«Θανατώνουν» τον περιφερειακό Τύπο με την κατάργηση των δημοσιεύσων
Αδιαφανής η διαχείριση του δημοσίου χρήματος από κάθε βαθμίδα της εξουσίας, προοιωνίζεται από τις επικείμενες αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση, σε ότι αφορά στην δημοσίευση των κρατικών διακηρύξεων και προκηρύξεων στον περιφερειακό Τύπο.
Νομοσχέδιο που αποστερεί κάθε στοιχείο διαφάνειας από τις προκηρύξεις του Δημοσίου, με την μη υποχρέωση δημοσίευσης
τους, προωθείται από τους συναρμόδιους υπουργούς οικονομίας, ανάπτυξης και τουρισμού, Γιώργο Σταθάκη και υποδομών μεταφορών και δικτύων, Χρήστο Σπίρτζη.
Ένα νομοσχέδιο που υιοθετεί πολιτικές που δεν συνάδουν με τα όσα η σημερινή κυβέρνηση ευαγγελίζεται περί πλήρους διαφάνειας σε όλους του τομείς της δημόσιας ζωής, όπως προσφάτως διατύπωσε εντός του Κοινοβουλίου και ο πρωθυπουργός.
Ασυνέπεια μεταξύ λόγων και έργων εμφανίζουν τα υπουργικά στελέχη, που ενώ εμφανίζονται σε θεωρητικό επίπεδο να υπεραμύνονται της πολιτικής της διαφάνειας, στην πράξη προωθούν νομοθετήματα που ανοίγουν τον δρόμο στις πλέον αμφισβητούμενες πρακτικές, σε ότι αφορά στους δημοσίους διαγωνισμούς.
Η απώλεια θέσεων εργασίας από τις επιχειρήσεις του περιφερειακού Τύπου, θα είναι μία αναπόφευκτη συνέπεια, αφού οι εφημερίδες θα κληθούν να περιορίσουν το λειτουργικό τους κόστος δραματικά.
Άμεση και εντονότατη υπήρξε η αντίδραση των φορέων εκπροσώπησης του περιφερειακού Τύπου, στην προσπάθεια διατήρησης και επί πλέον ενίσχυσης της διαφάνειας των δημοσίων συμβάσεων.
Θα πρέπει δε να επισημανθεί πως η καταχώριση των κρατικών δημοσιεύσεων δεν είναι απλά συνδικαλιστικό αίτημα και δεν μπορούν τα πολιτικά κόμματα να τάσσονται υπέρ ή κατά των αιτημάτων του περιφερειακού τύπου με βάση την κατά περίπτωση πολιτική συγκυρία.
Νομοθέτημα αδιαφανών πρακτικών
Με το νομοσχέδιο για τις δημόσιες συμβάσεις, το οποίο έχει τεθεί σε διαβούλευση και αναμένεται η συζήτηση του στις αρμόδιες επιτροπής της Βουλής, ανατρέπεται πλήρως η μέχρι σήμερα ισχύουσα νομοθεσία για τις δημοσιεύσεις των διακηρύξεων των πάσης φύσεως έργων, προμηθειών και των υπηρεσιών του δημοσίου και τις υποχρεωτικές δημοσιεύσεις του Δημοσίου στον περιφερειακό Τύπο.
Πλέον ορίζεται ως υποχρεωτική μόνο η ανάρτηση των πράξεων αυτών στο ΚΗ.Μ.ΔΗΣ. και στην ιστοσελίδα (εφόσον διαθέτουν) των αναθετουσών αρχών.
Ουσιαστικά, με αυτό τον τρόπο καταργείται η ισχυρή και νόμιμη μορφή γνωστοποίησης, σε κάθε ενδιαφερόμενο, των πράξεων των δημοσίων αρχών, που αφορούν άμεσα τη διαχείριση δημοσίου χρήματος.
Με την «κάλυψη» που παρέχεται στους φορείς του Δημοσίου για γνωστοποίηση των πράξεων τους σε μία ηλεκτρονική σελίδα, αποκλείεται ουσιαστικά η δημοσίευση τους στον τύπο, ενώ περιορίζεται τόσο η ενημέρωση των πολιτών, όσο και η δυνατότητα εκδήλωσης επιχειρηματικού ενδιαφέροντος τους, για κάθε προκηρυχθέν έργο.
