Το πρώτο καταστατικό του Νοσοκομείου Γουμένισσας (1940)
Πρώτη ημέρα λειτουργίας του Νοσοκομείου Γουμένισσας ήταν η 27η Δεκεμβρίου του 1936. Ωστόσο ο κανονισμός λειτουργίας του ψηφίστηκε από το πρώτο Διοικητικό του Συμβούλιο το 1940 με την πράξη 27/5-5-1940. Πρόκειται για το καταστατικό του Οργανισμού του «Εθνικού Νοσοκομείου Γουμενίσσης».
Αποτελείτο από 27 άρθρα που αφορούσαν στην επωνυμία, τους σκοπούς, την διοίκηση, την ιατρική υπηρεσία τα εξωτερικά ιατρεία, την διαίρεση των υπηρεσιών, τα προσόντα και τα καθήκοντα του προσωπικού, πειθαρχικές διατάξεις και οικονομικά θέματα.
Στο πρώτο άρθρο αναφέρεται : Το εν Γουμενίσση λειτουργούν Νοσοκομείον των κοινοτήτων της επαρχίας Παιονίας υπό την επωνυμίαν «Εθνικόν Νοσοκομείον Γουμενίσσης» αποτελεί πρόσωπον Δημοσίου δικαίου κατά τας διατάξεις του από 11 Νοεμβρίου 1939 Β. Δ., διοικείται συμφώνως τω υπ΄ αρίθμ. 965/1937 Αν. Νόμω και το παρόντι οργανισμώ…
Στο δεύτερο άρθρο γίνεται λόγος για τον σκοπό του Νοσοκομείου ορίζοντας τα παρακάτω:
Σκοπός του ιδρύματος είναι η παροχή α. δωρεάν νοσηλείας εις τους επί των κοινών νοσημάτων πάσχοντας αποδεδειγμένους απόρους β. η εκμαίευσις των εντόκων και περίθαλψις των λεχωϊδων πασχόντων εξ οιανδήποτε νοσημάτων των γεννητικών οργάνων και γ. η δια του εξωτερικού ιατρείου παροχή ιατρικής και φαρμακευτικής περιθάλψεως.
Το καταστατικό όριζε να μη γίνονται δεκτά άτομα που πάσχουν από ανοικτή πνευμονική φυματίωση, αφροδίσια και λοιμώδη νοσήματα, ψυχοπάθειες και φρενοβλάβειες, ημιπληγίες και σπονδυλίτιδες …εφόσον δεν παρουσιάζουν οξείαν τινα εκδήλωσιν της νόσου….
Η διοίκηση, η διαχείριση, η εποπτεία και ο έλεγχος προβλέπονταν να ασκείται από Διοικητικό Συμβούλιο και η ιατρική υπηρεσία να περιλαμβάνει τα τμήματα παθολογικόν, παιδιατρικόν, μαιευτικόν, γυναικολογικόν….. Άπαντα τα τμήματα διευθύνονται υπό του Ιατρού – διευθυντού.
Προβλέπονταν η τοποθέτηση στο μαιευτικό τμήμα μαίας που θα τελούσε υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του ιατρού, η λειτουργία φαρμακείου για την φαρμακευτική περίθαλψη των απόρων ασθενών και εξωτερικών ιατρείων για την ίδια κατηγορία, υπηρεσία την οποία θα παρέχει ο ιατρός του νοσοκομείου.
Η υπηρεσία του ιδρύματος διαιρείτο σε τρεις κλάδους: Διοικητική, επιστημονική και νοσηλευτική. Στην τρίτη διακρίνουμε τακτικούς μονίμους υπαλλήλους, επί θητεία ή επί συμβάσει, και έκτακτους ή ημερομίσθιους.
Με το άρθρο 11 ορίζονταν οι θέσεις, οι βαθμοί και οι αποδοχές των τριών υπηρεσιών που προαναφέρθηκαν. Ο διαχειριστής, ο μάγειρας ο κλητήρας και η καθαρίστρια υπάγονταν στην διοικητική υπηρεσία.
