Αρθρογραφία

Η παρακμή του βασιλικού θεσμού στην Ελλάδα

Γράφει ο Πολύδωρος Καβακιώτης

Μετά το Ιουλιανό πραξικόπημα του 1965 (ανατροπή της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου) αμφισβητήθηκαν τόσο η αναγκαιότητα του θεσμού όσο και οι υπηρεσίες που η βασιλεία προσέφερε στη χώρα μας.
Στη συνέχεια που ακολουθεί, μέσα από ιστορικά ντοκουμέντα που επιλέξαμε, προβάλλονται γνώμες προσώπων αμερόληπτων για την ιδεολογική τους τοποθέτηση και την κοινωνική τους συνείδηση.
Αρχίζουμε την περιήγησή μας με δύο άρθρα του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, με τίτλο: «Διατί πρέπει να μείνει η Δημοκρατία», που έγραψε το 1935, όταν είχε ανακινηθεί θέμα επαναφοράς της βασιλείας, ως καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετέπειτα αρχηγός της Ε.Ρ.Ε.1
Παραθέτουμε το 1ο άρθρο του, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ», της 14/07/1935.
«Όταν οι λαοί στερούνται ιδεωδών, καταφεύγουν εις τα είδωλα!… Εάν ή Εθνική Ενότης λαού τινος ή μάλλον η περί αυτής συνείδησις εχη ανάγκην ενός ψεύδους δια να συντηρηθή, είναι απλούστατα περιττή η ύπαρξίς της. Δεν έχει ιστορικόν λόγον υπάρξεως η Εθνική εκείνη Ενότης η οποία εξαγοράζεται με αναξιοπρέπειαν και δουλοφροσύνην. Διότι είναι βαρύτατα αναξιοπρεπές το να ομολογή ένας λαός ενώπιον του κόσμου ολοκλήρου, ότι δεν επαρκούν αι ίδιαι αυτού δυνάμεις διά να συντηρηθή εθνικώς και ότι έχει ανάγκην ενός «λοφίου», ενός σταυλάρχου και μερικών κυριών της τιμής (με άλλας λέξεις: μερικών θαλαμηπό¬λων), διά να αντλήση από το άκουσμα των υπόπτων ανακτορικών ψιθύρων και σκανδάλων, τον λόγον της ιστορικής του υπάρξεως. Είναι βαρυτάτης δουλοφροσύνης σύμπτωμα το να διακηρύσση ένας λαός ότι, δια να σταθή εις την ε¬θνικήν του προσπάθειαν όρθιος, έχει ανάγκην να υποκλί¬νεται και να κάμπτεται ενώπιον και του τελευταίου ακόμη ιπποκόμου ενός τυχαίου βασιλέως (…).
»Η Εθνική μας Ενότης δεν χρειάζεται Βασιλέα. Ο Βα¬σιλεύς όχι μόνον δεν πρόκειται να προσθέση τίποτε εις την ύπαρξίν μας, αλλά πρόκειται αντιθέτως να την μειώση αισθητώς (…).
»Ο τρόπος καθ’ ον εγκαθιδρύθη εις τον τόπον μας (…) τόσον η πρώτη όσον και η δευτέρα δυναστεία υπήρξε τρόπος αρμόζων εις λαούς εστερημένους ιστορικής πρωτο¬βουλίας. Όπως διεπραγματευόμεθα τα δάνεια, διεπραγματευόμεθα — πολλάκις μάλιστα και εν συνδυασμώ με τα δάνεια — τους βασιλείς. Εδέχθημεν κολάφους εκ μέρους ασήμων τινων πριγκήπων, οι οποίοι δεν κατεδέχθησαν να γίνουν βασιλείς των Ελλήνων. Και εκείνοι οι οποίοι κατεδέχθησαν, έφερον μαζί των σωματοφύλακας και ξένους μυστικοσυμβούλους, μας εξηνάγκασαν εις εξευτελιστικάς πράξεις, των οποίων ο αντίκτυπος επί της ψυχικής μας ακεραιότητος υπήρξε βαρύτατος (…).
»Η ιστορία εκδικείται και ο αντίκτυπος μιας τοιαύτης αποφάσεώς μας ( : της Παλινορθώσεως) θα είναι βαρύ¬τατος, θα κλονίση ανεπανορθώτως την εθνικήν μας αξιο¬πρέπειαν και οντότητα (…). Αλλοίμονο εάν (ο ελληνικός λαός ανακτήση την εμπιστοσύνην προς τον εαυτόν του) μέ¬σω ψευδών ειδώλων και πιστεύση, ότι οφείλει εις αυτά την σωτηρίαν του. Αυτό θα σημαίνη, εάν συμβή (…), μα¬ρασμόν, μείωσιν της πρωτοβουλίας και ιστορικότητός του, μετάστασιν της ψυχής του εις τα λιμνάζοντα ύδατα της μοιρολατρείας.
»Ο αιών τον οποίον διερχόμεθα, αιών μεγάλων ιστο¬ρικών αποφάσεων, έχει ανάγκην λαών αγρύπνων και εχόντων πεποίθησιν εις τας ιδίας αυτών δυνάμεις (…). Η επάνοδος της βασιλείας, όχι μόνον δεν είναι εις θέσιν να αποκαταστήση την Εθνικήν Ενότητα, αλλά (…) θα αναστείλη ακόμη περισσότερον την πραγματοποίησιν του αι¬τήματος, όπως εργασθώμεν κάποτε όλοι οι Έλληνες μαζί διά την Ελλάδα! Πρέπει επί τέλους να το αντιληφθώμεν: Η Ελλάς δεν θα μας περιμένη επ’ άπειρον! Έχει και η υπομονή της Ιστορίας τα όριά της!…»{Μάριου Πλωρίτη,όπ.π.,σσ.31-32}.
Στο 2ο άρθρο του ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ανατρέποντας το επιχείρημα ότι η βασιλεία θα εξασφαλίσει την πολιτική ομαλότητα, έγραφε στις 15/07/1935,(στην ίδια εφημερίδα εφημερίδα).
«…Εάν θέλουν ( : οι χρησιμοποιούντες αυτό το επιχεί¬ρημα) τον βασιλέα τυπικόν απλώς ρυθμιστήν του πολιτεύματος, εάν θέλουν δηλαδή βασιλευομένην απλώς κοινοβου¬λευτικήν δημοκρατίαν (…), δεν εννοώ ποίαν επίδρασιν θα έχη ο τοιούτος βασιλεύς εις την πολιτικήν ζωήν (…). Ουδεμία διαφορά θα υπάρχη μεταξύ αυτού και του προέδρου της Δημοκρατίας. Και εάν υπάρχη διαφορά, αύτη είναι α¬σφαλώς υπέρ του προέδρου της Δημοκρατίας. Ο τελευ¬ταίος ούτος, μη διακυβεύων θρόνους και δικαιώματα υιών και εγγονών, υπάρχει η ελπίς, εάν τύχη να είναι άξιος της θέσεώς του, να μη επιτρέψη την εν ονόματί του πραγματοποίησιν αυθαιρεσιών. Ο βασιλεύς θα πράξη τούτο δυσκολώτερον. Όχι μόνον αυθαιρεσίας αλλά και εγκλήμα¬τα θα ανεχθή χάριν του θρόνου και της δυναστείας του(…).
»Είναι από πάσης απόψεως αστήρικτον το να ισχυρίζε¬ται κανείς ότι, ο υπό βασιλευομένην κοινοβουλευτικήν δη¬μοκρατίαν τυπικώς τα καθήκοντά του εκτελών ανώτατος άρχων, είναι δυνατόν να αποτρέψη τας πολιτικάς ανωμαλίας (…). Δια να αποτρέψη ο βασιλεύς ανωμαλίας πρέ¬πει — καθ’ υπέρβασιν των συνταγματικώς ή κατά πολι¬τικόν έθιμον τεθειμένων δικαιωμάτων του — να αναμιχθή ο ίδιος εις την πολιτικήν. Τότε, όμως, ζητών να αποτρέψη ανωμαλίας, γίνεται ο ίδιος πρόξενος μεγαλυτέρων ανωμαλιών. Διότι, εις τήν περίπτωσιν αυτήν, πρέπει να πέση και αυτός, προκαλουμένου τοιουτοτρόπως τεραστίου κλονισμού (…).
»Συμπέρασμα: Εάν μεν (…) τηρήση ο βασιλεύς στάσιν τυπικήν και παθητικήν, δεν αποτρέπει καμμίαν ανωμαλίαν. Εάν, αντιθέτως, καθ’ υπέρβασιν της υπό του εθίμου ενδεδειγμένης παθητικής στάσεώς του αναμιχθή ενεργώς εις την αποτροπήν ανωμαλίας, δυνατόν να γίνη πρόξενος ακόμη μεγαλυτέρων ανωμαλιών…
»Και αν ακόμη υποτεθή ότι πρέπει κάποιος να συγκεν¬τρώση ως άτομον ισχυράν εις χείρας του εξουσίαν, αυτός ο «κάποιος» δεν πρέπει επ’ ουδενί λόγω να είναι βασιλεύς! Διατί θα αναγνωρίσωμεν την ικανότητα αυτήν εις ένα πρόσωπον τυχαίον, του οποίου η οντότης οφείλεται εις κληρονομικώς μεταβιβασθέντας τίτλους; (…)
Δεν μας σώζει ο βασιλεύς, ούτε και αν προσκολληθώμεν εις το στενώτερον περιβάλλον του. Εις μάτην θα αναζητήσωμεν να αντανακλάση και επάνω μας η αίγλη του. Πώς να αντανακλάση αίγλη ανύπαρκτος; Η εποχή των «βασιλιάδων» έλειψεν, όπως φωνάζει ο μεγαλύτερος λυ¬ρικός ποιητής της εποχής μας, διά παντός! Ας παύση, λοιπόν, ο λαός μας να απλώνη τα χέρια του εις το κενόν. Ας παύση, διότι υπάρχει κίνδυνος να πέση και να συν¬τριβή!»{Μάριου Πλωρίτη,όπ.π.,σσ.32-34}.
1)Μάριου Πλωρίτη, Δυναστείες και Δυνάστες, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1974, σσ.30-34

