Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (Χαλκιδική, Θάσος, Ρεντίνα, Θεσσαλονίκη και οι γύρο περιοχές)
Η 25η Μαρτίου από την Ελληνική Πολιτεία ορίστηκε ημερομηνία έναρξης της Εθνεγερσίας του 1821. Είναι η ημέρα κατά την οποία κάθε έτος τιμούμε τα πρόσωπα και τα γεγονότα που συνέβαλλαν στην ανάκτηση της ελευθερίας από το γένος των Ελλήνων. Ο αγώνας, όπως είναι γνωστό, είχε αρχίσει κατά τόπους από ανδρείους ανυπόταχτους πολύ πριν και συνεχίστηκε και μετά την δημιουργία του νεότερου ελληνικού κράτους στις μη απελευθερωμένες περιοχές.
Στη Μακεδονία και στην πριν την Επανάσταση περίοδο ήδη αναφερθήκαμε σε προηγούμενα κείμενα της σειράς αυτής. Επίσης κάναμε λόγο για την επανάσταση στη Μολδοβλαχία με επικεφαλής τον Αλ. Υψηλάντη, στη θυσία την Ιερολοχιτών, στο ολοκαύτωμα του Ολύμπιου και το τέλος του Φαρμάκη.
Συνεχίζουμε με γεγονότα της Επανάστασης του 21 στη Μακεδονία, η οποία κατά τα δύο πρώτα έτη κράτησε σθεναρά για να εμποδίσει τις οθωμανικές δυνάμεις να κατέλθουν στον ελληνικό νότο και να καταστείλουν τον ξεσηκωμό που είχε πάρει διαστάσεις και απειλούσε τη σουλτανική μακραίωνη κυριαρχία.
Ηγετική μορφή της επανάστασης στη Μακεδονία ήταν ο Εμμανούλ Παππάς (1772-1821) από την περιοχή Σερρών. Η γενέτειρά του σήμερα έχει το όνομά του. Μεγαλέμπορος, με υποκαταστήματα στην Κωνσταντινούπολη, πολύτεκνος, μέλος της Φιλικής Εταιρείας και σε συνεχή επικοινωνία και συνεργασία με το Αλέξανδρο Υψηλάντη, από κοινού είχαν καταστρώσει σχέδιο για επανάσταση στη Μακεδονία.
Στις 23 Μαρτίου 1821 φόρτωσε σε καράβι του Χατζή Βισβίζη, πατέρα της ηρωίδας του 21 Δόμνας, πολεμικό υλικό και κατευθύνθηκε στο Άγιο Όρος που για διάφορους λόγους είχε επιλεγεί έδρα του αγώνα. Αποβιβάστηκε στη Μονή Εσφιγμένου, της οποίας ο ηγούμενος Ευθύμιος ήταν Φιλικός. Συμπαραστάθηκαν δυο ψαριανά πλοία που επόπτευαν τις ακτές. Σταδιακά εξοπλίστηκαν μοναχοί και άλλοι αγωνιστές. Όλοι συγκεντρώνονταν στη θέση βίγλα, κοντά στη διώρυγα του Ξέρξη, γνωστή και με το όνομα Πρόβλακας.
Έντονη κινητικότητα υπήρξε στην πόλη των Σερρών, όπου ηγούνταν ο Φιλικός Μητροπολίτης Χρύσανθος, μετέπειτα Πατριάρχης. Ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ στην Πόλη αποθάρρυνε πρόσκαιρα τους υπό εξέγερση. Στον Πολύγυρο έγινε ξεσηκωμός στις 17 Μαΐου και οι Οθωμανοί πέρασαν σε αντιπερισπασμό διατάσσοντας φυλάκιση των προεστών πόλεων και κωμοπόλεων. Κάποιοι ξέφυγαν, άλλοι παρουσιάστηκαν και δεινοπάθησαν. Η διαταγή συμπεριέλαβε και τον καζά των Γιαννιτσών, στον οποίο υπάγονταν η Γουμένισσα. Ποιοι και πόσοι παρουσιάστηκαν ή εκτελέστηκαν στη συνέχεια, παραμένει άγνωστο. Στη Θεσσαλονίκη ο Γιουσούφ μπέης διέταξε σφαγές.
Αποκεφαλίστηκε ο Κίτρους Ιωσήφ (τοποτηρητής Θεσσαλονίκης) με πλήθος πολίτες της πόλης, γνωστά και μη ονόματα. Η εικόνα ήταν τραγική και θλιβερή στις πλατείες και τους δρόμους της Μακεδονικής πρωτεύουσας. Οι εκκλησίες έγιναν φυλακές, όπου ξεψυχούσαν από την πείνα και τη δίψα οι φυλακισμένοι. Οι επάλξεις του Επταπυργίου “στολίζονταν” με κεφάλια καρατομημένων. Ο Σερρών Χρύσανθος με 150 προκρίτους της πόλης ρίχτηκε στις φυλακές.
