Αρθρογραφία

ΑΠΟ ΤΗ ΣΤΡΩΜΝΙΤΣΑ ΣΤΟ ΚΙΛΚΙΣ

Γράφει ο Θανάσης Βαφειάδης

Επ’ ευκαιρία της σημερινής τοπικής εορτής της πόλης μας, αφιερωμένης στη μνήμη των πολιούχων της Πεντεκαίδεκα Μαρτύρων που μαρτύρησαν στη Στρώμνιτσα, παραθέτω ένα ενδιαφέρον ρεπορτάζ για τη μετοικεσία των πρώτων οικιστών της νέας πόλης του Κιλκίς, των Στρωμνιτσιωτών, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ στις 21-8-1913:
«Η ΠΕΡΙΕΡΓΗ ΠΟΜΠΗ
Εκείνοι εις τους οποίους περισσότερον εστοίχισεν η αναγκαστική εξ αιτίας της Βουλγαρικής καθόδου αύτη μετανάστευσις είνε οι κάτοικοι της Στρωμνίτσης και των 32 χωριών της, εξ αιτίας ελλείψεως μεταγωγικών μέσων και της μακράς σχετικής αποστάσεως, η οποία τους εχώριζεν από τα νέα μας σύνορα.
Και είχον μεν διατεθή εγκαίρως τα μεταγωγικά της εφοδιοπομπής και όλα εκείνα τα δίτροχα των Βουλγάρων, τα οποία είχε καταλάβει η 4η Μεραρχία εις το Ντεμίρ Ισάρ, αλλά ταύτα δεν ήσαν ικανά δια την μετανάστευσιν 30-35 χιλιάδων κατοίκων, όσοι υπελογίσθησαν οι κάτοικοι οι μεταναστεύσαντες της περιοχής Στρωμνίτσης. Ατυχώς δε και η επαρχία αύτη έχουσαν μάλλον εμπορικόν χαρακτήρα δεν είχε σχετικά μεταγωγικά επιχώρια, ώστε να μην δυσχερανθή μεγάλως η μετανάστευσις των. Δια τούτο δια των παραχωρηθέντων μεταγωγικών μόνον οι κάτοικοι κατώρθωσαν να μεταναστεύσωσιν όλοι, και ελάχιστα, πολύ ελάχιστα να συναποκομίσωσι εκ των πραγμάτων και οικοσκευών των. Τα λοιπά παρέδωσαν εις το πυρ.
Η γυμνότης των χθες ενταύθα αφιχθέντων διεκρίνετο ευθύς ως απέβλεπε κανείς εις το καραβάνι. Ένα πάπλωμα ή μια μπατανία ήσαν τα μόνα που εκόμιζον από τον ρουχισμόν του σπητιού των, ενώ οι άνδρες τεχνίται κατά το πλείστον, εκράτουν ό,τι επρόλαβαν και ότι μπορούσαν να πάρουν από τα σπήτια των και τα μαγαζιά των. Είδα έναν να κρατή με προφύλαξι μίαν … σκούπαν. Άλλος εκράτει στα χέρια του πολύτιμο σταμνί, ενώ τρίτος, τεχνίτης προφανώς, κρατούσε μέσα σ’ ένα τενεκέ … βούρτσαις των τοίχων. Τα χάλια της πομπής αυτής ήτο αδύνατον να παρέλθουν απαρατήρητα και χωρίς να προκαλέσουν συγκίνησι. Όταν μάλιστα διέκρινε κανείς τα χλωμά προσωπάκια των γυναικών και των μικρών παιδιών που παρακολουθούσαν το καραβάνι και όταν ανεπόλει τις αφάνταστες στιγμές της εισόδου του στρατού μας εις την Στρώμνιτσαν και την προθυμίαν με την οποίαν οι κάτοικοί της έσπευδον εκ των καταστημάτων να καταβιβάσουν και να εξαλείψουν τας βουλγαρικάς επιγραφάς, λέγοντες στους στρατιώτας με γέλοια:
-Με το ζόρι παντρειά.
ΠΑΛΗΑ ΓΝΩΡΙΜΙΑ
Μεταξύ του πλήθους των προσφύγων διέκρινα παλιόν γέροντα τον οποίον είχα γνωρίσει κατά την μετάβασιν μου εις Στρώμνιτσαν. Περνώντας από το σπήτι του τότε εσταμάτησα άθελα κάτω από μίαν ξένην σημαίαν, από εκείνας που τόσον σπάνια βλέπομεν εδώ εις την Μακεδονία, η οποία παρ’ ολίγον να με κάμη να εκφράσω την έκπληξιν μου, ισπανιστί δια μονοσυλλάβου λέξεως.
…Α … όπως και οι ήρωες των …….. μυθιστορημάτων. Ο ιδιοκτήτης της σημαίας μου είπε τότε ότι είναι Ισπανός ευγενής εκπατρισθείς δια πολιτικούς λόγους και ότι εγκατεστάθη προ διετίας εις την Στρώμνιτσαν. Είχε δε τόσον εγκλιματισθή ώστε όχι μόνον εγνώριζε θαυμάσια την ελληνικήν, αλλά και σύζυγον ελληνίδα είχε προσλάβη. Μου έδειχνε τότε το πορτοκαλλί πανί της σημαίας του και μου έλεγε:
