Εκλογές δήμου Κιλκίς: Κυρίαρχος του “παιχνιδιού” ο Δ.Κυριακίδης
Σε λιγότερο από δύο εβδομάδες θα εισέλθουμε στον δεύτερο μήνα του εφετινού Φθινοπώρου, τον Οκτώβριο, και ο χρόνος για την διενέργεια των δημοτικών εκλογών μετά από δώδεκα μήνες ουσιαστικώς θα έχει αρχίσει να μετρά αντιστρόφως.
Παρά ταύτα, τα δεδομένα γύρω από την διεκδίκηση της δημοτικής αρχής στον μεγαλύτερο δήμο της περιφερειακής μας ενότητας, τον δήμο του Κιλκίς, εμφανίζουν μία ασυνήθιστη γιά την περίοδο που διανύουμε απραξία και νηνεμία
Μία μόνον ουσιαστικά εξαίρεση, αυτή της σημερινής υπό τον δήμαρχο Δημήτρη Κυριακίδη δημοτικής παράταξης, η οποία εκ των πραγμάτων, ασκώντας διοίκηση και έχοντας ουσιαστικώς να αντιμετωπίσει βαριά ‘’τραυματισμένες’’ μειοψηφικές παρατάξεις, κυριαρχεί στα δημοτικά δρώμενα, έχοντας ως παρακαταθήκη μία συμπαγέστατη παράταξη ‘’εμπλουτισμένη’’ ταυτοχρόνως σε θέσεις ευθύνης, ακόμη και με στελέχη τα οποία προέρχονται από τις δύο μεγαλύτερες παρατάξεις της μειοψηφίας.
Ένα ιδιόμορφο «σκηνικό», που έχει διαμορφωθεί στον δήμο του Κιλκίς, και το οποίο εν πολλοίς σχετίζεται με την στρεβλή τακτική, η οποία συχνά- πυκνά εμφανίζεται στην χώρα μας, της συγκρότησης δημοτικών συνδυασμών οι οποίοι κυρίως υπηρετούν τις πολιτικές φιλοδοξίες προβεβλημένων πολιτικών προσώπων, τα οποία πλαισιώνονται από ένα άθροισμα υποψηφίων με πανσπερμία απόψεων, θέσεων και αυτοδιοικητικών αντιλήψεων, έχοντας ως στόχο περισσότερο την νομή και διαχείριση της εξουσίας και λιγότερο το πώς θα αποτελέσουν μία συγκροτημένη παράταξη, ικανή να αντέξει στον χρόνο και στους στόχους, που θέτει, ακόμη και όταν αποχωρήσουν οι κατά καιρούς επικεφαλής τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε ο δήμος του Κιλκίς στις προηγούμενες δημοτικές εκλογές, όπου βοηθούντος και του εκλογικού νόμου που εισήγαγε στην αυτοδιοίκηση η προηγούμενη διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με την εκλογή δημοτικών συμβούλων με βάση τα αποτελέσματα της πρώτης Κυριακής των εκλογών με την μέθοδο της απλής αναλογικής, είχαμε πληθώρα επικεφαλής και συνδυασμών, έξι συνολικώς, στον εν λόγο δήμο.
Ήταν κάτι, το οποίο προϊδέαζε για μία ‘’σκληρή’’ αντιπολιτευτική πραγματικότητα γιά τον νικητή των εκλογών του2019 και σημερινό δήμαρχο Δημήτρη Κυριακίδη και την παράταξη του, η οποία, όμως, στην πράξη δεν εμφανίσθηκε ουσιαστικώς ποτέ, τουλάχιστον στον βαθμό που τα δεδομένα και οι αριθμοί έδειχναν.
Σταδιακώς η σημερινή δημοτική είδε την πολιτική της θέση να εδραιώνεται όλο και περισσότερο έχοντας βεβαίως ως “καταλυτικό συμπαραστάτη” γιά να το πράξει και τις αλλαγές που επέφερε η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ στα της αυτοδιοίκησης, προσφέροντας μέσω αυτών την δυνατότητα να στον κ Κυριακίδη να εφαρμόσει στην πράξη αυτό που είχε δηλώσει εξαρχής στον “Μαχητή”, δηλαδή “να διοικήσει αυτοτελώς, αλλά και με συνεργασίες με δημοτικούς συμβούλους εκτός πλειοψηφίας”.
