Κοινωνία

Σε ήχο «πλάγιο του Παραδείσου» θα ψάλλει στο εξής ο Σ. Κοτίδης

Γράφει ο Σταύρος Φάσσος

Μπορεί η πανδημία του νέου κορωνοϊού να δημιούργησε νέα δεδομένα σε πολλούς τομείς, όμως ούτε στάθηκε ούτε πρόκειται να σταθεί δυνατόν να επηρεάσει μέχρι σημείου διάβρωσης την κοινωνική συνοχή σε κάθε τόπο, ιδίως δε τις ανθρώπινες σχέσεις και τα εξ αυτών εκπορευόμενα αισθήματα.

Γι’ αυτό, παρά τις «παρενέργειες» της πανδημίας και στην καθημερινότητα και την εν γένει ζωή του Κιλκίς, η τοπική κοινωνία αισθάνθηκε «φτωχότερη» στο άκουσμα του θλιβερού αγγέλματος της εκδημίας του καλού συμπολίτη και καταξιωμένου επαγγελματία και ιεροψάλτη Στυλιανού Κοτίδη, του οποίου ο κύκλος της επίγειας ζωής «έκλεισε» την Τετάρτη 1.4.20, σε ηλικία 82 ετών, ύστερα από άνιση «μάχη» με ανίατη ασθένεια.

Συγχρόνως «έκλεισε» ένα «κεφάλαιο» της ζωής του Κιλκίς, το οποίο «συνέταξε» ο εκλιπών με την ποιότητα του χαρακτήρα του, την δημιουργική επαγγελματική δραστηριότητά του και την πληθωρική παρουσία του στα κοινωνικά, πολιτιστικά και αθλητικά δρώμενα.

Ο Στέλιος Κοτίδης βίωσε «στο πετσί» του τα γεγονότα της φοβερής δεκαετίας του ’40, που εν πολλοίς συνέβαλαν και στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του.

Ως το «μήλο», κάτω από την «μηλιά», τον αείμνηστο πατέρα του Παρασκευά, επίσης καταξιωμένο στον επαγγελματικό χώρου του και στην τότε κοινωνία του Κιλκίς, ο Στέλιος Κοτίδης κληρονόμησε δύο ιδιότητες, που έμελε να «σημαδέψουν» όλη την ζωή του.

Η πρώτη ιδιότητα ήταν αυτή του υποδηματοποιού και εμπόρου υποδημάτων, και με αυτήν ο Στέλιος έδωσε το «παρών», μαζί με όλους τους νέους της γενιάς του αλλά και των αμέσως προηγουμένων, στην «μάχη» για την «αναγέννηση» της ζωής και της κοινωνίας του Κιλκίς μετά τους προηγηθέντες καταστρεπτικού για τον τόπο πολέμους.

Και όχι μόνον αποδείχθηκε άξιος συνεχιστής της συγκεκριμένης οικογενειακής επιχείρησης, αλλά και προχώρησε ένα «βήμα» παραπέρα, γενόμενος ο πρώτος Κιλκισιώτης επιχειρηματίας που πρόσθεσε την εμπορεία αθλητικών ειδών στην οικονομική ζωή του Κιλκίς.

Μάλιστα, δεν αρκέσθηκε σε αυτό, αλλά περί τα μέσα της δεκαετίας του ’70 επέκτεινε την δραστηριότητα της επιχείρησής του, με την δημιουργία μονάδας κατασκευής αθλητικών υποδημάτων.

Η ενασχόλησή του αυτή «έδενε» και με τον αθλητισμό, που ήταν μία από τις αγάπες του, και τον οποίο υπηρέτησε κατά καιρούς ως παράγων, είτε διοικητικός είτε εξωδιοικητικός , διαφόρων συλλόγων ενώ τον στήριζε ποικιλοτρόπως, στηρίζοντας συγχρόνως την αθλούμενη νεολαία, είτε εντός είτε εκτός οργανωμένου αθλητισμού (π.χ. σχολείου).

Επί πλέον, είχε συμμετοχή και στα δρώμενα του χώρου του μηχανοκινήτου αθλητισμού, όντας γνώστης των μέσων του αλλά και υπέρμαχος της μετά θρησκευτικής ευλαβείας τηρήσεως των κανόνων του κώδικος οδικής κυκλοφορίας, όπως, δηλαδή, όλοι οι πραγματικοί γνώστες και υπηρέτες αυτού του χώρου.