-Πολλαίς φοραίς μας έσωσε αυτή από τους Βουλγάρους.
Χθες τον είδα καταβεβλημένο και ωχρότερον να διευθύνη τον αραμπά, εις τον οποίον ευρίσκετο η οικογένειά του.
-Τώρα του λέγω, μόλις τον εχαιρέτισα, η σημαία της πατρίδος σας δεν μπορεί να σας προστατεύση από τους ειρηνικούς φίλους του κ. Μπάουτσερ;
Και ο Ισπανός φίλος απήντησε χαρακτηριστικώτατα:
-Μια φορά την πάθαμε και μείναμε. Τώρα ούτε τον διάβολο να δω ούτε τον σταυρό μου να κάμω.
ΠΩΣ ΕΚΑΥΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΟΥΣ
Οι Στρωμνιτσιώται τους οποίους ηρώτησα μοι αφηγήθησαν ότι αφήκαν την πατρίδα τους την παρελθούσαν Παρασκευήν 9 Αυγούστου. Τα σπήτια τους αφήκαν όπως ήσαν, διότι ήτο αδύνατον να παραλάβουν τίποτε μαζί των ως εκ της ελλείψεως μεταγωγικών. Τα μαγαζειά των επίσης αφήκαν εις την κατάστασιν που ευρίσκοντο, έρημα ευτυχώς, ύστερα από την αποχώρησιν του κυκλουμένου Βουλγαρικού στρατού, όστις όπως πάντοτε φεύγων ήνοιγε τα ξένα καταστήματα και ήρπαζε κάθε τι πολύτιμο που έβλεπεν. Μόνον από την εκκλησίαν, την ωραίαν καλλιμάρμαρον του Αγίου Δημητρίου, αφήρεσαν ό,τι είχεν ιερόν, τας εικόνας, την αγίαν Τράπεζαν το δεσποτικόν, τους πολυελαίους. Επίσης και από το γυμνάσιο τη βιβλιοθήκη.
Το Σάββατον έθεσαν φωτιά πρώτα στα σχολεία των και στην εκκλησίαν και έπειτα στας οικοδομάς και όταν το έν μετά το άλλο τα ωραία οικοδομήματα έπιπτον εις ερείπια υπό το παμφάγον πυρ, οι αναλαβόντες το έργον της καταστροφής ανεχώρησαν ήσυχοι. Η πατρίς των ήτο πλέον έν ιερόν ολοκαύτωμα και ως τοιούτο θα την παρελάμβανον οι κατακτηταί της Συνθήκης.
ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Οι εκ Στρωμνίτσης πρόσφυγες Έλληνες, Τούρκοι, Εβραίοι και Ισπανοί δια των μεταγωγικών έφθασαν εις Δοϊράνην, οπότε άλλοι πάλιν δια των ιδίων μεταγωγικών μέσων έφθασαν εδώ. Οι περισσότεροι όμως δια του Σιδηροδρόμου έφθασαν εις Σαρηγκιόλ και εκείθεν ενταύθα.
Οι στρατιωτικοί διοικηταί δια την μεταφοράν των από του σταθμού μέχρις ενταύθα απέστειλαν τα μεταγωγικά των, διετάχθησαν δε οι στρατιωτικοί ιατροί των χειρουργείων όπως προβώσιν εις τον εμβολιασμόν αυτών δι’ αντιχολερικού ορρού ο οποίος αναμένεται σήμερον εκ Θεσσαλονίκης. Παραχωρείται δε και άρτος.
Εκείνο όμως δια το οποίον δέον να σπεύση η κυβέρνησις είναι η ταχεία χωροστάθμησις της πυρπολημένης πόλεως, η κανονική διαίρεσις αυτής και η διανομή τόσον αυτής όσον και των γαιών εις τους πρόσφυγας. Χωρίς να παραβλέψωμεν τα διδάγματα εκ των προσφύγων Αγχιαλιτών, ας μη λησμονήσωμεν ότι ο χειμών πλησιάζει, ότι δεν είνε ευχερής τότε η ανοικοδόμησις πόλεως και ότι υπάρχουσιν εκτάσεις και ιδίως άμπελοι και καπνοφυτείαι εις το Κιλκίς αίτινες έχουσιν άμεσον ανάγκην όχι μόνον καλλιεργείας απλής αλλά συγκομιδής και τρυγητού».

*Τοπογράφος – συγγραφέας

Περισσότερα άρθρα και φωτογραφίες στην ιστοσελίδα και στο facebook του τεχνικού γραφείου K4station

Περισσότερα
Δείτε ακόμα