Αρθρογραφία

Β΄ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ (1913) Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΙΛΚΙΣ ΣΤΗ ΔΟΪΡΑΝΗ ΚΑΙ ΣΤΗ ΣΤΡΩΜΝΙΤΣΑ

23 και 26 Ιουνίου 1913 (Ανταποκρίσεις δημοσιογράφων)
Η μάχη και η απελευθέρωση της Δοϊράνης, 23 Ιουνίου 1913

Γράφει ο Χρήστος Π. Ίντος

Μετά τη μάχη και την κατάληψη του Κιλκίς στις 21 Ιουνίου 1913, οι βουλγαρικές δυνάμεις υποχώρησαν και οι ελληνικές ανέμεναν διαταγή για να συνεχίσουν την καταδίωξη του εχθρού. Το ελληνικό Γενικό Στρατηγείο μετέφερε την έδρα του από το Μελισσοχώρι Θεσσαλονίκης στον Σιδηροδρομικό Σταθμό Κρηστώνης. Αρχικά εντολή για τη συνέχιση του αγώνα είχαν λάβει κυρίως η 10η Μεραρχία που στάθμευε στην Παιονία και έδωσε μάχες γύρω από το Πολύκαστρο και τα Σουλτουγιαννέικα και η 2η που έλαβε μέρος μαζί με τις υπόλοιπες στη μάχη του Κιλκίς. Στη συνέχεια κινητοποιήθηκαν και οι άλλες Μεραρχίες εκκαθαρίζοντας παράλληλα (η 4η) το Δύσωρον όρος (τα Κρούσια).

Με συντονισμένες ενέργειες των δυνάμεων της 3ης και της 10ης Μεραρχίας σημειώθηκαν ελληνικές επιτυχίες. Προώθηση τμημάτων και επίτευξη των στόχων τους. Καταλαμβάνοντας τα γύρω από τη λίμνη υψώματα κατευθύνθηκαν προς τον εκεί Σιδηροδρομικό Σταθμό καταδιώκοντας τα αντίπαλα τμήματα. Κατέλαβαν θέσεις, κυρίευσαν πυροβόλα και ανάγκασαν πολλούς από τους εχθρούς να παραδοθούν. Στην προσπάθειά τους κάποιοι να διαφύγουν έπεσαν στη λίμνη και πνίγηκαν. Το 12ο Σύνταγμα της 3ης Μεραρχίας κατέλαβε τη Δοϊράνη. Συνέχισε την καταδίωξη και εγκαταστάθηκε προσωρινά στο ύψωμα 483. Άλλες δυνάμεις της ίδιας Μεραρχίας στρατοπέδευσαν γύρω από τον Σ. Σταθμό. Η 10η δέχθηκε λιγότερα εχθρικά πυρά αλλά αντιμετώπισε την προέλαση αντιπάλων τμημάτων προς τη Γευγελή.
Στις 24 Ιουνίου 1913 το ελληνικό Στρατηγείο εγκαταστάθηκε στον ΣΣ Δοϊράνης. Η κατάληψη της πόλης ήταν μεγάλη νίκη για τους Έλληνες. Κατέλαβαν τον τόπο όπου ο αντίπαλος είχε αποθήκες εφοδιασμού. Περιήλθαν στα χέρια των Ελλήνων εφόδια, τρόφιμα και πολεμικό υλικό. Οπισθοχωρώντας οι Βούλγαροι πήραν μαζί τους όμηρο τον επιχώριο Μητροπολίτη Φώτιο Παγιώτα και τριάντα προκρίτους. Το γεγονός προκάλεσε ανησυχία και η Ελλάδα διαμαρτυρήθηκε προς τις Μεγάλες Δυνάμεις. Απαιτούσε να τηρηθούν οι διεθνείς κανόνες περί αιχμαλώτων. Το ίδιο έκανε και η Βουλγαρία για τους 5.000 άνδρες της που ήταν αιχμάλωτοι στα χέρια των Ελλήνων. Η ανησυχία επιτάθηκε μετά το σφαγιασμό 12 Ευζώνων στην περιοχή του Πολυκάστρου και τον πνιγμό Σέρβων αιχμαλώτων στρατιωτών, (ΓΕΣ/ΔΙΣ, Ο Ελληνικός Στρατός κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913, τ. Γ, Αθήνα 1992, σ. 128-129 και Ιστορία Ελληνικού Έθους, Εκδοτική Αθηνών, τ. 14ος, σ. 344-345).