Συνεχίζουμε την περιήγησή μας με τις απόψεις του ετέρου πανεπιστημιακού διδασκάλου, ακαδημαϊκού, πολιτικού και μετέπειτα προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κωνσταντίνου Τσάτσου, που έγραψε την ίδια εποχή στην εφημερίδα «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ» (28-30/07/1935):
«Εις τον αγώνα υπέρ της Δημοκρατίας πρώτοι, σεις, οι νέοι! Χαρά και τιμή δι’ υμάς, χαρά και τιμή δι’ όσους συνέβαλον ίσως κατά τι εις την ηθικήν καί πολιτικήν αρτίωσιν της ψυχής σας! (…) Θα oμορφήνετε την Δημο¬κρατίαν με την ωραιότητα του αγώνος σας (…).
»Ο Έλλην (δεν θαμβώνεται) από χρυσοποικίλτους στολάς αυλικών και λακέδων, από την ψευδή λαμπηδόνα πριγκηπικών εμφανίσεων, συνοδευομένων από καταδεκτικά μειδιάματα προς το χαίνον πλήθος. Ο λαός μας έχει πολλά βεβαίως ελαττώματα, αλλά ποτέ δεν είχε την μικροψυχίαν αυτήν(…). Ουδέποτε εθαμβώθησαν (οι Έλληνες) από τον διάκοσμον των θυρεών, ουδέποτε ελιποψύχησαν προ της αυλικής ευτελείας (…).
»Η Δημοκρατία, διά την οποίαν αγωνίζεσθε, δεν εί¬ναι μορφή πολιτεύματος, είναι ιδέα, δεν είναι τύπος, άλλ’ είναι ουσία (…). Η Δημοκρατία είναι πρωτίστως η ηθική προϋπόθεσις της πολιτικής μας ζωής. Είναι η αρχή, ότι ούτε η εύνοια της τύχης, ούτε η εύνοια των υπό της τύχης ευνοηθέντων δύναται να θέση τινα επί κεφαλής του λαού. Είναι η αρχή, ότι ηγείται των λαών η αριστοκρατία του πνεύματος και όχι η αριστοκρατία του αίματος. Είναι, τέλος, η αρχή της ανθρωπίνης αξιοπρεπείας, η οποία δεν ανέχεται το πλά¬σμα μιας ανυπάρκτου υπεροχής· αλλά θέλει τα άτομα και τους λαούς αυτονόμους, μόνους υπευθύνους διά τας μεγάλας των επιτυχίας και διά τα μεγάλα των σφάλματα (…).
»Και αν ακόμη (επανέλθη η Βασιλεία) και καταδικασθήτε να ακούετε ασκεπείς βασιλικά θούρια, μη κλονισθήτε ούτε επί στιγμήν: η Δημοκρατία δεν θα έχη αποθάνει, εφ’ όσον θα ζη μέσα εις την ψυχήν σας. Θα υπομείνετε, τότε (…), ενιαίοι και ωργανωμένοι, έως ότου κατ’ αναπότρεπτον ανάγκην έλθη η ώρα της ανατροπής (…). Προς τούτο, πρέπει να είσθε επί κεφαλής του αγώνος, διότι η Δημοκρατία πρέπει την σωτηρίαν της (…) να την οφείλη εις το άνθος της ελληνικής νεότητος (…). Η Δημοκρατία του μέλλοντος θα είναι η Δημοκρατία των νέων».1
Η εφημερίδα «Εστία» στο φύλλο της 26/07/1935 έγραφε σχετικώς:
«…Πρέπει να τονισθή ότι η υπό τας δημιουργηθείσας συνθήκας παλινόρθωσις της βασιλείας θα αχρηστεύση και θα καταστρέψη τας πολυτιμοτέρας και περισσοτέρας ηθικάς δυνάμεις της χώρας…».2
Και αργότερα (μετά το δήθεν δημοψήφισμα) υποδείκνυε τους παρακάτω κανόνες καλής συμπεριφοράς στον Ανώτατο Άρχοντα (Εστία 27/11/1935).
«…Εάν ήμην Βασιλεύς θα εφρόντιζα να περιορίσω την Αυλήν μου μέχρι του σημείου ώστε να μη παρέχη έδαφος εις σχόλια (…) Θα εμείωνα την επιχορήγησίν μου εις το κατώτατον δυνατόν όριον, θα περιώριζα το προσωπικόν της Αυλής εις ελάχιστα πρόσωπα, σοβαρά και μη κινούντα τον γέλωτα ή την αντιπάθειαν, θα απέκλεια τας κυρίας που γίνονται πάντοτε αφορμαί μωροεπιδείξεων ή σκανδάλων, και θα έγραφα και εις τους συγγενείς μου ακόμη να έρχωνται όσον το δυνατόν σπανιώτερα εις την Ελλάδα — προς καλόν εμού, αυτών και της πατρίδος μας.
»Εάν ήμην Βασιλεύς (…) θα έπρεπε να προφυλάττωμαι από τους ανθρώπους οι οποίοι ημπορούν να με εξαπατήσουν και να με παρασύρουν εις οιονδήποτε σφάλμα, είτε αγαθή είτε κακή τη πίστει. Δια κάθε άνθρωπον που θα εζήτει να με ιδή, θα εσκεπτόμην κατ’ αρχήν ότι κάποιο συμφέρον πρέπει να έχη (…)
»Εάν ήμην Βασιλεύς (…) θα συνεμορφούμην προς τα δημοκρατικά αισθήματα του τόπου και θα έδιδα πρώτος το σχετικόν παράδειγμα (…) Οι δημοκρατικοί Έλληνες θέλουν και τον Βασιλέα και την οικογένειά του υπεράνω της λεγομένης «κοινωνίας» — και ιδίως εκείνης που απο¬τελεί την δήθεν αριστοκρατίαν ή πλουτοκρατίαν…»3
Στην εφημερίδα «Καθημερινή» της 6/7/1935 ο κορυφαίος συντηρητικός δημοσιογράφος Γ.Α. Βλάχος έγραφε:
«…Μεταξύ τής Δημοκρατίας και της Συνταγματικής Βασιλείας υπάρχει τις σπουδαία, ουσιαστική διαφορά; (…) Υπάρχει η διαφορά του ότι από μεν τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας ημπορεί το Κράτος άνευ τινός διαταραχής να απαλλαγή, έστω και αν πταίη η κατάστασις και όχι ο Πρόεδρος, ενώ διά να απαλλαγή από τον Βασιλέα χρειά¬ζεται Επανάστασις. Ως εκ του λόγου αυτού, δημιουργείται μεταξύ Δημοκρατίας και Συνταγματικής Βασιλείας μία σημαντική διαφορά: Η μεν Δημοκρατία ημπορεί να τοποθετηθή οπουδήποτε· επί πετρών, επί ανωμάλου εδάφους, εις έκτασιν της οποίας το υπέδαφος κλονίζουν θυμοί μετα¬σεισμικοί. Διότι είναι ευλύγιστος, κινητή, διότι δεν καρφώνεται εις την γην, διότι έχει τα μέσα να μένη και συγ¬χρόνως να απέρχεται. Μένει αυτή και φεύγει ο Πρόεδρός της. Ενώ η Συνταγματική Βασιλεία έχει ανάγκην κλίνης καλώς τοποθετημένης και καλώς εστρωμένης διά να αναπαυθή (…).
»Εδώ λοιπόν, διά την Βασιλείαν ούτε κλίνη εστρωμένη, ούτε τάπητες, ούτε ρόδα υπάρχουν. Δεν υπάρχει καν ουδ’ έδαφος μετασεισμικόν, ουδέ γη ανώμαλος και πετρώδης. Υπάρχει ηφαίστειον (…). Λέγουν λοιπόν: «Θα έλθη η Συνταγματική Βασιλεία και θα τακτοποιήση και θα διορθώση τα πάντα». Αλλά πώς;… Ημπορεί να πωματισθή ο κρατήρ ενός ηφαιστείου με ένα εστεμμένον φελλόν; Διό¬τι φελλός, ευγενέστατος, ήρεμος, αγαθός, είναι η Συντα¬γματική Βασιλεία.. Αλλά τίποτε άλλο (…).
»Αι Βασιλείαι δεν ζουν εις κρατήρας. Ίσως όμως εκεί, εις του ηφαιστείου τας παρυφάς, φιλόδοξοι και επιτήδειοι άνθρωποι, κύπτοντες πού και πού προς το βάθος, και με τα ξίφη των ανακινούντες την λάβαν, ανακαλύπτουν και τρίτην λύσιν: «Διατί Συνταγματική Βασιλεία; Ας μείνη Βασιλεία απλώς, και τότε δεν θα εχη ανάγκην Βουλών και Κοινοβουλίων και δεν θα εχη ανάγκην στηρίγματος. Λοιπόν, ας μετακινηθώμεν εγκαίρως»…4
Αυτά έγραφαν τότε οι κορυφαίοι της εθνικοφροσύνης.Αφήνω στον αναγνώστη να διερωτηθεί γιατί {να} έχει ο καιρός γυρίσματα και η πολιτική λυγίσματα(=τσακίσματα);
1) Μάριου Πλωρίτη, Δυναστείες και Δυνάστες, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1974, σσ.34-35.
2) Όπ.π., σ.35.
3) Όπ.π., σ.36.
4) Όπ.π., σσ.36-37.