Η έλλειψη δημοσιότητας προκαλεί έλλειμμα δημοκρατίας, καθώς δεν εξασφαλίζει την απαραίτητη και θεμελιώδη υποχρέωση ευρείας ενημέρωσης του κοινού, για τα περί του δημόσιου βίου και διοχέτευσης του δημοσίου χρήματος.
Παράλληλα, θίγεται και το ζήτημα της διαφάνειας, με αντίστοιχο παράδειγμα των ηλεκτρονικών αναρτήσεων στο «Διαύγεια», όπου η αναζήτηση και ενημέρωση μόνο ως εύχρηστη δεν μπορεί να θεωρηθεί.
Αντίστοιχη ήταν η αποτυχία και του πλαισίου δημοσιότητας των ισολογισμών, που έχει αποστερηθεί και σε αυτή την περίπτωση η υποχρέωση δημοσίευσης, με αποτέλεσμα να χάνονται σε ανώνυμες ιστοσελίδες ή σε δυσεύρετα σημεία στις ιστοσελίδες των επιχειρήσεων.
Η αποτυχία από την πλευρά των θεσμικά υπεύθυνων να εφαρμόσουν τον Ν3548/07 δεν μπορεί να χρεώνεται στις εφημερίδες του περιφερειακού Τύπου και να χρησιμοποιείται ως επιχείρημα από την πλευρά της κυβέρνησης.
Αντιδράσεις του κυβερνητικού εταίρου
Οι καταχωρήσεις των κρατικών δημοσιεύσεων στον περιφερειακό Τύπο δεν αποτελούν μνημονιακή υποχρέωση, παρά του ότι επιχείρησε να το παρουσιάσει ο υπουργός κ. Σταθάκης, χωρίς να συνυπολογίσει ότι πρόκειται για εκπλήρωση στοιχειωδών και αυτονόητων υποχρεώσεων της Πολιτείας και επιβάλλονται από λόγους διαφάνειας, χρηστής διοίκησης και ουσιαστικής ενημέρωσης των πολιτών.
Άλλωστε η διασφάλιση της διαφάνειας στις κρατικές προκηρύξεις διαγωνισμών προβλέπεται ξεκάθαρα και από την σχετική ευρωπαϊκή οδηγία, με ανάλογη πρακτική να ακολουθείται από την πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κρατών, που σέβονται τις γενικές αρχές περί δημοσίων συμβάσεων της ΕΕ, αποδίδοντας την ευρύτερη δυνατή δημοσιότητα.
Την αντίθεση του, στην προωθούμενη διάταξη, εξέφρασε σε δήλωση του στο Creta tv και ο υφυπουργός παρά των πρωθυπουργώ, Τέρενς Κουίκ, ο οποίος σημείωνε πως «Το βασικό ακαταμάχητο επιχείρημα που θέτουν οι Ανεξάρτητοι Έλληνες είναι η διασφάλιση της διαφάνειας στις αναθέσεις των δημοσίων, δημοτικών και περιφερειακών έργων».
Αναφερόμενος δε ειδικά στην κατοχύρωση που προσφέρει ο Τύπος έναντι των ηλεκτρονικών καταχωρήσεων, σημείωσε: «Καμμία καταχώρηση που αφορά σε δημόσιο έργο και επί της ουσίας χρήματα του ελληνικού λαού, αλλά και των Ευρωπαίων πολιτών, δεν μπορεί να αλλοιωθεί σε μία εφημερίδα, ταυτιζόμενη μάλιστα με συγκεκριμένη ημερολογιακή ημερομηνία. Αυτό δεν μπορεί να διασφαλιστεί σε κανένα διαδικτυακό τόπο, όπου και οι «χακερς» μπορούν να παρεμβαίνουν, αλλά ταυτόχρονα πολύ εύκολα μία δημοσίευση μπορεί να ανέβει και την επόμενη στιγμή να εξαφανιστεί. Στον ηλεκτρονικό κόσμο που ζούμε, αυτά τα ξέρουμε πάρα πολύ καλά».