Με τη βοήθεια όσων πυροβόλων κατάφεραν με κόπο να ταχθούν, ξεκινήσαμε τις εφόδους την επομένη, 25 Ιουνίου, από νωρίς το πρωί.

Αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων ο δημοσιογράφος της εφημερίδας TIMES Κρόφορντ Πράις έγραψε σχετικά: “….. Οι προσβάσεις προς την πόλη ήταν σπαρμένες με διάφορα είδη στρατιωτικών εξαρτήσεων, τα οποία εγκατέλειψαν οι αντίπαλοι στρατιώτες για να διευκολυνθεί η φυγή τους. Τα βουνά και οι πεδιάδες, που τις διέκοπταν τα χαρακώματα καλύπτονταν από άταφα σώματα εκτεθειμένα στον καυτό ήλιο. Κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής ήταν σπαρμένοι χιλιάδες κάλυκες, πράγμα που δείχνει τη σφοδρότητα της μάχης και την αντίσταση των Βουλγάρων. Στον σταθμό εγκαταλείφθηκαν εκατοντάδες τόνοι προμηθειών, κιβώτια ζάχαρης, τσουβάλια με γαλέτες, αλεύρι, τσάι……. Η περιοχή είχε μετατραπεί σε αποθήκη του βουλγαρικού στρατού. Εκεί μεταφέρθηκαν από την Αλεξανδρούπολη σχεδόν όλα τα εφόδια, διότι οι Βούλγαροι πίστευαν πως με κάθε τρόπο θα νικήσουν στο Κιλκίς και θα αποκλείσουν τη Θεσσαλονίκη, η οποία τελικά θα παραδίδονταν στα χέρια τους.

Το επιτελείο της 5ης Μεραρχίας στη Σρώμνιτσα, (πηγή, Αθ. Αγγελόπουλος)

 

Η Δοϊράνη ήταν μια άσχημη εικόνα σε ένα ωραίο πλαίσιο. Η μεγάλη γαλήνια λίμνη αναπαύονταν μέσα σε ένα αμφιθέατρο από λόφους, στα πρανή των οποίων υπάρχουν πολλά μικρά χωριά που είχαν μετατραπεί σε καπνίζοντα ερείπια….”. “… Επί της μεσημβρινής κορυφής ευρίσκεται αυτή η Δοϊράνη – αποτελούσα ειδεχθή αντίθεσιν προς την περιβάλλουσαν Άλπειον σκηνογραφίαν, την οποίαν καταισχύνει. Οιονεί εκδηλών σεβασμόν προς το καλλιτεχνικόν αίσθημα, ο σιδηρόδρομος εγκαταλείπει την πόλιν προς τ΄ αριστερά και προσεγγίζει προς τον παραλίμνιον σταθμόν επί της ανατολικής όχθης. …. Το σλαυικόν όνομα, δια του οποίου είχεν επιγραφή το Σταθμαρχείον, διαφαίνεται ακόμη κάτω από το πρώτον επίχρισμα της ασβέστου, οι πελώριοι τοίχοι των βουλγαρικών αποθηκών απέκλειον την θέαν της λίμνης, εκατοντάδες Βουλγάρων αιχμαλώτων ανέμενον την μεταφοράν των εις Θεσσαλονίκης και σωροί εχθρικών τυφεκίων, τα οποία είχον παύσει το φυσικόν των κακκάρισμα, απέκειντο επί του εδάφους…”. Στην περιοχή δεν ήταν μόνο ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος, αλλά στο εκεί αρχηγείο κατέφθασαν ο φρούραρχος Θεσσαλονίκης πρίγκιπας Νικόλαος, οι πρίγκιπες Ανδρέας, Χριστόφορος και Αλέξανδρος (μετέπειτα Βασιλιάς) και ο Νομάρχης Θεσσαλονίκης Αργυρόπουλος, (Κρόφορντ Πράις, Οι Βαλκανικοί αγώνες, Πολιτική και Στρατιωτική Ιστορία των εν Μακεδονία Βακανικών Πολέμων, ά.ε.ε., σ. 242-51).

