Η μάχη της Δοϊράνης: Η επίθεση δυτικά της λίμνης
Το 12ο βρετανικό Σώμα στις 05.08 της 5ης/18ης Σεπτεμβρίου άρχισε την επίθεση εναντίον του υψώματος Γκραν Κορονέ, του γνωστού και με το όνομα Πυραμίδα, έχοντας αριστερά του την 22η βρετανική Μεραρχία και δεξιά τη Μεραρχία Σερρών. Ο αγώνας ήταν πολύ σκληρός, με πολλές απώλειες από τις δύο πλευρές και ως το βράδυ η βρετανική Μεραρχία ενισχυμένη από το 3ο Σύνταγμα της Σερρών είχε μικρά κέρδη.
Το Σύνταγμα αυτό υπό τη διοίκηση του Συνταγματάρχη Π/Ζ Χρήστο Λιάσκο επιτέθηκε στο κέντρο του μετώπου της 22ης βρετανικής και με ακάθεκτη ορμή και θάρρος κατέλαβε τρεις σειρές χαρακωμάτων του εχθρού συλλαμβάνοντας 100 αιχμαλώτους. Κάτω από τα συνεχή και εύστοχα πυρά του αντιπάλου μετρούσε μεγάλες απώλειες: 15 αξιωματικούς και 131 οπλίτες νεκρούς, 44 αξιωματικούς και 620 οπλίτες τραυματίες. Η μαχητική του ικανότητα μειώθηκε και αναγκάστηκε το Σύνταγμα να αποσυρθεί επανερχόμενο στη Μεραρχία του.
Τα άλλα δύο Συντάγματα της Σερρών, Μέραρχος ο Υποστράτηγος Επαμεινώνδας Ζυμβρακάκης, το 2ο με διοικητή τον Συνταγματάρχη Θεόδωρο Μανωλάκη και το 1ο με διοικητή τον Ταγματάρχη Γεώργιο Κονδύλη, ανέλαβαν νέα επίθεση δεχόμενα και αυτά, όπως το 3ο, τα καταιγιστικά πυρά του εχθρού. Μία σειρά από αδυναμίες, όπως το άγνωστο της περιοχής και η έλλειψη από κοινού δράσης με βρετανικές συμμαχικές δυνάμεις, παρά το θάρρος και τον ενθουσιασμό των πολεμιστών, τα Συντάγματα υπέστησαν μεγάλες απώλειες.
Παρά ταύτα, πέτυχαν τους πρώτους αντικειμενικούς σκοπούς και συνέλαβαν 700 αιχμαλώτους. Τμήματα της 22ης βρετανικής Μεραρχίας υπό την πίεση του εχθρού αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα το προωθημένο 1ο Σύνταγμα Σερρών να δεχθεί τα αντίπαλα πυρά, έδωσε αγώνα σώμα με σώμα, και υπέστη επίσης μεγάλες απώλειες.
Αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί, να καταλάβει θέσεις στο ύψωμα της Δοϊράνης και να έχει σύνδεση με το 2ο Σύνταγμα που πολεμούσε αριστερά του στο ύψωμα 340 (Χιλ). Μεταξύ των νεκρών ο διοικητής του 2ου Συντάγματος της Σερρών Συνταγματάρχης Θ. Μανωλάκης και ο διοικητής του 1ου Τάγματος του ιδίου Συντάγματος Ταγματάρχης Δημήτριος Παπαλουκάς. Στη θέση του τοποθετήθηκε ο Αντισυνταγματάρχης Αριστείδης Παπαδάκης.
Για τη δεύτερη ημέρα των επιχειρήσεων, 6/19 Σεπτεμβρίου 1918, δυτικά της λίμνης, ο διοικητής του 12ου βρετανικού Σώματος Στρατού Στρατηγός Ουίλσον, είχε ζητήσει αναστολή των επιχειρήσεων. Η πρότασή του εγκρίθηκε αλλά ο Αρχιστράτηγος Φρανσαί Ντ΄ Εσπεραί, επεσήμανε, πως καλό θα ήταν οι επιχειρήσεις να συνεχισθούν με δεδομένο πως δυτικότερα, στην περιοχή του σερβικού μετώπου, είχε επιτευχθεί διάσπαση του εχθρού. Το γεγονός έπρεπε να εκμεταλλευτούν οι σύμμαχοι.