Σημείο δε στο οποίο στάθηκε ιδιαιτέρως, είναι και το αμελητέο δημοσιονομικό όφελος από την κατάργηση των δημοσιεύσεων έργων, επισημαίνοντας πως «αυτές οι δημοσιεύσεις είναι μία τονωτική οικονομική «πηγή» για τις περιφερειακές εφημερίδες που δίνουν αγώνα επιβίωσης, χωρίς μάλιστα να επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός αφού αφορά σε συνεργασία ιδιωτών με ιδιώτες. Για να μην προσθέσω, ότι σε ένα έργο π.χ. προϋπολογισμού 1 εκ. ευρώ, είναι κόκκος στην άμμο το ποσό των 200 έως 500 Ευρώ που καταβάλλεται σε μία εφημερίδα για μία δημοσίευση. Δηλαδή μιλάμε για 0.5 τοις χιλίοις».
Ο υπουργός διαψεύδει τον εαυτό του
Πρόκειται για επαναφορά του ίδιου νομοθετήματος, το οποίο δεν ευδοκίμησε να ψηφιστεί όταν επιχειρήθηκε από την κυβέρνηση της Ν.Δ., με τον νόμο Χατζιδάκη το 2014 (ν.4281), καθώς μεταξύ του πλήθους των αντιδράσεων που συνάντησε τότε από το σύνολο των λοιπών κομμάτων, βρήκε σφοδρό πολέμιο και τον τότε βουλευτή της αντιπολίτευσης και νυν υπουργό, Γιώργο Σταθάκη, ο οποίος τώρα το επαναφέρει.
Συγκεκριμένα, ο νυν υπουργός κατά την συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, όπου διεξαγόταν η συζήτηση του πολυνομοσχεδίου (Ν4281/14), το οποίο προωθούσε η κυβέρνηση της Ν.Δ., τον Αύγουστο του 2014, ο κ. Σταθάκης, ως εισηγητής της μειοψηφίας εμφανίστηκε λάβρος κατά της προωθούμενης κατάργησης των δημοσιεύσεων.
Στάθηκε ιδιαιτέρως στο πλήγμα που θα επιφέρει το εν λόγω νομοθέτημα, σε οικονομικό επίπεδο, για τον περιφερειακό Τύπο της χώρας μας, με την αποστέρηση αυτού του βασικού επί δεκαετίες πόρου των περιφερειακών εφημερίδων.
Συγκεκριμένα στην τότε τοποθέτηση του, μεταξύ άλλων σημείωνει: «…Ουσιαστικά ο επαρχιακός τύπος θα χάσει τη βασική «πηγή» εσόδων του, που είναι και η τελευταία «πηγή» χρημάτων που παίρνει από το ευρύτερο Δημόσιο -δεν είναι καν από το Δημόσιο, γιατί τα πληρώνουν ιδιώτες εργολάβοι- της αναγκαστικής δημοσιοποίησης των δημοσίων έργων…», ενώ επεσήμανε ότι « μειώνουμε το διοικητικό κόστος των επιχειρήσεων για τα δημόσια έργα. Τι συμπαρασύρουμε μαζί; Όλον τον τύπο της επαρχίας».
Τώρα το ίδιο πρόσωπο καταθέτει νομοσχέδιο που περιλαμβάνει την ίδια διάταξη, υποστηρίζοντας πως πρόκειται για μνημονιακή δέσμευση, αιτιολόγηση η οποία όμως δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, όταν ο ίδιος, από την θέση του βουλευτή της αντιπολίτευσης ανέφερε στην Ολομέλεια της Βουλής ότι «…Υπάρχει στη νομοθεσία, στον Κανονισμό του 2011, το θέμα του τύπου που προέκυψε και το οποίο είναι μείζον. Αυτό, όμως, στον Κανονισμό, στο άρθρο 152, δεν αποτελεί δεσμευτική νομοθεσία. Εσείς το εισάγετε με έναν τρόπο που λέει ότι ουσιαστικά ο επαρχιακός τύπος θα χάσει τη βασική πηγή εσόδων του….».
Επαφές και επισημάνσεις
Συνεχείς οι οχλήσεις και η έκφραση αντίδρασης εκ μέρους των φορέων του Τύπου, προς τους πολιτικούς εκπροσώπους, αιτούμενοι, , συνάντησης και με τον πρωθυπουργό, μέσω επιστολής με την επισήμανση αυτή να πραγματοποιηθεί «πριν κατατεθεί η οποιαδήποτε σχετική ρύθμιση στη Βουλή ώστε η συνάντηση να μην τελεί υπό το βάρος ειλημμένων αποφάσεων και τετελεσμένων», χωρίς όμως το παρόν αίτημα να ευοδωθεί.
