Η ΛΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑΣ


Γράφει ο Χρήστος Π. Ίντος
Για τη λαϊκή αγορά (παζάρι) της Γουμένισσας τις πρώτες γραπτές μαρτυρίες τις έχουμε από τα πρακτικά λειτουργίας του τοπικού Δήμου της περιόδου 1913-1918. Από τη μελέτη αυτών διαπιστώνεται η προσπάθεια της τότε τοπικής αρχής να οργανώσει, μετά την απελευθέρωση του 1912, τις υπηρεσίες, τον οικισμό και τις δραστηριότητες που αναπτύσσονταν σε αυτόν. Μεταξύ άλλων και το ενδιαφέρον της για την τοπική λαϊκή αγορά. Φωτογραφικά τεκμήρια αυτής έχουμε από τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα.
Ημέρα πραγματοποίησης της λαϊκής αγοράς της Γουμένισσας από πάντα ήταν το Σάββατο. Την παραμονή της αργίας και της λατρείας των χριστιανών, την Κυριακή. Όπου τηρούνταν αυτό, αποτελούσε δείγμα πως ο οικισμός κατά την μακραίωνη σκλαβιά κατοικούνταν καθαρώς ή στην πλειοψηφία του από χριστιανικό πληθυσμό. Σε τόπους, όπου υπερτερούσε το μουσουλμανικό στοιχείο, οργανώνονταν λαϊκές αγορές την ημέρα της Πέμπτης, παραμονή της δικής τους αργίας, της Παρασκευής. Βέβαια λαϊκές αγορές σε κοινότητες οργανώνονταν και άλλες ημέρες της εβδομάδας.

Γουμένισσα, 12-5-1916. Αγορά σε κεντρική οδό, (Πηγή, ΓΥΠ).(1)
Η λαϊκή της Γουμένισσας στα χρόνια της τουρκοκρατίας ως τις αρχές της δεκαετίας του 1920 αναπτύσσονταν στην κεντρική πλατεία. Δεν υπήρχαν τα γνωστά πλατάνια και οι χώροι μπροστά από τα καταστήματα ήταν ελεύθεροι. Η πλατεία ήταν ευρύς, επίπεδος και άνετος χώρος για έκθεση προϊόντων και κίνηση πωλητών, αγοραστών, όπως και για στάθμευση και παραμονή ζώων και τροχοφόρων μέσων της εποχής.
Ανάλογα την χρονική περίοδο ανά τους αιώνες, την εποχή και τις ανάγκες των κατοίκων, πωλούνταν διάφορα προϊόντα. Κηπευτικά, οπωρικά, δημητριακοί καρποί, κυρίως σιτάρι, απαραίτητη πρώτη ύλη για την παρασκευή ψωμιού. Σανοί για την εκτροφή των ζώων, ξύλα και βέργες, χρήσιμη ύλη για θέρμανση και λειτουργία αρτοποιείων, εργαστηρίων και νοικοκυριών. Πατάτες, κάστανα, τυροκομικά. Μαλλιά, κυρίως προβάτων, από τα οποία οι νοικοκυρές μετά από επεξεργασία κατασκεύαζαν ενδύματα και υφαντά. Ψάρια ποταμών και λιμνών, προσφιλή τροφή των κατοίκων της περιοχής.
