Χριστόφορος Τουτουντζίδης: Τούρκικη Αράχνη, Ελληνική Μύγα
Τα τελευταία χρόνια συνηθίζω να γράφω χιουμοριστικά, εκτονώνοντας δημιουργικά την απογοήτευση και τις ανησυχίες μου για τα τεκταινόμενα σε Ελλάδα και Εξωτερικό.
Το παρόν θέμα όμως δεν ενδείκνυται για γέλωτες και ειρωνείες, καθώς τα επόμενα χρόνια η χώρα θα κληθεί να επιζήσει από τα σχέδια της αναδυόμενης περιφερειακής υπερδύναμης, που είναι η Τουρκία.
Δυστυχώς αυτά είναι τα δεδομένα της άσκησης, καθώς ο ιδεολογικός πανοθωμανισμός ενός μεγάλου ηγέτη, όπως είναι ο Ερντογάν, έχει αρχίσει να αποδίδει καρπούς. Σε 10-15 χρόνια η Τουρκία θα έχει περί τα 100 εκατομμύρια πληθυσμό, η Ελλάδα γύρω στα 8,5 εκατομμύρια, το ΑΕΠ της θα περίπου 8πλάσιο από τις Ελλάδας (είναι ήδη 5πλάσιο) και η παραγωγική της βάση θα είναι ασύγκριτη σε σχέση με αυτή της Ελλάδας, που έχει μόνο τουρισμό, real estate και τεράστιο Δημόσιο.
Τα παραπάνω στοιχεία προκαλούν ίλιγγο από μόνα τους, αλλά το χειρότερο είναι ότι η Τουρκία τα εκμεταλλεύεται στο έπακρο με μια εθνοκεντρική πολιτική, σε αντίθεση με την ισχνά αδύναμη Ελλάδα, που πιστεύει ότι βρίσκεται στη σωστή πλευρά της Ιστορίας ως οσφυοκάμπτης των Δυτικών.
Τρανό παράδειγμα του τελευταίου, η εμφανώς κάκιστη και μονομερής συμφωνία με τα Σκόπια, που δήθεν θα ανέκοπτε την πορεία της χώρας αυτής στην αγκαλιά της Τουρκίας. Αποτέλεσμα 5 χρόνια μετά, να μην έχουμε καν εφαρμογή της συνθήκης από τους Σκοπιανούς, ενώ το 2004 ανακοινώθηκε ότι την τακτική εκπαίδευση του Στρατού της Βόρειας Μακεδονίας αναλαμβάνει ο Τουρκικός Στρατός, ο οποίος θα διατηρεί επιτελική ομάδα αξιωματικών και ανδρών εκεί.
Ταυτόχρονα αναλαμβάνει τα επανεξοπλισμό του μικρού αυτού στρατού με δικά του drone και τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό. Διότι η Τουρκία έχοντας μια ανθηρή αμυντική βιομηχανία, την προωθεί παντού ασκώντας εξωτερική πολιτική.
Στην δε Αλβανία λειτουργούν κανονικά βάσεις του Τουρκικού Στρατού και Ναυτικού, ενώ η διείσδυση στην εκπαίδευση και εξοπλισμό του Αλβανικού Στρατού είναι μαζική.
Διόλου τυχαίο ότι τα τελευταία 4 χρόνια δεν επικυρώνει η Αλβανία την διευθέτηση των θαλασσίων ζωνών με την χώρα μας, αλλά αντιθέτως εξουδετερώνει ατιμώρητα την ελληνική μειονότητα και εγείρει αξιώσεις εδαφικές και μειονοτικές στην Ελλάδα.
Η τελευταία αμέριμνη για όλα αυτά υπέγραψε το φθινόπωρο το άνοιγμα του επομένου κεφαλαίου ένταξης της Αλβανίας στην ΕΕ, δίνοντας έτσι πρόσβαση στα ευρωπαϊκά κονδύλια προς τέρψη του Ράμα, που διαπιστώνει ότι η φιλοτουρκική στάση του και ανθελληνική δεν προκαλεί καμία αντίδραση στην Αθήνα.
