Αρθρογραφία

ΝΤΕΛΑΛΗΔΕΣ

Γράφει ο Θανάσης Βαφειάδης

Ο ντελάλης ή τελάλης ήταν ο επαγγελματίας που γνωστοποιούσε μεγαλόφωνα ειδήσεις δημοσίου ενδιαφέροντος. Η λέξη τελάλης προέρχεται από την αραβική λέξη tellal, που σημαίνει μεσίτης – δημόσιος κήρυκας ή από το τήλε + λαλώ, που σημαίνει μιλάω από μακριά. Στο Βυζάντιο ονομαζόταν διαλαλητής ή κήρυξ και σε διάφορα κείμενα περιγράφεται άλλοτε ως καλοντυμένος ιππέας που έφερε σάλπιγγα ή βούκινο και άλλοτε ως ταπεινά ενδεδυμένος πεζοπόρος. Ο διαλαλητής της περιόδου αυτής εκτελούσε χρέη κράχτη των καπηλειών, επέβαλλε την τάξη στα πλήθη που κατέκλυζαν τον ιππόδρομο, προηγούνταν της πορείας διαπόμπευσης κάποιου ατόμου που έχει τελέσει έγκλημα ή έχει υποπέσει σε παράπτωμα ηθικής τάξης.

Την περίοδο της τουρκοκρατίας ο ντελάλης υπήρχε σε κάθε πόλη και σε κάθε μεγάλο χωριό του ελλαδικού χώρου. Ανακοίνωνε τις διαταγές των εκπροσώπων της εξουσίας, πολλές φορές απρόθυμα, αφού οι διαταγές αυτές συνήθως ήταν δυσάρεστες για το λαό. Κλασικός τύπος τελάλη αυτής της περιόδου όπως μας τον παρουσιάζει το θέατρο σκιών είναι Χατζηαβάτης, που ντελάλιζε τις διαταγές του πασά ξεκινώντας με την πασίγνωστη φράση: «Ακούσατε, ακούσατε. Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι, αγάδες, πασάδες, δερβισάδες. Κατά διαταγή του πολυχρονεμένου μας πασά ….».

Εκτός από το ρόλο του μεταφορέα των εντολών της εξουσίας, ο ντελάλης λειτουργούσε και ως μεσάζοντας των εμπόρων, διαφημίζοντας τα προϊόντα τους ή μετέφερε τις αγγελίες των απλών ανθρώπων. Το επάγγελμα του κήρυκα διατηρήθηκε και μετά την απελευθέρωση, αφού τα μέσα μαζικής επικοινωνίας ήταν περιορισμένα στις πόλεις και ανύπαρκτα στα χωριά. Οι σοβαρές ανακοινώσεις γίνονταν μόνο στις δημόσιες συγκεντρώσεις ή από τον άμβωνα της εκκλησίας και τα νέα διαδίδονταν, πολλές φορές παραποιημένα, από στόμα σε στόμα. Αν συνυπολογιστεί το μεγάλο ποσοστό αναλφαβητισμού που υπήρχε μεταξύ του προπολεμικού πληθυσμού γίνεται φανερός ο σημαντικός ρόλος του ντελάλη, που εύστοχα χαρακτηρίστηκε από τον Θέμο Ποταμιάνο ως «η έμψυχος, η ομιλούσα εφημερίς της επαρχίας».

Ο ντελάλης στηριζόταν μονάχα στη δύναμη στη φωνής του, που έπρεπε να είναι στεντόρεια για να ακούγεται όσο το δυνατόν πιο μακριά. Συχνά χρησιμοποιούσε διάφορα ηχητικά αντικείμενα, όπως σάλπιγγα, κουδούνι, νταούλι, σφυρίχτρα, για να προκαλέσει την προσοχή των ακροατών. Σε αυτό έπρεπε να τον βοηθάει και η εμφάνισή του, που συνήθως ήταν ιδιόρρυθμη. Κινούνταν στους πολυσύχναστους δημόσιους χώρους και ενημέρωνε τον κόσμο για τις δημοπρασίες, τις κηδείες, τις θεατρικές παραστάσεις ή διαφήμιζε εμπορεύματα. Χρησιμοποιούσε πάντα μια στερεότυπη έκφραση για να ξεκινήσει την ανακοίνωση του ενώ πολλές φορές τα ευφυολογήματά του ή οι λαθεμένες εξαιτίας της έλλειψης γραμματικών γνώσεων διατυπώσεις του προκαλούσαν το αβίαστο γέλιο των περαστικών. Οι ανακοινώσεις του μπορεί να αφορούσαν ένα ασήμαντο γεγονός, την απώλεια ενός γαϊδάρου που αναζητούσε ο ιδιοκτήτης του, το σφάξιμο ενός μοσχαριού σε κάποιο κρεοπωλείο, την έλευση κάποιου θιάσου ή την ανακοίνωση συνταρακτικών γεγονότων, όπως η κήρυξη ενός πολέμου.

