Πάνω από 700 χιλιάδες επιχειρήσεις στο «κόκκινο»
Στην ανάγκη για πάγωμα των εισφορών, στην έλλειψη ρευστότητας και στη μείωση των ταμειακών διαθεσίμων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις αναφέρθηκαν θεσμικοί εκπρόσωποι διαφορετικών κλάδων σε κοινή συνέντευξη τύπου. Μεταξύ αυτών ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, Γιώργος Καββαθάς, ο οποίος ανέφερε ότι αυτή τη στιγμή 1 στις 2 επιχειρήσεις(περίπου 700 χιλιάδες) παρουσιάζουν πρόβλημα ρευστότητας, ενώ το 38% αυτών έχουν ταμειακά διαθέσιμα τα οποία μετά βίας επαρκούν για ένα μήνα.
Παράλληλα, αυτή τη στιγμή υπάρχουν χιλιάδες επιχειρήσεις οι οποίες σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ε.Ε.Α. Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, είναι επί της ουσίας ανενεργές χωρίς να ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και παραμένουν ενεργές στα χαρτιά. Ο λόγος είναι ότι ο νόμος δεν επιτρέπει να κλείσουν εάν δεν διευθετήσουν προηγουμένως τις οφειλές που έχουν προς το Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία ή προς άλλους φορείς.
Συνολικά, πάντως, στον κλάδο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων εκτιμάται ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν περί τις 150.000 επιχειρήσεις – «ζόμπι», πολλές εκ των οποίων δε λειτουργούν επί δεκαετίες, αλλά τυπικά φαίνονται ανοιχτές καθώς η διαγραφή απαιτεί την αποπληρωμή των οφειλών τους, κάτι το οποίο αδυνατούν να κάνουν.
Ξεχασμένοι οι μικρομεσαίοι από την κυβέρνηση
Για σταδιακή υλοποίηση του σχεδίου Πισσαρίδη και λουκέτο στις μισές μικρομεσαίες επιχειρήσεις την προσεχή 5ετία εφόσον δε ληφθούν ουσιαστικά μέτρα μίλησε ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου.
«Αν δεν υπάρξουν εδώ και τώρα μέτρα πραγματικής στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αυτός ο χειμώνας θα είναι ο τελευταίος για πολλές από αυτές», ανέφερε. Επεσήμανε ότι τα μέτρα αυτά θα πρέπει να έχουν διττή στόχευση. Από τη μία τη μείωση των τιμών και της ενέργειας και γενικότερα προϊόντων και υπηρεσιών και παράλληλα την ενίσχυση των επιχειρήσεων ώστε να έχουν προοπτικές ανάπτυξης. Τα μέτρα αυτά είναι:
– Επιβολή πλαφόν στην τιμή της ενέργειας,
– Μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, όπως έχει ήδη συμβεί σε 14 χώρες της Ευρώπης,
– Μείωση του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά από το 13% στο 6% ώστε μέρος του διαθέσιμου εισοδήματος να μπορεί να κατευθυνθεί και σε άλλες επιχειρήσεις,
– Θέσπιση 120 δόσεων για το σύνολο των οφειλών, ώστε να αποφευχθεί ένα μαζικό κύμα χρεοκοπιών για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Πολύ σημαντική σχετικά με το «αύριο» των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, είναι η κατεύθυνση των πόρων του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης και προς αυτές, οι οποίες μέχρι και αυτή την στιγμή παραμένουν αποκλεισμένες από το τραπεζικό μας σύστημα.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, Γιώργος Καββαθάς προσέθεσε πως «ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής οικονομίας βρίσκεται εκτός της κύριας κυβερνητικής στόχευσης σχετικά με την καταπολέμηση των επιπτώσεων της ακρίβειας και αυτό το τμήμα είναι οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις». Σημείωσε πως τα κυβερνητικά μέτρα κινήθηκαν σε προεκλογικούς ρυθμούς με ένα σημαντικό μέρος των εξαγγελιών να έχει επιδοματικό χαρακτήρα, ενώ στη συντριπτική τους πλειονότητα δεν τόλμησαν δομικού χαρακτήρα παρεμβάσεις.
«Ζητούμενο ωστόσο είναι κατά πόσο αυτά τα χρήματα θα «πέσουν» στην αγορά για να ανακόψουν την υφεσιακή τροχιά στην οποία έχουμε εισέλθει και δεν θα χρησιμοποιηθούν για να καλύψουν κυρίως μέρος της εξελισσόμενης κρίσης ιδιωτικού χρέους προς τράπεζες, παρόχους ενέργειας, αλλά και προς το ίδιο το Δημόσιο. Δυστυχώς οι κυβερνητικές εξαγγελίες δεν άγγιξαν πολύ κρίσιμα θέματα της αγοράς όπως η ρύθμιση χρέους προς τον ιδιωτικό τομέα, το Δημόσιο και τις τράπεζες ή η ενίσχυση της ρευστότητας ή τα αυξανόμενα λειτουργικά κόστη και κόστη πρώτων υλών των επιχειρήσεων», τόνισε.
Επιπλέον, όπως επισημάνθηκε στην συνέντευξη, ποσοστό 85% των επιχειρήσεων εξακολουθεί να εξαιρείται από το δανεισμό από τις συστημικές τράπεζες και δεδομένου ότι τόσο το ΕΣΠΑ όσο και το Ταμείο Ανάκαμψης περνούν απ’ αυτό το κανάλι «καταδικάζεται όλη η μικρομεσαία τάξη σε εξαφάνιση».
Οι εκπρόσωποι των επαγγελματιών μάλιστα υπενθύμισαν με νόημα στην κυβέρνηση πως «η μικρομεσαία τάξη είναι αυτή που έβγαλε τις τελευταίες δύο κυβερνήσεις και θα σκεφτεί πολύ καλά τι θα κάνει στις επερχόμενες εκλογές με βάση τις προθέσεις της κυβέρνησης».