Τα δημητριακά, τα χόρτα και τα κηπευτικά προέρχονταν από τις πεδινές περιοχές της Γουμένισσας, των Γιαννιτσών και των Κουφαλίων. Τα ξύλα, οι πατάτες, τα κάστανα από τα χωριά του Πάικου. Μαλλιά και τυροκομικά από όλη την ευρύτερη περιοχή. Φρούτα κυρίως από τη Γουμένισσα. Ψάρια από τον Αξιό και τις λίμνες Γιαννιτσών, Αρτζάν-Αματόβου, Δοϊράνης ακόμη και από τις λίμνες Λαγκαδά (Κορώνειας ή Αγίου Βασιλείου) και Βόλβης. Παλιά υπήρχε ικανός αριθμός κατοίκων της Γουμένισσας που αποκαλούνταν ψαράδες. Δεν ψάρευαν οι ίδιοι. Πήγαιναν με τα κάρα στις λίμνες που προαναφέρθηκαν, προμηθεύονταν ψάρια και τα μεταπουλούσαν στην αγορά της Γουμένισσας και στην ευρύτερη περιοχή. Η θέση τους στην αγορά ήταν στην αρχή της σημερινής οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου από όπου διέρχονταν αυλάκι με τρεχούμενο νερό, απαραίτητο για την καθαριότητα του χώρου. Γραφική ήταν η εικόνα στις δύο γωνίες της οδού Βενιζέλου, στην κεντρική πλατεία, όπου γυναίκες από κοντινά χωριά τοποθετούσαν σκεύη με γαλακτοκομικά προϊόντα προς πώληση που παρασκεύαζαν οι ίδιες. Καθισμένες στα σκαμνάκια τους πουλούσαν τυρί, φρέσκο βούτυρο, μυζήθρα, πασκιτάν (είδος ανθότυρου θα λέγαμε) και αυγά.

Η αγορά της Γουμένισσας το 1903, (αρχείο Χρ. Π. ‘Ιντου)
Μετά την διαμόρφωση της πλατείας τη δεκαετία του 1920 και πολύ περισσότερο μετά τη διαμόρφωση στα τέλη της δεκαετίας του 1940, τα προς πώληση προϊόντα εκθέτονταν περιμετρικά της πλατείας και σε τμήματα των οδών Ι. Δραγούμη, Ελ. Βενιζέλου και Π. Κουντουριώτη. Τα ονόματα των οδών αυτών, όπως και της πλατείας που ήταν Κωνσταντίνου του Ελευθερωτού, είχαν δοθεί το 1914 από το τότε τοπικό Δημοτικό Συμβούλιο. Πολύ αργότερα η πλατεία μετονομάστηκε σε Θάνου Ζελέγκου, παίρνοντας το όνομα του μεγάλου τοπικού ευεργέτη.
Όταν πλέον ο χώρος της κεντρικής πλατείας και των παρακείμενων οδών δεν επαρκούσε για την έκθεση των προϊόντων, αποφασίστηκε να γίνεται η έκθεση και πώληση δημητριακών και καύσιμης ύλης, ξύλων κλπ, στην πλατεία 23ης Οκτωβρίου, γνωστή και με τα ονόματα Μπακάλνιτσα (αγορά των μπακάλικων), Τηλεγραφείου, και Μικρή πλατεία. Πέρα από τον αιωνόβιο πλάτανο που την σκίαζε ήταν ελεύθερη για την οργάνωση αγοράς. Ο χώρος κάθε Σάββατο καταλαμβάνονταν από σάκους με δημητριακούς καρπούς, ανοιχτοί στο πάνω μέρος για να μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να δουν και να εκτιμήσουν την ποιότητα του προϊόντος. Όπως προαναφέρθηκε, κύριο προϊόν πώλησης ήταν το σιτάρι και μετά η βρώμη, τροφή για τα άλογα. Δεν έλλειπαν καλαμπόκι, κριθάρι, σίκαλη, ρόβι. Δεν σπάνιζαν τα όσπρια, κυρίως ξερά φασόλια Γοργόπης και φακές. Περιμετρικά της ίδιας πλατείας, γίνονταν η έκθεση και πώληση σανού, κυρίως τριφυλλιού, και καύσιμης ύλης. Από τους πωλητές αρκετοί ήταν Γουμενισσιώτες που είχαν κύρια ενασχόλησή τους το μικρεμπόριο στην τοπική αγορά και σε άλλες, όπως της Αξιούπολης, των Γιαννιτσών ή ως πλανόδιοι στα χωριά της ευρύτερης περιοχής.