Με συμπληρωμένη την δύναμή μας κινηθήκαμε την επομένη προς τα βόρεια, ακολουθώντας ένα μουλαρόδρομο προς τα στενά του Κοστουρίνου, που είναι πέρασμα για την κοιλάδα της Στρώμνιτσας

Πορεία προς τη Στρώμνιτσα και κατάληψη της πόλης, 26 Ιουνίου 1913
Μετά την επιτυχία στη Δοϊράνη το Γενικό Στρατηγείο έδωσε εντολή στις ελληνικές Μεραρχίες του κέντρου και του αριστερού τμήματος του μετώπου να κατευθυνθούν προς την κοιλάδα του Στρυμόνα. Ένας άλλος στόχος που έπρεπε να επιτευχθεί ήταν η διάβαση δια του όρους Κερκίνη (Μπέλες).
Η 2η ξεκίνησε από το Κεντρικό και έφθασε στις νότιες πλαγιές του Μπέλες, όπου και διανυκτέρευσε, ενώ στην κορυφή 1062 διανυκτέρευσε η 4η. Η 3η και η 5η βάδισαν παράλληλα προς τον άξονα Δοϊράνης – Στρώμνιτσας και καθηλώθηκαν, διότι η πρώτη δέχθηκε εχθρικά πυρά, η δε 10η βρίσκοντας ελεύθερο πεδίο μπροστά της προχώρησε.
Την επόμενη ημέρα, 25 Ιουνίου 1913, τμήματα της 2ης έδωσαν μάχη στη θέση Ντόρλομπος – Τζαμί Κραν. Η 4η παρέμεινε στη θέση της και η 3η έχοντας δύο Συντάγματα, το 10ο και 12ο στην πρώτη γραμμή, έδωσε διήμερη μάχη στη θέση Κωστούρινο – Ράμποβο. Πέτυχε να συγκεντρώσει πολλά λάφυρα, μεταξύ αυτών εννέα πυροβόλα που εγκατέλειψε ο εχθρός. Η 10η απρόσκοπτα συνέχισε την πορεία της και ο εχθρός υποχώρησε στις αρχικές του θέσεις πάνω στο Μπέλες.
Αφού έτσι διαμορφώθηκε η κατάσταση, το γενικό Στρατηγείο έδωσε διαταγή κατάληψης της κοιλάδας της Στρώμνιτσας. Τον εχθρό που συνεχώς υποχωρούσε τον καταδίωκε η 4η Μεραρχία και προωθημένες δυνάμεις της 2ης κατέβηκαν στην κοιλάδα που προαναφέρθηκε και συνέβαλλαν στην κατάληψή της. Το 23ο Σύνταγμα της 5ης και η ημιλαρχία ιππικού της 3ης στις 11 η ώρα το πρωί μπήκαν στην πόλη της Στρώμνιτσας χωρίς να συναντήσουν ουσιαστική και άξια λόγου αντίσταση. Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν και οι δυνάμεις και των άλλων Μεραρχιών προελαύνοντας συνεχώς κατευθυνόμενες προς τα βόρεια. Η Στρώμνιτσα ήταν πλέον ελληνική και ο ενθουσιασμός των κατοίκων της μεγάλος.

Με τη βοήθεια όσων πυροβόλων κατάφεραν με κόπο να ταχθούν, ξεκινήσαμε τις εφόδους την επομένη, 25 Ιουνίου, από νωρίς το πρωί.
Τα πυροβόλα μας χτυπούσαν τα εχθρικά που ήταν στο Κοστουρίνο