Συναντήσεις με υπουργικά στελέχη, αποστολή επιστολών, αλλά και έντονα διαβήματα συμπεριλήφθηκαν στις κινήσεις εκ μέρους των φορέων του τύπου, που με κάθε τρόπο εκφραζόταν η κάθετη αντίρρηση τους στις επιχειρούμενες αλλαγές.
Χαρακτηριστική η επισήμανση προς τον πρωθυπουργό ότι «αν υλοποιηθεί αυτός ο σχεδιασμός θα σημάνει την οριστική εξόντωση του κλάδου, μετά και τα συνεχόμενα πλήγματα που δέχτηκε τα τελευταία χρόνια, το κλείσιμο επιχειρήσεων που αγωνίζονται καθημερινά για την ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών, αλλά και την απώλεια εκατοντάδων θέσεων εργασίας στην ελληνική περιφέρεια. Το κυριότερο όμως είναι ότι μαζί με τις επιχειρήσεις αυτές θα πληγούν επίσης και οι αρχές της διαφάνειας, της νομιμότητας, της χρηστής διοίκησης και της πλήρους ενημέρωσης των διοικουμένων, αρχές που πρέπει να πρυτανεύουν ιδιαίτερα στον πολύπαθο χώρο των δημοσίων συμβάσεων, έργων και προμηθειών του δημοσίου. Οι δημοσιεύσεις αυτές δεν είναι κρατικό αντίδωρο στον περιφερειακό Τύπο αλλά στοιχειώδης υποχρέωση μιας ευνομούμενης Πολιτείας που δεν μπορούν να υποκατασταθούν με άλλα, αμφιβόλου αξίας και νομιμοποίησης μέτρα. Την ίδια στιγμή πρέπει να συνυπολογιστεί ότι υπό το κράτος των μνημονιακών δεσμεύσεων έχουν καταργηθεί επίσης όλες οι άμεσες ή έμμεσες ενισχύσεις κάθε είδους της Πολιτείας προς τον περιφερειακό Τύπο που όμως αποτελούν καθεστώς σε όλες σχεδόν της χώρες της Ε.Ε!».
Ακόμα εντονότερη η αντίδραση, όπως κατεγράφη στην επιστολή προς τον υπουργό Οικονομίας, στην οποία μεταξύ άλλων αναφερόταν: «Αντιλαμβανόμαστε τις πιέσεις που ενδεχομένως ασκεί το πανίσχυρο «εργολαβικό λόμπι» το οποίο έχει συνηθίσει να επιβάλει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τις επιθυμίες του και εν προκειμένω να «βγάλει από τη μύγα ξύγκι» αφού το κόστος των δημοσιεύσεων αυτών είναι πραγματικά ελάχιστο σε σχέση με το ύψος των προϋπολογισμών των έργων και των προμηθειών και του σκοπού που υπηρετούν. Ελπίζαμε όμως και εξακολουθούμε να ελπίζουμε πως οι πιέσεις αυτές δεν θα βρουν «ευήκοα ώτα» στην κυβέρνησή σας, ανεξάρτητα αν ενδεχομένως προωθούνται ή στηρίζονται από υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη».
Ανυποχώρητος ο κλάδος κατά τον πρόεδρο του ΣΗΠΕ
Κάθετα αντίθετος στην επιχειρούμενη κατάργηση, που θα επιφέρει καίριο πλήγμα στον περιφερειακό Τύπο, εμφανίστηκε και ο πρόεδρο του Συνδέσμου Ημερήσιων Περιφερειακών Εφημερίδων (ΣΗΠΕ), Μανώλης Χαλκιαδάκης, ο οποίος επεσήμανε τις καίριες επιπτώσεις που θα επιφέρει η κατάργηση των δημοσιεύσεων, λέγοντας ότι «Με τις μεθοδεύσεις αυτές πλήττονται οι βασικές αρχές της διαφάνειας, της νομιμότητας και της χρηστής διοίκησης και διευκολύνεται η σύναψη των δημοσίων συμβάσεων στο σκοτάδι ή έστω στο ημίφως. Και επίσης παραβιάζεται το δικαίωμα των πολιτών στην πληροφόρηση για θέματα που επηρεάζουν τη ζωή και την καθημερινότητά τους».