Μία στρατηγική, η οποία αποδείχθηκε ουσιαστικώς αποτελεσματική και λειτούργησε θετικά για την σημερινή δημοτική αρχή, που βλέπει την προοπτική της επανεκλογής της ως το πιό πιθανό ενδεχόμενο, καθώς πέραν των άλλων θα έχει να αντιμετωπίσει στις επόμενες εκλογές ένα πολιτικό «σκηνικό» από το οποίο θα απουσιάζουν πιθανότατα όλοι οι διεκδικητές του δημαρχιακού θώκου στις προηγούμενες εκλογικές.
Αρχής γενομένους από τους δύο βασικούς εξ αυτών, τους Παύλο Τονικίδη, ο οποίος προαλείφεται γιά υποψήφιος βουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ, και ο Δημήτρης Τσαντάκης, ο οποίος, μετά και την τοποθέτησή του σε διευθυντική θέση στην περιφερειακή διοίκηση και τυπικώς δεν μπορεί να είναι υποψήφιος, και εν συνεχεία τον Αναστάσιο (Σούλη) Καζαντζίδη, που και αυτός δεν επιθυμεί να είναι εκ νέου υποψήφιος δήμαρχος.
Το ίδιο πρόκειται να συμβεί και με τον έτερο των υποψηφίων δήμαρχων των εκλογών του 2019, τον Δημήτρη Αγαθόπουλο, ο οποίος,μαζί με την επαγγελματική του συνταξιοδότηση ‘’συνταξιοδοτείται και πολιτικώς’’, όπως δήλωσε ο ίδιος ερωτηθείς σχετικώς από πλευράς του ‘’Μαχητή’’, επισημαίνοντας παράλληλα ‘’την ανυπαρξία διάδοχης κατάστασης στην παρούσα φάση’’ και στον συνδυασμό του οποίου ηγήθηκε, αναγνωρίζοντας την αργοπορία των σχετικών διεργασιών και εκτιμώντας ως βασικό παράγοντα γιά την τρέχουσα κατάσταση τις αλλαγές από κυβερνητικής πλευράς στον προηγούμενο εκλογικό νόμο και τον νέο, που ψήφισε κατόπιν η σημερινή κυβέρνηση.
“Ενας νόμος, ο οποίος στο όνομα της ‘’κυβερνησιμότητας’’, όπως τόνισε, επαναφέρει την ενισχυμένη αναλογική και σε συνδυασμό με άλλες αλλαγές, όπως αυτής γιά την υποχρεωτική ύπαρξη στους δημοτικούς συνδυασμούς και υποψηφίων κοινοτήτων, πρακτικώς δυσκολεύει τις υποψηφιότητες, καθώς πέραν των άλλων αυξάνει δραματικά και τα οικονομικά κόστη για ένα τέτοιο εγχείρημα”.
Το ενδεχόμενο να μην υπάρχει στην προσεχή εκλογική αναμέτρηση, πέραν του νυν δημάρχου, υποψηφιότητα για δεύτερη συνεχή φορά από το ίδιο πρόσωπο, είναι το πιό πιθανό σενάριο, καθώς ακόμη και γιά τον επικεφαλής της ‘’Λαϊκής Συσπείρωσης’’ Γιάννη Φαχουρίδη η εν λόγω προοπτική τελεί υπό εκκρεμότητα, καθώς όπως δήλωσε στον ‘’Μαχητή’’ ‘’δεν έχουν προχωρήσει ακόμη οι σχετικές διαδικασίες’’, εκτιμώντας ότι λόγω και της ιδιομορφίας του συνδυασμού του υπάρχουν τα χρονικά περιθώρια γιά να πραγματοποιηθούν τα σχετικά βήματα.
Σε αντίθεση με τα διαδραματιζόμενα σε επίπεδο επικεφαλής συνδυασμών, ενεργός παραμένει μία άλλη υποψηφιότητα γιά την δημαρχία, αυτή του πρώην δημοτικού συμβούλου της μείζονος μειοψηφίας και νυν ανεξαρτήτου Θόδωρου Βαφειάδη.
Μία πρόθεση, τη οποία είχε ανακοινώσει πριν αρκετούς μήνες μέσω συνέντευξης του ενδιαφερομένου στον ‘’Μαχητή’’ και η οποία παραμένει ως έχει επισημαίνοντας παράλληλα ότι ‘’οι διεργασίες για την διαμόρφωση ενός σχετικού σχήματος ευρίσκονται στην παρούσα περίοδο σε πρώιμο στάδιο’’.
