Χάνια, πανδοχεία και ξενοδοχεία στη Γουμένισσα
Τα πρώτα καταλύματα στη Γουμένισσα για ξένους, οδοιπόρους, εμπόρους και αγωγιάτες ήταν τα χάνια. Δηλαδή ξενώνες, πανδοχεία, τόποι υποδοχής ανθρώπων και ζώων. Υπήρχαν σε πόλεις, κωμοπόλεις και σε οδικές αρτηρίες. Συνήθως ήταν μεγάλα κτίσματα της εποχής με δωμάτια και χαγιάτια στον όροφο και στο ισόγειο με χώρους για φύλαξη ζώων και φορτωμάτων. Διέθεταν ευρύχωρη αυλή, όπου συνήθως παρέμειναν τα κάρα και το καλοκαίρι τα ζώα, και περιβάλλονταν από μαντρότοιχο. Εκτός από τους χώρους ξεκούρασης και διανυκτέρευσης υπήρχε στις περισσότερες των περιπτώσεων δυνατότητα παροχής γευμάτων και ζωοτροφών. Η πληρωμή για την παρεχόμενη υπηρεσία και διευκόλυνση ήταν σε χρήμα και σε πολλές περιπτώσεις σε είδος, σιτάρι, καλαμπόκι, σουσάμι κλπ., προϊόντα που μετέφεραν αγωγιάτες.
Πρώτη μαρτυρία για χάνια στη Γουμένισσα έχουμε στο έργο του Ιωάννη Πετρώφ του εκ Μόσχας φιλέλληνος, Περίδοξος κλεφτουριά της Μακεδονίας, βιογραφίαι 28 κλεφταρματολών της, (επιμέλεια Γ. Χ. Χιονίδη). Γράφοντας ο Πετρώφ για τον αρματολό του Ολύμπου Νικοτσάρα (1771-1807) και τη σύγκρουση με τον βαλή της Θεσσαλονίκης, αναφέρει πως ο καπετάνιος πυρπόλησε τα χάνια της Γουμένισσας για να μη βρουν οι Οθωμανοί σε αυτά στέγη σε περίπτωση ήττας ή υποχώρησής του. Η ιστορία της σύγκρουσης είναι ενδιαφέρουσα και εκτενής. Στο γεγονός έχουμε αναφερθεί σε άλλες εργασίες μας. Παραμένει άγνωστο που ακριβώς βρίσκονταν τα χάνια, στα οποία γίνεται αναφορά, και ποιοι ήταν οι κάτοχοί τους. Θεωρείται βάσιμη η ύπαρξη και λειτουργία τους, διότι η κωμόπολη από τον 17ο αιώνα και εντεύθεν είχε αξιόλογη παραγωγική, εμπορική και διοικητική θέση. Ως εκ τούτου, η παραμονή διερχόμενων και επισκεπτών είναι αυτονόητη, όπως και η ανάγκη παραμονής τους.
Στα τρία μετόχια που λειτουργούσαν εντός του οικιστικού ιστού της Γουμένισσας, εκείνα των Ι. Μονών Αγίου Όρους Ιβήρων και Ζωγράφου και του Παναγίου Τάφου, υπήρχαν εγκαταστάσεις παραμονής και φιλοξενίας επισκεπτών, προσκυνητών και κάποιες φορές για όσους είχαν άμεση ανάγκη στέγης. Οι εγκαταστάσεις ήταν αρκετά μεγάλες και άνετες στα δύο πρώτα μετόχια και περιορισμένες στο τρίτο. Η προσφορά τους στον τομέα αυτό δεν μπορεί να παραβλεφθεί. (Περισσότερα σχετικά με τα μετόχια αυτά στην εργασία μας: Εκκλησιαστικά μετόχια στη Γουμένισσα, ανάτυπο, Ελληνική Ιστορική Εταιρεία, ΚΔ΄ Ιστορικό Συνέδριο, 30,31 Μαΐου – 1 Ιουνίου 2003, Θεσσαλονίκη 2004).
