Αρθρογραφία

Η ΠΕΡΙΟΧΗ «ΔΥΟ ΠΟΤΑΜΙΑ» ΣΤΗΝ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑ. ΙΣΤΟΡΙΑ, ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ, ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΘΡΥΛΟΙ

Γράφει ο Γεώργιος Χ. Τοσιλιάνης*

Δύο χιλιόμετρα βορειοδυτικά από την Γουμένισσα, στο δρόμο που οδηγεί στην Κάρπη, βρίσκεται η μαγευτική, ειδυλλιακή και καταπράσινη περιοχή «Δύο ποτάμια», μία από τις ωραιότερες τοποθεσίες της Γουμένισσας.

Η ονομασία «Δύο Ποτάμια»

Η ονομασία της περιοχής οφείλεται στα δύο ποτάμια, στο «Μεγάλο Ποτάμι» (Γριβιώτικο ποτάμι) και στον «Μαυροπόταμο» (Καρπιώτικο ποτάμι), πάνω από τις γέφυρες των οποίων περνάει ο δρόμος για την Κάρπη, τα οποία ενώνονται λίγο παρακάτω, σχηματίζοντας το «Μεγάλο Ποτάμι της Γουμένισσας».

 

Το Μεγάλο ποτάμι (Γριβιώτικο ποτάμι)

Το πρώτο από τα ποτάμια είναι το «Μεγάλο ποτάμι», ή « Γριβιώτικο ποτάμι».

Οι πηγές του βρίσκονται ψηλά στο όρος Πάικον, σε υψόμετρο 1307 μέτρα, (Σπύρου Αλτίκη, Γουμένισσα η Παικική, Θεσ/νίκη 2002, σελ. 243) ανάμεσα στην Γρίβα και την Καστανερή, λίγα χιλιόμετρα δυτικότερα και ψηλότερα από την γέφυρα πάνω από την κοίτη του, την οποία περνάμε ανηφορίζοντας στον επαρχιακό δρόμο, μεταξύ Γρίβας και Καστανερής, στο μέσον περίπου της διαδρομής.

Η ονομασία του «Μεγάλο Ποτάμι», («Γκουλέμα Ρέκα» – Μεγάλο Ποτάμι, επί τουρκοκρατίας), οφείλεται στο μέγεθός του και στον όγκο του νερού του, αλλά και συγκρινόμενο με τα άλλα τρία μικρότερα ποτάμια της περιοχής μας, που ρέουν νότια και νοτιοανατολικά της Γουμένισσας, ακολουθώντας άλλη λεκάνη απορροής, και ειδικότερα με το «Μικρό ποτάμι» που ρέει παράλληλα με το «Μεγάλο ποτάμι», νοτιότερά του.

Τα τρία αυτά μικρότερα ποτάμια των οποίων τις γέφυρες συναντούμε στον επαρχιακό δρόμο προς την Φιλυριά είναι α) το «Μικρό ποτάμι», («Μαλέτσκα Ρέκα» – Μικρό ποτάμι, επί τουρκοκρατίας) ή «ποτάμι της Γιούρβιτσας», β) το Δεύτερο προς την Φιλυριά ποτάμι («Τσικαρτσίιτσα» επί τουρκοκρατίας, από την τουρκική λέξη «cikarci» = κυνικός, ιδιοτελής, αλλοπρόσαλλος, μη τίμιος, λόγω της μη σταθερής σε όγκο νερών ροής του) και γ) ο «Ξηροπόταμος» («Σούατα Ρέκα» – Ξηρό ποτάμι, επί τουρκοκρατίας, λόγω της έλλειψης νερού στην κοίτη του κατά τους θερινούς μήνες). Τα τρία αυτά μικρότερα ποτάμια ενώνουν τα νερά τους σχηματίζοντας τον ευρύτερο ποταμό «Λέσκα – Πλατανόρεμα» ο οποίος περνάει έξω από τον Πολύπετρο, και αφού διαρρέει τον κάμπο, καταλήγει τελικά στον Αξιό ποταμό, στην περιοχή των Κουφαλίων.

Το «Μεγάλο ποτάμι», από τις πηγές του τροφοδοτεί το υδραγωγείο της Γουμένισσας και από χαμηλότερο σημείο του τον τεχνητό υδραύλακα, το «Γιάζι», με το νερό του οποίου λειτουργούσαν παλαιότερα οι δέκα νερόμυλοι της Γουμένισσας, αλλά και το αρδευτικό της δίκτυο.

