Παλιά καταστήματα της Γουμένισσας με ιστορία
Πρωτότυπο ραφείο
Ο Γουμενισσιώτης Δημήτριος Χατζηαντωνίου στις αρχές του 20ου αιώνα είχε μεταβεί στη Γαλλία για σπουδές. Μετά από παραμονή κάποιων χρόνων επέστρεψε χωρίς να τις έχει περατώσει. Εγκαταστάθηκε στη Γουμένισσα, αν και η εύπορη οικογένειά του είχε μετακομίσει στη Θεσσαλονίκη. Ήταν πολύ καλός ράφτης, τέχνη που έμαθε στη αλλοδαπή, και δημιούργησε «σχολή». Πολλοί νέοι κοντά του έμαθαν τα όσα σχετικά έφερε από τη Δύση. Για το κατάστημά του παρήγγειλε και του έφτιαξαν καλλιτεχνικότατη πινακίδα πάνω στην οποία αναγράφονταν:
«ΡΑΦΕΙΟΝ ΤΟ ΚΛΕΡΜΟΝ ΦΕΡΑΝ»
Όσοι την διάβαζαν, απορούσαν και τον ρωτούσαν: Τι όνομα είναι αυτό; Ο ίδιος απαντούσε: «Δεν φέραμε πτυχίον, αλλά ραφείον, το Κλερμόν Φεράν». Το Κλερμόν Φεράν είναι η πόλη της Γαλλίας, όπου είχε μεταβεί για σπουδές. Το ραφείο του στεγάστηκε σε διάφορα καταστήματα της Γουμένισσας, στην οδό Ελευθερίου Βενιζέλου και της κεντρικής πλατείας.
Ξέγνοιαστο οινο – παντοπωλείο
Ο Ιωάννης Παζαρέντσος, επαγγελματίας της Γουμένισσας, διατηρούσε εργαστήριο παραγωγής σπόρου μεταξοσκώληκα, τέχνη την οποία είχε σπουδάσει την τουρκική σχολή «ΔΑΔΙΕ» της Θεσσαλονίκης και κατά άλλους στο Ινστιτούτο Παστέρ της Προύσας, όπως και άλλοι Γουμενισσιώτες. Απασχολούσε ικανό αριθμό εργατριών, γιατί τον 19ο και μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα η σηροτροφία ανθούσε στην περιοχή.
Ο ίδιος παράλληλα λειτουργούσε και «Οινοπαντοπωλείο» σε κατάστημα της κατοικίας του που είχε την επωνυμίᨨ
«…. ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟ….»
Όταν τον ρωτούσαν, γιατί το ονόμασε έτσι, απαντούσε: «Στο μαγαζί έρχονται πολλοί. Άλλος δεν έχει να πληρώσει, άλλος ζητάει δανεικά, ο καθένας έχει και μια ιστορία, έναν καημό, χώρια τα δικά σου. Αν μετράς και στενοχωριέσαι με όλα όσα έχεις, με όσα σου λένε και τ΄ ακούς, χάθηκες! Λέω στον εαυτό μου: «…. Θα περάσει και αυτό …».
Το πρώτο βιβλιοπωλείο και υποπρακτορείο εφημερίδων μετά την απελευθέρωση (1912)
Ο Πέτρος Ίντος του Ιωάννου είχε σπουδάσει στην Ευρώπη στις αρχές του 20ου αιώνα αρχαιολογία. Επέστρεψε στον τόπο του, άρχισαν οι πόλεμοι (βαλκανικοί, πρώτος παγκόσμιος, οικογενειακά προβλήματα) και η αρχαιολογία μπήκε στο ράφι. Αντί αυτής, άνοιξε βιβλιοπωλείο που παράλληλα ήταν υποπρακτορείο εφημερίδων, από τις πρώτες άδειες που δόθηκαν στη Μακεδονία. Εντύπωση είχε προκαλέσει η επωνυμία που έδωσε στο μαγαζί του:
«ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Ο ΣΤΑΓΕΙΡΙΤΗΣ»
“Καλά Αριστοτέλης”, του έλεγαν συντοπίτες, “το έχουμε ακούσει, το άλλο; Ο Σταγειρίτης ποιος είναι;”. Ομιλητικότατος και χαριτολόγος αφηγούνταν διάφορα τονίζοντας στο τέλος με περηφάνια, πως πρόκειται για τον Μακεδόνα φιλόσοφο και δάσκαλο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Και όταν δεν μιλούσε, δίδασκε με την πινακίδα του μαγαζιού του. Έτσι έμαθε η τοπική κοινωνία αλλά και η ευρύτερη επαρχία για τον μεγάλο δάσκαλο Αριστοτέλη!
Καφενείο με ιστορική ημερομηνία
Το καφενείο του Πέτρου Βαβάμη του Γεωργίου στη λεγόμενη μικρή ή επάνω πλατεία της Γουμένισσας, η Μπακάλιντσα για τους παλιούς επιχώριους, δηλαδή πλατεία των μπακάλικων, ήταν και είναι ιστορικό. Λειτουργούσε στα χρόνια πριν και μετά την απελευθέρωση και συνεχίζει να λειτουργεί και σήμερα από γόνους της ίδιας οικογένειας. Η πινακίδα του δεν προσδιόριζε απλά το όνομα του μαγαζιού αλλά και το όνομα της πλατείας που απλώνονταν μπροστά του. Είχε την επωνυμία:
«ΠΛΑΤΕΙΑ 23ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ»
Την ημερομηνία απελευθέρωσης της Γουμένισσας το 1912 από τον τουρκικό ζυγό. Η επωνυμία της πλατείας δόθηκε με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Γουμένισσας τον Φεβρουάριο του 1913 και υιοθετήθηκε από τον ιδιοκτήτη του εν λόγω καταστήματος. Επί έναν περίπου αιώνα υπενθύμιζε στους θαμώνες, τους ομοχώριους, τους επισκέπτες την ιστορική ημέρα! Μάθημα τοπικής ιστορίας με τον καλύτερο τρόπο! Με την πινακίδα καφενείου!
