Αρθρογραφία

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΤΟ ΛΟΦΟ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ

Γράφει ο Θανάσης Βαφειάδης

Η εκκλησία του αη Γιώργη, είναι η σημαντικότερη από τις 38 μεταβυζαντινές εκκλησίες που σώζονται στο νομό Κιλκίς και ο μοναδικός τρισυπόστατος ναός της περιοχής, αφιερωμένος στον άγιο Γεώργιο, τους αγίους Αναργύρους και τον άγιο Δημήτριο.

Κτισμένος στην κορυφή του ομώνυμου λόφου, σε υψόμετρο 370μ, ο ναός του αγίου Γεωργίου δεσπόζει στην πεδιάδα που απλώνεται προς νότο και διαχρονικά αποτελεί σημείο αναφοράς για την πόλη μας.

Ο ταγματάρχης του μηχανικού Νικόλαος Σχινάς στις «Οδοιπορικές σημειώσεις» του, που εκδόθηκαν το 1886, αναφερόμενος στο Κιλκίς ή «Καλκίς» ή «Καλκίτσι» ή «Κουκούσι», όπως ήταν οι διάφορες ονομασίες της πόλης, γράφει ότι «ταύτης υπέρκειται 53 μέτρα μοναστήριον ελληνικόν ισομεγέθες τω του εν Αττική Δαφνίου». Η σύγκριση, βεβαίως, έχει το στοιχείο της υπερβολής, φανερώνει όμως τη μεγάλη σημασία της μονής, για την οποία δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία ίδρυσης της.

Ο Τούσε Βαχόφ στο βιβλίο «Κουκους», που εκδόθηκε στη Σόφια το 1968, γράφει ότι το μοναστήρι υπήρχε πριν τις σλαυικές επιδρομές, οι οποίες ξεκινούν τη μεσοβυζαντινή περίοδο. Η αρχαιολογική έρευνα έχει αποδείξει ότι στην περιοχή αυτή υπήρξε συνεχής κατοίκηση από τους προϊστορικούς ακόμη χρόνους και ο λόφος λειτουργούσε ως οχυρή ακρόπολη, όπου οι κάτοικοι κατέφευγαν κατά τη διάρκεια εχθρικών ή ληστρικών επιδρομών.

Μετά την τουρκική κατάκτηση, που στην περιοχή του Κιλκίς πραγματοποιείται με την πτώση του Γυναικόκαστρου (1373/74) από τα στρατεύματα του Εβρενός μπέη, ενός χριστιανού εξωμότη που πολλοί πίστευαν ότι καταγόταν από την παλιά βυζαντινή οικογένεια των Βρανάδων, το Κιλκίς ερημώνεται και μαζί ερημώνεται και το μοναστήρι. Οι κάτοικοι του, άγνωστο πόσοι ήταν τότε, για να σωθούν από τη βαριά φορολογία, τους βίαιους εξισλαμισμούς, τις αυθαιρεσίες των αρχών και τις βιαιότητες των τουρκικών αποσπασμάτων, τρομαγμένοι καταφεύγουν στα δάση και στα ορεινά άσυλα.

Άγνωστο πότε επιστρέφουν και έτσι στα μέσα του 15ου αι., όπως αναφέρει ο Βασίλης Δημητριάδης, στο Κιλκίς υπήρχαν 24 οικογένειες, 2 χήρες, 2 άγαμοι χριστιανοί και μόνο 2 οικογένειες μουσουλμάνων.
Ένα τμήμα του αποστολικού με τους αγίους Ματθαίο, Λουκά, Ανδρέα, Σίμωνα και Θωμά αναρτημένο στο νότιο τοίχο του ναού που χρονολογείται στον 17ο αιώνα πιστοποιεί τη λειτουργία του ναού την περίοδο αυτή.

Στα χρόνια της ελληνικής επανάστασης η περιοχή του Κιλκίς υφίσταται καταστροφές από την εκδικητική μανία των Τούρκων, όπως καταγράφεται σε ένα φιρμάνι του 1828 που αναφέρει ο Ιωάννης Βασδραβέλλης. Πιθανώς τότε να καταστρέφεται μερικώς ή ολικώς και το μοναστήρι του αγίου Γεωργίου.

Γύρω στα 1830 όπως αναφέρει ο Γεώργιος Τουσίμης, ερευνητής του ΥΠΕΞ, το μοναστήρι ξαναχτίζεται στα θεμέλια του ερειπωμένου ναού και η χρονολογία αυτή συμπίπτει με την αναγραφόμενη στην εικόνα του τιμώμενου αγίου, που είναι το έτος 1832. Ο Γεώργιος Σμιάρης, από τους πρώτους Στρωμνιτσιώτες που ήρθαν εδώ τον Αύγουστο του 1913, στις χειρόγραφες σημειώσεις του αναφέρει ότι «κατά πληροφορίας γερόντων γηγενών ο ναός εκτίσθη δια προσωπικής εργασίας των ευλαβών χριστιανών κατοίκων όλης της περιοχής Κιλκίς».