Ο πρώτος κατέχει το βαθμό του γραμματέως β, ο δεύτερος του γραφέως β, και οι επόμενοι δύο του κλητήρος β και δ αντίστοιχα με προοπτική προαγωγής στον επόμενο βαθμό μετά πενταετή υπηρεσία. Ο γιατρός – διευθυντής έχει το βαθμό του τμηματάρχου β, η μαία του γραφέως β και προάγονται στον επόμενο βαθμό μετά την παρέλευση πενταετίας.
Τέλος προβλέπονταν τρεις βαθμίδες νοσοκόμων α, β, και γ τάξεως που διορίζονταν με τους βαθμούς γραφέως β, κλητήρος γ και κλητήρος δ. Προάγονταν στους επόμενους βαθμούς, όπως και οι υπηρετούντες στις προηγούμενες θέσεις που αναφέρθηκαν.
Με τα επόμενα τρία άρθρα (12, 13, 14) ρυθμίζονταν θέματα έκτακτων και ημερησίων αποζημιώσεων, η σίτιση του τακτικού προσωπικού στο ίδρυμα και η υποχρέωση να κατοικούν σε αυτό το νοσηλευτικό προσωπικό και ο μάγειρας.
Ορίζονταν τα προσόντα των ατόμων που θα προσλαμβάνονταν στο ίδρυμα. Για τον ιατρό διευθυντή υπήρχε πρόβλεψη στον Α. Ν. 965, ο διαχειριστής έπρεπε να είναι απόφοιτος γυμνασίου με διετή προϋπηρεσία στο Δημόσιο ή σε φορέα δημοσίου δικαίου, η μαία να κατέχει σχετικό δίπλωμα, ο φαρμακοποιός να έχει άδεια βοηθού της ειδικότητάς του.
Δίπλωμα απαιτούνταν και για την νοσοκόμο α ή πενταετή υπηρεσία σε νοσηλευτικό ίδρυμα και η νοσοκόμος β και γ να έχουν τριετή ή μονοετή προϋπηρεσία σε παρόμοιο ίδρυμα.
Τα άρθρα 16, 17 και 18 προέβλεπαν την παραμονή του ήδη υπηρετούντος προσωπικού στο ίδρυμα, τα καθήκοντά τους, τις πειθαρχικές διατάξεις, τις επιβαλλόμενες πειθαρχικές ποινές και τα όργανα που θα ασκούσαν την αρμοδιότητα αυτή.
Τα όργανα αυτά ήταν το αδελφάτο, δηλαδή το ΔΣ, το πειθαρχικό Συμβούλιο και ο Διευθυντής. Με όλα τα υπόλοιπα άρθρα ρυθμίζονται τα οικονομικά ζητήματα (ορισμός γραμματέα – λογιστή που είναι ο διαχειριστής, η σύνταξη του προϋπολογισμού και του απολογισμού, η ανάληψη και η πληρωμή των δαπανών, οι πόροι του ιδρύματος και η διακίνηση των σχετικών κεφαλαίων).
Χαρακτηριστική είναι η επισήμανση που προέβλεπε την καταβολή εισφορών από μέρους των Κοινοτήτων της επαρχίας Παιονίας στο ύψος του 6% επί των τακτικών και εκτάκτων εσόδων τους, όπως και των ενοριακών Ναών της ίδιας επαρχίας που ήταν 3% …του προϋπολογισμού των εκάστου έτους και τις οποίες καταβάλλουν ανά τρίμηνο.
Βέβαια τα έσοδα στο σύνολό τους προέρχονταν εκτός από τις δύο περιπτώσεις που προαναφέρθηκαν από τα νοσήλια, τις εξετάσεις, τις αμοιβές των γυναικολογικών και μαιευτικών επεμβάσεων, τις εισπράξεις από τελετές, εορτές και δωρεές. Δεν υπήρχε κρατική επιχορήγηση ή άλλου είδους οικονομική ενίσχυση.
Το στοιχείο αυτό μαρτυρεί το μέγεθος των ευθυνών που είχε η επιτροπή αλλά και τους τρόπους αναζήτησης εσόδων στους οποίους έπρεπε να καταφύγει προκειμένου να λειτουργήσει το Νοσοκομείο.
