Αρθρογραφία

ΤΟ 13ο ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΠΕΖΙΚΟΥ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ ΑΝΑΧΩΡΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ

Γράφει ο Θανάσης Βαφειάδης

Από το βιβλίο το Ευάγγελου Γοργία «ΟΙ ΝΙΚΗΤΑΙ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ» (1944)
«Η ημέρα έφθασε. Ήταν η 28 Οκτωβρίου.
Ανάκατα έγινε η επιστράτευσις, μα με όλο το ανακάτωμα αυτό, που προκαλούσε κούραση πραγματική των επιστρατευομένων, ο παλμός του ενθουσιασμού ήτο μεγάλος.
Νομίζω ότι ήταν χθες που, παρά τα 43 χρόνια μου, περιβλήθηκα την στολήν του Έλληνος αξιωματικού μέσα στο ηρωικό Κιλκίς.
Η στολή του έλληνος αξιωματικού μετέβαλε τον εαυτό μου από κουρασμένον ψυχικά και σωματικά εις νέον και με καινούργες δυνάμεις και ενθουσιασμό ανέλαβα υπηρεσία στο ΙΙΙ Τάγμα του 13ου Συν/τος Πεζικού.
Το πλείστον του Συν/τος αποτελείτο από άνδρας της περιφερείας Κιλκίς και Λαγκαδά. Πόντιοι το πλείστον και με τα δημοτικά τραγούδια του Πόντου.
Στρατιώται, όχι τόσο πειθαρχικοί, όχι τόσο πρόθυμοι, κούρασι σωστή των νεύρων των αξιωματικών, οι οποίοι όμως είχαν την πεποίθησι στους άνδρας αυτούς, τους ψημένους, τους ηλιοκαμένους ότι θα πολεμούσαν με ψυχραιμία, με θάρρος, ανδρεία και αυταπάρνησι. Είχαν την πεποίθησι ότι το μίσος και η εκδίκησι που φούσκωνε στα στήθια τους, θα τους μετέτρεπε εις ήρωας. Και πραγματικά έγιναν ήρωες, έχυσαν το αίμα τους επάνω στ’ Αλβανικά βουνά και οι περισσότεροι δεν επέστρεψαν. Είναι δόξα πραγματική που η νεωτέρα γενεά θα υπερηφανεύεται γι’ αυτούς.
Οι αξιωματικοί του Τάγματος εκλεκτοί, πρόθυμοι και φιλότιμοι.
Το Σύνταγμα με Διοικητήν τον αντισυνταγματάρχην Συνιώρην και με τα Ι και ΙΙ Τάγματα με Ταγματάρχας Κολιόν και Σταύρου έφυγε προς τα σύνορα την 30-10-1940.
Το Τάγμα μας, ανεξάρτητο πια, που ωνομάσθηκε Τάγμα Τσιτσεκλή αφήκε το Κιλκίς το βράδυ στις 2 Νοεμβρίου με ελπίδες να γυρίση γρήγορα γεμάτο με δάφνες νίκης για το δίκαιο αγώνα που ανέλαβε η Πατρίδα. Και άρχισαν οι πορείες οι μεγάλες μέσα σε ήλιο, μέσα σε σκόνι, μέσα σε βροχές, μέσα στη λάσπη, μέσα στον ανεμοστρόβιλο, με λίγα τρόφιμα μα με θάρρος και αυτοπεποίθησι.
Φιλόξενα τα ελληνικά χωρία. Δεν ήξευραν πώς θα περιποιηθούν τα παιδιά που πάνε για να σκοτωθούν για τη Πατρίδα.
Πολύ πρωί φθάσαμε εις τους Κουμενάδες. Είναι τα παληά σύνορα της Αλβανίας, είναι η μεθόριος. Ένα βήμα και θα προχωρήσουμε στο Αλβανικό, αφήνοντας πίσω την Ελλάδα, τα φιλόξενα ελληνικά προσφυγικά χωριά, και κάθε αγάπη και στοργή προς πρόσωπα και πράγματα.
