Στράβων, εξ Αμασείας Πόντου κορυφαίος Έλληνας γεωγράφος της αρχαιότητας
Ο Στράβων είναι ο κατ’ εξοχήν γεωγράφος της αρχαιότητας, γεννημένος στην Αμάσεια του Πόντου το 63 ή 64 π.Χ. από επιφανές ελληνικό γένος. Ο ίδιος, εκτός από γεωγράφος, ήταν ιστορικός και φιλόσοφος. Από την πλευρά της μητέρας του καταγόταν από γνωστή οικογένεια, που υπηρέτησε τους βασιλείς του Πόντου, Μιθριδάτη Ε΄ (περίπου 150-120 π.Χ.) και Μιθριδάτη ΣΤ΄(132-63 π.Χ.). Την εποχή που γεννήθηκε ο Στράβωνας, η Αμάσεια ήταν ήδη ενσωματωμένη στο κράτος του Μιθριδάτη.
Ο Στράβων είχε εκλεκτή και εξειδικευμένη μόρφωση από μεγάλους δασκάλους της εποχής του. Μελέτησε τα γραπτά γνωστών γεωγράφων και φιλοσόφων της αρχαιότητας, αρχικά στην περιοχή του και αργότερα στη Ρώμη. Ταξίδεψε αρκετά και ως προς τις φιλοσοφικές του ιδέες ήταν οπαδός του στωικισμού. Στο διάστημα των ταξιδιών του φρόντισε να συλλέξει όλο το απαιτούμενο υλικό, το οποίο τον βοήθησε αργότερα στη συγγραφή ιστορικών και γεωγραφικών έργων.
Τη ρητορική τη διδάχθηκε ο Στράβων στη Νύσα (σημερινό Σουλτάν-χισάρ, Τουρκία) από τον Αριστόδημο, ενώ στη Ρώμη γνώρισε τη σκέψη της αριστοτελικής σχολής από τους δασκάλους, Τυραννίωνα και Ξενάρχη και τελικά ασπάστηκε τη στωική φιλοσοφία. Στη Ρώμη όπου παρέμεινε τουλάχιστον μέχρι το 31 π.Χ., ο Στράβων έγραψε το πρώτο σημαντικό έργο του, Υπομνήματα Ιστορικά (47 βιβλία εκδόθηκαν γύρω στο 20 π.Χ.).
Η ογκώδης αυτή συλλογή προοριζόταν να αποτελέσει συνέχεια των «Ιστοριών» του Πολυβίου, καλύπτοντας την ιστορία του τότε γνωστού κόσμου, από την κατάκτηση της Ελλάδας από τους Ρωμαίους. Το 29 π.Χ. ο Στράβωνας επισκέφθηκε τη νήσο Γυάρο, ενώ κατευθυνόταν στην Κόρινθο, όπου διέμενε ο Αύγουστος.
Από το έργο των σαράντα επτά βιβλίων του Στράβωνα, μόνο ελάχιστα αποσπάσματα σώζονται. Σώθηκαν όμως τα “Γεωγραφικά” σε δεκαεπτά βιβλία. Πρόκειται για το σπουδαιότερο γεωγραφικό εγχειρίδιο, που έχουμε από την αρχαιότητα με περιγραφές χωρών και λαών.
Είναι ένας παγκόσμιος άτλας κι ένα από τα σπουδαιότερα έργα της ανθρωπότητας, όπου σε ύφος απλό μας δίνει μια περιγραφή του κατοικημένου και πολιτισμένου τμήματος της γης, το οποίο ταυτίζει με το βόρειο ημισφαίριο. Το έργο αυτό περιέχει πλήθος χωρίων κι από έργα άλλων συγγραφέων, οι οποίοι μας δίνουν πληροφορίες για την ανάπτυξη της ελληνικής γεωγραφικής επιστήμης κατά την αρχαιότητα. Μάλιστα, από τότε σημείωσε το 20 π.Χ. ότι η Πελοπόννησος μοιάζει με φύλλο από πλάτανο!
«Στα βιβλία Γ΄-ΣΤ ο Στράβων περιγράφει διαδοχικά την Ιβηρία, την Γαλατία και την Ιταλία, χρησιμοποιώντας ως κύριες πηγές τον Πολύβιο και τον Ποσειδώνιο, που είχαν και οι δύο επισκεφθεί τις χώρες αυτές. Το βιβλίο Ζ΄ περιγράφει τη λεκάνη του Δούναβη και τις ακτές της Μαύρης θάλασσας.