Κατηφορίζει ρέοντας βόρεια από την Γρίβα, και αφού διασχίσει το εντυπωσιακό και πανέμορφο φαράγγι «Μπαλίνκα» φτάνει στην περιοχή της Γουμένισσας, στην περιοχή «Δύο ποτάμια», βορειοδυτικά της Γουμένισσας, όπου ενώνεται με τον «Μαυροπόταμο» και συνεχίζει την πορεία του ως «Μεγάλο Ποτάμι της Γουμένισσας» ή συνοπτικότερα «Μεγάλο Ποτάμι».

Αφού περάσει μέσα από την περιοχή «Κλείσουρα» και τα «Καζάνια», φτάνει ρέοντας έξω από την Γοργόπη ως «Γοργοπόταμος» ή «Γοργόπης Ρέμα» για να καταλήξει λίγα χιλιόμετρα παρακάτω, στον Αξιό ποταμό.

Ο Μαυροπόταμος (Καρπιώτικο ποτάμι)

Το δεύτερο από τα ποτάμια είναι ο «Μαυροπόταμος» ή «Καρπιώτικο ποτάμι». το οποίο επί Τουρκοκρατίας ονομαζόταν «Τσέρνα ρέκα», δηλαδή «Μαύρο ποτάμι», εξαιτίας των μαύρων πετρωμάτων στην κοίτη του.

Οι πηγές του βρίσκονται πάνω στο όρος Πάικον, στον χώρο «Πέντε βρύσες», έξω από τα Μ. Λιβάδια, σε υψόμετρο 1330 μέτρα περίπου.

Κατηφορίζει από το Πάικον, μέσα από μια πανέμορφη κατάφυτη διαδρομή, με την ονομασία «Στραβοπόταμος», («Κρίβα Ρέκα = Στραβό ποτάμι»», επί τουρκοκρατίας), λόγω των πολλών του στροφών – Μαιάνδρων, διασχίζοντας το εντυπωσιακό φαράγγι «Πριματάρ = Πραματευτής». (Την ονομασία του το Φαράγγι την οφείλει σε κάποιον Πραματευτή, ο οποίος τα πολύ παλιά χρόνια, σκοτώθηκε γλιστρώντας από τα χιόνια και πέφτοντας με το άλογο και το φορτωμένο πραμάτειες κάρο του, μέσα στο Φαράγγι).

Στην συνέχεια, ο «Στραβοπόταμος», ρέοντας νότια από το χωριό Κάρπη, φτάνει στην περιοχή της Γουμένισσας ως «Μαυροπόταμος», («Τσέρνα Ρέκα = Μαύρο ποτάμι» επί τουρκοκρατίας). λόγω, όπως προαναφέραμε, των μαύρων πετρωμάτων της κοίτης του.

Την παλαιά του ονομασία «Τσέρνα Ρέκα» δηλαδή «Μαύρο ποτάμι», ο ποταμός την χάρισε και στο παρακείμενο χωριό Κάρπη, του οποίου η παλαιά ονομασία, πριν την μετονομασία του το 1926, ήταν «Τσέρνα Ρέκα».

Φτάνοντας στην περιοχή «Δύο ποτάμια», ο «Μαυροπόταμος» ενώνει τα νερά του με το «Μεγάλο ποτάμι», και τα δύο ποτάμια ενώνονται σε ένα, στο «Μεγάλο ποτάμι της Γουμένισσας», όπως προαναφέραμε, συνεχίζοντας την ροή του, προς την Γοργόπη ως «Γοργοπόταμος» με κατάληξη στον Αξιό ποταμό.

«Το Μεγάλο ποτάμι της Γουμένισσας»

Ενωμένα στην περιοχή «Δύο ποτάμια», ο «Μαυροπόταμος» και το «Μεγάλο ποτάμι», όπως προαναφέραμε, συνεχίζουν ως ένα ποτάμι πλέον την ροή τους Βορειοανατολικά της Γουμένισσας με την ονομασία «Μεγάλο ποτάμι της Γουμένισσας», ή συνοπτικότερα «Μεγάλο Ποτάμι».

Διαρρέοντας το «Μεγάλο Ποτάμι της Γουμένισσας», μια πανέμορφη, κατάφυτη με πλατάνια περιοχή και αφού διασχίσει τις περιοχές «Κλείσουρα» και «Καζάνια», κατηφορίζει ρέοντας έξω από την Γοργόπη με την ονομασία «Γοργοπόταμος» ή «Γοργόπης Ρέμα», για να φτάσει λίγα χιλιόμετρα παρακάτω στο τέλος της διαδρομής του, καταλήγοντας στον Αξιό ποταμό.