Ο Ουίλσον για να συνεχίσει τις επιθέσεις του εναντίον του Γκραν Κορονέ είχε στη διάθεσή του τις Μεραρχίες Σερρών και 22η βρετανική. Από την πρώτη αξιόμαχα ήταν το 1ο και το 2ο Σύνταγμα παρά τις απώλειες που είχαν υποστεί την πρώτη ημέρα, θα ενισχύονταν όμως από ένα Τάγμα της 83ης βρετανικής Ταξιαρχίας της 28ης Μεραρχίας. Από την 22η βρετανική οι Ταξιαρχίες 66η και 67η ήταν εξασθενημένες από τις πρώτες επιχειρήσεις και αντί αυτών διατέθηκε η 77η, εφεδρική την πρώτη ημέρα, της 26ης βρετανικής Μεραρχίας. Επίσης διατέθηκαν το 2ο Σύνταγμα Ζουάβων και η 65η Ταξιαρχία που ως τότε τελούσε σε γενική εφεδρεία.
Οι επιχειρήσεις άρχισαν το πρωί της δεύτερης ημέρας και οι τρεις συμμαχικές μονάδες, 65η, 77η Ταξιαρχίες και 2ο Σύνταγμα Ζουάβων παρά τις προσπάθειες κάτω από τα σφοδρά πυρά των αντιπάλων υπέστησαν σοβαρές απώλειες και αναγκάστηκαν να αναδιπλωθούν. Το ίδιο πρωινό η Σερρών εξόρμησε εναντίον του Γκραν Κορονέ και κατόρθωσε να καταλάβει με το 2ο Σύνταγμά της το ύψωμα 340 (Χιλ). Έφθασε στα αμυντικά έργα του εχθρού κάτω από τα πυρά του και μετρώντας σημαντικές απώλειες ιδιαίτερα στο 2ο Τάγμα του ιδίου Συντάγματος. Μεταξύ των νεκρών και ο διοικητής του τάγματος Ταγματάρχης Δημήτριος Κουρέας. Οι επιχειρήσεις και του 1ου Συντάγματος της Μεραρχίας Σερρών ανακόπηκαν και συμπτύχθηκε.
Η Μεραρχία Σερρών κράτησε την πρώτη γραμμή και την πόλη μη έχοντας την αναμενόμενη από αριστερά στήριξη της 22ης αγγλικής Μεραρχίας, η οποία αντιμετώπισε ισχυρότατη αντίσταση και δεν προχώρησε.
Ο Allan Palmer, για τις ελληνικές δυνάμεις έγραψε: Προχώρησαν ταχύτατα και σε λιγότερο από μια ώρα εισήλθαν στην πόλη της Δοϊράνης και βρέθηκαν σε μικρή απόσταση από τα πρώτα χαρακώματα του εχθρού. Άλλο ελληνικό σύνταγμα (2ο της Μεραρχίας Σερρών) κατέλαβε το ύψωμα 340 (Χιλ), αιχμαλωτίζοντας 700 άνδρες και προήλασε προς τις πλαγιές του Γκραν Κορονέ πλησιάζοντας τη δεύτερη γραμμή άμυνας του βουλγαρικού στρατού. Δέχθηκε τα καταιγιστικά πυρά του αντιπάλου πυροβολικού και αναγκάστηκε να συμπτύξει τις δυνάμεις του.
