Λυρικό και λαϊκό τραγούδι στην μεγάλη συναυλία γιά τα «Ελευθέρια» του Κιλκίς
Ανάμεσα στις μουσικές υπάρχουν διαφορές ως προς τους ήχους, τους ρυθμούς, τις «πηγές» έμπνευσης και τις τεχνικές.
Δεν υπάρχουν, όμως, όρια όσον αφορά στην λειτουργία τους ως μέσων ανθρώπινης έκφρασης και επικοινωνίας.
Και είναι αυτός ακριβώς ο λόγος, γιά τον οποίο ένας συνθέτης ή τραγουδιστής ενός συγκεκριμένους είδους μουσικής μπορεί με την ίδια άνεση να δημιουργήσει ή να ερμηνεύσει αντιστοίχως, δηλαδή να διακριθεί, σε κάποιοι άλλο.
Κατά μείζονα λόγο, δεν υπάρχει κανένα όριο, που να αποκλείει ή έστω και απλώς να εμποδίζει τις συμπράξεις καλλιτεχνών διαφορετικής μουσικής προέλευσης σε οποιοδήποτε είδος μουσικής, ακόμη και μη κοινό.
Πανηγυρική, σχεδόν θριαμβευτική θα μπορούσε να ειπωθεί, επαλήθευση αυτής της εκτίμησης απετέλεσε η συναυλία η αφιερωμένη στον μεγάλο λαϊκό συνθέτη Βασίλη Τσιτσάνη, με την ευκαιρία της τριακοστής επετείου του θανάτου του, που δόθηκε το βράδυ της Τετάρτης 18.6.14, στο θέατρο λόφου Αγίου Γεωργίου Κιλκίς στο πλαίσιο των εκδηλώσεων εις ανάμνησιν της επικής Μάχης και απελευθέρωσης του Κιλκίς.
Το έργο του Τσιτσάνη απετέλεσε κοινό παρονομαστή μιάς εκφραστικής σύμπραξης δύο κορυφαίων ερμηνευτριών «πρέσβειρων» διαφορετικών ειδών τραγουδιού, που ενθουσίασε τις περίπου δύο χιλιάδες θεατών, οι οποίοι αψήφισαν την καιρική αστάθεια και έδωσαν το «παρών» στην παράσταση.
Η διεθνούς φήμης σπουδαία λυρική τραγουδίστρια Σόνια Θεοδωρίδου και η εκ των κορυφαίων εκπροσώπων του λαϊκού (αλλά και έντεχνου) τραγουδιού δημοφιλής συνεπώνυμή της Νατάσα, συνοδευόμενες από τον συνεχώς ανερχόμενο Κώστα Καραφώτη, επίσης εκπρόσωπο του λαϊκού και εντέχνου τραγουδιού, προσέφεραν ένα «μαγικό» δίωρο με τις αθάνατες συνθέσεις του Τσιτσάνη, μία πραγματική μουσική «πανδαισία», που δικαίωσε κατά τον πλέον «εύγλωττο» τρόπο την δημόσια άποψη της Σόνιας, ότι «το τραγούδι είναι ένα».
Οι τρεις τόσο διαφορετικές μα και τόσο αρμονικώς συντονισμένες φωνές μετέτρεψαν το πλήθος σε μία …τεράστια χορωδία, με άλλα λόγια σε …ενεργό παράγοντα της συναυλίας.
Μιάς συναυλίας, η οποία απέδειξε ότι ακόμη και στους χαλεπώτερους καιρούς πάντα και πάντοτε η καλλιτεχνική ποιότητα εκφράζει τον Ελληνα και του προσφέρει ένα κάποιο, έστω και πρόσκαιρο, «αποκούμπι», που του επιτρέπει να στέκεται ψυχικώς όρθιος, ακόμη και στους πλέον εντόνους «κλυδωνισμούς».
Βεβαίως, τα τρία καταξιωμένα στελέχη του τραγουδιού «έβγαλαν» ποιότητα και εκφραστικότητα, επειδή είχαν και την κατάλληλη μουσική υποστήριξη.
Και αυτήν την προσέφεραν η καταπληκτική Κινητή Ορχήστρα («Orchestra Mobile») και η θαυμάσια χορωδία των Αιγών Ημαθίας, υπό την διεύθυνση ενός …αχρειάστου συστάσεων «δικού μας παιδιού», του διεθνώς πλέον αναγνωρισμένου Θεόδωρου Ορφανίδη, που ένα χρόνο παρά μιάν ημέρα μετά την πρώτη εμφάνισή του στον ίδιο χώρο, με διαφορετικό τότε περιεχόμενο, δικαιολόγησε στο έπακρο την φήμη, που τον περιβάλλει ως εμπνευστή και δημιουργό μουσικών δρωμένων υψηλού επιπέδου, αποδεικνύοντας στην προκειμένη περίπτωση εμπράκτως την αγάπη για τον τόπο του.
Διότι, αποτελεί πράξη αγάπης προς τον τόπο εκ μέρους καθενός τέκνου του που δραστηριοποιείται πέραν των ορίων αυτού, αλλά και της χώρας, σε οποιονδήποτε τομέα, το να αναπτύσσει σ’ αυτόν μέρος της δραστηριότητάς του, όπως ακριβώς την αναπτύσσει σε οποιοδήποτε σημείο της χώρας, της Ευρώπης ή και του κόσμου, χωρίς «εκπτώσεις» και περιοσμούς.
Γιά όλα αυτά η συγκεκριμένη συναυλία «έγραψε ιστορία», αφού το Κιλκίς απετέλεσε τον πρώτο σταθμό της, προαναγγέλλοντας ουσιαστικώς μία λαμπρή απήχησή της σε όλη την χώρα, χάρη στο συγκεκριμένο περιεχόμενο και στα συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά της.