Η τελευταία καίγεται μόνο να μην δυσαρεστήσει τους Δυτικούς Συμμάχους, τους ίδιους που επιβάλλουν εθνικές υποχωρήσεις και πωλούν 40 γιουροφάιτερ στην Τουρκία (Σολτς τον Νοέμβριο του 2024).
Η κατάρρευση του Άσαντ, υπήρξε μέγα επίτευγμα του Ερντογάν, που πέραν του σημαντικών εδαφικών κερδών, που θα είναι μόνιμα, όπως στην Βόρεια Κύπρο, θα επιβάλλει και ένα εξόχως φιλοτουρκικό καθεστώς, το οποίο θα ελέγχει τις ακτές της Συρίας έναντι της Κύπρου.
Είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι Ρωσικές Βάσεις θα απομακρυνθούν, και απλώς ο Ερντογάν επέβαλε στους τζιχαντιστές να μην προκαλέσουν μια ατιμωτική υποχώρηση στη Ρωσία, με εικόνες λεηλασίας των στρατοπέδων και αποχωρούντες Ρώσους κακήν κακώς με ελικόπτερα και πλωτά μέσα.
Φυσικά η επιχείρηση κρύβει και τον μόνο κίνδυνο για την Τουρκία, που είναι η ανεξαρτητοποίηση των Κούρδων, που όμως πολύ πιθανό να την ελέγξει, καθώς η κεντρική κυβέρνηση της Δαμασκού θα είναι πιόνι της. Παρ’ ελπίδα όμως αν η Τουρκία καταφέρει και αποφύγει το κουρδικό κράτος, τότε είναι έτοιμη τα επόμενα χρόνια να εκκινήσει εναντίον μας.
Ήδη λοιπόν η Τουρκία έχει απλώσει έναν αριστοτεχνικό ιστό γύρω από την Ελλάδα, που αρχίζει από την Αλβανία και Σκόπια, συνεχίζει με την ίδια ανατολικά και νότια, διατρέχει την Συρία και φθάνει μέχρι τις ναυτικές βάσεις στην Λιβύη, της οποίας ελέγχει το μισό αμυντικά και οικονομικά.
Είναι η πλήρης περικύκλωση, η οποία θα οριστικοποιηθεί σε 3-5 χρόνια. Ήδη φέτος επέβαλε στην πράξη το Τουρκολυβικό μνημόνιο ανοικτά της Κάσου και αυτό αποδεικνύει η συνεχιζόμενη αδυναμία ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας Κύπρου.
Μια ακτίδα φωτός είναι η συμμαχία με το Ισραήλ, που ασκώντας εθνική πολιτική ξέρει ότι η πλήρης κατάληψη της Κύπρου δημιουργεί προβλήματα στην Εθνική του ασφάλεια.
Όμως η συνεργασία με την Τουρκία στη Συρία δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά για το μέλλον. Δυστυχώς οι εναπομείναντες εν δυνάμει σύμμαχοι είναι απολύτως αποδυναμωμένοι, όπως η Αίγυπτος του Σίσι, που αποτελεί μια αιγυπτιακή εκδοχή του Άσαντ, με ένα καθεστώς απόλυτης διαφθοράς, που αναλώνεται στην εσωτερική καταστολή των ισλαμιστών.
Τέλος η Βουλγαρία ανά 6 μήνες κάνει εκλογές σε συνθήκες μόνιμης πολιτικής κρίσης, ο δε ιστορικό εθνικισμός των Βουλγάρων έβλεπε πάντα, από το Βυζάντιο εκκινώντας, ως βασικό αντίπαλο την Ελλάδα και όχι την Τουρκία με ολέθριες συνέπειες για τους ίδιους, αλλά μιλάμε για ιστορικό αταβισμό.
Τι μπορεί να κάνει η Ελλάδα σ’ αυτή την μέγγενη; Μπορεί να εξοπλισθεί σωστά, καθώς μέχρι και σήμερα δρομολογούνται πανάκριβες αγορές, προς άγραν μεσαζόντων, που είναι 20 χρόνια πίσω από τις αμυντικές εξελίξεις.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έδειξε ότι οι απλές νάρκες και η μαζική χρήση drone εμπορίου, όρισαν το αποτέλεσμα. Δυστυχώς ο Ελληνικός Στράτος αγνοεί επιδεικτικά την χρήση φθηνών τέτοιων μέσων και κανένα Τάγμα δεν έχει αντίστοιχο υλικό και χειριστές, ενώ ως αμυντικό μέσο καθήλωσε ολόκληρο τον Ρωσικό Στρατό.
