Απελευθέρωση της Αδριανούπολης (12-07-1920) – Πανηγυρικές εκδηλώσεις στη Γουμένισσα
Α. Το μεσημέρι της 12ης Ιουλίου 1920 τμήματα Ελληνικού Στρατού, του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων της ΙΧ Μεραρχίας, εισήλθαν χωρίς να συναντήσουν αντίσταση στην Αδριανούπολη και κατέλαβαν την πόλη. Ο ενθουσιασμός των Ελλήνων κατοίκων ήταν μεγάλος και επιφύλαξαν αποθεωτική υποδοχή στις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις. Την επόμενη ημέρα, 13 Ιουλίου, εισήλθε στην πόλη ο Βασιλιάς Αλέξανδρος με τον διοικητή της Στρατιάς Θράκης Εμμανουήλ Ζυμβρακάκη, τον Αρμοστή Ανατολικής Θράκης Αντώνιο Σαχτούρη, τον διοικητή της Μεραρχίας Σμύρνης Συνταγματάρχη Αλέξανδρο Μαζαράκη – Αινιάν.
Πριν από το σπουδαίο αυτό γεγονός, οι Γάλλοι που κατείχαν την Δυτική Θράκη μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου και την εκεί βουλγαρική κατοχή, στα μέσα Μαΐου 1920, αποχώρησαν και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τη Συνθήκη του Νεϊγύ (27-12-1919) εξουσιοδοτήθηκε ο Ελληνικός Στρατός να καταλάβει την περιοχή, γεγονός που συντελέστηκε. Βέβαια μέχρι την εξομάλυνση της κατάστασης υπήρξαν προβλήματα πολλά των οποίων προήλθαν ακόμη και από γαλλικούς στρατιωτικούς κύκλους.
Στην Ανατολική Θράκη η Κωνσταντινούπολη τελούσε υπό στρατιωτική κατοχή των Συμμάχων της Αντάντ και ο Τούρκος συνταγματάρχης Τζαφέρ Ταγιάρ, διοικητής του Ι Τουρκικού Σώματος Στρατού, στρατιωτικός διοικητής Αδριανούπολης, κατήγγειλε στις 4 Μαρτίου 1920 την συναφθείσα ανακωχή. Επαναστάτησε κατά του Σουλτάνου ανακηρύσσοντας τον εαυτό του στρατιωτικό διοικητή Ανατολικής Θράκης μέχρι την Τσατάλτζα. Βέβαια δεν απέδωσε τα αναμενόμενα η ενέργειά του αυτή, όπως και η συνεργασία του με βουλγαρικές δυνάμεις και το κίνημα του Κεμάλ στην Ανατολία.
Η κατάληψη της Ανατολικής Θράκης από τον Ελληνικό Στρατό σχεδιάζονταν από καιρό αλλά η απόβαση στη Σμύρνη (2 Μαΐου 1919) και οι επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία ματαίωναν το σχέδιο. Ένα χρόνο αργότερα, τον Μάιο του 1920, οι περισσότερες γαλλικές δυνάμεις μετακινήθηκαν από την περιοχή για την Κιλικία και τη Συρία. Το Διασυμμαχικό Συμβούλιο των Παρισίων αναγνώρισε τα ελληνικά δίκαια στη Θράκη και έλαβε την απόφαση η περιοχή να καταληφθεί από τους Έλληνες.
Στις 20 Ιουνίου 1920 ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος με τηλεγραφική διαταγή προς τον Αρχιστράτηγο Λεωνίδα Παρασκευόπουλο έδωσε εντολή για άμεση δράση. Η επιχείρηση συντελέστηκε με συνδυασμό δράσεων από τη Στρατιά της Θράκης με διάβαση του ποταμού Έβρου και απόβαση στη Ραιδεστό και την Ηράκλεια δυνάμεων που μεταφέρθηκαν από την Μικρά Ασία. Όλα στέφθηκαν με επιτυχία. Η Αδριανούπολη απελευθερώθηκε και συνεχίστηκε η εκκαθάριση και κατάληψη της Ανατολικής Θράκης μέχρι την γραμμή που είχε οριστεί, δηλαδή, πριν την Κωνσταντινούπολη.