Η δεύτερη εκ πατρός κληρονομηθείσα ιδιότητα ήταν αυτή του ιεροψάλτη. Και ο Στέλιος Κοτίδης επί περισσότερες από έξι δεκαετίες απετέλεσε ένα από τα «κατατεθέντα σήματα» του χώρου, με σταθερό μελωδικό «παρών» στα ψαλτήρια της ιεράς μητροπόλεως Πολυανής και Κιλκισίου, συνθέτοντας ένα σπουδαίο δίδυμο με τον μετέπειτα άρχοντα πρωτοψάλτη Κωνσταντίνο Γαϊτανίδη, στενό φίλο του και «δεξιά χείρα» του σε κάθε δράση για την διάδοσή και ανάπτυξη της εκκλησιαστικής μουστικής στο Κιλκίς, όπως και στην ίδρυση του συλλόγου ιεροψαλτών «Πέτρος ο Γλυκύς».

Όμως τα ενδιαφέροντα του Στέλιου δεν περιορίζονταν στα προαναφερθέντα.
Ετσι, ουδέποτε αρνήθηκε υλική και ηθική στήριξη διαφόρων κοινωνικών, φιλανθρωπικών (ιδίως αυτών) και πολιτιστικών φορέων, σε αρκετούς εκ των οποίων διετέλεσε και διοικητικό στέλεχος, ενώ ήταν εγγεγραμμένο μέλος σχεδόν… σε όλους.

Σε ό,τι αφορά στην επαγγελματική δραστηριότητά του, υπήρξε σταθερός θιασιώτης του υγιούς εμπορίου, συνδυάζοντας την επιδίωξη του καλύτερου δυνατού οφέλους με την «σφυρηλάτηση» σχέσεων εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας με τους πελάτες, είτε σε ατομικό είτε σε ομαδικό επίπεδο, ακριβώς επειδή πίστευε, ότι οι δύο αυτές έννοιες αποτελούν το ακλόνητο στήριγμα της επαγγελματικής επιτυχίας.

Επιπροσθέτως χαρακτηριζόταν από μιαν έμφυτη ευγένεια, χάρη στην οποία κέρδιζε την εκτίμηση των πελατών, «κτίζοντας» πάνω σε στερεές βάσης την φήμη της επιχείρησής του.

Όμως, δεν ήταν μόνον αυτή η ευγένεια ένα από τα γνωρίσματά του, καθώς τον Στέλιο Κοτίδη χαρακτήριζαν, επίσης, η κοινωνικότητα, η αλληλεγγύη, η διάθεση προσφοράς στα κοινά και, το κυριώτερο, ο σεβασμός για τον συμπολίτη ανεξαρτήτως του τι πρεσβεύει.

Ενώ, δηλαδή ήταν πιστός και αμετανόητος στα πιστεύω του, πάντα ήξερε να «τείνει ευήκοον ους» στον άλλο, πάντα ήταν διαλλακτικός, πάντα απεχθανόταν την μισαλλοδοξία. Με άλλα λόγια πάντα επιδείκνυε συνέπεια στα όσα πρέσβευε ο ίδιος, ξένος προς νοοτροπίες, στάσεις, συμπεριφορές και ενέργειες που εκπορεύονται από φανατισμούς και εμμονές σε αντικοινωνικές αντιλήψεις, και που θα «ακύρωναν» την έξωθεν καλή μαρτυρία του.

Ηταν οι λόγοι,, για τους οποίους ο Στέλιος καταξιώθηκε και στο πολιτικό γίγνεσθαι του Κιλκίς ως πρόσωπο κοινής αποδοχής, τυγχάνων του σεβασμού όλων των συμπολιτών που πολιτεύονταν, κυρίως στα της τοπικής διοίκησης, με άλλες, ακόμη και διαμετρικός αντίθετες από την δική του, παράταξης. Και ήταν οι λόγοι, χάρη στους οποίους υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες θήτευσε δημοτικός σύμβουλος, όταν συμπολίτες εξέφρασαν την εμπιστοσύνη τους στο πρόσωπό του με την ψήφο τους.

Γαλουχημένος από τα «νάματα» της ελληνορθόδοξης παράδοσης, ο Στέλιος Κοτίδης υπήρξε και υποδειγματικός οικογενειάρχης, με την οικογένειά του να χαίρει της ίδιας εκτίμησης και να ακολουθεί τις ίδιες διαδρομές καταξίωσης και αναγνωρισιμότητας, κάτι για το οποίο δικαίως δεν «έκρυβε» τα αισθήματα συγκίνησης, χαράς και υπερηφάνειας που τον διακατείχαν.

Και, φυσικά κοινό παρονομαστή όλων αυτών αποτελεί εφ’ όρου ζωής σπινθηροβόλο πνεύμα του, το οποίο του καθιέρωσε ως έναν από τους πιο «ζωντανούς» ανθρώπους της γενιάς του και από τα πιο αγαπητά μέλη της κιλκισιώτικης κοινωνίας.

Ηταν επόμενο αν και όχι αιφνίδιο, η απώλειά του να «βυθίσει» την τελευταία σε πένθος. Κατά μείζονα λόγο, επειδή, εξ αιτίας της περιστάσεως της πανδημίας, δεν ηδυνήθη να τον «ξεπροβοδίσει» με τις προσήκουσες τιμές και να τον συνοδεύσει σύσσωμη στην τελευταία κατοικία του.

Και οποία ειρωνία της μοίρας: Ο Στέλιος Κοτίδης «αναχώρησε για το δίχως γυρισμό ταξίδι» την ημέρα, κατά την οποία υπό ομαλές συνθήκες μία τέτοια είδηση θα φάνταζε ως… «κακόγουστη φάρσα».

Δυστυχώς, δεν ήταν «πρωταπριλιάτικο ψέμμα», και η ζωή στο Κιλκίς συνεχίζεται χωρίς τον Στέλιο, τον καλό του άνθρωπο, τον καταξιωμένο επιχειρηματία και ιεροψάλτη.

Τούτο, ωστόσο, δεν σημαίνει, ότι ο «δικός» μας αυτός άνθρωπος «έφυγε» για πάντα.
Αυτή η «φυγή» έχει να κάνει μόνο με το σώμα του.

Η μορφή του και το ζωγραφικό σημείωμά του, όπως το κατέγραψε η κοινωνία του Κιλκίς, έμειναν και θα μείνουν για πάντα εδώ.

Γι’ αυτό και η μνήμη του θα είναι αιωνία.
Καλό Παράδεισο αείμνηστε αδελφέ ημών και παντοτινέ φίλε Στέλιο Κοτίδη.

Και εμείς, ενώνοντας με τις φωνές μας την δική σου, αναπέμπουμε τους ύμνους και ψαλμούς της Μεγάλης Εβδομάδος και από τα βάθη της ψυχής μας δίνουμε μία μόνον ευχή με δύο λέξεις για όλο τον κόσμο: ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ.

Αποχαιρετισμός στον Στέλιο Κοτίδη από τον Κωνσταντίνο Γαϊτανίδη*

Μία ιστορία μεγάλη γιά το Κιλκίς. “Έφυγε” από την ζωή ένας δυνατός άνθρωπος, ο Στυλιανός Κοτίδης. “Πάλευε” δύο και πλέον χρόνια με την αρρώστειά του. Κουράστηκε πολύ στο κρεββάτι του πόνου και ένα παραπάνω κουράστηκε και η καλή του γυναίκα, η κ. Κούλα.

Είχα γνωριμία πενήντα και πλέον χρόνων με τον μακαριστό Στέλιο από την Εκκλησία. Ήταν άνθρωπος της Εκκλησίας και της ψαλτικής Τέχνης.

Είχε πάθος με την βυζαντινή μουσική. Θυμάμαι, όταν έλεγε τον Απόστολο, δίνοντας την ψυχή κα το σώμα του. Άλλωστε, έτσι τον θυμούνται και όλοι οι ενορίτες μας.

Ο Στέλιος είχε μεγαλη συμβολή στον ιεροψαλτικό σύλλογο ο «Πέτρος ο Γλυκύς». Ήταν από τα ιδρυτικά μέλη. Πενήντα χρόνια αντιπρόεδρος του συλλόγου, μέλος και ιδρυτής της σχολής της βυζαντινής μουσικής στην οποία διδάσκαμε εντελώς δωρεάν σε όσους ήθελαν και είχαν την φωνή, να σπουδάσουν την βυζαντινή Τέχνη.

Πάντα τον πείραζα και του έλεγα «να βάλεις το κουστούμι σου και να ξεκινήσεις για την εκκλησία, και κατά λάθος να πέσεις στα νερά μιάς θάλασσας: Όπως είσαι βρεγμένος θα έρθεις στην εκκλησία ,γιά να μη χάσεις κανένα τροπάριο».

Ο Στέλιος υπήρξε ένας καλός οικογενειάρχης, καλός σύζυγος, πατέρας και πολίτης με μιάν εξαιρετική γυναίκα, την κ. Κούλα, με τρία παιδιά τον Παναγιώτη, την Ευαγγελία και τον Νίκο.

Άφησε έξι εγγόνια, τα οποία μπήκαν στις πανεπιστημιακές σχολές με άριστα. Σε όλη την ζωή του έδινε το “παρών” γιά την πόλη του, την οποία υπεραγαπούσε. Ήταν ένας καλός έμπορος της αγοράς του Κιλκίς.

Ο Άγιος Θεός να τον κατατάξει στην χορεία των δικαίων του. Αιωνία σου η μνήμη φίλε Στέλιο.

*Άρχοντος πρωτοψάλτου ιεράς μητροπόλεως Πολυανής και Κιλκισίου

Περισσότερα
Δείτε ακόμα