Στα μετέπειτα χρόνια, πριν από την απελευθέρωση του 1912, λειτουργούσαν χάνια εντός του οικισμού. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, τα κυριότερα ήταν τρία. Τα δύο γύρω ή κοντά στην κεντρική πλατεία, στο “Τσαρσί”, τη σημερινή Θάνου Ζαλέγκου, και το τρίτο στην πλατεία των μπακάλικων τότε, στη “Μπακάλιντσα’, στη σημερινή 23ης Οκτωβρίου. Της πρώτης το μεγαλύτερο και καλύτερα οργανωμένο είχε την επωνυμία “ΚΥΡΑΝΝΑ”, το δεύτερο ονομάζονταν “ΤΟ ΝΕΟΝ”. Της μικρής πλατείας είχε το όνομα “ΤΗΛΕΓΡΑΦΕΙΟΝ”, γιατί εκεί στεγάστηκε ο πρώτος τηλέγραφος της περιοχής. Προφανώς ως τηλεγραφείο οργανώθηκε μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, αφού ο Σάμουελ Μόρς εφεύρε την τηλεγραφική μηχανή το 1838 και στα μετέπειτα χρόνια τελειοποιήθηκε και έγινε μέσον παγκόσμιας επικοινωνίας.
Μετά το 1912 και την αλλαγή χρήσης των κτισμάτων που προαναφέρθηκαν, δημιουργήθηκαν νέα καταλύματα. Το σπουδαιότερο άνηκε στην οικογένεια Δήμου Χατζηαντωνίου. Καταλάμβανε μεγάλο οικοδομικό τετράγωνο στον κέντρο του οικισμού, στην αρχή και δεξιά της σημερινής οδού Καπετάν Γκόνου. Οι εγκαταστάσεις, εκτός του καταστήματος και των δωματίων, περιλάμβαναν φούρνο και εργαστήριο παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων. Με τη μετοίκηση της ιδιοκτήτριας οικογένειας στη Θεσσαλονίκη το ακίνητο πουλήθηκε και μετατράπηκε σε κατοικίες.
Λίγα μέτρα πιο πάνω από την κεντρική πλατεία, στη σημερινή οδό Κουντουριώτη, υπήρχε το ξενοδοχείο – πανδοχείο της οικογένειας Κοστράκη. Το ισόγειο είχε είσοδο σε οικόπεδο προς την οδό Φιλίππου για τη φύλαξη ζώων και μεταφορικών μέσων και μεγάλο κατάστημα για την παραμονή των επισκεπτών του. Ο όροφος διέθετε αρκετά ενοικιαζόμενα δωμάτια. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο και την εμφύλια σύρραξη ατόνησε η λειτουργία του, ώσπου το κτίσμα κατεδαφίστηκε και παραμένει ως σήμερα οικόπεδο.
Μεταπολεμικά και για δεκαετίες λειτούργησαν τα ξενοδοχεία με τις επωνυμίες “Η ΟΜΟΝΟΙΑ” και “ΤΟ ΠΑΪΚΟΝ”. Το πρώτο άνηκε στην οικογένεια Χρήστου Σαμαρά και του υιού του Ηλία. Η πρόσοψη ήταν επί της οδού Ίωνος Δραγούμη. Το κτίσμα με νεοκλασικά στοιχεία συντηρημένο διασώζεται ως σήμερα. Το δεύτερο βρίσκονταν στην κεντρική πλατεία, πίσω από την ιστορική κρήνη. Άνηκε στην οικογένεια Θάνου Βούζα. Είχε χαρακτηριστικά παραδοσιακής τοπικής κατοικίας και παρά το πλήθος των αλλαγών που υπέστη το κτίσμα, διασώζεται ως σήμερα. Στο ισόγειο των δύο ξενοδοχείων λειτουργούσε καφενείο – εστιατόριο, στον όροφο ήταν τα ενοικιαζόμενα δωμάτια.
Τις τελευταίες δεκαετίες στη Γουμένισσα λειτουργούν δύο σύγχρονα ξενοδοχεία: “Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ” και “ΟΙ ΠΑΡΥΦΕΣ”. Το πρώτο στο κέντρο της κωμόπολης, επί της οδού Κουντουριώτη, το δεύτερο επί της επαρχιακής οδού Γουμένισσας – Γρίβας.