Σήμερα το κατάστημα λειτουργεί με την επωνυμία “ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΟΣ”, γιατί στο καφενείο με την επωνυμία “ΠΛΑΤΕΙΑ 23ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ” γυρίστηκαν σκηνές της ομώνυμης ταινίας του Θόδωρου Αγγελόπουλου με πρωταγωνιστή τον Μαρτσέλο Μαστρογιάννη. Η ιστορική πινακίδα του καταστήματος “θυσιάστηκε” υπέρ της έβδομης τέχνης.
Εστιατόριο που έγινε εκκλησία
Πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918) στην κεντρική πλατεία της κωμόπολης λειτουργούσε καφενείο – εστιατόριο με ιδιοκτήτες του ακινήτου την οικογένεια Παπακαλιώνη. Όταν ήρθαν οι Γάλλοι το 1915-16, προχώρησαν στην επίταξη ακινήτων για στέγαση στρατιωτικών υπηρεσιών, καταλύματα αξιωματικών, νοσηλευτήρια και άλλα σχετικά της εμπολέμου καταστάσεως. Το συγκεκριμένο κατάστημα το μετέτρεψαν σε καθολικό ναό διαμορφώνοντας αναλόγως την πρόσοψή του.
Μετά τον πόλεμο συνέχισε την παλιά λειτουργία του και στις νεότερες γενιές έμεινε γνωστό ως:
“Εστιατόριον Ρουσσίδη”
από το επώνυμο του καταστηματάρχη. Και σήμερα λειτουργεί με άλλη επωνυμία. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 κλήθηκε από την Αθήνα κάποιος αγιογράφος – ζωγράφος για εργασίες στην περιοχή. Λησμονήθηκε το όνομά του αλλά σε κάποια γωνιά των διασωζομένων έργων θα είναι σημειωμένο. Τα μεσημέρια έτρωγε στο εστιατόριο που προαναφέρθηκε.
Περνούσε ο καιρός και δεν κατέβαλε το αντίτιμο της σίτισης. Συμφώνησε με τον καταστηματάρχη, αντί χρημάτων, που δεν είχε, να ζωγραφίσει το μαγαζί. Σε μεγάλο τοίχο φιλοτέχνησε ένα πανέμορφο λιοντάρι. Στον καταστηματάρχη και σε όσους το είδαν, ένα δεν άρεσε. Το λιοντάρι ήταν δεμένο μια χοντρή αλυσίδα. “Γιατί;”, του είπαν, “αν δεν είχε αλυσίδα θα ήταν πιο ωραίο!”. Ο καλλιτέχνης απάντησε: “Αν το άφηνα λυτό, θα έτρωγε όσους δεν με πληρώνουν”. Αν λύθηκε η αλυσίδα και πληρώθηκε ο καλλιτέχνης, σε μας τουλάχιστον παραμένει άγνωστο.
Και κωμόπολη και μαγαζί…
Ένα από τα παλαιότερα παντοπωλεία της Γουμένισσας, ήταν των αδελφών Χρήστου και Ιωάννου Άλλιου στην αρχή της οδού Ίωνος Δραγούμη. Ξεκίνησε τη λειτουργία του από προπάππους και συνεχίζει να συντηρείται ως σήμερα από γόνους της ίδιας οικογένειας. Ο πρώτος των αδελφών ήταν έμπορος και ο δεύτερος δάσκαλος. Αφού υπηρέτησε το δασκαλίκι στα δύσκολα χρόνια, το παράτησε στα μέσα της δεκαετίας του 1910 για να ακολουθήσει την εμπορική δραστηριότητα. Έζησε περίπου εκατό χρόνια και έλεγε αστειευόμενος: “Δεν έμεινα δάσκαλος για να μην καταστρέψω το ελληνικό δημόσιο με τα τόσα χρόνια σύνταξης που θα έπαιρνα..!”.
Τα αδέλφια παράλληλα με το μαγαζί λειτουργούσαν και τον πιο εξοπλισμένο για την εποχή τους νερόμυλο. Το κατάστημά διέθετε άλευρα και άλλα συναφή προϊόντα. Η επωνυμία της επιχείρησης και του καταστήματος ήταν:
“Η ΓΟΥΜΕΝΤΖΑ”
Δείγμα της αγάπης τους για τον τόπο, τον οποίο προέβαλαν και πέρα από τα όρια της περιοχής σε τόπους όπως Θεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη, βαλκανικές πόλεις. Εξήγαγαν τοπικά προϊόντα και εισήγαγαν ξένα για την τοπική αγορά.
Έπεται και συνέχεια ….
Πέραν των καταστημάτων που αναφέρθηκαν υπήρχαν και πολλά άλλα με ιστορία δεκαετιών και γεγονότα που άφησαν εποχή! Γι αυτά, Θεού θέλοντος, προσεχώς ….