Αρθρογραφία

Η γλώσσα των γλωσσών

Ψάχνοντας πρόσφατα για μια λέξη στο λεξικό των «Λίντελ και Σκοτ» («Liddell & Scott»), το μάτι μου έπεσε πάνω στο ρήμα «έσαν», χρόνου παρατατικού, γ’ πρόσωπου πληθυντικού του ειμί, στην ιωνική διάλεκτο. Ο συνειρμός ήταν άμεσος. « Έσαν» ή «έταν» λέμε κι εμείς οι Πόντιοι ανάλογα με την περιοχή της προέλευσής μας από τον Πόντο. Έτσι, η καταγωγή της ποντιακής διαλέκτου από την ιωνική, με την προφορά του «η» ως «ε» (έταν αντί για ήταν), επαληθεύεται με το απλό αυτό παράδειγμα.

Διαβάζοντας στη συνέχεια στην Ιλιάδα για τη Λήμνο, βρήκα τις λέξεις ανεμόεσσα, αμπελόεσσα, μελανόεσσα, πυρόεσσα. Η ανεμόεσσα για τους ανέμους που κατεβαίνουν από τα στενά του Βοσπόρου, η πυρόεσσα για την ηφαιστειογενή γη της, η αμπελόεσσα για τα αμπέλια της και η μελανόεσσα για το μαύρο χρώμα της πέτρας της.

Ειδικά για τη λέξη μελανόεσσα να σημειώσω, ότι την χρησιμοποιεί και η λατινική για μια πεταλούδα, τη melanoessa, διατηρώντας την κατάληξη –έσσα. Την ίδια κατάληξη που χρησιμοποιεί ο Άνθιμος Παπαδόπουλος στις λέξεις άσκεμεσσα, έμορφεσσα παλαλέσσα, πράγμα διόλου τυχαίο, αφού «αι καταληκτικαί των λέξεων συλλαβαί έχουσι λόγον κι αυταί», όπως επισημαίνει ο Αριστοτέλης.

Στην αγγλική η λέξη Hellas γράφεται με «h» σεβόμενη την αρχική δασεία, που η ελληνική δυστυχώς την έχει αποβάλει. Αν θέλουμε να μάθουμε, δηλαδή, αν η λέξη Ελλάς έπαιρνε παλιά ψιλή ή δασεία, πρέπει να ανατρέξουμε στην αγγλική, για να βρούμε την απάντηση.

Στην Ραψωδία Ξ 280 της Ιλιάδας συναντούμε το ρήμα «όμοσεν» και το ουσιαστικό «όρκος» στην ίδια σειρά (αὐτὰρ ἐπεί ῥ’ ὄμοσέν τε τελεύτησέν τε τὸν ὅρκον = και σαν ορκίστηκε και ξετέλεψε τον όρκο της». Ανάμεσα στο ρήμα ομνύω και ορκίζομαι υπάρχει πράγματι μια διαφορά: Ομνύω σημαίνει ότι δίνω την υπόσχεσή μου να μην κάνω κάτι. Ενώ, ορκίζομαι σημαίνει ότι δίνω το λόγο μου ότι θα κάνω κάτι.

Με τον καιρό αρκετές λέξεις άλλαξαν σημασία, ακολουθώντας τις μεταλλάξεις της κοινωνίας. Η λέξη αγαθός, που παλιά σήμαινε «άγαν θεϊκός», σήμερα είναι ταυτόσημη με τη λέξη χαζός. Από θετική και θεϊκή λέξη εξελίχθηκε σε αρνητική. Η λέξη αρετή στον Όμηρο σημαίνει ανδρεία. Είναι η ιδιότητα του άρρενα. Μιλά για την αρετή του Αχιλλέα. Στις μέρες μας έχει πάρει πολλαπλή σημασία. Κακός στα αρχαία ελληνικά ήταν ο δειλός. Ο Πάρις π.χ. αναφέρεται ως κακός γιατί ήταν δειλός. Ετυμολογικά η λέξη παραπέμπει στο ρήμα χάζομαι που σημαίνει κρύβομαι. Αυτός που χάζεται, λέγεται χαζός. Επειδή τα κ,γ,χ, εναλλάσσονται, έτσι το χαζός έγινε κακός (Άννα Τζιροπούλου-Ευσταθίου γλωσσολόγος).

Παρόλο που πέρασαν πολλοί αιώνες από την εποχή του Ομήρου, χιλιάδες λέξεις έχουν διασωθεί είτε ως ατόφιες είτε γιατί αποτελούν κύριο θέμα σε σύνθετες λέξεις ως σήμερα. Δεν λέμε π.χ. τη λέξη βρύχα, που σημαίνει θάλασσα, αλλά την χρησιμοποιούμε ως δεύτερο συνθετικό στη λέξη υποβρύχιο. Δεν ξέρουμε ίσως τη λέξη αυδή, που σημαίνει φωνή, αλλά την βλέπουμε μέσα στη λέξη άναυδος. Δεν γνωρίζουμε τη λέξη δέρη (=λαιμός), αλλά την αναγνωρίζουμε στη σύνθετη μορφή της ως περιδέραιο.

Είναι κρίμα η Ελληνική, η γλώσσα των γλωσσών, που αγγίζει και βαφτίζει γαλαξίες και δανείζει τις πιο ωραίες λέξεις στην οικουμένη, όπως φαντασία, τραγωδία, ιστορία, ένστικτο, χαρακτήρας, κόσμος, δημοκρατία, φιλοσοφία κλπ, να αποδυναμώνεται νοηματικά, με την κατάργηση των τόνων, που αλλάζει τη σημασία λέξεων, ανάλογα από το αν έπαιρναν παλιά οξεία ή περισπωμένη (Παράδειγμα: Η λέξη Σῦρος με περισπωμένη είναι το γνωστό νησί, ενώ η λέξη Σύρος με οξεία είναι ο κάτοικος της Συρίας, ο Σύριος. Η λέξη Χίος με οξεία είναι η νήσος, ενώ ο κάτοικός της Χῖος=Χιώτης γράφεται με πε¬ρι¬σπωμένη. Κῦδος με περισπωμένη ονομάζεται η δόξα, η φήμη και κύδος με οξεία το όνειδος).

Δεν υπάρχει κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης, που να μην υπάρχει μέσα του παιδεία, είτε αυτό αφορά τη δουλειά είτε την τέχνη είτε τα γράμματα. Κλείνω θυμίζοντας τη γνωστή ρήση από τον Περικλέους Επιτάφιο: «Φιλοκαλούμεν τε γαρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας». Δυστυχώς εμείς εξοβελίσαμε τη φιλοσοφία και κρατήσαμε τη μαλακία, που την χρησιμοποιούμε καθημερινά στο λόγο μας.

Περισσότερα
Δείτε ακόμα