Πολιτική

Η «πρώτη φορά Αριστερά» και οι μηχανισμοί εξαγοράς και ενσωμάτωσης

Γράφει ο Παναγιώτης Χρονόπουλος*

Γράφει ο Παναγιώτης Χρονόπουλος*

Στο νέο πολιτικό κύκλο, που άνοιξε με την διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, έχουν φανερά ενισχυθεί οι τάσεις εξαγοράς και ενσωμάτωσης, διαδικασία που σε ένα βαθμό μπορεί να θεωρηθεί από αναμενόμενη, έως και προβλέψιμη.
Εν τούτοις καθώς διανύουμε μια ταχύτατη σε ρυθμούς φάση ματαίωσης και ακύρωσης ιστορικών ευκαιριών που διαμορφώθηκαν στην Ελλάδα, η επιτάχυνση της επίδρασης των φαινομένων αυτών στο επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης είναι εκθετική.

Το φαινόμενο αυτό δεν μπορεί να υποτιμηθεί, ούτε να το προσπεράσουμε μένοντας σε καταγγελίες ή διοικητικά μέτρα. Η «αντιμετώπιση» τέτοιων φαινομένων που άπτονται της κοινωνικής συνείδησης, έχει πρωτίστως να κάνει με την κατανόησή τους.

Σήμερα οι τάσεις αυτές και η επίδρασή τους ενισχύονται τόσο κάτω από το βάρος της επίδρασης των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών, της ταυτόχρονης ματαίωσης των προσδοκιών, όσο και από τη λογική του συνθήματος «ήρθε η ώρα της Αριστεράς», τον ακραιφνή κυβερνητισμό, αλλά και από την κεντροαριστεροποίηση, ως «μοχλό» εμπέδωσης και διαιώνισης της μνημονιακής πραγματικότητας, αλλά και «παλινόρθωσης» του προηγούμενου καταδικασμένου πολιτικού συστήματος.

Η Αριστερά δε βρίσκεται για πρώτη φορά στη διακυβέρνηση. Διεθνώς αλλά και ελλαδικά από τις αρχές του 90 και ύστερα, έχει ξανασυμβεί δυνάμεις τις Αριστεράς (και ο όρος χρησιμοποιείται με τον πολύ ευρύτερο όρο, στα όρια ξεχειλώματος) σε Γαλλία, Ιταλία, Ελλάδα, Αργεντινή κλπ, να βρεθούν στη διακυβέρνηση μέσα από συμμαχικά σχήματα. Υπάρχει και μια πείρα από την Αριστερά που κατά καιρούς κυβερνά δήμους ή περιφέρειες σε κάποιες περιοχές.

Αυτά τα εγχειρήματα πάντα κουβαλούσαν τάσεις ενσωμάτωσης , αλλά και αντιμετώπισαν ζητήματα ανοιχτής εξαγοράς στελεχών, συνδικαλιστών, βουλευτών, ή μελών και στελεχών της αριστεράς μέσα από τον κρατικό μηχανισμό, την διοίκηση, τις μεγάλες ΔΕΚΟ κλπ. Εκτεταμένες επιχειρήσεις ενσωμάτωσης σημειώθηκαν και μέσα από ειδικές πολιτικές (πχ επιδοτήσεις, προγράμματα) με επιτυχία.

Ειδικά στην Ελλάδα με τον πασοκισμό και την «λαίλαπα», που έφερε, έγιναν μεγάλες εκστρατείες συστηματικής εξαγοράς και ενσωμάτωσης ευρύτατων τομέων του αγροτικού, συνδικαλιστικού εργατικού, συνεταιριστικού κινήματος. Ο καθένας μας μπορεί να έχει μια ιστορία να πει. Προσωπικά στο επίπεδο του πρώην εργασιακού μου χώρου, στο νοσοκομείο Κιλκίς, αλλά και σε υψηλότερο επίπεδο (πχ ΑΔΕΔΥ Κιλκίς) και όχι μόνο, ευκολότατα γίνεται κατανοητό τι εννοώ.

Και το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ δοκιμάστηκε και δοκιμάζεται ακόμη και σήμερα από τέτοιες διαδικασίες, διαπερνιέται από τέτοιες τάσεις. (Μια ακόμα σύγχρονη μορφή εξαγοράς είναι και οι ποικιλώνυμες ΜΚΟ).
Το ειδικό στη περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν, ότι «καταστατικώς», μαζί με τα ριζοσπαστικά στοιχεία, συνυπήρχαν και στοιχεία προσωπικής φιλοδοξίας, ως κάτι εντελώς φυσιολογικό.

Η προσωπική φιλοδοξία σε κάποιους θεωρείται περισσότερο θεμιτή από το στοιχείο της προσφοράς και της συμμετοχής. Αυτό σημαίνει ότι μέσα στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ οι προσωπικές στοχεύσεις, η ανάδειξη, η προνομιακή σχέση με τα ΜΜΕ και συγκεκριμένους χώρους και λειτουργούς του συστήματος, θεωρούνται «φυσιολογικά» και κανείς δε δίνει λογαριασμό για αυτά και δεν ελέγχεται από πουθενά. Η προσωπική φιλοδοξία και στόχευση αποτελεί το αναγκαίο ιδεολογικό βάθρο από το οποίο ο κυβερνητισμός, ο καρριερισμός, ο παραγοντισμός κλπ οδηγεί μαθηματικά σε εκτεταμένα φαινόμενα ενσωμάτωσης και εξαγοράς.

Η κεντροαριστεροποίηση (= οικονομικός νεοφιλελευθερισμός + κοινωνική ευασισθησία «βιτρίνας») με την εκτεταμένη χρησιμοποίηση ανθρώπων του «βαθέος» συστήματος και τις γέφυρες με τον παλιό πολιτικό και οικονομικό κόσμο, δημιούργησε το έδαφος για μεγαλύτερες προσαρμογές, ανοχές σε φαινόμενα ευθυγράμμισης, χειροκροτητών και δημιουργίας μηχανισμών. (Γιά να είμαι πιό σαφής τα ανωτέρω δεν αφορούν αποκλειστικώς το Κιλκίς, αλλά μια ροπή με διακυμάνσεις πανελλαδικώς, που ακόμα και μετά την εκπαραθύρωση της ΔΗΜΑΡ, σαν κατ’ εξοχήν πολιτικό χώρο της «Αριστεράς» που δίδαξε αυτήν την αντίληψη, δεν καταπολεμήθηκε, στο όνομα ενός «κομματικού πατριωτισμού», της τήρησης ισορροπιών, αλλά και της αγωνίας για την επερχόμενη διακυβέρνηση και προσπεράστηκαν σα δευτερεύοντα, μπήκαν κάτω από το χαλί, για να γιγαντωθούν και να οδηγήσουν σε σταδιακή έκπτωση αρχών και αξιών).

Τα φαινόμενα ενσωμάτωσης και εξαγοράς περικύκλωσαν και περικυκλώνουν το εγχείρημα ΣΥΡΙΖΑ. Είναι πολλοί αυτοί που κάνουν ότι δεν τα βλέπουν, ότι δεν είναι σημαντικά, ότι δεν τους αφορούν. Υπάρχει «δούλεμα στα μούτρα» και από την κορυφή-ηγετική ομάδα γύρω από αυτό το θέμα και κάλυψη πίσω από το επιχείρημα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ηγείται της προσπάθειας για μια ακόμη «σωτηρία» της χώρας. Τα φαινόμενα ενσωμάτωσης και εκφυλισμού συγκαλύπτονται ως ελάχιστα σημαντικά ή ακόμα και περιθωριακά. Υπάρχουν όμως και αρκετοί στη «βάση» που θέλουν με αυτήν την έννοια να «δουλευτούν», κρατώντας ανοικτό το «πασαπόρτι» τους για κάθε ευκαιρία.

Αυτός ο δαιδαλώδης μηχανισμός που αποτελείται από μερικές χιλιάδες ατόμων σε κόμμα-κρατικό-διοικητικό μηχανισμό, γινόταν και θα γίνεται ακόμα περισσότερο, ιδιαίτερα επιθετικός σε όποιον έθιγε ή θα θίξει τέτοια ζητήματα. Με μια έννοια η επίθεση που δέχτηκαν και που θα δεχτούν κάποιες απόψεις που εκφράστηκαν ή θα εκφράζονται θα έχει την αφετηρία της και σε αυτό, κυρίως όμως διότι αυτές οι απόψεις δε θεωρούν φυσιολογικά αυτά τα φαινόμενα και ποτέ δεν τσουβαλιάστηκαν σε μια τέτοια κατεύθυνση.

Στην παρούσα συγκυρία ο μηχανισμός αυτός, όχι ενιαίος, όχι ομογενοποιημένος, καθώς υπάρχουν πολλές αντικρουόμενες φατρίες, απόψεις και «συντροφικά μαχαιρώματα», θα κληθεί, ενιαία αυτή τη φορά, να παίξει το ρόλο του κύριου κυματοθραύστη απέναντι σε κάθε κριτική για την πολιτική μετάλλαξη που ασκήθηκε, και κυρίως στην κριτική για την κεντροαριστεροποίηση.

Για την στελέχωση αυτών των μηχανισμών έγινε και γίνεται μεγάλη επιστράτευση δυνάμεων. Για παράδειγμα σε κάθε υπουργό αντιστοιχούν γύρω στους 50-60 συμβούλους. Αρκετές χιλιάδες άνθρωποι περιστρέφονται και αποκτούν μια ιδιότυπη σχέση με την κυβέρνηση, την διοίκηση της κρατικής μηχανής και τους υπαγόμενους σε αυτήν οργανισμούς. Δημιουργείται έτσι μια μεγάλη μάζα ανθρώπων, των οποίων οι συνθήκες διαβίωσης αλλάζουν και αποκτούν σταδιακώς μιάν άλλη νοοτροπία, ακόμη και αν πριν ήταν χαμηλόμισθοι, άνεργοι, ακόμη και πολιτικώς και κοινωνικώς …τίποτε.

Ένας γραφειοκρατικός διοικητικός μηχανισμός αναπτύσσεται εκθετικά με έμμισθες θέσεις αλλά και «εθελοντές» άμισθους, που μέσω της εθελοντικής προσφοράς, συνδέονται με τους μηχανισμούς εξουσίας (πχ βουλευτικά γραφεία), μετατρέπονται σε γρανάζι της, καθορίζονται από τους ρυθμούς και τα χούγια της. Υπήρξε βεβαίως και υπάρχει ακόμη και σήμερα, εκείνο το δυναμικό που πραγματικά θέλει να προσφέρει ανιδιοτελώς, αλλά είτε είναι εξαιρετικά περιορισμένο, είτε δε βρίσκει τρόπο προσφοράς, είτε σταδιακά αποκλείεται μέσω άλλης διαδικασίας γιατί οι «υπεραριστερές» απόψεις του χαλάνε την πιάτσα.

Δίπλα στους βουλευτές, περισσότερο στους βουλευτές υπουργούς, στους προέδρους επιτροπών, αναπτύσσεται επίσης ένας αριθμός συνεργατών , εμπλεκομένων κτλ. Κάθε βουλευτής διατηρεί στην περιφέρειά του έναν τοπικό μηχανισμό που διαμορφώνει και αυτός ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, αρκετές φορές ρουσφετολογικά (από ταξίματα, μικροβολέματα, ακόμα και διανομή συντάξεων σε ηλικιωμένους, και όλα αυτά με κόσμο που πληρώνεται από το ελληνικό κράτος) και διατηρεί ακόμα και ομάδες ανθρώπων μέσα στις οργανώσεις μελών του κόμματος. Από αυτό το άθροισμα προκύπτει επίσης ένα δυναμικό μερικών εκατοντάδων ανθρώπων.

Το κόμμα, τα τμήματά του, οι επιτροπές του μετατράπηκαν σε μηχανισμούς πλασαρίσματος και έκδοσης βιογραφικών. Η κρατικοποίηση του κόμματος συντελέστηκε με ισχυρή τάση την κυριαρχία του κυβερνητισμού και του κρατικισμού πάνω στο κόμμα και όχι όπως κάποιοι ισχυρίζονται, τον έλεγχο του κόμματος πάνω στη διοίκηση. (Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλα τα «λέσια», που ήταν ή είναι ακόμα σε θέσεις ευθύνης και διοίκησης, τοποθετημένοι εκεί από όλη τη σαπίλα της μεταπολίτευσης που βγήκε μέσα από το βόθρο της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, ότι πρέπει να μείνουν στις θέσεις τους. Αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία.) όσοι εμπλέκονται με αυτές τις διαδικασίες καθορίζονται από τις εξαρτήσεις που δημιουργεί η επαγγελματική σχέση ή η προσμονή της. Έτσι το κόμμα μετατρέπεται σε ένα χυλό παραγόντων, μεσαζόντων, κυβερνητικών αλλά και «ριγμένων», που όλοι μαζί δε διαθέτουν την παραμικρή αυτονομία απέναντι στην κυβέρνηση.

Η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ σε κεντροαριστερό κυβερνητικό μηχανισμό συνοδεύεται και από τη συγκρότηση της δικής του, μικρής αλλά ικανότατης, «κοινωνικής βάσης», μέσω αυτών των μηχανισμών εξαγοράς και ενσωμάτωσης. Σε αυτήν μέσα συνωστίζεται και το ΔΗΜΑΡίτικο στοιχείο («παλιά μου τέχνη κόσκινο»), που αναμένει θύρες και διεκδικεί ρόλο (εδώ το Κιλκίς έχει να επιδείξει παραδείγματα), αλλά και το ΠΑΣΟΚικό, «Σημιτικό» ακόμη και« μνημονιακό» προσωπικό που στελεχώνει (παρέμεινε ή προσελήφθη) σε κρίσιμες θέσεις . Όλοι αυτοί συγκροτούν πλέον μια βάση που είτε απομακρύνεται, είτε δεν έχει και σχέση με την Αριστερά, που υποστηρίζει σήμερα ένα μνημόνιο, υπερασπίζεται κάθε κυβερνητική επιλογή, επικαλείται το ρεαλισμό, ακόμα και αν όλα αυτά σημαίνουν την συνέχιση των μνημονιακών παραδόσεων, την παράδοση και λεηλασία της χώρας, την καταστροφή του λαού.

Είναι ένα δυναμικό πολύ επιθετικό απέναντι ακόμα και σε απλά μέλη και στελέχη του κόμματος. Δεν κάνει διακρίσεις, επιτίθεται λυσσασμένα απέναντι σε όποιον επιχειρήσει να διαταράξει τη θέση και το βόλεμα που αυτή προσφέρει (και δεν αναφέρομαι προφανέστατα στις εσωτερικές βαθμίδες κομματικής διαρθωσης πχ γραμματείες, νομαρχιακές, Κ.Ε.), έστω και προσωρινώς. Είναι ένα μεταμοντέρνο δυναμικό που ήρθε από το πουθενά, πιθανόν να ήταν και τίποτε, αλλά αισθάνεται ότι «δε χρωστά » σε κανένα και προσπαθεί να γαντζωθεί και να διαφυλάξει τη θέση του , ανεξάρτητα από πολιτική ηθική και αξίες της Αριστεράς.

Βασικά επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για να δικαιολογηθεί αυτή η στάση είναι: όχι στις ομφαλοσκοπήσεις, όχι σε υπενθύμιση προγραμματικών θέσεων και δεσμεύσεων, που δε λαμβάνουν υπόψιν την «ιστορικότητα» της περιόδου, την «ιστορική εθύνη», τις δυσκολίες, γράφουμε ιστορία, οι δημοσκοπήσεις μας έχουν μπροστά, η λαική εντολή σήμαινε όχι ρήξη, αν χάσουμε την ευκαιρία σήμερα θα πάμε σαράντα χρόνια πίσω ως Αριστερά, πάση θυσία να είμαστε στην κυβέρνηση ακόμη και με «μνημόνιο», έχουμε μάχη με τον Σώυμπλε, το έργο θα κριθεί σε βάθος χρόνου….

Η λαική εντολή ερμηνεύεται «αλά καρτ» και επιβάλλεται εκφοβισμός και σιωπητήριο. Παρακάμπτονται τα σοβαρά ζητήματα και οι υποχωρήσεις, η μετάλλαξη, την ίδια στιγμή που η χώρα βουλιάζει, η καθολική χρεωκοπία είναι αναπόφευκτη. Ίσως και ο μέσος Συριζαίος δεν θέλει ακόμα να δει αυτήν την πραγματικότητα, το ίδιο και ο μέσος βουλευτής, ανεξάρτητα του «ναι» ή «όχι». Απέναντι σε όλα αυτά που εκτέθηκαν αναλυτικά, αυτή η κοινωνική βάση που αναφέρθηκε πιο πάνω γίνεται κυβερνητική φρουρά ( εν αγνοία της ή όχι λίγο έχει σημασία), οργίζεται στην κριτική, θα επιχειρήσει να διαβάλει όποιον εκφράσει άλλη άποψη.

Θα κυριαρχήσει κλίμα πρεσαρίσματος και συμμόρφωσης προς όλους, θα υποχωρεί και ο δήθεν «πλουραλισμός» και η «δημοκρατία», μια στρεβλή κομματικότητα που θα αφορά και στον ΣΥΡΙΖΑ ως «κόμμα», με πειθαρχία σε αποφάσεις, άσχετα αν κανείς και ειδικά η ηγεσία του ποτέ δεν τις τήρησε. (Ακόμα και για τα πιο σοβαρά θέματα η ενημέρωση γινόταν μέσω εξαγγελιών από ΜΜΕ).

Η κεντροαριστεροποίηση θα ολοκληρώνεται όχι προβάλοντας έναν καθαρόαιμο «δεξιό» λόγο, αλλά με αντιδεξιές και αριστεροδεξιές κινήσεις και προβολή δακρύβρεχτων δόσεων κοινωνικής ευαισθησίας και πολύ δικαιωματισμού, ενώ στην πράξη θα εφαρμόζεται μια σκληρή, αντιλαική, νεοφιλελεύθερη, «μνημονιακή» πολιτική.

Απέναντι σε όλα αυτά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απέκτησε ιδεολογικά εμβόλια. Τέτοιες συμπεριφορές αναπτύχθηκαν , το «διαζύγιο» δεν ήταν στην «κουλτούρα» της Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ και τα ξόρκια δε σήμαιναν ούτε κατανόηση, ούτε αντοχή. Διότι πάντα τα συμπτώματα της επιρροής των μηχανισμών εξαγοράς και ενσωμάτωσης είναι περισσότερο αθόρυβα και υπόρρητα.

Στρογγυλεύτηκε προοδευτικά ή αξιοποιήθηκαν δευτερεύοντα στοιχεία αυτού που εξέφρασε αρχικά ο ΣΥΡΙΖΑ: μια εικόνα σαρωτικής θύελλας απέναντι στο παλιό, με το λαό μπροστάρη σε μια λυσσαλέα μάχη με τις δυνάμεις του χθές. Αυτή η λείανση έχει και τη συνέπειά της στο σήμερα, με αποτέλεσμα ακόμη και η κριτική που ασκείται από κάποιους να μην μπορεί, λόγω αυτολογοκρισίας, να κατανοήσει αυτό που έγινε και συντελείται: Την μετάλλαξη του εγχειρήματος.

Η αντίληψη «πάμε καλά», «ο λαός μας θέλει», αλλά τα πράγματα τώρα παίζονται αλλού είναι κυρίαρχη στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Στην ουσία αυτό είναι έκφραση υποτίμησης της ιδεολογικής και πολιτικής αυτονομίας του κόμματος από την κυβέρνηση, αλλά και υποτίμησης της οργάνωσης του λαού, που είναι εδώ και καιρό δευτερεύουσα ενασχόληση, μιας και το κύριο γίνεται ο μεταλλαγμένος ΣΥΡΙΖΑ και οι σχέσεις με το βουλευτικό γραφείο.

Αυτή η κατανόηση της κατάστασης θα μπορούσε να λειτουργήσει και σαν προοίμιο αποχώρησης από το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτό ως πρόβλημα αναβάλλεται και δε βασανίζει όσο θα έπρεπε σε οποιοδήποτε επίπεδο. Μοιάζει να επικρατεί ακόμα η περίοδος της αθωότητας και το μεθύσι των πανηγυρισμών της «πρώτη φορά Αριστερά», να υπάρχει ένα σοκ απέναντι στα φαινόμενα, ενώ γύρω ο κόσμος καταρρέει..

Έχει τονιστεί επανειλημένως η ανάγκη να ξανασυνδεθεί η ηθική με την πολιτική. Σε μια από τις αρκετές δημόσιες τοποθετήσεις μας στο Κιλκίς, κάποτε ρωτηθήκαμε από απλό κόσμο: Και αν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κάνει τα ίδια με τους άλλους εμείς και εσείς τι θα κάνουμε; Η απάντηση ήταν τόσο αυθόρμητη, όσο και απ’ όσο θυμάμαι ομόφωνη: «Για αυτό είμαστε εμείς εδώ και θέλουμε και εσάς μαζί. Για να τους φτύσουμε εμείς πρώτοι..» Ιδού η Ρόδος σύντροφοι….

Η Αριστερά και ο κόσμος αυτές τις στιγμές δεν πρέπει να παίξουν άμυνα, να μην υπάρξει μπλοκάρισμα, να μην κουτσουρευτούν δυνατότητες και ευκαιρίες. Ο λαός σύντομα θα αρχίσει να ψάχνεται και να αναζητεί μέσα από τις δικές του διαδικασίες, λαογέννητες, το δικό του πολιτικό κέντρο. Να είμαστε όλοι εκεί.

ΥΓ: Το κείμενο αυτό ξεκίνησε την περίοδο πριν τις εκλογές του Γενάρη, για να συνεχιστεί μετά και να προλάβει την τελική μορφή σήμερα. Στόχος ήταν να αποτελέσει αντικείμενο προβληματισμού για την οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ, με έναν τόνο αγωνίας, του τύπου «είναι ανάγκη να πάμε αλλιώς». Ταυτόχρονα τώρα είναι και μια μορφή προσωπικής απολογίας και συγγνώμης για όσα δεν πάλεψα αρκετά, για όσα δε μίλησα.. Ο καθένας και η καθεμιά θα κριθεί, όχι εκλογικά, από τις επιλογές που κάνει. Κάποιοι παλιοί της Αριστεράς έλεγαν: Ζεστή καρδιά, κρύο μυαλό.
•Ιατρός χειρουργός, στέλεχος ΣΥΡΙΖΑ νομού Κιλκίς

Περισσότερα
Δείτε ακόμα

Και το ένα και το άλλο

Είναι από αρχαιοτάτων χρόνων γνωστό: Δύσκολη η κατάκτηση, πολύ πιο δύσκολη η διατήρηση. Και τούτο αφορά σε ο,τιδήποτε έχει να […]