Η μοναρχία του Όθωνα
Η άφιξη του Όθωνα στην Ελλάδα και η επανάσταση στου Γουδή συνιστούν σταθμό για την πορεία του Ελληνικού κράτους. Η περίοδος από το 1833 έως το 1909 προσδιορίζεται από πολλές δυσχέρειες για το νεοσύστατο Ελληνικό κράτος. Κατά την περίοδο αυτή, έγινε η Ένωση της Επτανήσου, της Θεσσαλίας και μέρους της Ηπείρου με την Ελλάδα, αλλά και παρά την εναντίωση του Όθωνα και του Γεωργίου Α΄ ενδυναμώνονται οι δημοκρατικοί θεσμοί. Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και το Σύνταγμα του 1844 είναι το πρώτο θετικό βήμα. Το Σύνταγμα του 1864 είναι το δεύτερο βήμα. Το ανορθωτικό έργο του Τρικούπη είναι το τρίτο και η επανάσταση στου Γουδή η αποκορύφωση. Η επανάσταση του 1909, ήταν απότοκη των φιλελεύθερων στοιχείων του Ελληνικού κράτους, που είχαν αρχίσει τις προσπάθειες από το 1833.1
Στις 7 Μαΐου του 1832, η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία υπέγραψαν Σύμφωνο, με τη συνέργεια του κράτους της Βαυαρίας. Το σύμφωνο εξασφάλιζε την «ανεξαρτησία» της Ελλάδος και διόριζε τον Όθωνα Βίττελσμπαχ, μονάρχη στο καινούριο κρατίδιο. Έτσι άρχιζε για την Ελλάδα μία νέα περίοδος καθυπόταξης, τυπικά συγκαλυμμένης, στην πραγματικότητα όμως απροφάσιστης – η περίοδος της Βαυαροκρατίας (1833-1862). Οι Βαυαροί ανέλαβαν να συγκροτήσουν κράτος, να οδηγήσουν τους Έλληνες στις ευρωπαϊκές προδιαγραφές εθνικού και κοινωνικού βίου. Το νεοσύστατο κράτος είναι απόρροια της εξουσιαστικής παρέμβασης των Βαυαρών, με ανάγλυφη τη σφραγίδα της βαυαρικής καταγωγής του σε κάθε έκφανση θεσμικής οργάνωσης του δημόσιου βίου.2
Το γεγονός ότι οι Έλληνες δεν πήραν μέρος στην υπογραφή της συνθήκης του Μαΐου του 1832, ανάμεσα στη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Ρωσία και τη Βαυαρία, συνιστούσε συναπάντημα (=συμβεβηκός) της εξαρτημένης φύσης του νέου κρατιδίου. Η συνθήκη αυτή καθόριζε τις προϋποθέσεις με τις οποίες ο βασιλιάς Όθων θα αποδεχόταν τον θρόνο και έβαζε την Ελλάδα υπό την εγγύηση των προστάτιδων δυνάμεων.
Τον Δεκέμβριο του 1833 ο Καθολικός Όθων αρχίζει το ταξίδι του για την Ελλάδα με προσκύνημα στο Βατικανό για να πάρει την ευλογία του Πάπα. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι επρόκειτο για απαίτηση του ίδιου του επικεφαλής της καθολικής Εκκλησίας, που όμως ήταν ασέλγεια για την Ανατολική Εκκλησία και τους Έλληνες ορθοδόξους. Ο Πάπας δέχεται τον Όθωνα Βίττελσμπαχ στις 20 Δεκεμβρίου του 1833 και του ζητά να «λάβει υπό την προστασία του τους Καθολικούς» της Ελλάδος.
Τον Όθωνα συνόδευαν 3 αντιβασιλείς, οι οποίοι θα ασκούσαν την εξουσία έως την ενηλικίωσή του. Πρόεδρος της αντιβασιλείας ορίστηκε ο κόμης Josepf von Armannsperg, πρώην υπουργός των Οικονομικών και Εξωτερικών της Βαυαρίας. Μέλη, ο στρατηγός Karl von Heidek, που θα είχε την ευθύνη των στρατιωτικών και ναυτικών υποθέσεων και ο καθηγητής της νομικής σχολής του Πανεπιστημίου του Gottingen, Georg Ludig von Maurer, με ευθύνη για τα θέματα της δικαιοσύνης, της παιδείας και της εκκλησίας.3
Όσον αφορά το θρήσκευμα, ο Άρμανσπεργ ήταν ρωμαιοκαθολικός, αλλά και ελευθεροτέκτων. Ο Έϋδεκ (Heidek) προτεστάντης. Και ο Μάουερ, επίσης προτεστάντης, γυιός πάστορα. Γραμματέας της αντιβασιλείας ορίστηκε ο διπλωμάτης Karl von Abel, ρωμαιοκαθολικός.
Το καθεστώς που επέβαλαν οι Βαυαροί στην Ελλάδα ήταν αδιαμφισβήτητη-«ελέω Θεού»-μοναρχία, δίχως Σύνταγμα το οποίο να διασφαλίζει έστω και θεμελιώδη πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα. Την εξουσία εξασκούσαν, στο όνομα του μονάρχη, αποκλειστικά οι αντιβασιλείς. Σχημάτισαν μια τυπική κυβέρνηση από Έλληνες πολιτικούς του αγγλικού και γαλλικού κόμματος, αλλά με αρμοδιότητες καθαρά εκτελεστικές. Όσοι Έλληνες είχαν οποιασδήποτε σχέση με το ρωσικό κόμμα ή με την άσκηση εξουσίας από τον Καποδίστρια αποκλείστηκαν από κάθε δημόσια θέση.4
Ποιός αγνοεί ότι οι «ελέω Θεού μονάρχες», δικτάτορες και πάσης φύσεως καταπιεστές και εξουσιομανείς, εργαλειοποίησαν κατά κόρον το αποστολικό κήρυγμα του Παύλου (Ρωμ. 13:1-3), για να εκμηδενίσουν, κάθε αντίσταση σαν ιεροσυλία και σαν «θανάσιμο αμάρτημα».5
1) Νικόδημος Η.Π., Περίληψη Ιστορίας Νεότερη και Σύγχρονη, Τεύχος Β΄, εκδόσεις «ΖΕΥΣ», Αθήνα χ.χ. σσ.106,128-129.
2) Γιανναράς Χρ., Ορθοδοξία και Δύση στη Νεότερη Ελλάδα, εκδόσεις Δόμος, Γ΄ επανέκδοση, Αθήνα 1999, σ.251.
3) Καραγιάννης Γ., Εκκλησία και Κράτος, (1833-1997), εκδόσεις «Το ποντίκι», Αθήνα 1997, σσ.10-11.
4) Γιανναράς Χρ., Ορθοδοξία και Δύση στη Νεότερη Ελλάδα, ό.π., σσ.252-253.
5) Πλωρίτης Μ., Επιφυλλίδες (1989-2004), Β΄ Τόμος, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, σ.489.

Ο Όθων και τα «μπαγεννέτα»

Η έλευση του Όθωνα στην Ελλάδα αλλάζει ριζικά τα εμβληματικά στοιχεία της πολιτικής νομιμοποίησης. Αρχικώς κρίνεται ως «σωτήρας», όπως προκύπτει από τον τρόπο της υποδοχής του από τον λαό. Η αντιμετώπιση αυτή είναι μια συνεχής επανεμφάνιση του ίδιου σκηνικού. Ο νέος εκφραστής της πολιτικής εξουσίας εκλαμβάνεται ως «λυτρωτής» από την προηγούμενη περίπλοκη κατάσταση. Με τον ίδιο τρόπο μεταχειρίστηκαν προηγουμένως τον Καποδίστρια. Παρεμφερής ήταν η αποδοχή της ανάληψης της βασιλείας από τον Όθωνα, σε αντικατάσταση της αντιβασιλείας. Ανάλογη ήταν αργότερα η αντιμετώπιση του Γεωργίου του Α΄. Ο επίλογος μετά από τη συνειδητοποίηση της άσκησης της εξουσίας είναι να επιζητείται νέος «λυτρωτής». Βέβαια, η συνειδητοποίηση των προβλημάτων και η διαμόρφωση κοινωνικής συνείδησης είναι εκείνες που εξωθούν στη βαθμιαία μεταβολή των πραγμάτων. Οπωσδήποτε η πολιτική εξουσία επιδιώκει να προσαρμόσει τα παράλογα στοιχεία της στη νέα κοινωνική κατάσταση, αναζητώντας να παραμείνει ο ρυθμιστής της πραγματικότητας εκ των άνω.1
Σε σχέση με τα αμέσως ανωτέρω, χρήσιμο είναι ν’ ακούσουμε έναν σύγχρονο του Όθωνα, τον υπέροχο Μακρυγιάννη, αγωνιστή της επανάστασης του 1821, που σαν έφθασε ο Όθων στο Ναύπλιο, έγραφε:
«Σήμερα ξαναγεννιέται η πατρίδα κι αναστένεται, οπού ήταν τόσον καιρό χαμένη και σβησμένη. Σήμερα αναστένονται οι αγωνισταί, πολιτικοί, θρησκευτικοί και στρατιωτικοί, ότι ήρθε ο Βασιλέας μας, οπού αποχτήσαμεν με την δύναμη του Θεού. Δόξα νάχη το πανάγαθό σου όνομα, Κύριε, παντοδύναμε, πολυέλαιγε, πολυέσπλαχνε!».
(ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, εκδόσεις «ΩΡΟΡΑ», Αθήνα χ.χ. σ.266). Πρβλ. Πλωρίτη Μ., Δυναστείες και Δυνάστες, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1974, σ.38.
Μετά από λίγες μέρες, ο προτεστάντης Αντιβασιλεύς Έϋδεκ έδωσε την εξής απάντηση στον Μακρυγιάννη:
«Ό,τι σας λένε αυτό θα κάμετε και γνώμες δεν μπορείτε να δώσετε, ότι η Μπαυαρία έχει τριάντα χιλιάδες μπαγεννέτα (=ξιφολόγχες) και φέρνει εδώ και σας υποτάζει»…..
Ο Μακρυγιάννης τότε του ανταπάντησε:
«Δυστυχία μας των καϊμένων! Κακά και ψυχρά θα πάμε. Εγώ σου μίλησα αλλοιώς κι εσύ μου απαντείς διαφορετικά με «μπαγεννέτα». Σας λέγω ως φίλος να πασκίσετε και τον Βασιλέα κ’ εσάς ν’ αγαπούμεν κι όχι να σας φοβώμαστε. Ότι τον κιοτή χίλιες φορές να τον εύρης κιοτή και να τον χτυπάς, πάγει καλά˙ μιά να σε χτυπήση, δεν σε φοβάται πλέον. Κι’ αυτείνη η πατρίδα δεν λευτερώθη με παραμύθια, λευτερώθη μ’ αίματα και θυσίες˙ κι’ από αυτά έγινε βασίλειον – κι όχι να βραβεύωνται ολοένα οι κόλακες, κ’ οι αγωνισταί ν’ αδικιώνται. Ότι όταν σκοτώνονταν οι αγωνισταί, αυτείνοι κοιμώνταν. Κι’ όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας…».
(ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, όπ.π., σ269. Πρβλ. Πλωρίτη Μ., όπ.π., σ.39).
Δέκα χρόνια μετά ο Μακρυγιάννης γράφει με βαθειά πίκρα:
«…Τι του έκαμεν της Μεγαλειότης του αυτό το έθνος; Τι κακό είδε απ’ αυτό το δυστυχισμένο; ’Σοδήματα μόλις πιάνει δέκα έντεκα ’κατομμύρια, ότι τ’ άλλα τα κλέβουν εκείνοι οπού τους μπιστεύεται και βάνει και το κυβερνούν. Παίρνει η Μεγαλειότης του ένα ’κατομμύριον, κι’ όλα τ’ άλλα τάχει εις το χέρι του κι’ όπου θέλει κι’ όποιον θέλει του δίνει και τον αναστήνει, ή έχει δικαίωμα ή όχι. Του είπε κανένας τίποτα; Μίλησε κανένας των συμπολιτών του των Μπαυαρέζων, οπού μας γύμνωσαν, κι’ όταν φεύγαν μ’ όλη την ευγένειαν τους μπαρκαρίσαμεν χωρίς να θυμηθούμεν τι μας έκαμαν τόσον καιρόν οπού μας κυβερνούσαν ως είλωτες – το ίδιον κι όσους μπιστεύεται η Μεγαλειότης του εις την κυβέρνησή του και εις τ’ άλλα της πατρίδος; Πικράθη δια το άρθρο της θρησκείας; Της Μεγαλειότης του δεν της έβαλε θέλησιν το Έθνος, του είπε να μείνει εις την θρησκείαν του…».
(ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, όπ.π., σσ.380-381. Πρβλ. Πλωρίτη Μ., όπ.π., σ.39).
Και συμπληρώνει (ο Μακρυγιάννης) με λόγια πικρόχολα, χλευαστικά:
«…Η πατρίδα πλέον στερεώθη, αφού έγινε πρωτοϋπουργός ο Μαυροκορδάτος. Και τώρα με την μεγάλη συντρομή των πρέσβεων και του Βασιλέως όποιος δεν πηγαίνει με την θέληση αυτεινού και της συντροφιάς του πρέπει να τον κατατρέξουν. Αφού όλες αυτές τις συντροφιές τις δοκίμασα, δεν μ’ άρεσε κι’ αυτείνη˙ ότ’ ίσως και είναι καλή κ’ εγώ κακός. Πάσκισαν να με γυρίσουνε, δεν θέλησα. Ότι εκείνα οπού ορκίστηκα και κιντύνεψα δι’ αυτά, τώρα βλέπω ότι νεκρώνουν….».
(ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, όπ.π., σσ.382-383. Πρβλ. Πλωρίτη Μ., όπ.π., σ.39).
Και καταλήγει σε μια μάταιη παραίνεση:
«….Κι’ ο Βασιλέας νάχει κυβέρνησες πατριωτικές˙ κι’ ο ίδιος να είναι αλλάργα από τους γλυκόγλωσσους, τους κόλακες, και να μην τους δίνει να πολυτρώνε και σκάσουν από την πολυφαγία, ενώ οι αγωνισταί μένουν γυμνοί και πεθαίνουν της πείνας. Όποιος δουλεύει θέλει το μεριάτικόν του. Και να είναι δίκια η Μεγαλειότης του, ’σ εκείνο οπού του μπιστεύτηκε ο Θεός. Κ’ εκείνο οπού ορκίστηκε κ’υπόγραψε (: το Σύνταγμα), τώρα να μη μετανογάη, ότ’ είναι έργον του Θεού….».
(ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, όπ.π., σσ.382. Πρβλ. Πλωρίτη Μ., όπ.π., σ.40).
Πώς σκιαγραφεί τον Όθωνα ο Μακρυγιάννης σε αναφορά με την θρησκεία:
«…Και ποιοί εργάζονται εις αυτό; (:στην αλλαγή του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος): Μεγάλοι άντρες, βασιλέας πλούσιος από σοφία, από κατάστασιν, από υπηκόγους. Και τι αγωνίζεται αυτός; Ν’ αλλάξει την θρησκείαν ενού ξεψυχησμένου και μικρούτζικου έθνους – να πάρη μισό δράμι νερόν να το ρίξη εις την θάλασσα να την γλυκάνη, να πγή νερό αυτός. Μεγάλε βασιλέα, δεν είναι δική σου δουλειά αυτείνη. Οι θρησκείες είναι έργα ενού ανώτερου βασιλέα, του Θεού. Θέλει αυτός ν’ ακούγη δοξολογίαν ξεχωριστή από την δική σου. Θέλει κάθε έθνος κατά την θρησκείαν του να τον σέβεται, να τον λατρεύη και να τον δοξάζη. Οι ψεύτες και οι κόλακες, οπού σας κάνουν όλους εσάς τους βασιλείς με την γλυκή τους γλώσσα και χάνετε την δικαιοσύνη σας και γίνεστε επίορκοι εις τον Θεόν και δοξολογάτε τον διάβολον, αυτείνοι δεν πιστεύουν Θεόν. Δεν δουλεύουν δια την πατρίδα και θρησκεία αυτείνοι, δουλεύουν οι γενναίγοι άντρες και σκοτώνονται δι’ αυτά….».
(ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, όπ.π., σσ.400-401.
Εν κατακλείδι,οοξυδερκήςΑμερικανόςποιητής,μεταφραστής,ταξειδιωτικός συγγραφέας,κριτικός λογοτεχνίας αλλά και διπλωμάτης James Bayard Taylor[1825-1878],που είχε έλθει στην Ελλάδα το 1857-1858,προέβλεψε για τον Όθωνα και την Αμαλία ότι «κανείς από τους δύο δεν είναι ο ηγεμόνας που χρειάζεται η Ελλάδα». Η πρόβλεψή του αυτή,αποδείχθηκε σε λίγα χρόνια πως την ασπαζόταν ο ελληνικός λαός,εκθρονίζοντάς τους.{Παπαγγέλου Ρόης,Ένας Αμερικανός στην Ελλάδα,περιοδικό «συλλογές»,Ιανουάριος 2023,σελ.51}.
Αγαπητέ αναγνώστη, απ’ όσα εξιστορούνται φαίνεται πως οι εποχές αντιγράφουν η μία την άλλη. Ας αναρωτηθεί ο καθένας μας τι φταίει για τη διαχρονική κακοδαιμονία αυτού του τόπου και εάν επιζητεί το καλύτερο, ας αλλάξει πρωτίστως τον εαυτό του.
1)Πέτρου Ι., Εκκλησία και Πολιτική στην Ελλάδα, (1750-1909), Εκδόσεις Αφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1992, σσ.175-176.