Λίγες ημέρες αργότερα, στις 29 Ιουλίου 1920, υπογράφηκε η Συνθήκη των Σεβρών. Παραχωρούνταν στην Ελλάδα πολλά κυριαρχικά δικαιώματα στην πρώην οθωμανική επικράτεια. Πολλοί Σύμμαχοι της Ελλάδας άρχισαν να αλλάζουν στάση απέναντί της μαζί και η Ρωσία. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τη δράση των δυνάμεων του Κεμάλ στην Ανατολία οδήγησε το καλοκαίρι του 1922 στη γνωστή καταστροφή. Έτσι τερματίστηκε η ελληνική διοικητική παρουσία στην Ανατολική Θράκη και η εκκένωση της περιοχής από τον από αιώνων ελληνικό πληθυσμό της. (Αρχηγείον Στρατού/Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, Επιχειρήσεις εις Θράκην (1919-1920), Αθήναι 1969.
Β. Η είσοδος των ελληνικών δυνάμεων στην Αδριανούπολη πανηγυρίστηκε σε όλη την επικράτεια με σημαιοστολισμούς, τέλεση δοξολογιών στους Μητροπολιτικούς ναούς, παρελάσεις, συγκεντρώσεις, ομιλίες. Εορτασμός διοργανώθηκε και στη Γουμένισσα, έδρα μιας των Υποδιοικήσεων της Κεντρικής Μακεδονίας. Υπεύθυνος της διοργάνωσης ο πρόεδρος της Κοινότητας Ιωάννης Βούζας, μετέπειτα ιερέας της κωμόπολης.
Σχετική ανταπόκριση με τίτλο “Η Γουμένιστα επί τη καταλήψει της Αδριανουπόλεως” αναφέρει: “Συγκινητικός διεξήχθη σήμερον ενταύθα ο εορτασμός της καταλήψεως της Αδριανουπόλεως υπό του Στρατού μας. Χάρις εις την ενεργητικότητα του Προέδρου της Κοινότητος άπαντα τα δημόσια καταστήματα είχον σημαιοστολισθή, ιδιαιτέρως το κοινοτικόν και η επί της κεντρικής πλατείας εξέδρα. Από της πρωίας όλα επί των κεντρικών οδών και πλατειών καταστήματα και οι εξώσται των οικιών σημαιοστόλιστα και με εικόνας του Βασιλέως και του Βενιζέλου, παρουσίαζον μοναδικόν θέαμα δια την δροσεράν κωμόπολιν. Οι κάτοικοι αφήσαντες τας εργασίας των είχον κατακλύσει την κεντρικήν πλατείαν αναμένοντες την ώραν της δοξολογίας…..”.
Ακολούθησαν κωδωνοκρουσίες του καθεδρικού ναού, προσέλευση των τοπικών αρχών, του Υποδιοικητού Ζευγώλη, του προσωπικού της Υποδιοικήσεως και της Κοινότητος, των προσκόπων υπό τον αρχηγό τους Αλέξανδρο Σάββα και πλήθος κόσμου. Μετά την δοξολογία τον πανηγυρικό λόγο εκφώνησε ο Υποδιοικητής, οι πρόσκοποι έψαλαν τον Εθνικό Ύμνο και ακολούθησε δεξίωση στο Κοινοτικό Κατάστημα. Επικράτησε ενθουσιασμός. Ο Πρόεδρος ανέγνωσε τα συγχαρητήρια τηλεγραφήματα προς τον Βασιλέα Αλέξανδρο, τον Στρατηγόν Συμβρακάκη και τον Αντιπρόεδρο της Κυβερνήσεως Ρέπουλη “επί τω Εθνικώ γεγονότι”. Και ο ανταποκριτής έκλεισε το κείμενό του: “…. Καθ΄ ην ώραν γράφω ο λαός πανηγυρίζει και η Γουμένιτσα παρουσιάζει μοναδικόν φαινόμενον ενθουσιασμού. Την εσπέραν θέλει λάβει λαμπαδηφορία..”.
Ένα από τα τηλεγραφήματα:
Προς την Α. Μ. Βασιλέα Αλέξανδρον
Κωμόπολις Γουμενίτσης πανηγυρίζουσα Εθνικούς θριάμβους ευλαβώς καθυποβάλλει δι εμού θερμότατα συγχαρητήρια επί πραγματώσει πανελληνίων πόθων, ευχομένη ταχείαν είσοδον υμετέρας Μεγαλειότητος εις την πόλιν εθνικών ονείρων.
Ο Πρόεδρος της Κοινότητος
Ιωάννης Βούζας
Ανάλογα ήταν τα τηλεγραφήματα προς τον Αρχηγό της Στρατιάς Θράκης και τον Αντιπρόεδρο της Κυβερνήσεως.
Μετά από δύο χρόνια και λίγους μήνες όλα θα ανατραπούν και θα καταλήξουν στην τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής.