Η πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου αναλύει την υποχρεωτική διαμεσολάβηση
Εσπευσμένα, και χωρίς κανένα σοβαρό προηγουμένως διάλογο, το υπουργείο Δικαιοσύνης επιχειρεί την ψήφιση ενός κρίσιμου για την δικαιοσύνη νομοθετήματος.
Η δημόσια διαβούλευση δεν έγινε ποτέ, καθώς το νομοσχέδιο αναρτήθηκε προσχηματικά και για μόνο πέντε (5) ημέρες (σε αντίθεση με τις διατάξεις του ν. 4048/2012) και μάλιστα εν μέσω αργιών πρωτοχρονιάς, ενώ η ψήφιση στη Βουλή προαναγγέλλεται μόλις για τις 12/1, την στιγμή που ως χρόνος έναρξης ισχύος αναφέρεται: «12 μήνες από την κύρωση», χωρίς επομένως να δικαιολογείται το κατεπείγον.
Παρουσιάζεται μάλιστα η υποχρεωτική διαμεσολάβηση ως μνημονιακό προαπαιτούμενο, χωρίς αυτό να προκύπτει από κανένα κείμενο. Αντίθετα, μοναδική μνημονιακή υποχρέωση της Χώρας αποτελεί η παροχή κινήτρων για τη διάδοση της διαμεσολάβησης.Η αγωνιώδης προσπάθεια του Υπουργείου να νομοθετήσει την υποχρεωτικότητα, φανερώνει ότι πίσω από τη μεθόδευση αυτή κρύβονται συμφέροντα, που λίγο πολύ όλοι υποψιαζόμαστε.
Μάλιστα αν ανατρέξει κανείς στο διαδίκτυο, μπορεί να εντοπίσει πολλές ιστοσελίδες, που τις τελευταίες ημέρες διαφημίζουν ιδιωτικά κέντρα διαμεσολάβησης, παράκεντρα δηλαδή απονομής Δικαιοσύνης. Η άποψη λοιπόν που εξέφρασε η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, ότι δηλαδή ιδιωτικοποιείται η Δικαιοσύνη δεν απέχει πολύ από την αλήθεια.
Η ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΤΗΤΑ, δε, της προσφυγής, καθώς και της συμμετοχής στην ιδιωτική διαμεσολάβηση δεν αποτελεί γράμμα κενό περιεχομένου, αλλά συνοδεύεται από απίστευτα εξοντωτικές ΧΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ (από 1.000 έως 5.000 ΕΥΡΩ για όποιον δεν προσέρχεται στην σχετική διαδικασία), που δεν αφήνουν οποιοδήποτε περιθώριο σε κανέναν να την αγνοήσει και να ματαιώσει τη λειτουργία της.
Αντίθετα είναι προφανές, ότι πρόκειται για ένα άνευ προηγουμένου και κραυγαλέα ύποπτο νομοθετικό ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ, που από καιρό τώρα είναι φανερό, ότι μεθοδεύεται, για να ικανοποιήσει τις πιεστικές αξιώσεις και τα καλώς ή … κακώς εννοούμενα συμφέροντα της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών, του Σ.Ε.Β., των Τραπεζών, του Ε.Β.Ε.Α. κλπ., που ήδη από τον Οκτώβριο του 2017, με κάθε τρόπο (διαβήματα, αρθρογραφία στο διαδίκτυο κλπ.) ζητούσαν την υποχρεωτικότητα της διαμεσολάβησης.
Γνωρίζουμε καλά όλοι ότι η υποχρεωτική διαμεσολάβηση ΔΕΝ έχει νομοθετηθεί σε κανένα κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην Ιταλία παρόμοια νομοθέτηση ακυρώθηκε από το Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο, μετά από αντίδραση σύσσωμου του εκεί νομικού κόσμου.
Στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πλην ελαχιστότατων εξαιρέσεων (2-3) η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ είναι προαιρετική και συγκεκριμένα από μια πρόχειρη μελέτη του θέματος προκύπτουν τα ακόλουθα:
ΒΕΛΓΙΟ
Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση αποτελεί προαιρετική επιλογή των μερών και δεν προβλέπεται κύρωση σε περίπτωση αποτυχίας.
ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ
Η διαμεσολάβηση είναι απόλυτα προαιρετική. Μολονότι η διαμεσολάβηση προσφέρει εναλλακτικό τρόπο επίλυσης μιας διαφοράς χωρίς προσφυγή στο δικαστήριο, δεν αποτελεί προϋπόθεση της κίνησης δικαστικής διαδικασίας.
ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Η διαμεσολάβηση επιτρέπεται σε όλους τους τομείς του δικαίου, εφόσον δεν αποκλείεται από τον νόμο, συμπεριλαμβανομένου του οικογενειακού δικαίου, τουεμπορικού δικαίου και του ποινικού δικαίου. Σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ο προεδρεύων δικαστής μπορεί, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και πρόσφορο, να διατάξει τους διαδίκους να παραστούν σε αρχική τρίωρη συνάντηση με διαμεσολαβητή. Στις περιπτώσεις αυτές, η δίκη αναστέλλεται για διάστημα έως τρεις μήνες.
ΔΑΝΙΑ
Στη Δανία μπορεί κανείς να προσφύγει στις υπηρεσίες διαμεσολαβητή σε ιδιωτική βάση. Η διαμεσολάβηση σε ιδιωτική βάση δεν ρυθμίζεται από το νόμο. Το κόστος της βαρύνει τα μέρη. Επίσης, ο νόμος προβλέπει δυνατότητα διαμεσολάβησης σε αστικές υποθέσεις ενώπιον περιφερειακού δικαστηρίου, πολυμελούς πρωτοδικείου ή του δικαστηρίου ναυτικών και εμπορικών υποθέσεων, καθώς και επίλυσης διαφορών σε ποινικές υποθέσεις
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Αντί της προσφυγής στα δικαστήρια, οι διαφορές μπορούν να επιλύονται μέσω διαμεσολάβησης.
ΕΣΘΟΝΙΑ
Γενικά, βάσει του δικαίου της Εσθονίας, η προσφυγή στον συμβιβασμό γίνεται οικειοθελώς.
ΙΡΛΑΝΔΙΑ
Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι εθελοντική.
ΙΣΠΑΝΙΑ
Τα μέρη, με τη βοήθεια των δικηγόρων τους, ενδέχεται να αποφασίσουν να προσφύγουν στις υπηρεσίες διαμεσολαβητή με δική τους πρωτοβουλία και να κοινοποιήσουν την απόφασή τους αυτή στο δικαστήριο, ή ενδέχεται να τους το προτείνει το δικαστήριο εφόσον η υπόθεση είναι δεκτική διαμεσολάβησης.
Σε ποινικές υποθέσεις, συνήθως η πρόταση προσφυγής σε διαμεσολάβηση γίνεται πρώτα στον δράστη και, εφόσον αυτός συναινεί, προτείνεται και στο θύμα.
ΓΑΛΛΙΑ
Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση προϋποθέτει προηγούμενη συμφωνία των μερών.
ΙΤΑΛΙΑ
Η διαμεσολάβηση είναι προαιρετική στην Ιταλία, και μπορεί να προταθεί από τον δικαστή ή να προβλεφθεί σε σύμβαση μεταξύ των μερών.
ΚΥΠΡΟΣ
Υπάρχει η δυνατότητα, εφόσον υπάρχει συναίνεση των εμπλεκομένων, να προσφύγει κάποιος στη διαδικασία της διαμεσολάβησης για να επιλύσει οποιαδήποτε αστική διαφορά, διασυνοριακή ή μη, περιλαμβανομένης εμπορικής διαφοράς.
ΛΕΤΟΝΙΑ
Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι απολύτως εθελοντική.
Η διαμεσολάβηση δεν είναι προαπαιτούμενο για την κίνηση ορισμένων τύπων δικαστικών διαδικασιών ούτε για τη συνέχιση δικαστικών διαδικασιών.
ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ
Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι τελείως προαιρετική. Δεν υπάρχουν ειδικοί κανονισμοί όπως κώδικες δεοντολογίας για διαμεσολαβητές.
ΛΟΥΞΕΜΟΥΡΓΟ
Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι εντελώς προαιρετική.
ΟΥΓΓΑΡΙΑ
Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι εθελοντική
ΜΑΛΤΑ
Η διαμεσολάβηση είναι εθελοντική διαδικασία. Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η διαμεσολάβηση είναι υποχρεωτική σε οικογενειακές υποθέσεις, και ιδίως σε υποθέσεις που αφορούν χωρισμό, επικοινωνία με τα τέκνα, τη φροντίδα και την επιμέλεια των τέκνων και τη διατροφή των τέκνων ή/και των συζύγων.
ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ
Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι καθαρά προαιρετική.
ΑΥΣΤΡΙΑ
Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι προαιρετική.
Για ορισμένες διαφορές μεταξύ γειτόνων, πριν από την υποβολή αγωγής πρέπει υποχρεωτικά να καταβληθεί προσπάθεια για την εξώδικη επίλυση της διαφοράς από όργανο συνδιαλλαγής, είτε με «πραιτορικό συμβιβασμό» ενώπιον δικαστηρίου είτε με προσφυγή σε διαμεσολάβηση.
ΠΟΛΩΝΙΑ
Η διαμεσολάβηση είναι προαιρετικός τρόπος επίλυσης των διαφορών και των συγκρούσεων και διεξάγεται σε εθελοντική βάση.
ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ
Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση πραγματοποιείται σε εντελώς εθελοντική βάση.
ΡΟΥΜΑΝΙΑ
Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι εθελοντική.
ΣΛΟΒΕΝΙΑ
Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι προαιρετική.
ΣΛΟΒΑΚΙΑ
Η διαμεσολάβηση στη Σλοβακία είναι μια άτυπη, εκούσια και εμπιστευτική διαδικασία εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών με τη βοήθεια διαμεσολαβητή.
ΦΙΛΑΝΔΙΑ
Στις αστικές υποθέσεις (διαμεσολάβηση συνδεόμενη με δικαστήριο) για την εκκίνηση της διαδικασίας διαμεσολάβησης απαιτείται η συναίνεση όλων των εμπλεκομένων.
ΣΟΥΗΔΙΑ
Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι απολύτως προαιρετική.
ΑΓΓΛΙΑ ΚΑΙ ΟΥΑΛΙΑ
Η αστική διαμεσολάβηση δεν ρυθμίζεται από τον νόμο ούτε είναι προαπαιτούμενο για τη διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου.
ΚΡΟΑΤΙΑ
Η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Κροατίας, μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης, παρέχει μεγάλη στήριξη (νομοθετική, οικονομική, τεχνική) για την ανάπτυξη και την προώθηση της διαμεσολάβησης, η οποία έχει καταστεί ένας από τους βασικούς πυλώνες της στρατηγικής για τη δικαστική μεταρρύθμιση.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ είναι μεν ένας θεσμός λειτουργικός στις χώρες της Ε.Ε χωρίς όμως το στοιχείο της ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ούτε της τιμωρίας για όποιον αρνηθεί να συμμετάσχει στην συγκεκριμένη διαδικασία όπως προβλέπει το συγκεκριμένο Σ/Ν (ΧΠ 1.000-5.000 ευρώ και επιπλέον 0,2% ή ) 0,1% επί του αντικειμένου της διαφοράς).
Υπενθυμίζουμε ακόμη στο σημείο αυτό, ότι κατά τη συνταγματική μας θεωρία, «το άρθρο 20§1 του Συντάγματος κατοχυρώνει το θεμελιώδες δικονομικό δικαίωμα της προσφυγής στα δικαστήρια και παροχής έννομης προστασίας από αυτά, εκτός από την εκούσια εξαίρεση της διαιτησίας.
Μόνο η παροχή έννομης προστασίας από δικαστήρια εκπληρώνει την εγγύηση του Συντάγματος (βλ π.χ. Τσακιλτζής ΚΑΤΑ Ελλάδας), όχι απλώς η έννομη προστασία που παρέχεται με την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής από κάποια διοικητική επιτροπή.
Δικαστήρια βάσει του Συντάγματος είναι μόνο εκείνα που συγκροτούνται (τουλάχιστον κατά πλειοψηφία) από τακτικούς δικαστές, που απολαύουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας».
Επίσης, το ΕΣΔΑ στην υπόθεση Συγγελίδης ΚΑΤΑ Ελλάδας έχει πει πως :«θα ήταν ασυμβίβαστο με την υπεροχή του δικαίου σε μία δημοκρατική κοινωνία ή με τη θεμελιώδη αρχή που διέπει το άρθρο 6 § 1, εάν ένα Κράτος είχε τη δυνατότητα, ανεπιφυλάκτως και άνευ ελέγχου εκ μέρους του Δικαστηρίου, να αποκλείει της δικαιοδοσίας των δικαστηρίων μία ολόκληρη σειρά προσφυγών αστικής φύσεως ή να παρέχει ασυλίες σε κατηγορίες προσώπων (βλέπε Fayed κατά Ηνωμένου Βασιλείου, 21 Σεπτεμβρίου 1994, § 65, Series A no. 294-Β)».
Αλλά και η 336/1992 Ολομέλεια του ΣτΕ επισημαίνει: «…δεν αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, με το οποίο κατοχυρώνεται το δικαίωμα εκάστου σε παροχή εννόμου προστασίας από τα δικαστήρια, γιατί η συνταγματική αυτή διάταξη δεν εμποδίζει τον κοινό νομοθέτη να θεσπίζει δικονομικές προϋποθέσεις που αφορούν το έγκυρο της ασκήσεως των ενδίκων μέσων και την πρόοδο της δίκης, εφόσον οι προϋποθέσεις αυτές συνάπτονται προς τη λειτουργία των δικαστηρίων και την απονομή της δικαιοσύνης και δεν υπερβαίνουν τα όρια, πέραν των οποίων η θέσπισή τους θα ισοδυναμούσε με κατάλυση, άμεση ή έμμεση, του ανωτέρω ατομικού δικαιώματος».
Τα ερωτήματα λοιπόν τίθενται αμείλικτα.
Ποιος πραγματικά έχει ασχοληθεί με τα σοβαρά και υπαρκτά προβλήματα της Δικαιοσύνης; Σίγουρα όχι το αρμόδιο καθ’ ύλην Υπουργείο.
Τα χρόνια και ανεπίλυτα προβλήματα της λειτουργίας της ελληνικής Δικαιοσύνης, που αφορούν την ταχύτητα και την ποιότητα της απονομής της, οφείλονται σε αίτια με συγκεκριμένο ονοματεπώνυμο: Ανεπαρκής στελέχωση και υλικοτεχνική υποδομή – Πλημμελής έως συμβολική Επιθεώρηση των Δικαστηρίων.
Ειδικά για την στελέχωση (Δικαστές – Εισαγγελείς – Γραμματείς) και την υλικοτεχνική υποδομή (κτίρια, αίθουσες, γραφεία, ηλεκτρονική αρχειοθέτηση –μηχανοργάνωση κλπ.), είναι φανερό, ότι απαιτούνται επενδύσεις, χρήματα, δηλαδή και δυσβάστακτες δαπάνες.
Εκεί, λοιπόν, που η Πολιτεία χρειάζεται να πληρώσει, προτιμά την εντελώς ανέξοδη και ανώδυνη λύση: Αλλάζει συνεχώς και τροποποιεί τους βασικούς Κώδικες, τιτλοφορώντας τις σχετικές νομοθετικές της παρεμβάσεις, ως …«μέτρα επιτάχυνσης της απονομής της Δικαιοσύνης».
(Για την «ποιότητα» της απονεμόμενης Δικαιοσύνης έχει πάψει, πλέον, εδώ και χρόνια, να γίνεται λόγος, γιατί, προφανώς, θεωρείται … περιττή πολυτέλεια).
Πόσοι γνωρίζουν ότι τα χρήματα του ΤΑΧΔΙΚ, το οποίο οι πολίτες και δικηγόροι τροφοδοτούμε καθημερινά στα Δικαστήρια, δεν κατευθύνονται για την ανέγερση και συντήρηση δικαστικών μεγάρων; Δεν πηγαίνουν σε έργα υποδομής, αλλά τοποθετούνται στο κοινό ταμείο του Κράτους για να φαίνεται ότι έχουμε πλεονάσματα; Οι δικαστικές υπηρεσίες είναι οι μόνες στο ελληνικό δημόσιο, στις οποίες τα πιστοποιητικά και δημόσια έγγραφα πληρώνονται αδρά.
Κι όμως, αντί το Υπουργείο να στραφεί στην ποιότητα απονομής της δικαιοσύνης, στη δημιουργία σύγχρονων υποδομών που θα διευκολύνουν τους διαδίκους και τους παράγοντες της Δικαιοσύνης, αντί να αλλάξει τον τρόπο εισαγωγής στη Σχολή Δικαστών, αντί να εντοπίσει τις παθογένειες του συστήματος, το εγκαταλείπει στην φθορά και στην αδράνεια και προσπαθεί να αποφύγει τις τεράστιες ευθύνες του δια της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης.
Ο Σύλλογός μας δεν εναντιώνεται στο θεσμό της διαμεσολάβησης. Αντίθετα τον υποστηρίζουμε ποικιλοτρόπως στη βάση που η διαμεσολάβηση προωθείται με την εκούσια βούληση των μερών. Η διαμεσολάβηση αυτή όμως, έτσι όπως θεσμοθετείται, δεν είναι οικειοθελής. Είναι υποχρεωτική. Συνεπώς, αυτό που θεσμοθετείται δεν είναι διαμεσολάβηση. Αντίθετα αποτελεί αδικαιολόγητο και παράνομο, συμφώνα με όσα προελέχθησαν, διαδικαστικό προαπαιτούμενο του παραδεκτού του ενδίκου βοηθήματος.
Το νομοσχέδιο που έχουμε μπροστά μας είναι αποτέλεσμα πιέσεων πολλών παραγόντων, οι οποίες έχουν κοινή συνισταμένη την υποβάθμιση του ρόλου των Δικαστών και των Δικηγόρων και τη δημιουργία μιας Δικαιοσύνης για αυτούς που μπορούν να πληρώσουν, για τους λίγους δηλαδή.
Το καθήκον μας, αυτό της υπεράσπισης των ατομικών ελευθεριών και των κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών, μας υποχρεώνει να αντισταθούμε. Τόσο γιατί με το νομοσχέδιο αυτό φαλκιδεύονται δικαιώματα των συμπολιτών μας, όσο και γιατί επιχειρείται για ακόμη μια φορά η υποβάθμιση του ρόλου μας ως συλλειτουργών της Δικαιοσύνης.