Στο Ε’ και ΣΤ’ των «Γεωγραφικών» του ο Στράβων περιγράφει την Ιταλία και τη Σικελία του 1ου μ.Χ. αι., που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των Ρωμαίων. Πρόκειται για έναν πολύτιμο οδηγό αρχαιολόγων, ιστοριοδιφών, εθνολόγων, λαογράφων κλπ., αλλά αποτελεί συγχρόνως ένα γλαφυρό ανάγνωσμα, για τον περιηγητή των περιοχών αυτών. Συγκεκριμένα: Η περιγραφή γίνεται από Βορρά προς Νότον. Αρχίζοντας από τις υπώρειες των Άλπεων, ως το βόρειο όριο της Ιταλίας, διατρέχει όλη την χώρα και καταλήγει στη Σικελία. Το βιβλίο Ζ΄ περιγράφει τη λεκάνη του Δούναβη και τις ακτές της Μαύρης θάλασσας.
Τα βιβλία ΙΑ΄- ΙΔ΄ περιγράφουν τις ασιατικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας, τον Καύκασο, το Βόρειο Ιράν και τη Μ. Ασία. Είναι βασισμένα κατά κύριο λόγο στις προσωπικές παρατηρήσεις του συγγραφέα, μολονότι προσθέτουν αρκετά αποσπάσματα από ιστορικούς που είχαν ασχοληθεί με πολέμους στις περιοχές εκείνες.
Για την Ινδία και την Περσία αναφέρεται στο βιβλίο ΙΕ΄, έχοντας ως πηγές τους ιστορικούς των εκστρατειών του Μ. Αλεξάνδρου. Ενώ οι περιγραφές του για τη Μεσοποταμία, τη Συρία, την Παλαιστίνη και την Ερυθρά Θάλασσα, υπάρχουν στο βιβλίο ΙΣΤ΄ και στηρίζονται σε πορίσματα αποστολών που είχαν οργανωθεί από τον Μάρκο Αντώνιο (περίπου 83-30 π.Χ.). Το έργο του «Περί Ερυθράς Θαλάσσης» έχει στοιχεία από τον ιστορικό και γεωγράφο Αγαθαρχίδη (2ος αιώνας π.Χ.).
Ο Αγαθαρχίδης έγραφε με ύφος γλαφυρό, προσεγμένο και ευανάγνωστο. Επίσης φρόντιζε οι εξιστορήσεις του να περιέχουν φιλοσοφικές ρήσεις. Τέλος το βιβλίο του ΙΖ΄ αναφέρεται στις αφρικανικές ακτές της Μεσογείου και της Μαυριτανίας, βασισμένο στις προσωπικές του αναμνήσεις από την Αίγυπτο και από τα έργα του Ποσειδώνιου και του Αρτεμίδωρου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Έλληνα αναγνώστη παρουσιάζει η αναφορά στις ελληνικές αποικίες και τους ιδρυτές τους (Διομήδης από Άργος, Δημάρατος από Κόρινθο, Πελασγός από Θεσσαλία, Κυμαίοι, Χαλκιδείς, Ερετριείς, Αθηναίοι, Φωκαείς, Αιτωλοί, Λοκροί… Η Μεγάλη Ελλάδα σε όλη της την λαμπρότητα, καθώς οι άποικοι, ενώ πολιτικογραφήθηκαν Ρωμαίοι, διατηρούν στοιχεία ελληνικής αγωγής (γλώσσα, ονόματα, γυμναστήρια, αγώνες…) και επηρεάζουν αποφασιστικά την εξέλιξη και τον πολιτισμό της χώρας.
Μολονότι η έκταση για την περιγραφή της Ελλάδας, σε τρία του βιβλία, είναι εκτενής, ο Στράβωνας αναφέρεται περισσότερο στην ταύτιση των Ομηρικών τόπων, παρά στα πραγματικά γεωγραφικά στοιχεία. Μέσα από τα βιβλία αυτά προβάλλει η πεποίθησή του ότι ο Όμηρος ήταν άριστος γνώστης της γεωγραφίας της Μεσογείου και ότι η ορθή κριτική ερμηνεία των έργων του θα αποκαλύψει το εύρος των γνώσεών του. Κατακρίνοντας τον σκεπτικισμό του Ερατοσθένους ο Στράβων ανέπτυξε εκτενώς στην εισαγωγή του την κλασική αυτή θέση, η οποία αντιπροσώπευε στο έργο του την ιδιαίτερη συμβολή του στη γνώση της ελληνικής πολιτιστικής παράδοσης. (Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς, Ελευθερουδάκη).