Καθώς δεν μπορεί να παραβλεφθεί και το γεγονός των επιπτώσεων σε επίπεδο λειτουργίας των εφημερίδων, που θα επιφέρει η κατάργηση των δημοσιεύσεων, ο κ. Χαλκιαδάκης σημείωσε «Σ’ αυτές τις πολύ δύσκολες εποχές η απώλεια ενός θεσμοθετημένου επί δεκαετίες πόρου θα οδηγήσει στο κλείσιμο ή στη συρρίκνωση ακόμη και μεγάλων και ιστορικών εφημερίδων της περιφέρειας με προφανείς δραματικές επιπτώσεις στην απασχόληση όλων των ειδικοτήτων εργαζομένων στο χώρο. Μπορούμε άραγε να το αγνοήσουμε αυτό;».
Για δε τον εκσυγχρονισμό, με την χρήση του διαδικτύου, που μπορεί να αιτιολογήσει την εν λόγω απόφαση, επεσήμανε πως «εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με τη γνωστοποίηση μιας εκδήλωσης ή με ένα οποιοδήποτε δελτίο Τύπου. Μιλάμε για δημόσιες συμβάσεις με αυστηρό τυπικό, με προθεσμίες και με όρους και προϋποθέσεις εγκυρότητας σε κάθε στάδιο. Και πρέπει να συμφωνήσουμε ότι η απλή ανάρτηση στο διαδίκτυο δεν πληροί τα εχέγγυα δημοσιότητας που απαιτούνται για την εγκυρότητα της όλης διαδικασίας. Είναι μια «αφηρημένη» γνωστοποίηση ενδεχομένως σε μηδενικό αριθμό παραληπτών που δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δημοσίευση με βεβαία χρονολογία στον Τύπο».
Έντονη δε η διάθεση μαχητικότητας που εξέφρασε για το σύνολο των φορέων του κλάδου, με τη δήλωση αποφασιστικών περαιτέρω αντιδράσεων, λέγοντας: «Εμείς προσερχόμαστε στο δημόσιο διάλογο με καλή θέληση και με συγκεκριμένες θέσεις. Ήδη καταθέσαμε στο πλαίσιο της διαβούλευσης αλλά και στην κυβέρνηση αναλυτικό υπόμνημα στο οποίο περιλαμβάνεται και συγκεκριμένη πρόταση τροποποίησης του επίμαχου άρθρου 61 του νομοσχεδίου. Είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε και κάθε άλλη πρόταση. Αλλά δεν είμαστε σε καμιά περίπτωση διατεθειμένοι να αποδεχτούμε καταστροφικά για τον κλάδο τετελεσμένα. Σ’ αυτή την περίπτωση όλοι οι φορείς και οι ενώσεις του κλάδου, ιδιοκτήτες, δημοσιογράφοι, τεχνικοί, διοικητικοί και λοιπό προσωπικό, θα αντιδράσουμε συντονισμένα και μαχητικά. Και δεν θα είμαστε μόνοι μας στον αγώνα αυτόν, να είστε σίγουροι γι’ αυτό».
Η αντίδραση του ΣΗΠΕ
Εντονότατη η αντίδραση που εκφράστηκε εκ μέρους του Συνδέσμου Ημερήσιων Περιφερειακών Εφημερίδων (ΣΗΠΕ).
«Γιατί λέμε όχι στην κατάργηση των κρατικών δημοσιεύσεων στον περιφερειακό τύπο»
«Με το νομοσχέδιο για τις δημόσιες συμβάσεις που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα καταργείται άμεσα το από δεκαετίες ισχύον καθεστώς της δημοσίευσης των σχετικών με τις δημόσιες συμβάσεις ανακοινώσεων (διακηρύξεις, προκηρύξεις κ.λ.π.), στον περιφερειακό Τύπο.
Πρόκειται για μια αδικαιολόγητη, πρόχειρη, επικίνδυνη και καταστρεπτική απόφαση.
Αδικαιολόγητη διότι εξυπηρετεί σκοπιμότητες και όχι οποιαδήποτε θεσμική ή οικονομική αναγκαιότητα.
