Γενικά

Τραπεζική διαμεσολάβηση: «Βήμα» προς τελική λύση των «κόκκινων» ή «πράσινων» δανείων

Γράφει ο Πολύκαρπος Βασιλειάδης

Μετά από διαβουλεύσεις και πολύμηνες συζητήσεις, φαίνεται ότι από το ερχόμενο έτος δειλά–δειλά θα κάνει τα πρώτα «βήματα» ο θεσμός της τραπεζικής διαμεσολάβησης.

Κατόπιν ευρωπαικής ντιρεκτίβας προωθείτε επιτέλους και επίσημα η τραπεζική διαμεσολάβηση με σκοπό την εξεύρεση συμβιβαστικής εξωδικαστικής επίλυσης και την αποφυγή κοστοβόρων και χρονοβόρων δικαστικών εμπλοκών σε περίπτωση που αποτύχει σε πρώτο στάδιο η διαπραγμάτευση μεταξύ δανειολήπτη και δανειστή (κώδικας δεοντολογίας).

Η τραπεζική διαμεσολάβηση θα αποτελεί το δεύτερο στάδιο για τον διακανονισμό των μη εξυπηρετούμενων δανείων όταν στο πρώτο στάδιο δεν θα επιτυγχάνεται κοινά αποδεκτή λύση ρύθμισης.

επιτάχυνση στην εξεύρεση λύσης με την αποφυγή δικαστικών ενεργειών αλλά και η θετική διάθεση στην υιοθέτηση και αποδοχή από τους εμπλεκόμενους φορείς (κυρίως τους πιστωτές που βρίσκονται σε θέση ισχύος) σύγχρονων θεσμικών ρυθμιστικών εργαλείων θα συμβάλει αποτελεσματικά στην περαιτέρω αποκλιμάκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και θα είναι επωφελής και για τους δανειστές και τους δανειολήπτες, εφόσον αντιμετωπιστεί ρεαλιστικά το πρόβλημα.

Πρέπει να επισημανθεί ότι η διαμεσολάβηση ως θεσμός ισχύει προαιρετικά από το 2010 και τροποποιήθηκε με τους ν.4224/2013, 4469/2017 και 4512/2018. Πρόκειται για έναν θεσμό που λειτουργεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και είναι αναγκαίο να θεσμοθετηθεί και να εφαρμοστεί και στην ελληνική αγορά, ιδίως μετά την αποτυχία εφαρμογής του κώδικα δεοντολογίας και την πολυπλοκότητα του εξωδικαστικού μηχανισμού τόσο στην υποβολή της ηλεκτρονικής αίτησης όσο και στην μη προσέλευση των πιστωτών στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης.

Ούτως η άλλως ο Κώδικας Δεοντολογίας προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να προσφύγουν σε διαμεσολάβηση για να ρυθμίσουν την διαφορά τους.

Την τελευταία εικοσαετία, η μεσολάβηση για τραπεζικές και επενδυτικές υπηρεσίες γινόταν μόνο μέσο του Τραπεζικού Μεσολαβητή που όμως ως θεσμός κατευθυνόταν από τις ίδιες τις τράπεζες με περιορισμένες αρμοδιότητες και αντιμετώπιση τυπικών θεμάτων που επιλύονταν ευκολότερα στα καταστήματα εάν υπήρχε η διάθεση εξυπηρέτησης.

Σημειώνεται ότι οι δικηγορικοί σύλλογοι εξέφρασαν πολλές φορές αντιρρήσεις για τον θεσμό της διαμεσολάβησης οι οποίες επηρέασαν σημαντικά την μη εφαρμογή της και ανέστειλαν την λειτουργικότητά της. Ακόμα και η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής διατύπωσε επιφυλάξεις ως προς το κατά πόσον η έκταση της υποχρεωτικής προσφυγής στη διαμεσολάβηση, οι όροι που διέπουν τη διεξαγωγή της, καθώς και το κόστος αυτής, θίγουν ή όχι το δικαίωμα αποτελεσματικής προστασίας του δανειολήπτη.