Ο Γεώργιος Α΄ και το «μέτρον του»

Μετά την απομάκρυνση του Όθωνα από τον θρόνο της Ελλάδας, αποφασίστηκε να δοθεί ο θρόνος στον Γουλιέλμο (κατόπιν Γεώργιο Α΄), δευτερότοκο γυιό του βασιλιά της Δανίας, Χριστιανού Θ΄, από τον οίκο των Σλέσβιχ-Χόλσταϊν – Σόνντερμπουργκ – Γλύξμπουργκ. Ο νέος οίκος του Γεωργίου Α΄, ήταν ο βασιλικός οίκος της Ελλάδας για τα επόμενα 111 χρόνια, από το 1863 έως την αλλαγή του πολιτεύματος σε Προεδρευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία του 1974.
Ας δούμε το παρακάτω χρονολόγιο:
24-28 Νοεμβρίου 1862: Γίνονται εκλογές για την ανάδειξη αντιπροσώπων στη Συντακτική Συνέλευση.
10 Δεκεμβρίου 1862: Πρώτη συνεδρίαση της συνέλευσης που προήλθε από τις πρόσφατες εκλογές.
12 Ιανουαρίου 1863: Η συνέλευση κηρύσσει «εαυτήν νομίμως συγκεκροτημένην».
19 Ιανουαρίου 1863: Η συνέλευση αποφασίζει να πάρει την ονομασία «Η εν Αθήναις Β΄ Εθνική των Ελλήνων Συνέλευσις».
11 Φεβρουαρίου 1863: Η συνέλευση, στην οποία οι προοδευτικοί συγκέντρωσαν τις περισσότερες ψήφους, εκλέγει κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Ζηνόβιο Βάλβη. Θα παραιτηθεί στις 27/03/1863. Συγχρόνως, αποφαίνεται ότι, μέχρι την έλευση του νέου βασιλιά, την εκτελεστική εξουσία θα ασκεί ο πρόεδρος της Κυβέρνησης.
18 Μαρτίου 1863: Εκδίδεται το ψήφισμα της Β΄ των Ελλήνων Συνελεύσεως:
Η εν Αθήναις Β΄ των Ελλήνων Συνέλευσις:
•α) Αναγορεύει παμψηφεί τον πρίγκιπα της Δανίας Χριστιανόν, Γουλιέλμον, Φερδινάνδον, Αδόλφον, Γεώργιον, δευτερότοκον υιόν του πρίγκιπος Χριστιανού της Δανίας, συνταγματικόν βασιλέα των Ελλήνων υπό το όνομα Γεώργιος Α΄ Βασιλεύς των Ελλήνων….
•β) Οι νόμιμοι διάδοχοι αυτού θέλουσι πρεσβεύει το Ανατολικόν Ορθόδοξον δόγμα.
•γ) Τριμελής επιτροπή εκλεχθησομένη υπό της Εθνοσυνελεύσεως θέλει μεταβεί εις την Κοπεγχάγην και προσφέρει αυτώ εν ονόματι του Ελληνικού Έθνους το Στέμμα. 1
Ο Γεώργιος έφθασε στον Πειραιά στις 30/10/1863. Στην πρώτη του διακήρυξη προς τον Ελληνικό λαό, δήλωνε κατηγορηματικά ότι θα τηρήσει τους νόμους του κράτους και «προ πάντων το Σύνταγμα» και ότι θα στόχευε να γίνει η Ελλάδα «πρότυπον βασιλείου εν τη Ανατολή». Η πρώτη περίοδος της διακυβέρνησής του ήταν ευμετάβλητη. Από το 1863 έως το 1874, σημειώθηκαν περισσότερες από 20 κυβερνητικές αλλαγές.2
Η Αρχή της Δεδηλωμένης
Τον Ιούλιο του 1874, ο Χαρίλαος Τρικούπης αρθρογραφούσε επιθετικά κατά του Γεωργίου, υποστηρίζοντας ότι κυβερνούσε προσωπικά με διάφορες κυβερνήσεις μειοψηφίας της επιλογής του και η βασιλική εύνοια ήταν το απαραίτητο προσόν για την εξασφάλιση της εξουσίας. Ο Τρικούπης πρότεινε την καθιέρωση της Αρχής της Δεδηλωμένης, δηλαδή ο βασιλιάς να διορίζει πρωθυπουργούς μόνο όσους διέθεταν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Δηλαδή, αυτούς που είχαν λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή.
Ο Χαρίλαος Τρικούπης, ο επιστήμων πολιτικός, ο εθνικός οραματιστής, τα δύο άρθρα του με τίτλους «Τις πταίει;» και «Παρελθόν και Ενεστώς», τα δημοσίευσε στην εφημερίδα «Καιροί» του Π. Κανελλίδη αντιστοίχως στις 29/06 και 09/07 του 1874. Στις 06/07/1874, ο Χαρίλαος Τρικούπης προφυλακίσθηκε για το αο του άρθρο, αλλά στις 15 Ιουλίου το Συμβούλιο των Πλημμελειοδικών τον απάλλαξε από κάθε κατηγορία….
Η μεγάλη προσαρμοστικότητα του Γεωργίου φάνηκε από τον τρόπο που αντέδρασε στην επίθεση. Μετά από μια παρατεταμένη κρίση λόγω αποκαλύψεων για δωροδοκίες υπουργών, κάλεσε τον Τρικούπη, έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης και διακήρυξε την πρόθεσή του να εφαρμόζει την Αρχή της Δεδηλωμένης.3
Ως γνωστόν οι εφημερίδες είναι αδιάψευστα τεκμήρια της ιστοριογραφίας. Υπάρχουν κι εδώ αψεγάδιαστοι κριτές: όπως ο πανεπιστημιακός δάσκαλος Παν. Κανελλόπουλος[και μετέπειτα αρχηγός της ΕΡΕ], που έγραφε στις 15/07/1935 στην εφημερίδα «Ακρόπολις»:
«Όπως γνωρίζουν οι ολίγοι, οι οποίοι έχουν διαβάσει ιστορίαν, ο Γεώργιος Α΄, κατά τας πρώτας δεκαετίας της βασιλείας του (εφ’ όσον δηλαδή εγνώριζεν ότι, στηριζόμενος επί της προστασίας των ξένων, δεν διέτρεχε κινδύνους), ανεμίχθη επανειλημμένως και δη ολεθρίως εις την εξέλιξιν της πολιτικής μας ζωής. Εις την ολεθρίαν ανάμιξίν του οφείλεται το γεγονός ότι δεν κατώρθωσεν ο Χαρίλαος Τρικούπης, πραγματοποιών το πρόγραμμά του, να δημιουργήση σταθεράς της πολιτικής μας ζωής βάσεις. (….) Αι επεμβάσεις του Γεωργίου Α΄ εσταμάτησαν όταν, μετά την συμφοράν κυρίως του 1897, εκλονίσθη εσωτερικώς και εξωτερικώς η θέσις του και περιωρίσθη ούτος εις την εκτέλεσιν των τυπικών καθηκόντων του…..» 4

1)El. Wikipedia.org.¬|wiki|Γεώργιος Α΄ της Ελλάδος σελ.3-4/9. (παγκόσμιο ηλεκτρονικό εγκυκλοπαιδικό λεξικό στο διεθνές διαδίκτυο).
2) Όπ.π., σελ.4-5/9.
3) Όπ.π., σελ.5/9.
4) Πλωρίτη Μάριου, Δυναστείες και Δυνάστες, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1974, σσ.40-41.

 

Δείτε τι έγραφε το 1896 για τον Γεώργιο Α΄, ένας σύγχρονός του νεαρός ανθυπολοχαγός: «Είναι καιρός να πάψη η συναλλαγή˙ και ο Βασιλιάς δεν είναι αμέτοχος σ’αυτό το βρωμερό παιχνίδι,αλλά θα φάη το κεφάλι του έτσι!»
Ο ανθυπολοχαγός λεγόταν ………..Ιωάννης Μεταξάς και η άποψή του αυτή είναι γραμμένη στο προσωπικό του ημερολόγιο (24/09/1896, τόμ. Α΄, σ.94).1
Με τις απόψεις και κρίσεις του Π. Κανελλόπουλου και του Ι. Μεταξά συμφωνεί και η εφημερίδα «Εστία», (24/07/1935).
«…..Γνωρίζομεν (…) και το αίσχος του 1897 και την επί της 50ετούς βασιλείας του Γεωργίου Α΄ ανυπαρξίαν Στρατού, και τους μπάτσους του Σεφκέτ και του αρχιχαμάλη της Θεσσαλονίκης, και τους λόγους που εξηνάγκασαν Λαόν και Στρατόν εις το σωτήριον κίνημα στου Γουδή….».2
Το Κίνημα στου Γουδή, 1909
Τη νύχτα της 14ης προς 15η Αυγούστου του 1909, εκδηλώθηκε κίνημα υπό την αρχηγία του συνταγματάρχη Νικολάου Ζορμπά, αρχηγού του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Οι επιδιώξεις των κινηματιών ήταν κάθε άλλο παρά ριζοσπαστικές, ωστόσο όσον αφορά στη Δυναστεία ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος απαιτούσε την απομάκρυνση των Πριγκίπων από το στράτευμα. Ακολούθησε περίοδος πολιτικής αναστάτωσης και ο Γεώργιος, όπως και ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, είδαν στο πρόσωπο του Ελευθερίου Βενιζέλου τη μοναδική λύση για το αδιέξοδο. Το κίνημα αυτό ήταν η πρώτη δυναμική ανάμειξη των αξιωματικών στην πολιτική ζωή της χώρας. Από τότε αρχίζει και διαμορφώνεται, εκτός από το Παλάτι και τη Βουλή, ένας τρίτος πόλος εξουσίας: αυτός του Στρατού. Από το 1909 έως το 1974 θα παρεμβαίνει συχνά στην πολιτική ζωή του τόπου.3
Αναφορικά με το κίνημα στου Γουδή – την Επανάσταση του 1909, υπάρχει η μαρτυρία του Αυστριακού πρεσβευτή βαρώνου φον Μπράουν, που έστελνε «εμπιστευτικές» εκθέσεις προς τον εν Βιέννη υπουργό του, όπως:
«α) Αρ. 60 C. ΑΥΣΤΗΡΩΣ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΝ
Εν Αθήναις τη 23η Οκτωβρίου 1909.
Εξοχώτατε κ. Κόμι!
Ο Γάλλος συνάδελφός μου -(ο κ. Ντεβίλ)- μοι ανεκοίνωσεν ενδιαφερούσας εμπιστευτικάς εντυπώσεις του από μίαν ακρόασιν, ήτις του παρεσχέθη κατ’ αίτησίν του προ τινος υπό της Α.Μ. του Έλληνος βασιλέως…..{η Α.Μ. = η Αυτού Μεγαλειότης ο βασιλεύς Γεώργιος ο Α΄].
»Κατά την εντύπωσιν του κ. Ντεβίλ έπειτα από την συνομιλίαν του μετά του βασιλέως, η Α.Μ. υπολογίζει συντόμως εις μίαν αντιδραστικήν κίνησιν (:κατά της Επαναστάσεως του 1909), ιδίως εις την επαρχίαν, προκληθησομένην μεταξύ άλλων από τα λίαν επαχθή φορολογικά μέτρα της παρούσας κυβερνήσεως, καθώς και από άλλας αναλόγους αποφάσεις της.
…..Ο βασιλεύς δεν φαίνεται να φοβήται τον κίνδυνον ενός εμφυλίου πολέμου συνεπεία μιας αντιδραστικής κινήσεως (:κατά της Επαναστάσεως του 1909), διότι όπως είπεν η Α. Μεγαλειότης, εις μίαν τοιαύτην περίπτωσιν οι στρατιώται δεν θα υπήκουον εις αξιωματικούς»4
Επανερχόμενος ο Αυστριακός πρεσβευτής φον Μπράουν εις την ακρόασιν του Γάλλου συναδέλφου του Ντεβίλ καταλήγει:
«…..Εις περίπτωσιν ανάγκης εξ άλλου, φαίνεται ότι η Α. Μεγαλειότης – και αυτό βεβαίως είναι το πλέον ενδιαφέρον σημείον των εντυπώσεων του Ντεβίλ – σκέπτεται μίαν επέμβασιν των (ξένων) Δυνάμεων, αφού ο ίδιος ο βασιλεύς έθιξεν αυτό το κεφάλαιον. Και όταν ο Ντεβίλ με μίαν παρατήρησίν του υπενθύμισε την αρχήν της μη αναμίξεως εις τας εσωτερικάς υποθέσεις ξένου κράτους, ο βασιλεύς Γεώργιος Α΄ απήντησε με το ερώτημα:
«Και τι θα συνέβαινεν εις την περίπτωσιν που θα παρεκάλει τις μίαν τοιαύτην ανάμιξιν;» Δηλ. «θα παρεκάλει» ο ίδιος ο Γεώργιος».5
Γράφει ο εν Αθήναις πρεσβευτής της Αυστρίας φον Μπράουν προς τον υπουργόν του Έρενταλ: «Αρ.67 C AYΣΤΗΡΩΣ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΝ
Εν Αθήναις, τη 4η Δεκεμβρίου 1909
Εξοχώτατε κ. Κόμι!
Χαρακτηριστική δια τον τρόπον του σκέπτεσθαι της Α.Μ. του βασιλέως (Γεωργίου Α΄) εν σχέσει προς την τωρινήν εσωτερικήν κατάστασιν της χώρας του είναι μία γνώμη, την οποίαν εξέφρασεν Ούτος κατ’ αυτάς εις έμπιστον προσωπικότητα, γενομένην παρ’ αυτώ δεκτήν εις ακρόασιν. Η προσωπικότης αύτη εξέφρασε την γνώμην, ότι η παρούσα κατάστασις τελικώς δεν ημπορεί να λυθεί άλλως παρά δι’ αιματοχυσίας.
Επ’ αυτού απήντησεν ο βασιλεύς:
«Ναι, αλλά δεν πρέπει να χυθεί πάρα πολύ αίμα»!6
Δηλαδή αγαπητέ αναγνώστη,ο βασιλεύς θα επέλεγε¨φιλεύσπλαγχνα¨ την κατάλληλη στιγμή, το «Μέτρον άριστον» στην αιματοχυσία των Ελλήνων προγόνων μας που ενδεχομένως ακολουθούσε! Τα συμπεράσματα δικά σου!!!

1) Πλωρίτη Μάριου,Δυναστείες και Δυνάστες,εκδόσ.Θεμέλιο,Αθήνα 1974, σελ.41.
2) Όπ.π., σελ.41.
3) El.wikipedia.org|Wiki|Γεώργιος Α’ της Ελλάδος, σελ.6/9.{παγκόσμιο ηλεκτρονικό λεξικό στο διεθνές διαδίκτυο}.
4) Ενεπεκίδη Πολυχρόνη, Η Δόξα και ο Διχασμός,Aπό τα μυστικά αρχεία Βιέννης,Βερολίνου και Βέρνης, εκδόσεις Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 1992,2η έκδ., σσ.79-80.
5) Ενεπεκίδη Πολυχρόνη, όπ.π., σ.81.
6) Πλωρίτη Μ., Δυναστείες και Δυνάστες,όπ.π.,σ.42.Πρβλ.Ενεπεκίδη Πολυχρόνη,όπ.π.,σ.85.

 

Ο Κωνσταντίνος Α΄ (1868-1923) ήταν βασιλιάς της Ελλάδας από το 1913 έως το 1922. Το όνομά του συσχετίζεται με κρίσιμες περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, όπως ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897, οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ο Εθνικός Διχασμός και τέλος η Μικρασιατική Εκστρατεία και η Μικρασιατική Καταστροφή.
Ήταν ο πρωτότοκος γιός του βασιλιά Γεωργίου Α΄ και της βασίλισσας Όλγας. Έλαβε τις εγκύκλιες σπουδές του στα ανάκτορα και συμπλήρωσε τις σπουδές του στα πανεπιστήμια της Λειψίας και της Χαϊδελβέργης. Ακόμη σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε με το βαθμό του ανθυπολοχαγού του Πεζικού. Το 1886 φοίτησε στη στρατιωτική σχολή της Ακαδημίας Πολέμου της Πρωσίας από την οποία και αποφοίτησε το 1888. Φρόντισε δε και για τη φοίτηση στην ίδια ακαδημία του Ιωάννη Μεταξά, του Ξενοφώντα Στρατηγού και του Ιπποκράτη Παπαβασιλείου.1
Ο Ιωάννης Μεταξάς δίδει πληροφορίες για τον διάδοχο του Γεωργίου Α΄ της Ελλάδας. Δηλ. σε μια ολοήμερη πρόσκληση στο Τατόι, ο «μέλλων βασιλεύς (Κωνσταντίνος) απεκαλύφθη (σε μερικούς νέους αξιωματικούς) και εξεμυστηρεύθη σχεδόν τα απόκρυφα της καρδιάς του».
Ήτοι:
«Απεστρέφετο την Γαλλίαν δια τας ιδέας της της ισότητος, μας εδείκνυε δε σαφώς ότι η προς τον ηγεμόνα αφοσίωσις είναι το υπέρτατον καθήκον παντός πολίτου, και ιδίως αξιωματικού (…).
Και ήρχισε φιλιππικόν κατά του κρατούντος συστήματος – του κοινοβουλευτικού καθεστώτος˙ και κατέληξεν: «Ή πρέπει κανείς να είναι βασιλεύς ή να μην είναι. Τί, να είναι κανείς Βασιλεύς δια να τσεπώνη χρήματα;». (Από το προσωπικό Ημερολόγιο του Ιωάννη Μεταξά, της 20-8-1899, τόμ. Α΄, σελ. 449).
Από τη Γερμανία, ο υπότροφος Ι. Μεταξάς γράφει (18/31-3-1900, σελ. 526-7):
«…… Άμα αποδειχθή, ότι η Μοναρχία, αντικαταστήσασα τον Κοινοβουλευτισμόν εις τον στρατιωτικόν κλάδον, επέτυχε, τίποτε δεν θα κρατήση το Έθνος να κλίνη οριστικώς και δι’ όλους τους κλάδους προς αυτήν.
Και τότε ο Βασιλεύς, όστις θα στηρίζεται επί στρατού πιστού, θα είναι πράγματι κύριος και ουχί σκιά μόνον….».
«…. Το μοναρχικόν κόμμα είναι έξω της Βουλής, είναι δε αυτός ούτος ο Διάδοχος (…). Ούτε το κόμμα τούτο θα εμφανισθή ποτέ εν τη Βουλή˙ διότι ακριβώς εις τούτο είναι η ουσία του Μονάρχου: το να στηρίζεται επί της θελήσεως και της αποφασιστικότητος της Μοναρχίας και ουχί επί της πειθούς δια των εν τη Βουλή συζητήσεων…..»2
Ήττα στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο και κίνημα στου Γουδή
Σε ηλικία 29 ετών ο Κωνσταντίνος ανέλαβε τη διοίκηση του Ελληνικού Στρατού. Έλαβε μέρος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Η νίκη της Τουρκίας και οι ανυπόφορες οικονομικές συνέπειες του πολέμου ώθησαν την κοινή γνώμη να κατηγορήσει τον Κωνσταντίνο και τον πατέρα του Γεώργιο τον Α΄, ως κυρίους υπευθύνους της αποτυχίας. Οι σπουδαιότεροι παράγοντες που έκριναν τον επίλογο της σύγκρουσης ήσαν: 1) ο πολυάριθμος τουρκικός στρατός, με γερμανική παροχή κατευθυντήριων οδηγιών και 2) ο τότε λιγότερο σημαντικός σε εκπαίδευση, οργάνωση και εφόδια ελληνικός στρατός.
Εξαιτίας των κακών κοινωνικο-οικονομικών συνθηκών της χώρας, Έλληνες αξιωματικοί του Στρατιωτικού Συνδέσμου οργάνωσαν υπό τη διοίκηση του Νικολάου Ζορμπά το κίνημα στου Γουδή. Κύριο αίτημα υπήρξε η απομάκρυνση του διαδόχου Κωνσταντίνου και των υπολοίπων μελών της βασιλικής οικογενείας από την ηγεσία του στρατεύματος, υποδεικνύοντας παράλληλα μέτρα για την ανασύνταξή του.
Τελικά, με τη σύμφωνο γνώμη του Βενιζέλου, οι πρίγκηπες παραιτήθηκαν από το στράτευμα. 3
Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος τον Αύγουστο του 1914, η Ελλάδα βρέθηκε σε δύσκολη θέση εξαιτίας της συνθήκης που είχε συνάψει με τη Σερβία, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση βουλγαρικής επίθεσης προς αυτήν, έπρεπε να σπεύσει σε βοήθεια. Εάν η Βουλγαρία παραμείνει ουδέτερη και η Ελλάδα θα παραμείνει ουδέτερη, εφόσον αυτό θα υπαγορεύουν τα συμφέροντά της, κατά μίαν προσεκτική έκφραση του Βενιζέλου. Μέχρι τέλους Αυγούστου 1914 η ελληνική ουδετερότητα εναρμονίζεται και στα συμφέροντα της χώρας και στις πολιτικές διαθέσεις των 2 ανωτάτων πολιτειακών παραγόντων της χώρας, του βασιλέως Κωνσταντίνου και του πρωθυπουργού του Βενιζέλου. Αυτό το γνωρίζουν καλώς ο Γερμανός πρεσβευτής Κουάτ και ο Αυστριακός συνάδελφός του Σίλασσυ, άρα και οι κυβερνήσεις τους, που δίδουν εντολή στους διπλωματικούς τους εκπροσώπους στην Αθήνα να προσέξουν να μείνει η Ελλάδα ουδέτερη, ακόμη και στην περίπτωση που η Βουλγαρία θα πολεμούσε εναντίον της Σερβίας.
– «Μας συνιστάτε να προδώσωμεν, κύριε πρεσβευτά Κουάτ – είπεν ο Βενιζέλος εις τον αντιπρόσωπον της Γερμανίας – την συμμαχίαν μας με την Σερβίαν, να επιτεθώμεν κατ’ αυτής και να συμμετάσχωμεν εις τον διαμελισμόν της. Η Ελλάς είναι πάρα πολύ μικρόν κράτος δια να κάμη τόσον μεγάλην ατιμίαν».4
Στην πιο κρίσιμη στιγμή του νέου ελληνισμού, όταν η χώρα αντιμετώπιζε το δίλημμα, αν πρέπει να σταθεί στο πλευρό των συμμαχικών δυνάμεων Αγγλίας και Γαλλίας της Αντάντ ή αν πρέπει να μείνει ουδέτερη, ο υπεύθυνος πρωθυπουργός, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, πίστευε το πρώτο, αλλά ο βασιλεύς (και οι Γερμανοί) επιθυμούσε το δεύτερο.
Έτσι, προϊόντος του χρόνου, εμφανίστηκε ρήγμα μεταξύ των 2 κορυφαίων πολιτειακών αρχόντων της χώρας, αναφορικά με τη στάση που θα έπρεπε να έχει η Ελλάδα στον πόλεμο. Ο Βενιζέλος διαπραγματευόταν την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο υπέρ της Αντάντ, που ζητούσε την εκστράτευση της Ελλάδας προς βοήθεια της Σερβίας. Προπαντός μετά την είσοδο της Τουρκίας στον πόλεμο, στην πλευρά των Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανίας, Αυστροουγγαρίας κ.λ.π.), η πίεση για την έξοδο της Ελλάδας υπέρ της Αντάντ αυξήθηκε. Ο Κωνσταντίνος έφθασε κοντά στο να εγκρίνει την πρόταση του Βενιζέλου για ελληνική συμμετοχή στην εκστρατεία των Δαρδανελλίων (Φεβρουάριος – Μάρτιος του 1915), αλλά ο εκτελών χρέη Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου συνταγματάρχης Ιωάννης Μεταξάς, τον προειδοποίησε ότι η εκστρατεία θα αποτύχει, πείθοντάς τον να αλλάξει άποψη. Αυτήν την κίνηση του Κωνσταντίνου επικρότησε ο Γερμανός Κάιζερ, ο οποίος έστειλε γράμμα στον Κωνσταντίνο συγχαίροντάς τον για τη στάση του απέναντι στον Βενιζέλο.5
Συνακόλουθα η Αγγλία γνώριζε ότι σε αναμονή της πτώσης του Παρισιού η Τουρκία ετοιμαζόταν να εισέλθει στον πόλεμο δίπλα στο πλευρό της Γερμανίας. Ο τότε υπουργός των Ναυτικών Ουίνστων Τσώρτσιλ είχε τηλεγραφήσει στον συμπατριώτη του ναύαρχο Καρρ, αρχηγό του ελληνικού στόλου, να προτείνει στην ελληνική κυβέρνηση από κοινού επιχείρηση εναντίον της Τουρκίας. Ο επιπόλαιος Καρρ αντί να ρωτήσει τον υπεύθυνο πρωθυπουργό Βενιζέλο, στράφηκε στον βασιλέα Κωνσταντίνο Α΄, ο οποίος κάτω από την έντονη επιρροή του Έλληνα υπουργού εξωτερικών Στρέιτ και των άλλων αντιβενιζελικών συμβούλων του έδωσε στον Καρρ αρνητική απάντηση, η οποία προκάλεσε τη περίφημη επιστολή του Βενιζέλου, της 7ης Σεπτεμβρίου 1914, στην οποία ο πρωθυπουργός εξέθετε στον βασιλέα με λεπτολογία γιατί η Ελλάδα δεν έπρεπε να χάσει τη μοναδική ευκαιρία να συμπολεμήσει με την Αντάντ εναντίον της Τουρκίας και των συμμάχων της. Η μυστικότητα του Βενιζέλου απέναντι στους ξένους διπλωμάτες σε αναφορά με τις μυστικές κινήσεις της Αντάντ των ημερών εκείνων, μετατρέπεται σχεδόν σε μια τραγική αφέλεια, αφού από τις εκθέσεις της Βιέννης μαθαίνουμε, ότι ο Κουάτ, ο Γερμανός πρεσβευτής στην Αθήνα και στη συνέχεια ο Αυστριακός πρεσβευτής Σίλλασυ, ενημερωνόντουσαν εγκαίρως τα καθέκαστα από το κοντινότατο περιβάλλον του βασιλέως Κωνσταντίνου.6

1)https://el.wikipedia.org/wiki/Κωνσταντίνος Α΄ της Ελλάδας (Ανάκτηση από το διαδικτυακό λεξικό στις 4-11-2022).
2) Πλωρίτη Μάριου, Δυναστείες και Δυνάστες, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1974, σσ. 43-44.
3)https://el.wikipedia.org/wiki/όπ.π., σσ. 2-3/12.
4) Ενεπεκίδη Π., Η Δόξα και ο Διχασμός, εκδ. Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 1992, σσ. 296-297.
5)https://el.wikipedia.org/wiki/όπ.π., σ.4/12.

 

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος [συνέχεια].

Όταν ακόμη σοβούσε η αντίθεση μεταξύ των 2 ανδρών, ο Κωνσταντίνος Α΄χρησιμοποιούσε ιδιαίτερα μέσα για να επιτύχει την υπερίσχυση των απόψεών του και των επιθυμιών του: «επιτηρούσε» τις κινήσεις του πρωθυπουργού(Βενιζέλου)…… του έκρυβε τις (δήθεν) εγγυήσεις της Γερμανίας προς την Ελλάδα, αν παρέμενε ουδέτερη….. ειδοποιούσε τους Βουλγάρους πως, εάν η Βουλγαρία επιτεθεί κατά της Σερβίας, η Ελλάς δεν θα κινηθεί, παραβαίνοντας έτσι την ελληνοσερβική συμμαχία ……. εμπιστευόταν (πολύ «ουδέτερα») τα κρατικά μυστικά στον Γερμανό πρεσβευτή – ή στον Τσάρο, αργότερα[1]……

Τα αμέσως ανωτέρω προκύπτουν από τις σχετικές Εκθέσεις Αυστριακών διπλωματών, που καταχωρούνται στο βιβλίο του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, «Η Δόξα και ο Διχασμός˙ Από τα μυστικά αρχεία Βιέννης, Βερολίνου και Βέρνης», των εκδόσεων Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 1992.

Παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το «αυστηρώς απόρρητον» τηλεγράφημα του αυστριακού πρεσβευτή στην Αθήνα Σίλλασυ προς την Βιέννην, την 2αν Μαρτίου 1915.

«….Με εδέχθη ο βασιλεύς εις ακρόασιν…… Προσεπάθησα να παρουσιάσω εις την Α. Μεγαλειότητα (:Τον βασιλέα Κωνσταντίνο Α΄) παντός είδους επιχειρήματα (αφορώντα τον κ. Βενιζέλο) υπέρ της μη αναμίξεως και όταν ο ίδιος έθιξε το ζήτημα της απολύσεως του κ. Βενιζέλου, συνεβούλευσα εγώ όπως πράξη τούτο εις την χειρίστην των περιπτώσεων, διότι θα ήτο το καθήκον του, το οποίον θα ανέμενε βεβαίως η Ελλάς από τον δαφνοστεφή της Ηγεμόνα, εις ον και θα ήτο δι’ αυτό αργότερον ευγνώμων. (Βλ. Ενεπεκίδη Π., Δόξα και Διχασμός, σ. 330).