Πρόχειρη και βιαστική διότι κατατέθηκε αιφνιδιαστικά και χωρίς να προηγηθεί ο διάλογος που ο ίδιος ο αρμόδιος υπουργός υποσχέθηκε στους φορείς του κλάδου.
Επικίνδυνη διότι θα ευνοήσει ένα απαράδεκτο από κάθε άποψη καθεστώς σύναψης δημοσίων συμβάσεων αδιαφανώς και εν κρυπτώ!
Καταστρεπτική διότι θα έχει δραματικές επιπτώσεις τόσο στον περιφερειακό Τύπο της χώρας, όσο και την ενημέρωση των επιχειρήσεων της περιφέρειας, με αποτέλεσμα την πρόκληση υψηλού Δημοσιονομικού κόστους.
Η μεθόδευση αυτή συναντά την καθολική αντίδραση όλων των φορέων του κλάδου, εργοδοτών και εργαζομένων για τους εξής λόγους:
Πρώτον διότι πλήττει άμεσα τις βασικές και αναντικατάστατες αρχές της διαφάνειας και της χρηστής διοίκησης που πρέπει να διέπουν ειδικά το καθεστώς των δημοσίων συμβάσεων και ταυτόχρονα παραβιάζει το δικαίωμα των πολιτών της περιφέρειας να πληροφορούνται για αποφάσεις και δραστηριότητες της διοίκησης που αφορούν ή επηρεάζουν τη ζωή τους.
Δεύτερον διότι η απλή ανάρτηση των σημαντικών αυτών στοιχείων στο διαδίκτυο δεν εξασφαλίζει τα εχέγγυα δημοσιότητας που απαιτούνται για τη σύναψη δημόσιας σύμβασης και κυρίως αυτά της βεβαίας χρονολογίας, της ευρύτητας της ενημέρωσης και της ασφάλειας της γνωστοποίησης.
Τρίτον διότι ούτε η γραφειοκρατία θα περιοριστεί, ούτε σοβαρή εξοικονόμηση πόρων θα υπάρξει όπως ισχυρίζονται οι θιασώτες της αδιαφάνειας. Οι χρόνοι διεξαγωγής των δημοπρασιών δεν αλλάζουν ενώ η δαπάνη για τις δημοσιεύσεις είναι απειροελάχιστη σε σχέση με τους προϋπολογισμούς των συμβάσεων στις οποίες αναφέρονται. Και είναι γνωστό ότι το θεσμικό και οικονομικό κόστος της αδιαφάνειας είναι πάντα πολύ υψηλό.
Τέταρτον γιατί αποτελεί εγχώρια απόφαση και όχι κοινοτική ή «μνημονιακή» υποχρέωση. Αντίθετα οι κανονισμοί και οι οδηγίες της Ε.Ε για τις δημόσιες συμβάσεις επιβάλλουν τη διεύρυνση και όχι τον περιορισμό της δημοσιότητας.
Τέλος διότι ενώ κανείς δεν θα ωφεληθεί ουσιαστικά, ένας ολόκληρος κλάδος θα υποστεί τεράστια ζημιά αφού θα αποστερηθεί έναν βασικό οικονομικό πόρο σε πολύ δύσκολες εποχές. Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα το κλείσιμο ή τη συρρίκνωση πολλών περιφερειακών εφημερίδων και την απώλεια εκατοντάδων θέσεων εργασίας σε όλες τις ειδικότητες του κλάδου.
Καλούμε την κυβέρνηση να επανεξετάσει άμεσα τη στάση της, να τηρήσει τις δεσμεύσεις της και τα όσα ως αντιπολίτευση διακήρυττε και να αποσύρει ή να τροποποιήσει την επίμαχη διάταξη σύμφωνα με τις προτάσεις που έχουμε ήδη υποβάλει.
Καλούμε τα κόμματα και όλους τους βουλευτές, ιδιαίτερα της περιφέρειας, να μην στηρίξουν με την ψήφο τους την πολιτική της αδιαφάνειας και των δυσμενών συνεπειών της για τον περιφερειακό Τύπο.
Καλούμε τέλος τους πολίτες της περιφέρειας να υπερασπίσουν το δικαίωμά τους στην πληροφόρηση αλλά και την ίδια τη φωνή και την έκφρασή τους που είναι διαχρονικά οι περιφερειακές εφημερίδες της χώρας».