Ωστόσο οι όποιες αντιρρήσεις ή ενστάσεις, δεν θα πρέπει να απομακρύνουν από την προσέγγιση της διαμεσολάβησης σε μία νέα θεσμική, συναινετική και βάση αμοιβαίας συνεργασίας. Στη χώρα μας υπάρχουν πολλά παραδείγματα ουσιώδους διαφωνίας όχι μόνο με τις τράπεζες αλλά με το σύνολο φορέων, δημόσιων και ιδιωτών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ζήτημα των δανείων σε ελβετικό φράγκο ή ακόμη και η απλή διαφωνία του υπολογισμού της επιβάρυνσης τόκων με βάση τις 360 ή τις 365 ημέρες έτους. Και τα δύο αυτά ζητήματα έχουν ιστορικότητα, επιχειρηματολογία και τεχνικές λεπτομέρειες που είναι αμφίβολο εάν μπορούν να επιλυθούν στο πλαίσιο μιας κλασικής αντιδικίας, η οποία χαρακτηρίζεται κυρίως από διάθεση του ενός ή του άλλου μέρους να καθυστερήσει, να κερδίσει χρόνο ή να εκμεταλλευτεί πληθώρα νομικών επιλογών για να καταλήξει ή να μην καταλήξει σε κάτι συγκεκριμένο, αυξάνοντας μάλιστα το τελικό κόστος. Λάβετε όμως υπόψη σοβαρά ότι όταν η τράπεζα προχωρήσει δικαστικά κατά του δανειολήπτη τα έξοδα που προκύπτουν χρεώνονται στο δάνειο του πιστούχου και εμφανίζονται ως απαίτηση από την τράπεζα, ως εκ τούτου ακόμη και τα δικαστικά έξοδα της τράπεζας βαρύνουν πάντα τον δανειολήπτη.

Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της χώρας μας και την έντονη επιθυμία σε αντιδικία που μας διέπει, πρέπει να εξεταστούν συγκεκριμένες πτυχές και χαρακτηριστικά που καθιστούν αναγκαία την διαμεσολάβηση όπως ότι :

-Η ενιαία τραπεζική ευρωπαική εποπτεία που ασκείται από μία υπερνομοθετική αρχή πρέπει να λειτουργεί ομοιόμορφα παντού, αφού ο Ενιαίος Εποπτικός Οργανισμός (SSM) ήδη έχει προβεί σε υποδείξεις προς όλες τις τράπεζες για το πώς θα πρέπει να αποτιμούν τα καλύμματά τους, για το πώς πρέπει να διαγράφουν χρέη, ή για πώς πρέπει και πότε πρέπει να ρευστοποιούν τις εξασφαλίσεις τους.

-Εύλογα διαπιστώνει κανείς ότι ο χρόνος που περνάει χωρίς εξεύρεση αποτελεσματικής και βιώσιμης λύσης απαξιώνει τον δανειολήπτη, υπερχρεώνει την οφειλή του με επιπλέον έξοδα και πανωτόκια και απομειώνει την αξία της εξασφάλισης του δανείου, δηλαδή μειώνει την εξασφάλιση της τράπεζας χωρίς παράλληλα να προσδίδει όφελος δε κανέναν συντηρώντας χωρίς λόγο μία μη εξυπηρετούμενη υποχρέωση.

-Ο δανειολήπτης είναι κατά κανόνα ο ασθενέστερος, ακόμη και αν πρόκειται για εταιρία αφού δεν έχει την οργάνωση την τεχνογνωσία και την νομική και οικονομική υποστήριξη της τράπεζας με αποτέλεσμα η εξουσιαστική θέση των τραπεζών επιβάλλει μονομερώς στους ασθενέστερους αντισυμβαλλόμενους προδιατυπωμένους συμβατικούς όρους και ”τυποποιημένες” ρυθμίσεις.

-Προέχει για όλους να διατηρηθεί ενεργός ένας δανειολήπτης με εξεύρεση κοινά αποδεκτής κατάλληλης και βιώσιμης λύσης αφού είναι βέβαιο ότι η συνεργασία των εμπλεκόμενων μερών (πιστωτή και πιστούχου) θα μπορούσε να δημιουργήσει ικανές συνθήκες και την ενεργοποίηση ακόμα και ενός αδρανούς δανειολήπτη.

“Όλα αυτά μπορούν να επιτευχθούν ευχερέστερα με κάθε μέσο εξωδικαστικής διευθέτησης μεταξύ αυτών του κώδικα δεοντολογίας και της διαδικασία της διαμεσολάβησης. Τα μέρη έχουν τον χρόνο να ακούσουν το ένα το άλλο, χωρίς την ένταση της αντιδικίας και να προχωρήσουν σε διαδικασία διακανονισμού οφειλών με πλήρη εμπιστευτικότητα.

Στην καθημερινότητα οι τραπεζικές διαφορές είναι οι πλέον τόσο ορατές και πρόσφορες για την εξεύρεση εξωδικαστικής λύσης, με περισσότερο από ποτέ επιτακτική την ανάγκη δραστικής μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θεωρώντας ότι άπαντες, (τράπεζες, δανειολήπτες, νομικός κόσμος και πολιτικός κόσμος) έχουν πλέον αντιληφθεί το μέγεθος των προβλημάτων και τα προφανή πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης για τελική και οριστική λύση των ”κόκκινων” ή των ”πράσινων” δανείων.

* Οικονομολόγος, τραπεζικός διαμεσολαβητής, υπεύθυνος επιχειρήσεων ΕΒΕ Κιλκίς

Περισσότερα
Δείτε ακόμα