Όλα τα παραπάνω συνηγορούν επί της ουσίας γιατί την δεδομένη στιγμή ο δήμαρχος Κιλκίς και η παράταξη του εμφανίζονται ως ‘’κυρίαρχοι του δημοτικού πολιτικού σκηνικού’’, έχοντας ουσιαστικώς να αντιμετωπίσουν γιά το προσεχές μέλλον μόνον δύο άγνωστες παραμέτρους.
Η πρώτη αφορά στις εθνικές εκλογές, καθώς, ως γνωστόν, αυτές θα προηγηθούν των αυτοδιοικητικών και η έκβαση τους είναι σίγουρο, ότι θα έχει ουσιαστικό αντίκτυπο και στις εξελίξεις, που θα αφορούν τις δημοτικές, καθώς αν υπάρξει μία πλήρης ανατροπή του υπάρχοντος πολιτικού «σκηνικού» αυτό θα επιφέρει νέα δεδομένα και στον τομέα της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Κάτι ανάλογο, άλλωστε, συνέβη και την προηγούμενη φορά όταν η ευρεία νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις προηγηθείσες ευρωεκλογές του 2018, απετέλεσε εκ των βασικών παραγόντων για να ‘’φυσήξει ούριος άνεμος ‘’ στα πανιά του ‘’επίσημου’’ υποψηφίου της Δημήτρη Κυριακίδη και να κερδίσει την πρωτιά στην πρώτη Κυριακή των εκλογών και την δημαρχία στην δεύτερη.
Η δεύτερη έχει να κάνει με το κατά πόσον θα υπάρξουν τριγμοί στην συμπαγέστατη παράταξη της πλειοψηφίας, όπως την εμφανίζουν τα σημερινά δεδομένα, λόγω της εισόδου στην λίστα των προσεχών υποψηφίων και στελεχών προερχομένων από τις παρατάξεις της μειοψηφίας ή και ανεξαρτήτων δημοτικών συμβούλων στην παρούσα φάση, με τους οποίους συνεργάστηκε η σημερινή δημοτική αρχή, αναθέτοντας σε αυτούς διοικητικές ευθύνες και αρμοδιότητες, όπως οι κκ Βασίλειος Καραμπίδης, Κωνσταντίνος Παπακώστας, Νικόλαος Στανημερόπουλος και Μαρία Μασμανίδου και οι οποίοι όπως ενδεχομένως και άλλα πρόσωπα που μετέσχον ως ‘’αντίπαλοι’’ της σημερινής διοίκησης στις προηγούμενες εκλογές θα συμπορευθούν μαζί της ένα χρόνο αργότερα.
Ένας χρόνος, που κατά τις εκτιμήσεις των περισσοτέρων όσων έχουν εμπειρία σε δημοτικές εκλογές ,‘’ είναι αμφίβολο κατά πόσον είναι αρκετός για να συγκροτηθούν ‘’ισχυροί’’ συνδυασμοί, ικανοί να ανατρέψουν το σημερινό στάτους κβό και να αμφισβητήσουν την προοπτική επανεκλογής της σημερινής δημοτικής αρχής’’, η οποία όπως εκτιμά ο ίδιος ο επικεφαλής της Δημήτρης Κυριακίδης ‘’έχει να επιδείξει ένα σημαντικό και καταγεγραμμένο έργο, έχει αποδείξει στην πράξη την αξία επιτυχημένων συνεργασιών και εγγυάται, ότι αναλόγως θα πορευτεί και στο μέλλον, ξεπερνώντας με ισορροπημένη πολιτική προσέγγιση διαβούλευσης και συναίνεσης ζητήματα διεύρυνσης του συνδυασμού, έχοντας ως κύριο στόχο την επανεκλογή της’’.
Μία επανεκλογή, η οποία θυμίζουμε θα έχει χαμηλότερο πήχυ σε σχέση με τις εκλογές του 2019, καθώς, με βάση τον νέο εκλογικό νόμο, ένας υποψήφιος δήμαρχος μπορεί να εκλεγεί έχοντας συγκεντρώσει την πρώτη Κυριακή των εκλογών ποσοστό άνω του 43% συν μία ψήφο παραπάνω.