Σε «διασπορά»… η «επιδημία» κλοπής χάλκινων εξαρτημάτων από «πομώνες» στην Παιονία


Γράφει ο Βαγγέλλης Αποστολίδης
Σε πραγματική» λαίλαπα» έχουν εξελιχθεί οι “καταδρομικές” επιχειρήσεις κακοποιών στην νοτιοδυτική περιοχή του δήμου Παιονίας, με στόχο εγκαταστάσεις μετασχηματιστών της ΔΕΗ και αρδευτικών γεωτρήσεων παραγωγών, τις οποίες “απογυμνώνουν” κυρίως από μέρη που εμπεριέχουν χαλκό, λόγω της αυξημένης ζήτησης και των υψηλών τιμών που υπάρχει στην αγορά για το συγκεκριμένο μετάλλευμα (περίπου έξι ευρώ το κιλό).
Το τελευταίο διάστημα πάνω από έξι αγρότες με συνολικώς δέκα εγκαταστάσεις άρδευσης (πομώνες) στην ευρύτερη περιοχή του Ευρώπου, και κυρίως αυτοί οι οποίοι διαθέτουν γεωργικές εκτάσεις στην περιοχή πέριξ του αρχαιολογικού χώρου της αρχαίας Ευρωπού, «έπεσαν θύματα» τέτοιων επιθέσεων.
Αντίστοιχη αριθμητικώς είναι και η ζημιά για την ΔΕΗ, καθώς λεηλατήθηκαν και επτά μετασχηματιστές της, οι οποίοι συνοδεύουν τέτοιου τύπου εγκαταστάσεις, με το κόστος, όμως των ζημιών, να είναι δυσανάλογο σε σχέση με αυτό των αγροτών, καθώς αυτό γιά τις αρδευτικές ζημιές κυμαίνεται από 1200-1500 ευρώ ανά πομώνα, ενώ γιά την ΔΕΗ ανέρχεται στις 30.000 ευρώ αντιστοίχως.
Το οικονομικό δέλεαρ από μία τέτοια κλοπή αρδευτικού και μετασχηματιστή, εάν δεν συνοδεύεται μάλιστα και από άλλη λεία αποθηκευμένη στους αρδευτικούς οικίσκους, είναι, δυστυχώς, υψηλό, υπολογίζεται κατά περίπτωση στα χίλια ευρώ περίπου γιά τους επίδοξους ληστές, ενώ την ίδια ώρα το κόστος των ζημιών είναι πολλαπλάσια, καθώς «αγγίζει» τις 32.000 ευρώ.
Δυστυχώς, οι αρνητικές επιπτώσεις από τις κλοπές κυρίως για τους παραγωγούς δεν περιορίζονται μόνον στα κόστη αποκατάστασης των ζημιών, αλλά έχουν και ευρύτερες επιπτώσεις, και κυρίως για τους αγρότες.
Και τούτο, διότι ένα σημαντικό μέρος εξ αυτών συνδέονται με καλλιέργειες οπωροκηπευτικών (αρακάς, φασολάκια κα), οι οποίες καλλιεργούνται από τους παραγωγούς γιά λογαριασμό μεγάλων εταιριών με ειδικά συμβόλαια και δεσμευτική ποιότητα προϊόντων, η οποία είναι δύσκολο να επιτευχθεί, όταν διαταράσσεται η άρδευσή τους και οι προβλεπόμενες αποζημιώσεις να αφορούν μόνον τα κόστη καλλιέργειας, όπως δήλωσε στον “Μαχητή” ένας από τους εσχάτως πληγέντες αγρότες, και μάλιστα δύο φορές μέσα σε διάστημα έξι ημερών, ο Βασίλης Σύγκου.
Ανάλογες είναι οι αρνητικές επιπτώσεις και γιά όσους καλλιεργούν βαμβάκι, η καλλιέργεια του οποίου είναι σε φάση σποράς και η δυνατότητα άρδευσης είναι ζωτικής σημασίας γιά την ανάπτυξη των φυτών.
Το παρήγορο στην υπόθεση είναι, ότι τις τελευταίες ώρες (Δευτέρα 19.4.21) έχουμε βροχοπτώσεις οι οποίες, όπως τόνισε ο κ. Σύγκου, θα αντικαταστήσουν στην παρούσα συγκυρία τις ανάγκες άρδευσης, όμως το πρόβλημα θα παραμείνει, καθώς, λόγω των πολλών περιστατικών από κλοπές και λοιπές καταστροφές σε μετασχηματιστές, παρατηρείται μία βραδύτητα στην αποκατάστασή τους και, ως εκ τούτου, υφίσταται το ενδεχόμενο να μην ποτιστούν τα χωράφια στην ώρα τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Όπως επισήμανε ο κ Σύγκου, δυσκολίες υπάρχουν και στο θέμα ιδιωτικής ασφάλισης τέτοιων εγκαταστάσεων, όχι μόνον γιά λόγους που σχετίζονται με τους ανάλογους κινδύνους από το αναλαμβανόμενο ρίσκο του ασφαλιστή, αλλά και από το γεγονός ότι τέτοιου επιπέδου ασφαλίσεις πραγματοποιούνται γιά εγκαταστάσεις με εξοπλισμό, η διάρκεια “ζωής” του οποίου δεν ξεπερνά τα δέκα έτη.
Παραγωγοί και ΔΕΗ κάνουν λόγο για καλύτερη αστυνόμευση, ως μέτρο προστασίας στην έξαρση του φαινομένου, όμως, όπως έχουμε αναφερθεί και στο παρελθόν γιά ανάλογες περιπτώσεις, η αστυνόμευση τέτοιων περιοχών, και μάλιστα πάνω σε 24ωρη βάση όλες τις ημέρες του χρόνου, είναι πρακτικώς αδύνατον να επιτευχθεί, και οι μέθοδοι εξάρθρωσης των κυκλωμάτων που εμπλέκονται με την παράνομη αγοραπωλησία χαλκού, θα πρέπει να αναζητηθούν πρωτίστως στους χώρους που συνδέονται με την εμπορεία και αξιοποίηση του επίμαχου κλεμμένου μεταλλεύματος.