Να σημειώσω ότι την εποχή αυτή το χριστιανό στοιχείο στην περιοχή υπερτερεί του μουσουλμανικού όπως προκύπτει από τα στοιχεία της απογραφής του 1831 σύμφωνα με την οποία στον καζά του Αβρέτ – Χισάρ (Γυναικόκαστρου) από τους 10.457 απογραφέντες οι 6.949 είναι χριστιανοί (Νικολάι Τοντόρωφ, «Η βαλκανική πόλη 15ος -19ος αιώνας»). Η απογραφή του 1831 είναι η πρώτη γενική απογραφή του πληθυσμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας, πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά για φορολογικούς σκοπούς και κάλυπτε μόνο τον άρρενα πληθυσμό. Το θρήσκευμα εξακολουθούσε να είναι η βάση για την κατανομή του πληθυσμού σε μεγάλες ομάδες.

Από τον παλιό ναό σώζονται ένα μικρό τμήμα του λιθόκτιστου πεζουλιού στη νοτιοδυτική γωνία των προστώων και το θεμέλιο του περιμετρικού πεζουλιού που βρέθηκε με ανασκαφικό τρόπο. Η εικόνα της Σταύρωσης, Αποκαθήλωσης και Ανάστασης του ζωγράφου Μαργαρίτη Λάμπου από την Κολακιά (Χαλάστρα) που φιλοτεχνήθηκε το 1846 συνδέεται με την ανακαίνιση του ναού πριν τα μέσα του 19ου αι.

Μέχρι την εμφάνιση και την επικράτηση της Ουνίας το 1858 στο Κιλκίς στις δυο εκκλησίες άγιο Γεώργιο και την Παναγία λειτουργούσαν έξι πατριαρχικοί ιερείς. Η εκκλησία της Παναγίας βρισκόταν επί της 21ης Ιουνίου πριν τα σκαλιά του 2ου δημοτικού και καταστράφηκε από την πυρκαγιά που ξέσπασε κατά τη διάρκεια της μάχης του 1913.

Ο καθηγητής της θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ Αθανάσιος Αγγελόπουλος στο βιβλίο του «Αι ξέναι προπαγάνδαι εις την επαρχίαν Πολυανής κατά την περίοδον 1870-1912» γράφει πως το ζήτημα της κυριότητας του ναού του αγίου Γεωργίου υπήρξε αντικείμενο έντονης διαμάχης μεταξύ των Βουλγαροουνιτών και των Βουλγαροεξαρχικών κατά διάστημα 1886 – 1891 που έληξε υπέρ των πρώτων με παρέμβαση της Υψηλής Πύλης. Ο ναός παρέμεινε στα χέρια των αδελφών του Ελέους του Αγίου Βικεντίου του Παύλου και μετά τη δραματική της συρρίκνωση της βουλγαροουντικής κοινότητας Κιλκίς το 1893.

Ένας ευρέως διαδεδομένος αστικός μύθος έλεγε ότι μια από τις υπόγειες στοές στα έγκατα του λόφου συνέδεε το καθολικό μοναστήρι με το ιερό της εκκλησίας και μέσα από αυτή τη στοά οι Γαλλίδες καλόγριες, κρατώντας φανάρια και ψέλνοντας, έφταναν κρυφά στην εκκλησία για να λειτουργήσουν.

Η εκκλησία του αγίου Γεωργίου είναι συνδεδεμένη και με τη μεγάλη μάχη του Κιλκίς και αναφέρεται στα σχετικά κείμενα, όπως του λογογράφου Γεωργίου Τσοκόπουλου που περιγράφει τα υψώματα που κατέληγαν «εις τον καθαυτόν λόφον του Κιλκίς γαλαζοπράσινον από τους βράχους και φέροντα εις την κορυφήν, ως ένα άσπρο στέμμα, το Μοναστήρι του αγίου Γεωργίου». Ο μεγάλος λογοτέχνης μας Νίκος Καρβούνης, που πολέμησε κι αυτός στη μάχη, έγραφε στις ΕΣΤΙΑ στις 12-8-1913 πως το χωριό του Ντάνεφ, το Κιλκίς, έμοιαζε με «ένα κοπάδι από σπίτια λευκά, μαζεμμένα γύρω από λόφον κωνοειδή, εις την κορυφήν του οποίου ελεύκαζε μία εκκλησία – ο Άγιος Γεώργιος».