Ο ντελάλης εξασκούσε και δεύτερο επάγγελμα αφού οι αμοιβές που εισέπραττε από το διαλάλημα ήταν πολύ μικρές. Συνήθως ήταν δημοτικός υπάλληλος επιφορτισμένος όμως και με άλλα καθήκοντα από το Δήμο.

Ο Σταύρος Λίβας μας δίνει μια γλαφυρή περιγραφή για τον προπολεμικό ντελάλη του Κιλκίς, που ήταν γνωστός ως «Γκιούρος»: «Η φωνή του Γκιούρου, του τελάλη μας, ανατάραζε κάθε τόσο την ήρεμη ατμόσφαιρα της μικρής μας πόλεως. Έπαιρνε τον μεγάλο δρόμο απ’ την επάνω μεριά, από το μύλο του Αποστολίδη και κατέβαινε μέχρι κάτω, το περίπτερο της «παπαδιάς». Ή και πιο πέρα ακόμα μέχρι το φούρνο του Ανανία. Σταματούσε σε κάθε σταυροδρόμι, έβγαζε από το στόμα του τη βρεγμένη γόπα του τσιγάρου κι άρχιζε να τινάζει πάνω – κάτω τη μεγάλη κουδούνα του. Ύστερα, περίμενε για λίγο, για να δει αν έγινε ησυχία, κι άρχιζε: «Λοιπόν, κύριοι, ακούσατε…». Και συνέχιζε πιο κάτω».
Μέχρι το 1960 δημοτικός κήρυκας ήταν ο Ευστάθιος Αηδονίδης που διακήρυσσε τις ανακοινώσεις του Δήμου και συμμετείχε στις δημοπρασίες.

Το επάγγελμα του τελάλη διατηρήθηκε στην επαρχία μέχρι τη δεκαετία του 1960. Η πρόοδος της τεχνολογίας κατέστησε το προσόν της δυνατής φωνής για την επικοινωνία και τη διαφήμιση άχρηστο. Έτσι ο τελάλης διαγράφηκε από τον κατάλογο των ενεργών επαγγελμάτων αν και η τύχη του αυτή ήταν προδιαγεγραμμένη τουλάχιστον τρεις δεκαετίες νωρίτερα όπως έγραφε το ΕΘΝΟΣ στις 4-9-1933: «Αλλ’ αν εις τας μικράς πόλεις τον τελάλην κατήργησεν η αγγελία των εφημερίδων και η έντυπος διαφήμισις, εις δε τας μεγάλας πρώτον ο τηλεβόας και έπειτα το μεγάφωνον. Η μεγάλη φωνή θα είνε εφεξής όχι άχρηστος απλώς αλλά και δυσάρεστος. Αι νέαι εφευρέσεις καταλύουν και τα επαγγέλματα το έν μετά το άλλο. Των χειρών η ανάγκη απέβη πλέον ασήμαντος. Τώρα και των φωνητικών οργάνων η αρετή καταλύεται».

Περισσότερα

Μας άφησε για πάντα… η Γιάννα

Με πόνο ψυχής πληροφορηθήκαμε την φυγή, από το μάταιο τούτο κόσμο, της αγαπημένης μας φίλης και συνεργάτιδας στο έργο της εθελοντικής […]

Δείτε ακόμα

Αμήν και πότε!

Πληροφορούμαστε ότι όλα βαίνουν ευνοϊκά στην υπόθεση που αφορά την νέα δημοπράττηση του έργου οδοποιίας για το τμήμα από την […]