Ο Μητροπολίτης Μαρώνειας (Κομοτηνής) Κωνστάντιος (1770-1821), Χαλκιδικιώτης την καταγωγή, φιλικός, αφού οργάνωσε επαναστάτες στην περιφέρειά του και τη Σαμοθράκη με άνδρες αναχώρησε για την Χαλκιδική να συναντήσει τον Εμ. Παππά. Πέρασε προηγουμένως από τη Θάσο, ήλθε σε συνεννόηση με προεστούς και κατοίκους να εξεγερθούν. Έφθασε στην Μονή Εσφιγμένου, συναντήθηκαν οι δύο άνδρες και στις 17 Μαΐου 1821 χοροστάτησε ο Δεσπότης σε τελετή και ευλόγησε τα όπλα.
Η συνέλευση των προϊσταμένων των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους στη Μονή Κουτλουμουσίου ανακήρυξε τον Εμ. Παππά “Αρχηγό και υπερασπιστή της Μακεδονίας”. Τέλη Μαΐου του 1821 στο Πρωτάτο των Καρυών κηρύχθηκε επίσημα η Επανάσταση. Ο ενθουσιασμός ήταν μεγάλος και κορυφώνονταν με τη διάδοση πληροφοριών πως στη Μολδοβλαχία ο Υψηλάντης οδηγούνταν από νίκη σε νίκη.
Η επανάσταση ξαπλώθηκε στην Κασσάνδρα και στα άλλα χωριά της Χαλκιδικής, Ορμύλια, Νικήτη, Μαδεμοχώρια και στην περιοχή του Λαγκαδά, όπου προσέτρεξαν και κάτοικοι οικισμών του Κιλκίς. Εξεγέρθηκε και η Θάσος, όπου ηγούνταν ο Χατζή Γιώργης από τον Θεολόγο και ο Αρχιμανδρίτης Καλλίνικος Σταματιάδης.
Οι επαναστάτες στη Χαλκιδική συγκρότησαν δύο σώματα με επικεφαλής αντίστοιχα τον Εμ. Παππά και τον Χάψα. Το πρώτο σώμα κατευθύνθηκε προς την Ιερισσό, όπου αντιμετώπισε τον Γιουσούφ πασά Θεσσαλονίκης και τις δυνάμεις που έσπευσαν να καταστείλουν την εξέγερση. Δεν τα κατάφερε. Ηττήθηκε από τους επαναστάτες.
Στην απόγνωσή ο Γιουσούφ έκανε έκκληση προς τον Σουλτάνο να τον ενισχύσει με νέες δυνάμεις και να πετύχει τον σκοπό του. Διατάχτηκε και συνέδραμε ο σερδάρης (υπεύθυνος των στρατιωτικών) της αυτοκρατορίας Μεχμέτ Μπαϊράμ. Είχε εντολή του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ με δυνάμεις από την ανατολή και όσες θα συγκέντρωνε στη Θράκη και τη Μακεδονία να κατευθυνθεί στη νότια Ελλάδα και να αντιμετωπίσει τους εκεί επαναστάτες.
Μετά την Ιερισσό ο Παππάς πορεύτηκε προς τον Πολύγυρο και ο Κωνστάντιος στα στενά της Ρεντίνας με να ανακόψει την πορεία του Μπαϊράμ, του οποίου η δύναμη αριθμούσε 20.000 πεζούς και 3.000 ιππείς, κατ΄ άλλους 5.000. Δόθηκε μάχη στις 15-17 Ιουνίου 1821. Λίγες εκατοντάδες Έλληνες μαχητές στη Ρεντίνα πρώταξαν τα στήθη τους στην οθωμανική ορδή και απειλή. Ο Δεσπότης αρματωμένος τους ενθάρρυνε με κάθε τρόπο να πολεμήσουν με όλες τις δυνάμεις τους. Η αριθμητική υπεροχή των Οθωμανών υπερίσχυσε. Όσοι σώθηκαν υποχωρώντας οδηγήθηκαν προς τη βόρεια Χαλκιδική για να συναντήσουν το τμήμα των συμπολεμιστών τους υπό τον Εμ. Παππά. Ο Κωνστάντιος τραυματισμένος μεταφέρθηκε στο Όρος, όπου τον Οκτώβριο του ίδιου έτους εξέπνευσε.