Ο στρατηγός Μπόρις Σαράφωφ ο επικεφαλής των αμυνόμενων βουλγαρικών δυνάμεων είχε εγκαταστήσει στο λόφο παρατηρητήριο συνδεμένο τηλεφωνικά με τις θέσεις που βρισκόταν οι πυροβολαρχίες του για να κατευθύνει τα πυρά τους. «Εις τα πυροβολεία ταύτα», γράφει ο Τιμολέων Αμπελάς στην «Ιστορία του ελληνοβουλγαρικού πολέμου 1913» είχον τοποθετήσει δεκαεπτά πυροβόλα μεγάλης ολκής και πλείστα εκ των συνήθων πεδινών ταχυβόλων. Εις τα ορύγματα του πεζικού οι Βούλγαροι στρατιώται είχον όλην την άνεσιν του ορθίως πυροβολούντος, η δε βουνοκορυφή, έχουσα ύψος 355 μέτρων, εδέσποζε της όλης πεδιάδος».

Ο ιερομόναχος Αντώνιος Γεωργαντάς στο βιβλίο του «προς το Κιλκίς» έγραφε και για τους κανονιοβολισμούς του δικού μας πυροβολικού: «Εβάραγαν όλο αριστερά του Κιλκισίου, σε ένα ύψωμα που ήτο μια εκκλησία ονόματι Άγιος Γεώργιος, περιφραγμένη με μάνδρα σα νεκροταφείο. Άρχισε η μάχη του πυροβολικού και ο λοχαγός μας κ. Κανέλλος εβάραγε αριστερά του φρουρίου και την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου».

Αλλά και ο ιερομόναχος Καλλίμαχος της Ε’ μεραρχίας δεν παραλείπει στην περιγραφή του για το φλεγόμενο Κιλκίς να εστιάσει στην εκκλησία του αη Γιώργη: «Μια πορφυρά ανταύγεια επλημμύρει την εκκλησίαν του Αγίου Γεωργίου, επί του λόφου του υψοδείκτου 355 όπου το δεσπόζον του συνόλου παρατηρητήριον του γαυριώντος εν τη κούφη υπεροία του, αρχιστρατήγου Ιβανώφ. Φωτολουσμένος ο ναός, μαρμαίνων μέσα εις τα κύματα της ερυθρωπής ανταυγείας, πλέων εις φωτοχυσίαν μυρίων ηλεκτρικών προβολέων, μοι εφάνη ότι εώρταζε και αυτός, φωταγωγημένος τα αναστάσιμα, μάρτυς επί μακρά έτη των οργίων της βουλγαρικής κολάσεως». (Καλλίμαχος Δ., Από το στρατόπεδον, Κάιρο 1914).

Μετά τη μάχη οι Γαλλίδες καλόγριες εκμεταλλευόμενες την αδράνεια και την ανοχή των αρχών διατήρησαν την κυριότητα του ναού και συνέχισαν το προπαγανδιστικό τους έργο προκαλώντας συχνά την διαμαρτυρία του τύπου, όπως το παρακάτω που δημοσιεύθηκε στο ΣΚΡΙΠ στις 21-9-1913: «Υπάρχει όμως ενταύθα και εις παράδοξος ναός – ο Θεός να με συγχωρήση – εις τον λόφον τον δεσπόζοντα της πόλεως του Κιλκίς, τιμώμενος επ’ ονόματι του Αγίου Γεωργίου εις όν εκκλησιάζονται αναμίξ Σχισματικοί, Καθολικοί και διαμαρτυρόμενοι Βούλγαροι…».

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1920 η επιμνημόσυνη δέηση την ημέρα απελευθέρωσης της πόλης δε γινόταν στο ναό των 15 Μαρτύρων που ήταν ο μητροπολιτικός ναός αλλά στον άγιο Γεώργιο. Παραθέτω ένα απόσπασμα για την πρώτη επέτειο της μάχης του Κιλκίς που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΖΩΗ τον Ιούνιο του 1970: «Το πλήθος μαζί με τους εντεταλμένους δια τον εορτασμόν της επετείου αξιωματικούς και τους εκπροσώπους των πολιτικών αρχών διέσχισε το καμένο μεγαλοχώρι και έφθασε στον Άγιο Γεώργιο. Ήταν η μόνη εκκλησία που δεν είχε καεί. Εκεί θα γινόταν η δοξολογία. Αλλά κάποιοι φραγκοπαπάδες, όπως ακούστηκεν, είχαν πάρει τα κλειδιά της εκκλησίας. Πώς και γιατί, ήταν άγνωστο. Αλλά δεν υπήρχε διάθεσις για απορίες και αργοπορία. Ο συνταγματάρχης Χριστοδούλου άνοιξε με τον υποκόπανο του όπλου ενός στρατιώτου την θύραν του Αγίου Γεωργίου και άρχισε η δοξολογία, μέσα σ ένα ναό του οποίου τα εικονίσματα είχαν κυριλλικά γράμματα.