Ο παλαιός δρόμος Γουμένισσας Καστανερής

Στην περιοχή δύο ποτάμια υπάρχει και η παλαιά γέφυρα, πάνω από το «Μεγάλο Ποτάμι», ανακατασκευασμένη από το Δασαρχείο κατά τα έργα του 1985, στην αφετηρία του παλαιού χωματόδρομου, που οδηγούσε στην Καστανερή. Ο παλαιός αυτός δρόμος, βελτιωμένος από τους Γάλλους κατά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, ήταν ο μοναδικός δρόμος που συνέδεε την Γουμένισσα με την Καστανερή, πριν διανοιχτεί στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ο καινούριος δρόμος που οδηγεί στην Καστανερή μέσω Γρίβας, και μάλιστα πριν ασφαλτοστρωθεί, οπότε και εγκαταλείφτηκε οριστικά ο παλαιός κακοτράχαλος δρόμος.

Ο Χώρος του Καταρράκτη – «Μπατάντσκα – Νεροτριβή»

Στην περιοχή «Δύο ποτάμια», λίγο πριν την συμβολή των δύο ποταμών, στην κοίτη του «Μαυροπόταμου», σχηματίζεται ένας μικρός καταρράκτης, κάτω από τον οποίο το Δασαρχείο της Γουμένισσας το 1985 διαμόρφωσε τον χώρο ως πισίνα.

Άλλωστε, από παλιά ο χώρος, καθώς σχημάτιζε βαθύ «βηρό» – φυσική γούβα, χρησιμοποιούνταν και ως χώρος για κολύμπι από τα παιδιά και τους άνδρες της περιοχής, τις θερμές ημέρες του καύσωνα.

Ο χώρος του καταρράκτη γνωστός στον τοπικό πληθυσμό ως «Μπατάντσκα» δηλαδή, «τόπος Μπατανιών – Νεροτριβής», οφείλει την ονομασία του στο «Μπατάνι – Νεροτριβή» που λειτουργούσε από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ίσως και παλαιότερα, όπου γινόταν το «Μπατάνισμα», η επεξεργασία δια της νεροτριβής των χονδρών μάλλινων υφασμάτων, από τα οποία κατασκευάζονταν οι τοπικές φορεσιές.

Χάρη στα «Μπατάνια» τους, η Γουμένισσα αλλά και η Γρίβα και η Κάρπη, ήδη από το 1696 με Οθωμανικό Διάταγμα είχαν απαλλαγεί από τους έκτακτους φόρους, καθώς είχαν αναλάβει το «Μπατάνισμα», την επεξεργασία δηλαδή δια της Νεροτριβής, των μάλλινων υφασμάτων, με τα οποία κατασκευάζονταν οι στολές των Γενιτσάρων, και γενικότερα του Τουρκικού στρατού.

Κάτοικοι της Γουμένισσας, πήγαιναν στην Θεσσαλονίκη, παραλάμβαναν τα μάλλινα υφάσματα, τα φόρτωναν και τα έφερναν με τα υποζύγια στην Γουμένισσα, και αφού τα επεξεργάζονταν δια της νεροτριβής για να μαλακώσουν, τα πήγαιναν πάλι πίσω στις στρατιωτικές αποθήκες της Θεσσαλονίκης.

Με την δημιουργία της Σιδηροδρομικής γραμμής Θεσσαλονίκης Σκοπίων, η κατασκευή της οποίας ξεκίνησε το 1873, η μεταφορά πλέον γινόταν δια του τρένου, έως τον σιδηροδρομικό σταθμό, «Γουμέντζιας» στην Αξιούπολη, και από εκεί με τα υποζύγια.

Τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας, παράλληλα με την επεξεργασία των υφασμάτων, υπήρχε στην Γουμένισσα και βιοτεχνία, στον χώρο της πλατείας, όπου ράφτες της Γουμένισσας έραβαν τις στολές του τουρκικού στρατού και τις έστελναν σιδηροδρομικώς στις στρατιωτικές αποθήκες της Θεσσαλονίκης.

Ο «Μαυροπόταμος» όριο των αγροκτημάτων Γουμένισσας – Κάρπης  

Ο «Μαυροπόταμος» αποτελεί και το όριο – σύνορο, μεταξύ των αγροκτημάτων της Γουμένισσας και της Κάρπης.

Σύμφωνα με τις διηγήσεις γερόντων, στα πολύ παλιά χρόνια, τα όρια μεταξύ των δύο αγροκτημάτων βρίσκονταν πολύ πέρα από το ποτάμι, προς την Κάρπη.

Όμως, κάποτε, επί τουρκοκρατίας, βρέθηκε σκοτωμένος κάποιος Τούρκος διοικητικός υπάλληλος – φοροεισπράκτορας στην περιοχή πέρα από το ποτάμι, στον δρόμο προς την Κάρπη.