Ο δημοσιογράφος Φωκίων Φωτόπουλος έγραψε σχετικά: “…… Αποβαίνει απερίγραπτος ο ενθουσιασμός των κατοίκων της Στρωμνίτσης κατά την στιγμήν καθ΄ ήν οι Έλληνες στρατιώται εισήρχοντο εν θριάμβω εις την πόλιν, κομισταί της ποθητής ελευθερίας. Οι κώδωνες των εκκλησιών εκρούοντο χαρμοσύνως, αι ελληνικαί και οθωμανικαί οικίαι ήσαν διακοσμιμέναι υπό δαφνών και μύρτων, πλείσται δε ελληνικαί σημαίαι εκυμάτιζον εις τους εξώστας των οικιών, από των οποίων κυρίαι και νεάνιδες έρραινον τους στρατιώτας με εύοσμα και δροσερά άνθη. Ο λαός της Στρωμνίτσης σύσσωμος εξήλθεν εις προϋπάντησιν των ελευθερωτών του, ηγουμένου του Μητροπολίτου Στρωμνίτσης και των Ελλήνων ιερέων. Και όταν αι σάλπιγγαι του ελληνικού στρατού ερρύθμιζον το βήμα των στρατιωτών εισερχομένων εις την Στρώμνιτσαν, ρίγη συγκινήσεως διέδραμον τα μέλη των κατοίκων και δάκρυα ενθέου ενθουσιασμού επλήρωσαν τους οφθαλούς των.

Όλες οι Μοίρες Πεδινού Πυροβολικού των 5 Μεραρχιών του αριστερού τέθηκαν υπό ενιαία Διοίκηση, υποχρεωμένες να κινηθούν πάνω στη μοναδική αμαξιτή οδό προς τη Στρώμνιτσα.
Το Μηχανικό έδινε μεγάλη μάχη, ανοίγοντας περάσματα και φτιάχνοντας δρόμους, που παρέκαμπταν τα γεφύρια που είχαν ανατινάξει οι Βούλγαροι

Από τα στόματα όλων μια διάπυρος φωνή εξήλθε, φωνή θριάμβου και αγαλιάσεως. Υπό τας ζητωκραυγάς και τας ευχάς των κατοίκων της Στρωμνίτσης οι Έλληνες στρατιώται εισήλθον εις την πόλιν περί την ώραν 5ην μμ της 25ης Ιουνίου 1913, ευθύς δε υψώθη επί του διοικητηρίου η κυανόλευκος συμβολίζουσα την ελευθερίαν.
Τοιουτοτρόπως ετελείωσεν η ένδοξος μάχη της Στρωμνίτσης η διεξαχθείσα επί των απροσίτων διαβάσεων του Μπέλες, η οποία προσέθηκε μιαν ακόμη ένδοξον σελίδα εις την ιστορίαν της νεωτέρας Ελλάδος. Η Στρώμνιτσα παρεδόθη μετά ταύτα εις τους Σέρβους, καθόσον τούτο απετέλει ρητόν όρον της ελληνοσερβικής συμμαχίας. Η συνθήκη όμως του Βουκουρεστίου κατεκύρωσε την Στρώμνιτσαν εις την Βουλγαρίαν, υπό την κυριαρχίαν της οποίας διατελεί σήμερον, (Φωκίων Φωτόπουλος, Η μάχη της Στρωμνίτσης, εκδ. ΦΕΞΗΣ, Αθήναι 1914, σ. 82-4). ( σσ. Αργότερα, μετά τη λήξη του Α΄ ΠΠ, η πόλη επεστράφη και πάλι στους Σέρβους).

Με αργό ρυθμό, η νέα πόλη άρχισε να ζωντανεύει. Τα πρόχειρα μαγαζάκια των μικρεμπόρων διεύρυναν την πελατεία τους και η πρόχειρη αγορά μέρα με τη μέρα άρχισε να αποκτά κάποια κίνηση που γινόταν ζωηρότερη από τους Στρατιώτες της 3ης Μεραρχίας, που είχε στρατοπεδεύσει στην πεδιάδα γύρω από το Κιλκίς.

