακόμη και προδοσίες υπήρξαν. Ο Ύπατρος, ικανότατο στέλεχος και συνεργάτης του που διέτρεχε την Μακεδονία, πιάστηκε στη Νάουσα, σκοτώθηκε. Τα έγγραφα που έφερε, στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν ενοχοποιητικά. Ο φιλικός Ασημάκης Θεοδώρου, μετέφερε στην οθωμανική κυβέρνηση τα σχέδια! Ο Υψηλάντης στις 16 Φεβρουαρίου 1821 πήρε την μεγάλη απόφαση, να κηρύξει την Ελληνική Επανάσταση. Ειδοποίησε να τρέξουν κοντά του φίλοι και συνεργάτες. Κάποιοι προσέτρεξαν, άλλοι καθυστερούσαν. Αυτός με τους αδελφούς του Νικόλαο και Γεώργιο, τους Γ. Καντακουζηνό, Γ. Μάνο, τον Πολωνό αξιωματικό Γαρνόφτσκη και μερικούς ακόμη κατευθύνθηκε προς τον Προύθο ποταμό. Άφησε στη μάνα του επιστολές για τον Δικαίο, τον Σέκερη, τον Ξάνθο. Στην τελευταία παράγραφο της επιστολής προς τον Ξάνθο έγραφε: “…. Εγώ είμαι πειραγμένος καθ΄ όλων υμών των αρχηγών και έστω εις είδησίν σας, εκτός Δικαίου και Σέκερη, με αφήνετε ολομόναχον, κι όταν σας γράφω δεν έρχεσθε. Ο Θεός είναι δίκαιος. Νίκη ή θάνατος υπέρ πίστεως και Πατρίδος…”.
Στο Γαλάτσι η τοπική ελληνική φρουρά 150 και πλέον ανδρών επιτέθηκε στην εκεί τουρκική και ζήτησε να εγκαταλείψει το έδαφος. Το γεγονός προκάλεσε αψιμαχίες, συγκρούσεις, υπήρξαν απώλειες και από τις δύο πλευρές. Στο τέλος επικράτησαν οι Έλληνες.
Ο Υψηλάντης, αφού πέρασε τον Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821, έφθασε στο Ιάσιο με στολή Ρώσου στρατηγού. Τον υποδέχθηκε φρουρά, συναντήθηκε με τις αρχές στις οποίες επικεφαλής ήταν Έλληνες, όπως ο ηγεμόνας Μιχαήλ Σούτσος και ο πρωθυπουργός Ι. Ρίζος. Εξάλλου γιαυτό είχε αλλάξει το αρχικό σχέδιο και έγινε η έναρξη του αγώνα εκεί. Το περιβάλλον ήταν γνωστό και φιλικό, οι τουρκικές δυνάμεις ελάχιστες, σε περίπτωση αποτυχίας κοντά η Αυστρία για αναζήτηση ασύλου και προστασίας.
Οι Μολδαβοί ανησύχησαν, φοβήθηκαν αντίποινα των Τούρκων. Ο Υψηλάντης για να τους καθησυχάσει εξέδωσε προς το έθνος τους προκήρυξη γνωστοποιώντας τον ξεσηκωμό των Ελλήνων και εγγυόμενος της ασφάλεια και την τάξη στη Μολδαβία. Την επομένη, 24 Φεβρουαρίου 1821, κυκλοφόρησε την περίφημη προκήρυξή του προς το Ελληνικό Έθνος με τον τίτλο “ΜΑΧΟΥ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ” καλώντας το σε απελευθερωτική επανάσταση. Έκλεινε το κείμενό του. “Εις τα όπλα λοιπόν, φίλοι, η Πατρίς μας καλεί. (Σε επόμενη ανάρτηση η συνέχεια).