Κάποτε, βεβαίως, έρχεται η μεγάλη σύγκρουση. Ο Βενιζέλος θέλησε να επιβάλει την πολιτική του – που την συμμεριζόταν, εξάλλου, η μεγάλη πλειοψηφία του λαού, όπως είχαν δείξει οι πρόσφατες εκλογές. Ο Κωνσταντίνος όμως είχε άλλες «αρχές»:

«Υποτάσσομαι προ της λαϊκής θελήσεως – είπε στον Βενιζέλο – μόνον εφ’ όσον αύτη αποβλέπει εις εσωτερικά ζητήματα.

Αλλ’ όταν πρόκειται περί μεγάλων εθνικών ζητημάτων, κρίνω ότι το καθήκον μου είναι ν’ αντιταχθώ κατ’ αυτής, διότι τότε είμαι υπεύθυνος ενώπιον του Θεού».

Ο Βενιζέλος απάντησε «με έκπληξιν ήτις μετεβλήθη εις οργήν»:

«Δεν σας έφερεν ο Θεός, Μεγαλειότατε, εις την Ελλάδα. Ήλθατε από τον πατέρα σας, ο οποίος εξελέγη Βασιλεύς διά της ψήφου των Ελλήνων. Η εξουσία σας οφείλεται εις την λαϊκήν ψήφον. Μην το λησμονήτε!». Και σε λίγο: «Αλλοίμονον! Εφθάσαμεν εις την θεωρίαν της ελέω Θεού βασιλείας! Δυστυχία σου, Ελλάς!».[2]

Ο Κωνσταντίνος όμως επέμεινε, διεφώνησε με τον Βενιζέλο και τον ανάγκασε να παραιτηθεί – δύο φορές μάλιστα, μέσα σε οκτώ μήνες (Μάρτιος – Σεπτέμβριος 1915). Σχετική η σημείωση του μεγάλου διεθνολόγου Νικολάου Πολίτη: «Η έκθεσμος ενέργεια του Κωνσταντίνου και συγχρόνως το μέγα παράπτωμά του ήτο ότι (…) δεν εδικαιούτο να διαφωνήσει προς τον υπεύθυνον κυβερνήτην. Διαφωνήσας ηπείθησε προς την κυρίαρχον λαϊκήν θέλησιν, εφ’ όσον ουδέν υπήρχεν δεδομένον, ότι από του Μαΐου (:των εκλογών) μέχρι Σεπτεμβρίου 1915, ο λαός μετέβαλε φρόνημα». (Βεντήρη Γ., όπ.π., σ.62).

 

Τα παρασκήνια της διαφωνίας

Δέκα ημέρες πριν την παραίτηση του Βενιζέλου, ο Βούλγαρος πρεσβευτής Πασσάρωφ τηλεγραφούσε στη Σόφια πως ο Κωνσταντίνος «θα παύση τον πρωθυπουργόν» (τηλ-μα 11/24-9-1915, Ελλην. Λευκή Βίβλος).

Και φθάνουμε στο ιστορικό ερώτημα: Έδωσε ο Έλληνας βασιλεύς κρυφά και πίσω από την πλάτη του υπευθύνου του πρωθυπουργού Βενιζέλου διαβεβαιώσεις προς τον Βούλγαρο πρεσβευτή στην Αθήνα Πασσάρωφ, ότι εάν η Βουλγαρία επιτεθεί κατά της Σερβίας, η Ελλάδα θα παραμείνει ουδέτερη και ότι εάν δυστροπήση ο Βενιζέλος ο βασιλεύς θα τον «απολύση»; Και επίσης το ερώτημα: Εάν ο Πασσάρωφ τηλεγράφησε τις διαβεβαιώσεις αυτές του Κωνσταντίνου προς την Σόφιαν.

 

Η κατάθεση Βενιζέλου

«Όταν το 1917 ήλθομεν από την Θεσσαλονίκην εις τας Αθήνας ευρέθησαν εις τα αρχεία του ασυρμάτου εν Αθήναις κρυπτογραφήματα διαφόρων τηλεγραφημάτων προς το εξωτερικόν μεταξύ των οποίων και τηλεγραφήματα του εν Αθήναις Βουλγάρου πρεσβευτού Πασσάρωφ προς την Σόφιαν με τας μυστικάς διαβεβαιώσεις του Έλληνος βασιλέως περί ουδετερότητος της Ελλάδος εις περίπτωσιν βουλγαρικής επιθέσεως κατά της Σερβίας. Τα τηλεγραφήματα αυτά απεκρυπτογραφήθησαν υπό των Γάλλων και η γνησιότης των επιστοποιήθη υπό του γαλλικού υπουργείου των Εξωτερικών. Αυτά συνέβησαν τον Σεπτέμβριον του 1915, επομένως ο βασιλεύς «προέτρεψεν» τρόπον τινά τους Βουλγάρους να επιτεθούν εν συνεχεία κατά της Σερβίας. Η γνησιότης των τηλεγραφημάτων του Πασσάρωφ δεν είναι δυνατόν να τεθή εν αμφιβόλω. Την εβεβαίωσαν και ο Ν. Πολίτης και ο Α. Ρωμάνος».[3]

[1] Πλωρίτη Μ., Δυναστείες και Δυνάστες, εκδόσεις ΘΕΜΕΛΙΟ, Αθήνα 1974, σσ.45-46.

[2] Όπ.π., σ.46, Πρβλ. «Πατρίς» 7.10.1916 – Εφημ. Συζητήσεων Βουλής, 31.3.1932 – Γ. Βεντήρη, Η Ελλάς του 1910 – 20, Τόμ. Β΄, σ. 20.

[3] Ενεπεκίδη Πολ. Δόξα και Διχασμός, όπ.π., σσ.376-377.

 

Ο Βενιζέλος επαληθεύεται

Ιδού το με αριθμ. 1120, κρυπτογραφικό τηλεγράφημα, του εν ΣΟΦΙΑ Αυστριακού πρεσβευτή κόμιτος Ταρνόβσκι, που απεκαλύφθη με την αποδέσμευση των απορρήτων αρχείων της Βιέννης:
«Σόφια, 23 Σεπτεμβρίου 1915
Ο βασιλεύς της Ελλάδος λέγεται ότι εξέφρασε την επιθυμίαν να δεχθή τον Βούλγαρον πρεσβευτήν εις ακρόασιν. Οι ενταύθα αναμένουν μετ’ ενδιαφέροντος έκθεσιν περί της εν λόγω ακροάσεως».
Αυτή είναι η περίφημος και αποφράς εκείνη ακρόασις της 10/23 Σεπτεμβρίου 1915, της οποίας το περιεχόμενον εις τας κυρίας της γραμμάς τηλεγραφεί και πάλιν ο πρεσβευτής Ταρνόβσκι ως εξής προς την Βιέννην:
«ΚΡΥΠΤΟΓΡΑΦΙΚΟΝ Αριθ. 1130
Σόφια, 25 Σεπτεμβρίου 1915
Αναφέρομαι εις το υπ’ αριθ. 1120 της 23 τ.μ. τηλεγράφημά μου. Ο Ραδοσλαύωφ μου είπεν, ότι ο βασιλεύς Κωνσταντίνος εις ακρόασιν κατά την οποίαν εδέχθη τον κ. Πασσάρωφ, ωμίλησεν εις καθησυχαστικόν και φιλικόν τόνον. Ο βασιλεύς υπαινίχθη, ότι η σχέσις συμμαχίας εις ην εισήλθεν η Βουλγαρία μετά της Γερμανίας του είναι γνωστή και ότι η Ελλάς θα μείνη ήσυχος. Η Ελλάς θα μείνη ουδετέρα, ελπίζει όμως ο βασιλεύς, ότι η περιοχή Γευγελής-Δοϊράνης δεν θα καταληφθή ούτε υπό του βουλγαρικού στρατού, ούτε και υπό Μακεδόνων.
»Ο Έλλην βασιλεύς άφησε διά μιας παρατηρήσεώς του να εννοηθή, ότι προτίθεται να εγκαταλείψη τον Βενιζέλον.
»Ο Έλλην πρεσβευτής (Ναούμ) επέδωσε σήμερον εις τον πρωθυπουργόν την διαβεβαίωσιν, ότι η ελληνική επιστράτευσις δεν αποτελεί εχθρικόν μέτρον κατά της Βουλγαρίας και ότι η Ελλάς θα μείνη ουδετέρα. Η Βουλγαρία, από της πλευράς της, θα πρέπει να αποφύγη την συγκέντρωσιν στρατευμάτων πλησίον των ελληνικών συνόρων, όπερ και υπεσχέθη ο πρωθυπουργός (Ραδοσλαύωφ)».
Σπανίως λύονται ιστορικά ερωτήματα κατά τόσον σαφή και αδιαφιλονίκητον τρόπον, όσον σαφώς και διά παντός ελύθη το ζήτημα των τηλεγραφημάτων του ψευδομένου εκείνου πρεσβευτού του τρομερού βορείου γείτονος της Ελλάδος. Ποίας συνεπείας είχεν η βασιλική διαβεβαίωσις διά την μοίραν της Ελλάδος, το γνωρίζουν οι παλαιότεροι. Οι νεώτεροι θα το μάθωμεν αμέσως.
Μετά την διαβεβαίωσιν του Κωνσταντίνου εις τους Βουλγάρους περί της ουδετερότητος της Ελλάδος και εις την περίπτωσιν ακόμη της επικειμένης βουλγαρικής επιθέσεως κατά της Σερβίας, τα γεγονότα εξειλίχθησαν με την ορμήν χιονοστιβάδος που απεσπάσθη από την κορυφήν των Άλπεων και κατρακυλά…
Η διαβεβαίωσις εδόθη. Το Βερολίνον, η Βιέννη και η Σόφια πανηγυρίζουν! Αλλά δεν φτάνει αυτό. Πρέπει να απομακρυνθή και ο Βενιζέλος! Διότι αυτός ο «Μεφιστοφελής» της Ελλάδος είναι ικανός να ανατρέψει τα πάντα, παρά την βασιλικήν διαβεβαίωσιν. Με άλλα λόγια ο Διχασμός βαίνει πλέον προς το τελευταίον του απόγειο. Θα παρακολουθήσωμεν την πορείαν του διά μέσου των τηλεγραφημάτων.
Την ιδίαν εκείνην δραματικήν ήμεραν της 25ης Σεπτεμβρίου 1915 τηλεγραφεί ο Σίλασσυ εξ Αθηνών:
«ΑΠΟΡΡΗΤΟΝ»
Χθες την εσπέραν υπέβαλεν η κυβέρνησις την παραίτησίν της ένεκα διαφοράς γνωμών μετά του Στέμματος. Σήμερον, μετά δευτέραν σκέψιν, ο κ. Βενιζέλος εδήλωσεν εις την Α. Μεγαλειότητα, ότι συμμερίζεται άποψιν της ενόπλου ουδετερότητος. Ο βασιλεύς, όστις και πάλιν υπονοσεί, είναι αρκετά απρόσεκτος διά να πιστεύση το τοιούτον. ‘Η βασίλισσα και το περιβάλλον της είναι λίαν ανήσυχοι ένεκα της περαιτέρω παραμονής του Βενιζέλου. Εις τας καθησυχαστικάς δηλώσεις του βασιλέως (Κωνσταντίνου) προς τον Βούλγαρον πρεσβευτήν, ετηλεγράφησεν ο βασιλεύς Φερδινάνδος προς τον Έλληνα άνακτα ότι «δεν πρέπει να φοβήταί τις ουδόλως την ένοπλον ουδετερότητα της Βουλγαρίας. Ουδείς τρέφει εδώ εχθρικά αισθήματα απέναντι της Ελλάδος».
»Ο κ. Βενιζέλος εξακολουθεί απιστών. Το ανακοινωθέν του “πλήρης συμφωνία απόψεων μετά του Στέμματος σχετικώς με ληφθέντα και ληφθησόμενα ακόμη μέτρα”, συνοδεύουν εις τας εφημερίδας του ειδήσεις περί διαπραγματεύσεων με την Αντάντ. Ένας οικειότατος του κ. Βενιζέλου μου εξεμυστηρεύθη τα περιπετειώδη σχέδια του πρωθυπουργού, τα οποία μέγα μέρος του κόμματός του δεν συμμερίζεται. Ετόνισεν όμως ότι ο βασιλεύς δεν θα επιτρέψη ποτέ επιθετικόν πόλεμον! Ο πρωθυπουργός ωμολόγησεν εις συνάδελφόν μου, ότι η Γαλλία έθεσεν εις την διάθεσίν του μέγα δάνειον».
Εν τω μεταξύ η Βιέννη, άκρως ικανοποιημένη από τας γνωστοποιηθείσας διαβεβαιώσεις του βασιλέως προς τον Πασσάρωφ, αποστέλλει την αυτήν ημέραν της 25ης Σεπτεμβρίου 1915 το κάτωθι τηλεγράφημα προς τον Σίλασσυ:
«ΑΥΣΤΗΡΩΣ ΑΠΟΡΡΗΤΟΝ
Ζητήσατε ευκαιρίαν, όπως γνωρίσητε εις τον βασιλέα, αναφερόμενος, εάν σας είναι δυνατόν, εις την ανακοίνωσιν του Στρέϊτ, ότι είμαι άκρως ικανοποιημένος από την απόφασιν του άνακτος να μη αφήση τας τύχας της Ελλάδος κατά την ιστορικήν ταύτην ώραν εις τας ακαταλογίστους εμπνεύσεις του Βενιζέλου. Η Υμετέρα Εξοχότης δύναται να διαβεβαιώση την Α. Μεγαλειότητα, ότι η Βουλγαρία ουδαμώς έχει επιθετικάς προθέσεις εναντίον της Ελλάδος, εάν αύτη παραμείνη ουδετέρα. Ο σκοπός της βουλγαρικής επιστρατεύσεως κινείται εις μίαν εντελώς άλλην κατεύθυνσιν, και η Βουλγαρία αρκούντως επιβεβαιοί τούτο θέλουσα να παραχωρήση εις την Ελλάδα την Δοϊράνην και Γευγελήν.
»Το μέλλον και το μεγαλείον της Ελλάδος ενδιαφέρει και ημάς εγκαρδίως, δι’ αυτό και δεν θα σταθώμεν ποτέ εμπόδιον εις αυτήν, όπερ και απεδείξαμεν εμπράκτως, εγγυηθέντες την Νότιον Αλβανίαν, και διά την περιοχήν όπου επεκτείνονται τα ελληνικά συμφέροντα, εφ’ όσον η Ελλάς θα παρέμενεν ουδετέρα.
»Αι επιδιώξεις της Βουλγαρίας, εφ’ όσον είναι γνωσταί εδώ, αφορούν ομογενή εδάφη κείμενα μεταξύ αυτής και της Σερβίας. Εκ των δύο τούτων χωρών περισσότερον η Σερβία παρά η Βουλγαρία αποτελεί εμπόδιον διά την πραγματοποίησιν δικαιολογημένων ελληνικών φιλοδοξιών.
»Τέλος, η ήττα της Σερβίας παραμένει αυτονοήτως ο σκοπός της ιδίας ημών πολεμικής ηγεσίας.
(‘Υπουργός των Εξωτερικών) ΜΠΟΥΡΙΑΝ»
Την 28ην Σεπτεμβρίου απαντά ο Σίλασσυ ως εξής εις το ανωτέρω τηλεγράφημα του υπουργού του:
«ΑΠΟΡΡΗΤΟΝ
Έλαβον χθες το υπ’ αριθ. 324 τηλεγράφημα της Υμετέρας Εξοχότητος από 25 τ.μ.
»Ο βασιλεύς ικανοποιημένος με τας προθέσεις της Βουλγαρίας απέναντι της Ελλάδος, μου είπεν, ότι αποκλείεται κατά την γνώμην του να παρασυρθή η Ελλάς εις τον πόλεμον. Η Α. Μεγαλειότης, είπεν, ότι θέλει να παύση τον Βενιζέλον, ζητεί όμως κατάλληλον ευκαιρίαν.1
Δηλαδή η «απόλυση» του νομίμως εκλεγμένου πρωθυπουργού είχε προαποφασισθεί πριν εκδηλωθεί η διαφωνία και υποβληθεί η παραίτησή του.