Κάθε Σάββατο στις αυλές σπιτιών και σε ακάλυπτους χώρους της Γουμένισσας, προέκυψαν πολλοί μετά από πυρκαγιές οικιών την περίοδο της κατοχής και κυρίως του εμφυλίου, αφήνονταν τα κάρα και δένονταν τα ζώα, όνοι, άλογα, ημίονοι με τα οποία έρχονταν οι κάτοικοι άλλων οικισμών για ψώνια ή μετέφεραν με αυτά όσα είχαν οι ίδιοι για πώληση. Εικόνες που εξέλειπαν από τη δεκαετία του 1970 και μετέπειτα. Πολλά από τα ζώα “μαρτυρούσαν” με την ολοήμερη ορθοστασία και ακινησία, τις δύσκολες καιρικές συνθήκες, τη βροχή ή τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο, την αφαγία και την έλλειψη νερού. Ποιος και πότε θα τα πότιζε; Και πάνω σε όλα αυτά ομάδες παιδιών και εφήβων με το δικό τους τρόπο τραβούσαν δυνατά τις ουρές αλόγων και μουλαριών να πάρουν τις μακριές σκληρές τρίχες, να φτιάξουν θηλές και να πιάσουν πουλιά. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν έλλειπαν οι κλωτσιές των ζώων, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό κάποιων που καταγίνονταν με τέτοιου είδους δράσεις.
Στα νεότερα χρόνια στη λαϊκή αγορά υπήρξαν αλλαγές τόσο ως προς τα πωλούμενα προϊόντα αλλά και ως προς τις θέσεις οργάνωσής της. Τα σιτηρά, ο σανός, τα μαλλιά, τα ξύλα έδωσαν τη θέση τους σε άλλα προϊόντα. Λαχανικά και φρούτα από μακρινές περιοχές, είδη ένδυσης, υπόδησης κλπ. Η λαϊκή έφυγε από τις πλατείες και μεταφέρθηκε κατά καιρούς με απόφαση Κοινοτικών ή Δημοτικών Συμβουλίων στις οδούς Βενιζέλου, Δραγούμη, Καπετάν Γκόνου.
Η λαϊκή αγορά ήταν και είναι πηγή εσόδων για επαγγελματίες και παραγωγούς που σήμερα μόνο με άδεια μπορούν να εκθέτουν και να πωλούν προϊόντα. Παλιά είχε τη δυνατότητα ο κάθε πολίτης να προβαίνει στην πώληση παραγόμενων προϊόντων από από τον ίδιο ή από μεταπώληση. Έσοδα από την αγορά είχε και η τοπική Αρχή. Προέρχονταν από την είσπραξη τέλους χώρου έκθεσης και τέλους στατήρα (κανταριού). Με πλειοδοτικό διαγωνισμό πολίτες αναλάμβαναν να εισπράττουν τα νόμιμα, αφού κατέβαλαν στο ταμείο της τοπικής αρχής το συμφωνημένο σύμφωνα με τους όρους του διαγωνισμού ποσόν. Ο εισπράκτορας των τελών χώρου και ο κανταρτζής ήταν τα πλέον γνωστά πρόσωπα της αγοράς.
Η κίνηση του παζαριού ήταν μεγαλύτερη τις παραμονές εορτών (Χριστούγεννα, Πάσχα, Δεκαπενταύγουστο) και τις προεκλογικές περιόδους κατά τις οποίες οι υποψήφιοι περιόδευαν για γνωριμία με το κοινό και την πραγματοποίηση πολλές φορές σχετικής ομιλίας. Αφικνούνταν και οι δικηγόροι με μεγάλες τσάντες, γραβατωμένοι και κομψοί, για συνεννοήσεις με τους πελάτες τους. Όταν οι Υπηρεσίες λειτουργούσαν τα Σάββατα προσέρχονταν πολίτες από όλη την Παιονία παράλληλα με το παζάρι να επιλύσουν και υποθέσεις τους. Δεν σπάνιζαν μικροπαραστάσεις, παλαιστές, “αντρειωμένοι” που λύγιζαν σίδερα, φακίρηδες, λατέρνες, χοροί αρκούδας κλπ!
Το Σάββατο για τη Γουμένισσα και πολλούς κατοίκους της Παιονίας ήταν, ίσως είναι και σήμερα για κάποιους, “γιορτή”. Ψώνια, συναντήσεις, παρέες, καφές, τσίπουρο, κρασοκατανύξεις, επίλυση υποθέσεων, μικρο-ψυχαγωγία κλπ! Είναι, όπως έλεγε κάποιος παλιός, “ το ευλογημένο της Γουμένισσας Σάββατο του παζαριού!”