Η χαρά των Στρωμνιτσιωτών κράτησε ένα μήνα. Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου που υπογράφηκε στις 28 Ιουλίου 1913 η πόλη επιδικάστηκε στους Βουλγάρους. Με διαταγή του Βασιλιά το άγγελμα της θλιβερής είδησης στους κατοίκους ανατέθηκε στον οικείο Μητροπολίτη Αρσένιο. Οι καλοί εκείνοι Έλληνες πατριώτες έβαλαν φωτιά στα σπίτια τους και με πόνο καρδιάς αναχώρησαν για την ελεύθερη Ελλάδα με ίδια μέσα ή με μεταγωγικά του Στρατού. Ημερομηνία παράδοσης είχε ορισθεί η 10η Αυγούστου αλλά οι Βούλγαροι παρουσιάστηκαν στις 19 του ίδιου μήνα και παρέλαβαν την καμένη πόλη από ελληνικό λόχο. Οι Έλληνες κάτοικοι μετακινήθηκαν προς τη Θεσσαλονίκη και το Κιλκίς και αποτέλεσαν τον κύριο πυρήνα της πόλης αυτής μετά την ομώνυμη μάχη του 1913. Μεγάλο μέρος αυτών το δέχθηκε το Κιλκίς και έγινε η νέα τους Πατρίδα, (Αθανάσιος Α. Αγγελόπουλος, Βόρειος Μακεδονία, ο Ελληνισμός της Στρωμνίτσης, ΙΜΧΑ 1980, σ. 146-51).
Την ίδια ημέρα, ο Ελληνικός Στρατός μετά την κατάληψη της Στρώμνιτσας στις 26 Ιουνίου 1913 και την επόμενη έδωσε μάχη στο Πετρίτσι, απελευθέρωσε το Σιδηρόκαστρο, τις Σέρρες και τη Δράμα (26-27 Ιουνίου 1913). Ο Ελληνικός Στόλος την Καβάλα. Ο Στρατός πορεύτηκε προς τα βόρεια δίνοντας σκληρές μάχες στα στενά της Κρέσνας (8-11 Ιουλίου 1913). Ο Στόλος στις 12 απελευθέρωσε την Αλεξανδρούπολη. Ακολούθησε η μάχη του Σιμιτλή (12-17 Ιουλίου), η απελευθέρωση της Ξάνθης (13 Ιουλίου), της Κομοτηνής (16 Ιουλίου) και στις 18 του ίδιου μήνα επήλθε ανακωχή. Δέκα ημέρες αργότερα υπογράφηκε η Συνθήκη του Βουκουρεστίου και τερματίστηκε ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος.
Επίλογος
Οι απώλειες του Ελληνικού Στρατού κατά τους βαλκανικούς πολέμους ήταν:
Α΄ Βαλκανικός 1912 Νεκροί Τραυματίες Σύνολο
Μέτωπο Μακεδονίας 760 3.670 4.530
Μέτωπο Ηπείρου 1.610 5.620 7.230
ΣΥΝΟΛΟ 2.370 9.300 11.670
Β΄ Βαλκανικός 1913 5.850 23.850 29.700
ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ 8.220 33.150 41.400
Από τους 33.150 τραυματίες πέθαναν περίπου 1.560 ανεβάζοντας το σύνολο των νεκρών σε 9.800 περίπου.
Προσβλήθηκαν από ασθένειες περίπου 10.000 άνδρες από τους οποίους πέθαναν περίπου το 10%. Υπήρξαν 600 παγόπληκτοι στα βουνά της Ηπείρου και περίπου 200 αγνοούμενοι, (ΓΕΣ/ΔΙΣ Επίτομη Ιστορία των Βαλκανικών Πολέμων 1912-1913, Αθήνα 1987). Με το αίμα τόσων χιλιάδων ανδρών ελευθερώθηκαν η Μακεδονία και η Ήπειρος. Ο Στρατός μας έφθασε στη Θράκη.
(Περίληψη από το βιβλίο, Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, Από το Κιλκίς στη Δοϊράνη και τη Στρώμνιτσα, εκδ. Παρασκήνιο, Αθήνα 2013).

Η έκδοση του βιβλίου ήταν χορηγία της κ. Συμέλας Πατσινακίδου – Τουμανίδη στη μνήμη του συζύγου της Θεόδωρου Πατσινακίδη επ ευκαιρία της συμπλήρωσης 100 χρόνων από τη μάχη του Κιλκίς

Περισσότερα
Δείτε ακόμα