Η ΔΟΡΑ ΣΤΡΑΤΟΥ ΚΑΙ Η ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑ
Η Δόρα (Δωροθέα) Στράτου (1903-1988) ήταν ηθοποιός, χορογράφος, θιασάρχης και ιδρύτρια συγκροτήματος ελληνικών χορών. Σπούδασε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ήταν η πρώτη που προέβαλε παγκοσμίως την ελληνική λαϊκή χορευτική παράδοση. Στην προσπάθειά της βρήκε συμπαραστάτες πολιτικές αρχές (Σοφοκλή Βενιζέλο), ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών (Κάρολο Κουν, Σπύρο Βασιλείου, Μ. Χατζηδάκι, Μελίνα Μερκούρη κλπ). Οργάνωσε θέατρα. Στον Πειραιά (αρχαίο), την Αθήνα (Θησείο) και από το 1965 πάλι στην Αθήνα στον λόφο του Φιλοπάππου που φέρει το όνομά της.
Ήταν κόρη του Νικόλαου Στράτου, Πρωθυπουργού της χώρας που εκτελέστηκε μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και τη Δίκη των Έξι τον Νοέμβριο του 1922. Μητέρα της ήταν η Μαρία Κορομηλά, κόρη του θεατρικού συγγραφέα Δημητρίου Κορομηλά. Ξεπέρασε την τραυματική εμπειρία της εκτέλεσης του πατέρα της και το οικογενειακό της δράμα και επιδόθηκε με πάθος να αναδείξει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την λαϊκή μουσική και χορευτική παράδοση της Ελλάδας.
Υπήρξε μέλος ιδρυμάτων και φορέων με κοινωνική και φιλανθρωπική προσφορά. Οργανισμών, ελληνικών και παγκόσμιων, σχετικών με τη λαϊκή παράδοση και τον πολιτισμό. Συνέγραψε και σχετικά βιβλία που μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες. Για το έργο και την προσφορά της βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών και φορείς του εσωτερικού και του εξωτερικού.
Παραδέχονται πολλοί πως η Δόρα Στράτου διέδωσε την ελληνική παράδοση στα πέρατα του κόσμου. Όταν το 1951 ξένο φολκλορικό συγκρότημα ήρθε στην Αθήνα για σειρά παραστάσεων, έγινε αντιληπτό από πολλούς πως κάτι τέτοιο δεν υπήρχε στην χώρα μας. Τη δημιουργία του ανέλαβε η Δ. Στράτου. Ίδρυσε “Την Εταιρεία Λαϊκών χορών και τραγουδιού” και το 1953 έδωσε την πρώτη παράσταση στη Θεσσαλονίκη. Στη συνέχεια ίδρυσε τα σωματεία “Ελληνικοί Χοροί – Δόρα Στράτου”, “Ζωντανό Μουσείο – Δόρα Στράτου”. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του “Θεάτρου Τέχνης” και του “Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου”, του οποίου διετέλεσε αντιπρόεδρος, (Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τ. 9Β, σ. 20-21 και Wikipedia).
Η Δ. Στράτου παράλληλα με την ίδρυση των ομωνύμων σωματείων των σχετικών με την συγκέντρωση, διάσωση και προβολή τοπικά και παγκόσμια των παραδοσιακών χορών της Ελλάδας, περιόδευσε σε όλη την χώρα και έστειλε συνεργάτες της για να προβούν στις σχετικές καταγραφές. Έτσι στο τέλος της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές του 1960 γνώρισε την παραδοσιακή μουσική και τους χορούς της Γουμένισσας και της επαρχίας της. Επρόκειτο για άγνωστο σε πολλούς θησαυρό.
Είναι γεγονός, πως την ίδια χρονική περίοδο, στην οποία αναφερθήκαμε, στη Γουμένισσα από την τοπική Κοινότητα οργανώθηκε χορευτικό συγκρότημα με τοπικούς χορευτές και μουσικούς. Συμμετείχαν σε εκδηλώσεις της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης και του Δήμου Κιλκίς, όπως στους εορτασμούς για τα πενήντα χρόνια, το 1963, από την ομώνυμη νικηφόρα μάχη του Ελληνικού Στρατού.