Πόσοι άραγε θα έχουν την ευτυχία να ξαναγυρίσουν, να σφίξουν τη μάνα τους, τον πατέρα, τη γυναίκα, τα παιδιά τους, να διουν ξανά τη οικογενειακή φωληά, τα χωράφια που με τον ιδρώτα έγιναν καρποφόρα.
Μέσα στην καρδιά όλων μας είχαμε ένα παράπονο που δεν βλέπαμε εχθρό. Μια μανία μας είχε πιάσει, θέλαμε να αναμετρηθούμε με εκείνους που θελήσαν να μας προσβάλουν, να προσβάλουν την εθνική υπόστασι, την ελευθεριά μας.
Εκεί κάπου, πεσμένο, με σπασμένα πτερά, μισοκαμένο, κείτουνταν το πρώτο εχθρικό αεροπλάνο που το έρριξε το αντιαεροπορικό μας. Ο οδηγός του μισοκαμένος με πεταγμένο το κρανίο, κρατούσε ακόμη το πηδάλιον με τα μαυρισμένα χέρια του που είχαν κοκκαλιάσει, τα μυαλά του σκορπισμένα εδώ και εκεί, κι αυτός κοματιασμένος, μαύρος από το κάψιμο, με τα μέλη του σκορπισμένα σε μια αχτίνα δέκα μέτρων, βρισκόταν μακριά από το συντρίμμι.
Αυτή ήταν η πρώτη φρικτή εντύπωσις του πολέμου που εγνώρισαν οι άνδρες του Τάγματος και εγύμνασε τις ψυχές τους και τις προετοίμασε για άλλες φρικαλεότητες.
Το Τάγμα έθαψε τους ίκαρους του εχθρού, ετίμησε τα παλληκάρια αυτά που βρήκαν φρικτό και μαρτυρικό θάνατο για ένα σκοπό ιερό γι’ αυτούς. Μπρος στο θάνατο το μίσος μας έφυγε για τους δυο αυτούς νεκρούς και κύλησαν δάκρυα συμπονοιάς επάνω στο νεοσκαμμένο μνήμα τους.
Ο μόνιμος ανθ/γος Μπαρακτορέας του 9ου Λόχου αντικαθίσταται με τον έφεδρον ανθ/στην Στάθην, μαθητήν Στρατιωτικής Σχολής Σύρου, ήταν συμμαθητής του ανεψιού μου που βρίσκεται στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Τον αγάπησα σαν αδελφό μου μικρότερο. Μου φαίνονταν που είχα κοντά μου το ανεψάκι μου. Πολλές φορές αυτό το νανούρισμα στα γόνατά μου, πολλές φορές το έπαιξα, ήταν ένα χαϊδιάρικο μικρούλι. Και τώρα είναι αξιωματικός, προτείνει το στήθος του στον εχθρό έτοιμος να πέση για την Ελλάδα.
Μήπως είναι ο πρώτος; Όλα τα νιάτα της Μακεδονίας και Θράκης και όλης της Ελλάδος είναι στην πρώτη γραμμή για ολοκαύτωμα.
Ο εχθρός ήταν δυνατός με άπειρα πυρομαχικά, εργατικός, έσκαφτε τη γη, έκαμε χαρακώματα τέλεια και πιο τέλεια πολυβολεία είχε άπειρα πολυβόλα και καλό πυροβολικό.
Γενναίος εχθρός μα πιο γενναίος ο έλλην στρατιώτης, χωρίς πυρομαχικά, χωρίς τροφή, με λίγα πολυβόλα, με καλό πυροβολικό μα πτωχό στα πυρομαχικά»

*Τοπογράφος – συγγραφέας

Περισσότερα άρθρα και φωτογραφίες στην ιστοσελίδα και στο facebook του τεχνικού γραφείου K4station

Περισσότερα
Δείτε ακόμα

Εσύ… δεν «έφυγες» ποτέ!

Σε λίγα εικοσιτετράωρα μπαίνουμε στο 2025, τον χρόνο κατά τον οποίο θα συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από την «μετοίκηση» σου στα […]