Το άλλο υπό τον Χάψα τμήμα μέσω της Βόρειας Χαλκιδικής πορεύονταν προς την Θεσσαλονίκη. Έφθασε στη Γαλάτιστα, την απελευθέρωσαν και στο στράτευμα επικρατούσε ενθουσιασμός. Προχώρησε και έφθασε στη Θέρμη, όπου αντιμετώπισε το στράτευμα του Αχμέτ Μπέη των Γιαννιτσών που είχε διαταχθεί να συνδράμει στις οθωμανικές δυνάμεις.
Νικήθηκε, εκείνη όμως τη μέρα έφθασε στη Θεσσαλονίκη η στρατιά του Μπαϊράμ. Μετά από συμβούλιο αποφασίστηκε να εκκενωθούν τα Βασιλικά και τα γυναικόπαιδα να βρουν καταφύγιο στην Μονή Αγίας Αναστασίας. Δεν πρόλαβαν. Έφθασε ο Μπαϊράμ και τα κατέσφαξε στις πλαγιές του βουνού. Ο Χάψας με τους άνδρες του, τα γνωστά μετά ως “τα παιδιά του Χάψα” έδωσε σκληρή μάχη και έπεσαν όλοι ηρωικά στις 10 ή 13 Ιουνίου 1821.
Ο Μπαϊράμ σκόρπησε το θάνατο στον Λαγκαδά, τα Μαδεμοχώρια, τη Σιθωνία και στην Ιερισσό κατάσφαξε 3.000 γυναικόπαιδα. Το Μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας παραδόθηκε στη φωτιά, η Θεσσαλονίκη γέμισε από σκλάβους. Έγραψε στο σουλτάνο: …. Αφού διαπεράσαμεν εν στόματι μαχαίρας τους απίστους τεσσαράκοντα δύο χωρίων …ηχμαλωτήσαμεν τας συζύγους και τα τέκνα των απίστων, τα δε χωρία και τα στρατόπεδα αυτών παρεδώσαμεν εις τας φλόγας…..
Προς ενίσχυση των δυνάμεών του ο Παππάς ζήτησε βοήθεια από τον Όλυμπο, τα νησιά και την Πελοπόννησο. Από τον Όλυμπο ήρθαν οι καπεταναίοι Μήτρος Λιακόπουλος, Νικολάου Διαμαντής και άλλοι. Υποστηρίζεται, πως στο σώμα του Λιακόπουλου είχε ενταχθεί και ο επαναστάτης από την Ειδομένη Παιονίας Ζαφείριος Σταματιάδης με τους άνδρες του. Την ηγεσία των Οθωμανικών δυνάμεων εναντίον των επαναστατών την είχε αναλάβει ο νέος πασάς της Θεσσαλονίκης Μεχμέτ Εμίν, ο επονομαζόμενος για τη σκληρότητά του Εμπού Λουμπούτ (ροπαλοφόρος).
Συγκέντρωσε τις δυνάμεις του προ της χερσονήσου της Κασσάνδρας, στην Ποτίδαια, έχοντας απέναντί του τους εξεγερμένους. Με τις πρώτες του επιθέσεις απέτυχε. Αντεπιτέθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1821, έσπασε τον κλοιό των αγωνιστών και οι στρατιές του ξεχύθηκαν στην χερσόνησο σκορπώντας τον όλεθρο. Λεηλασίες, σφαγές, πυρπολήσεις, καταστροφές.
Ήταν ο γνωστός χαλασμός της Κασσάνδρας. Όσοι διασώθηκαν κατέφυγαν στα παράλια και με καράβια ζήτησαν προστασία στις Βόρειες Σποράδες και τη Νότια Ελλάδα. Την ίδια περίοδο τα γυναικόπαιδα της Χαλκιδικής ζήτησαν προστασία στο Άγιο Όρος και για πρώτη φορά παραβιάστηκε το άβατο. Αποσύρθηκαν αργότερα με διαταγή του Λουμπούτ αλλά τα Μοναστήρια πλήρωσαν πολύ ακριβά τη συμμετοχή τους στην Επανάσταση μέχρι και το 1830.
Από το αποτέλεσμα της Κασσάνδρας κρίθηκε η επανάσταση στην περιοχή. Ο Παππάς με καράβι κατευθύνθηκε προς την Ύδρα και εν πλω πέθανε από καρδιακή προσβολή. Είχε θυσιάσει για την Πατρίδα την περιουσία του, την προσωπική του ανοδική πορεία στο εμπόριο, την οικογένειά του. Έξι από τα οκτώ παιδιά του έπεσαν νεκρά στα πεδία των μαχών κατά τη διάρκεια της επαναστατικής περιόδου. Ένα στο Μεσολόγγι, δύο κοντά στον Καραϊσκάκη, τέταρτος στο Νεόκαστρο, πέμπτος στο Μανιάκι δίπλα στον Παπαφλέσσα και ο έκτος στη Λαμία.