Στα αριστερά των Ελλήνων η 22η αγγλική Μεραρχία περικύκλωσε το Πτι Κορονέ, το κατέλαβε, δεν μπόρεσε όμως να διασπάσει τη δεύτερη βουλγαρική γραμμή άμυνας και είχε πολλές απώλειες. Σύννεφα σκόνης και καπνού από το πλήθος των οβίδων σκέπασαν την περιοχή και των ουρανό. Οι απώλειες ήταν σοβαρές, ωστόσο οι βρετανικές δυνάμεις, που στον τομέα εκείνον ήταν Ουαλοί, συνάντησαν τις ισχυρές οχυρώσεις του Γκραν Κορονέ και δέχθηκαν τα πυρά των οχυρωμένων Βουλγάρων με αποτέλεσμα να μην πετύχουν τον στόχο τους δείχνοντας όμως γενναιότητα, η οποία αργότερα επιβραβεύτηκε. Η αποτυχία της πρώτης μέρας στο συμμαχικό στρατόπεδο ήταν φανερή.
Μεγάλες απώλειες είχε και 66η βρετανική Ταξιαρχία η οποία είχε στραφεί προς το Πιπ Ριτζ και θερίστηκε από τα αντίπαλα πυρά. Στις δέκα το πρωί της επομένης φαίνονταν πως δεν μπορούσε να συνεχισθεί ο αγώνας. Παρά ταύτα, μιάμιση ώρα μετά την έναρξη της μάχης, στη Δοϊράνη η ελληνική Μεραρχία Κρήτης, κατευθυνόμενη από τα Κρούσια κατέλαβε τις βουλγαρικές προφυλακές στα δάση. Ο μη συντονισμός με τις βρετανικές δυνάμεις στον τομέα εκείνον και η μεγάλη φωτιά που ξέσπασε στα ξερά χόρτα και στα δάση, την ανάγκασαν να συγκεντρωθεί στους πρόποδες των λόφων για να προστατευθεί όχι τόσο από τα εχθρικά πυρά αλλά από τη φωτιά. Η αποτυχία και πάλι ήταν φανερή.
Μετά από ανακατατάξεις στη σύνθεση των βρετανικών μονάδων και τη μετακίνηση του συντάγματος των Ζουάβων από τους Έλληνες στο 12 βρετανικό Σύνταγμα ξεκίνησε η επίθεση της 6ης /19ης Σεπτεμβρίου χωρίς και πάλι αξιόλογα αποτελέσματα. Πέρα από το κέρδος της πρώτης ημέρας, την κατάληψη Δοϊράνης και του Πτι Κορονέ, οι απώλειες ήταν μεγάλες. Τα βρετανικά τάγματα περιορίστηκαν στο ένα τέταρτο της δύναμής τους, αποδεκατίστηκαν.
Η επίθεση ανατολικά της λίμνης
Στον τομέα αυτόν δραστηριοποιήθηκε το 16ο βρετανικό Σώμα Στρατού υπό τον Στρατηγό Μπριγκς έχοντας τη Μεραρχία Κρήτης με διοικητή τον Υποστράτηγο Παναγιώτη Σπηλιάδη. Η Μεραρχία, αφού προωθήθηκε στην πρώτη γραμμή του Μετώπου, ανέλαβε το κύριο βάρος της επίθεσης. Αντικειμενικό της σκοπός ήταν η κατάληψη εχθρικών θέσεων βόρεια της λίμνης. Υποστηρίχθηκε δεξιά της από την 84η Ταξιαρχία της 28ης βρετανικής Μεραρχίας, το 3ο ελληνικό Σύνταγμα Ιππικού και άλλα βρετανικά τμήματα.
Επιτέθηκαν δύο Συντάγματα, το 9ο Κρητών υπό τον Συνταγματάρχη Παναγιώτη Μίνη αριστερά και το 29ο πεζικού υπό τον Ταγματάρχη Βασίλειο Τυπάλδο δεξιά και θα υποστηρίζονταν από μοίρα ορειβατικού πυροβολικού. Εφεδρικό ήταν το 8ο Κρητών υπό τον Αντισυνταγματάρχη Δημήτριο Πετροπουλάκη.
Η επιχείρηση ξεκίνησε στις 3 το πρωί της 5ης/18ης Σεπτεμβρίου και ακολούθησε ολοήμερος σκληρός αγώνας με σημαντικές απώλειες και από τις δύο πλευρές. Τα επιτιθέμενα συντάγματα πέρασαν στις εχθρικές γραμμές, ενεργοποιήθηκαν ελληνικές και βρετανικές εφεδρείες και παρά ταύτα καθηλώθηκαν.
Την επόμενη ημέρα 6/19 Σεπτεμβρίου τα ελληνικά τμήματα της πρώτης γραμμής αντικαταστάθηκαν και το βράδυ 6/19 προς 7/20 Σεπτεμβρίου η Κρήτης και το 3ο Σύνταγμα ιππικού αποσύρθηκαν στην Ευκαρπία Κιλκίς για ανάπαυση και ανασυγκρότηση. Ήταν γεγονός πως η πολεμική επιχείρηση Βρετανών και Ελλήνων στη Δοϊράνη είχε αποτύχει. Η ελληνική πλευρά (Γενικό Επιτελείο, Στρατηγός Δαγκλής) έριξε την ευθύνη στη βρετανική για έλλειψη επαρκούς υποστήριξης από τα πεζά τμήματα και το πυροβολικό. Ωστόσο όλη η Βρετανοελληνική Στρατιά διατάχθηκε από τον Αρχιστράτηγο Φρανσαί Ντ΄ Εσπεραί να οργανώσει την περιοχή που κατέλαβε και να απασχολεί τον εχθρό στον τομέα της.
Η Μεραρχία Κρήτης, όπως παρατηρεί ο Στρατηγός Δαγκλής, πραγματοποίησε θαρραλέα επίθεση, δεν κατόρθωσε όμως να αλώσει την πρώτη αμυντική γραμμή του εχθρού, δεν είχε την έγκαιρη στήριξη των αγγλικών δυνάμεων με αποτέλεσμα να υποστεί πολλές απώλειες. Με τις επιχειρήσεις αυτές δεν επιτεύχθηκαν οι προκαθορισμένοι στόχοι, δόθηκε όμως η ευκαιρία στις συμμαχικές δυνάμεις να έχουν θετικά αποτελέσματα στον δυτικό τομέα του Μακεδονικού Μετώπου. Οι δύο ελληνικές Μεραρχίες (Σερρών και Κρήτης) ανασυντάχθηκαν. Η πρώτη λόγω των μεγάλων απωλειών της δεν πήρε μέρος στην καταδίωξη του εχθρού που ακολούθησε, ενώ η δεύτερη συμπράττοντας με αγγλικές δυνάμεις συνέχισε τις επιχειρήσεις καταδίωξης.
Οι απώλειες στη μάχη της Δοϊράνης.
Α. Στη διήμερη μάχη (5/18-6/19 Σεπτεμβρίου 1918) δυτικά της λίμνης υπήρξαν οι απώλειες:
22η Βρετανική Μεραρχία:
165 αξιωματικοί και 3. 155 οπλίτες νεκροί και τραυματίες
Μεραρχία Σερρών:
173 αξιωματικοί και 2. 514 οπλίτες νεκροί και τραυματίες
Σύνολο 338 αξιωματικοί 5. 669 νεκροί και τραυματίες
Οι απώλειες των Βουλγάρων ήταν 83 αξιωματικοί και 2.643 νεκροί και τραυματίες.
Οι περισσότεροι των Ελλήνων, των Βρετανών και των αντιπάλων κατά τον διήμερο αυτόν αγώνα έπεσαν ή τραυματίσθηκαν στη μάχη του Γραν Κορονέ (ύψωμα Πυραμίδα).
Στην ολοήμερη μάχη (5/18 Σεπτεμβρίου 1918) ανατολικά της λίμνης οι απώλειες ήταν:
Μεραρχία Κρήτης: Νεκροί: 11 αξιωματικοί και 131 οπλίτες
Τραυματίες: 33 αξιωματικοί και 540 οπλίτες
Βρετανικές δυνάμεις: 100 νεκροί και τραυματίες (αξιωματικοί και οπλίτες).