Ενώ όμως εξακολουθούσε η δοξολογία, ένας Θεσσαλονικεύς κατέβασε δυο εικόνες και άρχισε να ξύνη τα κυριλλικά γράμματα. Κάτι ήξερε φαίνεται ο Μακεδόνας αυτός. Και όντως. Κάτω από τα ξένα γράμματα αποκαλύφθηκαν τα ελληνικά βυζαντινά, που έγραφαν τα ονόματα των Αγίων».

Οι Γαλλίδες καλόγριες παρά τις διαμαρτυρίες συνέχισαν να κατέχουν το ναό εξάπτοντας περισσότερο την αγανάκτηση των Κιλκισιωτών και εξαντλώντας τα όρια ανοχής τους. Έτσι τον Αύγουστο του 1915 συντεταγμένοι σε πορεία μαθητές ανέβηκαν στο λόφο του Αγίου Γεωργίου και αξίωσαν από τις καλόγριες να εγκαταλείψουν την εκκλησία, που ήταν, όπως είπαν, ελληνορθόδοξη και όχι Γαλλο-καθολική. Οι καλόγριες εγκατέλειψαν προσωρινά την εκκλησία όχι όμως και τη διεκδίκηση της, ζητώντας τη στήριξη της κυβέρνησής τους. Δεν γνωρίζουμε πως ακριβώς αντέδρασε η Γαλλική κυβέρνηση, προφανώς όμως ασκήθηκαν σοβαρές πιέσεις και η ελληνική κυβέρνηση υποχώρησε όπως φαίνεται από δημοσιεύματα της εποχής.
Τελικά ο ναός παρέμεινε στη δικαιοδοσία των καθολικών μέχρι το 1926 οπότε «ανηγγέλθη εις το υπουργείον των Εκκλησιαστικών ότι ο εν Κιλκίς βουλγαρικός ναός, όστις είχε παραδοθή εις χείρας των Καθολικών Αδελφών του Ελέους παρελήφθη υπό της Ορθοδόξου κοινότητος».

Την επόμενη χρονιά με πρωτοβουλία των Στενημαχιτών, που ήρθαν στο Κιλκίς το Νοέμβριο του 1925, άρχισε η αναδάσωση του λόφου του αγίου Γεωργίου, όπως αναφέρεται σε ένα δημοσίευμα της εφημερίδας ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ στις 3-2-1927: «ΚΙΛΚΙΣ 30 – Μετά χαράς είδομεν την παρελθούσαν εβδομάδα μίαν ωραίαν χειρονομίαν των εις την κωμόπολίν μας εγκατασταθέντων προσφύγων εκ Στενημάχου Βουλγαρίας. Οι εν λόγω πρόσφυγες ήρχισαν μετά δραστηριότητος να εργάζωνται δια την αναδάσωσιν του αποψιλωθέντος λόφου του αγίου Γεωργίου. Πρέπει να ομολογηθή εν ειλικρινεία, ότι η πράξις των αύτη είναι αξία παντός επαίνου, καλόν θα ήτο δε να την εχρησιμοποίουν ως παράδειγμα και οι λοιποί κάτοικοι του Κιλκίς. Ούτω και μόνον θα καθίστατο δυνατή η ταχεία αναδάσωσις του ως άνω λόφου εις τρόπον ώστε κατά το θέρος να δυνάμεθα εις το δασύλιον, το οποίον θα γίνη να ευρίσκωμεν το καλύτερον καταφύγιον».

Είχε απόλυτο δίκιο ο συντάκτης του παραπάνω δημοσιεύματος. Ο λόφος του αγίου Γεωργίου ήταν πάντα ένα ιδανικό καταφύγιο για τους Κιλκισιώτες. Για τους μαθητές που πήγαιναν εκεί στις σχολικές εκδρομές, για τους ερωτευμένους που ήθελαν να βρεθούν μακριά από αδιάκριτα βλέμματα, για τον περισσότερο κόσμο που ανέβαινε εκεί στις 23 Απριλίου, την ημέρα που γιόρταζε η εκκλησία. Για όλους εμάς που έχουμε ταυτίσει την εκκλησία του Αη Γιώργη με την ιστορία του Κιλκίς.

*Τοπογράφος – συγγραφέας

Περισσότερα άρθρα και φωτογραφίες στην ιστοσελίδα και στο facebook του τεχνικού γραφείου K4station

Περισσότερα
Δείτε ακόμα

Δεν είναι ασυνήθιστα πολλά;

Ο δήμος Παιονίας αποφάσισε την ανάθεση συγγραφής του ιστορικού λευκώματός του στον καταλληλότερο γι’ αυτόν τον σκοπό ερευνητή και συγγραφέα, […]