Τον Μάιο ου 1940 με απόφαση του Υπουργείου Υγιεινής διορίσθηκε νέο Διοικητικό Συμβούλιο. Μέχρι την αλλαγή το Συμβούλιο το συναντούσαμε σε πρακτικά του ιδρύματος με την επωνυμία Διαχειριστική Επιτροπή.
Με την απόφαση 32750/40 έχουμε Δ. Σ. το οποίο συγκροτούνταν από τους: Δ. Κοντονικολάκο, ειρηνοδίκη Γουμενίσσης, πρόεδρο, Γεώργιο Ρουσσίδη, γιατρός από την Γουμένισσα που ιδιώτευε, Χρήστο Σλιουπκίδη Πρόεδρο Κοινότητος Γουμενίσσης, Παντελή Γαλιώνη Δημόσιο Ταμία Παιονίας και Αλέξανδρο Σάββας δάσκαλο. Η παραλαβή και η παράδοση καθηκόντων νέου και απερχόμενου συμβουλίου έγινε στις 18 Μαΐου 1940. Αντιπρόεδρος ορίσθηκε ο πρόεδρος της Κοινότητας και ταμίας του ιδρύματος ο ταμίας Παιονίας.
Ο ταμίας πολύ σύντομα παραιτήθηκε λόγω φόρτου εργασιών στην υπηρεσία του και ο Πρόεδρος ανέλαβε να ενεργήσει τα δέοντα προς τον Νομάρχη Κιλκίς. Ο Γαλιώνης αντικαταστάθηκε τον Αύγουστο του ιδίου έτους από τον Ι. Χριστόπουλο.
Το νέο διοικητικό συμβούλιο, εκτός από τα τρέχοντα ζητήματα έγκρισης δαπανών, κάλυψη νοσηλίων απόρων ασθενών, δημοπρασίες, εξουσιοδότηση ανάληψης χρημάτων από το ταχυδρομικό ταμιευτήριο και άλλα τρέχοντα καθημερινά ζητήματα, αποφάσισε να εφαρμόσει από 1ης Ιουλίου 1940 το από 30/4/38 Β. Δ. σε αυτό ορίζονταν η έννοια της απορίας.
Το ΔΣ οδηγήθηκε σε αυτή την εφαρμογή, διότι οι περισσότεροι ασθενείς νοσηλεύονταν ως άποροι με αποτέλεσμα το ίδρυμα να μην έχει επαρκή έσοδα αναγκαία για τη λειτουργία του.
Καθόρισε τιμολόγιο εξετάσεων και νοσηλείας ασθενών. Ήταν 10 δρχ. για απόρους και ημιαπόρους στα εξωτερικά ιατρεία, 50 δρχ. η είσοδος των απόρων για νοσηλεία, νοσηλεία ημιαπόρων 25 δρχ. ημερησίως και 75 δρχ. των εύπορων.
Οι γυναικολογικές εξετάσεις απόρων και ημιαπόρων ανέρχονταν σε 200 δραχμές, οι ενέσεις, οι αλλαγές και οι εξετάσεις ούρων των ίδιων κατηγοριών ορίσθηκαν σε 5 δραχμές.
Φαρμακευτική περίθαλψη εγκρίθηκε μόνο για τους απόρους μειοψηφούντος του Προέδρου της Κοινότητας που επέμενε η περίθαλψη αυτή να συμπεριλάβει και τους ημιαπόρους. …ως μη δυναμένων να προμηθεύονται τα αναγκαιούντα αυτοίς φάρμακα έξωθεν…
Ενώ αυτά προβλέπονταν στον κανονισμό του οργανισμού του «Εθνικού Νοσοκομείου Γουμενίσσης» και αναμένονταν οι εφαρμογή των σχετικών διατάξεων από το καλοκαίρι του 1940 ο πόλεμος από την Ευρώπη κατέβαινε νότια, στην Ελλάδα. Η χώρα έμπαινε σε έναν μακρύ δρόμο πολέμων, συμφορών και δοκιμασιών. Το Νοσοκομείο ήταν αναγκαίο περισσότερο από κάθε άλλη περίοδο. Ανδρώθηκε σε δύσκολα χρόνια.
(Απόσπασμα από την ανέκδοτη εργασία «Το Νοσοκομείο Γουμένισσας, 1936-2016).