Η αεροπορία στη μάχη της Δοϊράνης και στα άλλα μέτωπα
Η 531 Μοίρα σύμφωνα με το σχέδιο των Συμμάχων, μετά τη μάχη του Σκρα, μετακινήθηκε από τη Γοργόπη στη Σκύδρα για να βοηθήσει σε άλλους τομείς του Μετώπου. Μετά την υποχώρηση των Βουλγάρων από την περιοχή εκείνη μεταστάθμευσε στο Μεταλλικό (Γιάννες) του Κιλκίς για να υποστηρίξει αεροπορικά τον Αγγλικό τομέα του μετώπου όπου σε λίγες ημέρες θα άρχιζε η μάχη της Δοϊράνης. Έκανε αναγνωρίσεις στις θέσεις Γερμανών και Βουλγάρων, η γερμανική αεροπορία ουσιαστικά έμεινε εκτός πολέμου και μετά την εκεί αναμέτρηση επανήρθε στην αρχική της θέση, στη Γοργόπη.
Ανέλαβε και πάλι αναγνωρίσεις στο όρος Τζένα φθάνοντας μέχρι και τη Στρώμνιτσα, υποστηρίζοντας τον Στρατό της Εθνικής Άμυνας στην καταδίωξη του εχθρού. Μετά τις επιχειρήσεις αυτές, τον Οκτώβριο του 1918, διαλύθηκε παραμένοντας δεκαπέντε ημέρες στο Σέδες.
Η άλλη Μοίρα, η 532, η πρώτη αναγνωριστική, συνέχισε το έργο της στον τομέα του Πρέσλαπ, όπου γαλλικές και ελληνικές δυνάμεις υπό τον Συνταγματάρχη Γαργαλίδη αγωνίζονταν για την κατάληψή του. Μέχρι το τέλος του Σεπτεμβρίου έκανε αναγνωρίσεις στην περιοχή της Χούμα (Γευγελή). Μετά την κατάληψη του Χουντόβου μεταφέρθηκε στο εκεί γερμανικό αεροδρόμιο, παρέμεινε μέχρι το Μάρτιο του 1919, οπότε μεταστάθμευσε στη Δράμα.
Με την κατάρρευση της Βουλγαρίας, 30 Σεπτεμβρίου 1918, την ανακωχή με την Τουρκία και τη συνθήκη του Μούδρου (20 Οκτωβρίου), τερματίστηκε η παρουσία της στρατιωτικής αεροπορίας στο Μακεδονικό Μέτωπο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΕΣ/ΔΙΣ, Η συμμετοχή της Ελλάδος εις τον πόλεμον 1915-1918, Αθήναι 1961, τ. Β΄.
ΓΕΣ/ΔΙΣ, Επίτιμη ιστορία της συμμετοχής του Ελληνικού Στρατού στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο 1914-1918, Αθήνα 1993,σ. 230-238, 254-261.
Ιστορία της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, σ. 98 -110.
Θεόδωρος Πάγκαλος, Τα απομνημονεύματά μου 1897-1947, η ταραχώδης περίοδος της τελευταίας πεντηκονταετίας, τ. Α΄ 1897-1913, Αθήναι 1950, σ. 253-25
Αλέξανδρος Μαζαράκης – Αινιάν, Απομνημονεύματα, Αθήνα ά. έ. Ε4.., σ. 236-237.
Δαγκλής, Παναγιώτης., Αναμνήσεις – Έγγραφα – Αλληλογραφία, Το Αρχείον του, επιμ., Ξ. Λευκοπορίδης, Αθήναι 1965, 324-325, 336.
Palmer, Alan., Το Μακεδονικό Μέτωπο και ο ελληνικός διχασμός, μετ. Νικ. Παπαρρόδου, Αθήναι ά. έ. ε., σ. 236-327, 335, 354-366.