Η χώρα μας ασκώντας υψηλή πολιτική έχει καταργήσει τις νάρκες κατά προσωπικού, ενώ ήταν αυτές το 2023, που διέλυσαν την αντεπίθεση των Ουκρανών. Καμία παραγγελία δεν δίδεται σε ελληνικές εταιρίες, που παρουσιάζουν τέτοια φθηνά και αποτελεσματικά μέσα, ενώ η διάλυση της κρατικής αμυντικής βιομηχανίας ολοκληρώθηκε εκκωφαντικά επί κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Σήμερα η Ελλάδα δεν παράγει καν βλήματα πυροβολικού, όλμων κλπ. Τέλος οι έσχατοι πολιτικοί χειρισμοί προϊδεάζουν για τα χειρότερα, καθώς η εκκίνηση ενός διαλόγου για ένα συμφωνητικό παραπομπής στη Χάγη κρύβει ένα αμφίπλευρο κίνδυνο.
Ο πρώτος είναι να υπογραφεί ένα κείμενο με αντικείμενο επίλυσης περισσότερα θέματα, όπως η δεξιοτεχνική διπλωματία της Τουρκίας επιδιώκει, οπότε έχουμε να μάθουμε απλώς πόσα είναι αυτά που θα χάσουμε.
Ο άλλος κίνδυνος είναι ότι το άνοιγμα αυτό του διαλόγου, που θα καταλήξει σε απόρριψη του από την Ελλάδα (αν δεν έχουμε να κάνουμε με μειοδότες), να δώσει την τέλεια αφορμή στην Τουρκία να καταφύγει στη βία, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία και τα διπλωματικά τετελεσμένα που θα δημιουργήσει, θα έχουν επιφέρει και μια θεμελιακή αλλαγή στις διεθνείς σχέσεις.
Την επισημοποίηση δηλαδή του πολέμου, ως τρόπου αλλαγής των συνόρων. Διότι μην αυταπατάσθε, η μερική ή ολοκληρωτική νίκη της Ρωσίας, που είναι σχεδόν δεδομένη, θα προκαλέσει ένα νέο καθεστώς.
Φυσικά θα πρέπει να επαγρυπνούμε καθώς η πρόσφατη ιστορία έχει δείξει ότι οι Ελληνικές Κυβερνήσεις, όταν απέρχονται, προλαβαίνουν πριν την έξοδο τους να κάνουν ένα τελευταίο, δολοφονικό για το Έθνος δώρο στους Δυτικούς Συμμάχους.
Η δε ειδική σχέση της πολιτικής Δυναστείας των Μητσοτάκηδων για το πώς προσεγγίζουν το ζήτημα Τουρκία, θα πρέπει να μας θέσει περαιτέρω σε κατάσταση συναγερμού, γι’ αυτό και η θέση του επόμενου Προέδρου, που επικυρώνει τις διεθνείς συμφωνίες, είναι κομβικότατη και μόνο τυχαίο δεν είναι η πρεμούρα της κυβέρνησης να μας πείσει ότι η επιλογή του Προέδρου δεν έχει καμία σημασία.
Το πιο σημαντικό όμως είναι να καταλάβουμε ότι ο ιστός αυτός της Τουρκίας θα χρησιμοποιηθεί αναπόδραστα και ο Ερντογάν δεν έχει τον Στρατό για παραλάβεις, αλλά για να τον χρησιμοποιεί, όπως έκανε στη Λιβύη, στο Ιράκ στη Συρία και στο Αζερμπαιστάν.
Οι Έλληνες έχουμε να επιλέξουμε μεταξύ μιας ατιμωτικής υπογραφής συρρίκνωσης για να αποφύγουμε τον πόλεμο, είτε σε ένα επικείμενο πόλεμο, όμως δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι τελικά μπορεί και να ατιμασθούμε πρώτα και εν τέλει να πολεμήσουμε.
Στην επόμενη πενταετία-δεκαετία θα κριθεί η τύχη του Έθνους, γι’ αυτό να μην έχουμε καμία αμφιβολία.