Συνεργάτες της Δ. Στράτου πρότειναν σε μουσικούς και χορευτές της Γουμένισσας να μεταβούν στην Αθήνα για να παρουσιάσουν τη μουσική και τους χορούς της περιοχής τους. Ήταν το πρώτο μεγάλο βήμα. Κάποιοι δέχθηκαν και με την πάροδο του χρόνου έγιναν βασικά επαγγελματικά στελέχη του θεάτρου Φιλοπάππου παρουσιάζοντας την πολιτιστική κληρονομιά της Γουμένισσας και της επαρχίας της. Έμαθαν τους χορούς και σε άλλα στελέχη των συγκροτημάτων της Στράτου. Σύντομα στο πρόγραμμα των παραστάσεων αναγράφονταν η Γουμένισσα ανάμεσα σε άλλα ονόματα πόλεων και περιοχών της Ελλάδας.
Μερικοί από τους Γουμενισσιώτες συνεργάτες της έγιναν μόνιμοι κάτοικοι της Αθήνας. Καθημερινή η παρουσία τους στου Φιλοπάππου για πρόβες και παραστάσεις τα καλοκαίρια. Πέρα από τους χορούς αναδείχθηκαν οι τοπικές μουσικές και οι στολές της περιοχής. Έγιναν γνωστές πανελλήνια και στο εξωτερικό. Οι στολές συμπεριλήφθηκαν και σε γραμματόσημα των Ελληνικών Ταχυδρομείων.
Στο θέατρο της Στράτου παρακολούθησα παραστάσεις στις οποίες συμμετείχαν συμπατριώτες μας παρουσιάζοντας τους τοπικούς μας χορούς. Καταχειροκροτούνταν από το πολυπληθές ακροατήριο που στη συντριπτική του πλειοψηφία ήταν ξένοι τουρίστες. Η Δ. Στράτου πάντα παρούσα παρακολουθούσε με καλεσμένους της.
Μελετήσει σε βάθος τους χορούς της περιοχής μας. Για έναν είχε γράψει: “…… Θυμήθηκα και το μαντήλι όπως το κρατούνε και το σείουν οι γυναίκες της Γουμένισσας – Κιλκίς (Μακεδονία), σ΄ ένα χορό που χορεύεται μόνο από γυναίκες και που σου φέρνει αμέσως στη σκέψη την επίκληση για βροχή. Ανεβάζουν το χέρι σείοντας το μαντήλι τρεμουλιαστά, προς τον ουρανό, στέκουν για λίγο, και φωνάζουν “Ιη-η-η” και το κατεβάζουν αργά – αργά σείοντας το και πάλι στη γη. Αυτό γίνεται τρεις φορές. Σαφώς δε σου θυμίζει επίκληση. Και είναι σαν να κάνουν επίκληση στο Θεό για να στείλει βροχή για τη βλάστηση της γης ……..”. Τον παραλληλίζει με την ιεροτελεστία των Ελευσίνιων μυστηρίων που περιέγραψε ο καθηγητής αρχαιολογίας και ακαδημαϊκός Γ. Μυλωνάς στο έργο του “Ελευσίς και Ελευσίνια μυστήρια”. Επίσης με επίκληση προς τον Θεό και την χαρακτηριστική επωδό “…Ιή-η-η Παιάν..” που περιέγραψε η Λίλιαν Πάουερ, αυθεντία στους αρχαίους χορούς και τις ομοιότητές τους με παραδοσιακούς χορούς της Ελλάδας (Ελληνικοί παραδοσιακοί χοροί, Αθήνα 1976, σ. 95-96).
Και για άλλον χορό της Γουμένισσας πως “κουλουριάζει και “¨ξεκουλουριάζει” και του οποίου οι ρίζες, όπως απέδειξαν οι έρευνες, σημείωνε πως βρίσκονται στο λαβύρινθο της Κρήτης και στον μύθο του Θησέα και της Αριάδνης. Τέτοιοι “λαβύρινθοι” χοροί βρέθηκαν 27 σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας από τους οποίους πέντε στη Μακεδονία. Ένας από αυτούς είναι ο χορός “Κατερίνα” της Γουμένισσας, (ό. π. σ. 19-40). Ας σημειώσουμε εδώ πως τμήμα της σημερινής Παιονίας στην αρχαιότητα ονομάζονταν Βοττιαία. Εποικίστηκε από Κρήτες με αρχηγό τον Βόττωνα.
Η Δ. Στράτου με πάθος υποστήριζε την αυθεντική παρουσίαση των χορών με τοπικές στολές ή πιστά αντίγραφά τους. “Κάθε τόπος, έλεγε, έχει την ταυτότητά του και αυτό πρέπει να αναδεικνύεται”. Αυτή η σπουδαία μορφή του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού ασχολήθηκε με τον τόπο μας. Δεν πρέπει να λησμονείται.