 

Τι είπε ο βασιλεύς Κωνσταντίνος στον Σίλασσυ

Παραθέτουμε απόσπασμα του τηλεγραφήματος του Σίλασσυ της 19ης Φεβρουαρίου 1916.
Σύμφωνα με το απόρρητο αυτό τηλεγράφημα, μεταξύ άλλων, είπεν ακόμη ο βασιλεύς προς τον Σίλασσυ:
-«Διαπιστώνω ότι ο Βενιζέλος χάνει έδαφος και καθ’ ακούω κλονίζεται και η πίστις του προς την Αντάντ. Δεν σκοπεύω καθόλου να καταστήσω τον Βενιζέλον μάρτυρα, ούτε και γνωρίζω ακόμη εάν θα κηρυχθεί ο στρατιωτικός νόμος. Σας προσθέτω όμως υπό απόλυτον εχεμύθειαν, (Σημ.1: ο βασιλεύς της «ουδέτερης» Ελλάδας στον πρεσβευτή ενός ξένου εμπόλεμου κράτους), ότι θα οργανωθούν «μυστικά δικαστήρια προγραφών» όπως εις τον Μεσαίωνα, δια την απαλλαγήν μας από άτομα τελούντα εις την υπηρεσίαν της Αντάντ (Σημ.2: δηλ. από κάθε βενιζελικόν), προς δημιουργίαν ταραχών….»2
Τον Απρίλιο του 1915, οι Σύμμαχοι πρόσφεραν στην Ελλάδα τη Σμύρνη και την ενδοχώρα της, εάν συντασσόταν μαζί τους στον πόλεμο. Όμως ο βασιλικός πρωθυπουργός Δ. Γούναρης απέρριψε την προσφορά. Τον Οκτώβριο, η Αγγλία πρόσφερε την Κύπρο. Όμως ο βασιλικός πρωθυπουργός Αλ. Ζαΐμης απέρριψε την προσφορά….
Πιο συγκεκριμένα τον Απρίλιο του 1915 πρόσφεραν οι αντιπρόσωποι της Αντάντ Έλλιοτ, Ντεβίλ, Ντεμίντωφ στην κυβέρνηση Γούναρη τον ανάγλυφο χάρτη της Μεγάλης Ιδέας. Δηλ. ούτε πολύ ούτε λίγο το μέρος εκείνο των μικρασιατικών ακτών, όπου οι Έλληνες για πολλές εκατονταετηρίδες ξεδίπλωναν τα εθνικά τους όνειρα. Οι βασιλικοί βλέπανε τα πράγματα στο δυσκίνητο πλαίσιο του παρόντος, ο δε Βενιζέλος προέβαλλε την Ελλάδα στο σημείο εκείνο, όπου την ανέμενε ασφαλώς η νίκη. Τον Μάιο του 1915 έκλεισε οριστικά για την Μεγάλη Ιδέα η πόρτα της Ελλάδας.3

«Νοεμβριανά» του 1916 και ο ναυτικός αποκλεισμός της Αντάντ

Η δημιουργία της «Κυβέρνησης Εθνικής Αμύνης» με έδρα τη Θεσσαλονίκη, σε συνδυασμό με τις αξιώσεις των Συμμάχων για παράδοση του στόλου και λοιπού οπλισμού, οδήγησαν σε συγκρούσεις μεταξύ Γάλλων και Βρετανών ναυτών από τη μία και μονάδων του ελληνικού στρατού και του κινήματος των Επιστράτων από την άλλη, ενώ σημειώθηκαν και επεισόδια και κατά επιφανών βενιζελικών, καθώς και το περίφημο «ανάθεμα» κατά του Βενιζέλου, στο οποίο πρωτοστάτησε ο Αρχιεπίσκοπος Θεόκλητος Α’. Τα γεγονότα αυτά επέφεραν την οριστική ρήξη ανάμεσα στο Βασιλιά Κωνσταντίνο και τις δυνάμεις της Αντάντ, με αποτέλεσμα την επιβολή ναυτικού αποκλεισμού με έδρα την Αθήνα στη «βασιλική Ελλάδα». Για τους συμμάχους ο Κωνσταντίνος ήταν πλέον «ο πιο μισητός άνθρωπος στην Ευρώπη μετά τον Κάιζερ Γουλιέλμο». Την ίδια περίοδο, η βασιλική κυβέρνηση παραδίδει το οχυρό Ρούπελ στους Γερμανούς με πρόφαση τον ουσιαστικό έλεγχο της “βενιζελικής Ελλάδας” από την Αντάντ. Αποτέλεσμα ήταν η έναρξη βιαιοπραγιών από τους Βούλγαρους στην Ανατολική Μακεδονία.

Πρώτη εξορία

Οι Γάλλοι, συνεπικουρούμενοι από το νέο Βρετανό Πρωθυπουργό Λόιντ Τζορτζ, απαίτησαν από τον Κωνσταντίνο να εγκαταλείψει το θρόνο, προκειμένου να άρουν τον αποκλεισμό. Επικαλέστηκαν μάλιστα το καθεστώς των “Προστάτιδων Δυνάμεων”, το οποίο κατά την άποψή τους είχαν από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Λόγω αυτού του γεγονότος, ο Κωνσταντίνος χωρίς να παραιτηθεί επισήμως μεταφέρθηκε με την οικογένειά του στην Ελβετία. Ο δευτερότοκος υιός του Αλέξανδρος ανήλθε στο θρόνο και ο Βενιζέλος συγκρότησε κυβέρνηση.4

1) Ενεπεκίδη Πολ., όπ.π., σσ.378-381.
2) Ενεπεκίδη Πολ., όπ.π., σσ.479-480. Πρβλ. Πλωρίτη Μ., Δυναστείες και Δυνάστες, όπ.π., σ.49.
3) Ενεπεκίδη Πολ., όπ.π., σσ.385-386. Πρβλ. Πλωρίτη Μ., όπ.π., σσ.49-50.
4)El.wikipedia.org|wiki|όπ.π., σ.5/12.

Περισσότερα
Δείτε ακόμα