Οι Τουρκικές Αρχές άρχισαν τις ανακρίσεις για να βρουν και να τιμωρήσουν τον ένοχο ή τους ενόχους.

Αρχικά, ο Τούρκος Καδής – Δικαστής ρώτησε σε ποιό χωριό ανήκει το σημείο στο οποίο βρέθηκε ο σκοτωμένος Τούρκος υπάλληλος. Οι εκπρόσωποι των κατοίκων της Γουμένισσας τότε, φοβούμενοι Τουρκικά αντίποινα στο χωριό, δήλωσαν ενόρκως ότι όριο μεταξύ των αγροκτημάτων Γουμένισσας και Κάρπης είναι το ποτάμι, και ότι ο σκοτωμένος βρέθηκε σε έδαφος που ανήκει στην Κάρπη.

Οι Τουρκικές αρχές δεν κατάφεραν να διαλευκάνουν την υπόθεση και να βρουν τον ένοχο ή τους ενόχους, όμως δεν προέβησαν και σε αιματηρά αντίποινα στον τοπικό πληθυσμό.

Τελικά, ο Τούρκος δικαστής – Καδής αποφάσισε, να πληρώσουν οι κάτοικοι της Κάρπης ένα σεβαστό χρηματικό ποσό ως πρόστιμο – αποζημίωση, και από τότε η πέραν του ποταμού περιοχή κατοχυρώθηκε στο χωριό τους.

Χώρος Αναψυχής την Πρωτομαγιά

Η περιοχή «Δύο ποτάμια», υπήρξε από παλιά τόπος εκδρομών, κατάληξη της βόλτας που γινόταν στον δρόμο της «Κλώπας», αλλά και αγαπημένος χώρος συγκέντρωσης του κόσμου, ψυχαγωγίας και διασκέδασης, κατά την Πρωτομαγιά, όπως και η περιοχή των Μύλων, έως και τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο.

Μετά το τέλος του Πολέμου, της Γερμανικής κατοχής και του Εμφυλίου, ο τόπος προορισμού, συγκέντρωσης, ψυχαγωγίας και διασκέδασης του κόσμου κατά την ημέρα της Πρωτομαγιάς άλλαξε, και ο περισσότερος κόσμος, παράλληλα με την περιοχή των Νερόμυλων στον δρόμο προς την Γρίβα, προτιμούσε πλέον το «Δάσος του Μουγιάντση» δίπλα στον ποταμό «Λέσκα – Πλατανόρεμα», στον δρόμο προς την Φιλυριά.

Ο χώρος «Δύο ποτάμια» εγκαταλείφτηκε τα πρώτα μετά τις πολεμικές περιπέτειες χρόνια, λόγω δυσάρεστων γεγονότων (εκτελέσεις) που είχαν συμβεί στην περιοχή εκείνη την εποχή του Εμφυλίου πολέμου, και από τις δύο αντίπαλες πλευρές, αλλά και από τον φόβο ύπαρξης ναρκών.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, το «Δάσος του Μουγιάντση» ως χώρος προορισμού και αναψυχής την ημέρα της Πρωτομαγιάς εγκαταλείφτηκε, λόγω της ρύπανσης του ποταμού που τον διαρρέει από το αποχετευτικό δίκτυο της Γουμένισσας, και ο κόσμος επέστρεψε και πάλι στα «Δύο ποτάμια».

Ο χώρος έγινε και πάλι δημοφιλής τόπος προορισμού εκδρομών, αναψυχής και διασκέδασης την ημέρα της Πρωτομαγιάς, αλλά τόπος μπάνιου και αναζήτησης δροσιάς, κατά τους θερινούς μήνες.

Σε αυτό συνετέλεσαν και τα σημαντικά έργα ανάπλασης του χώρου που έγιναν το 1985 από το Δασαρχείο της Γουμένισσας, όπως η δημιουργία της πισίνας, κ.λ.π., με τα οποία αναδείχτηκε και αναβαθμίστηκε ο χώρος.

Ο Μύθος της «Νύφης»

Πέρα από τα όσα ωραία αναφέραμε, στην φαντασία, στα παραμύθια και στους μύθους του παλιού καιρού, ο τόπος των «Δύο ποταμών» θεωρούνταν στοιχειωμένος.

Οι παππούδες και οι γιαγιάδες, θέλοντας να αποτρέπουν τα μικρά παιδάκια από το να πηγαίνουν και να παίζουν τόσο μακριά, τους διηγούνταν την τρομακτική αλλά και συγκινητική ιστορία της «Νύφης».

Σύμφωνα με το Μύθο, στην μαγευτική περιοχή της Γουμένισσας, τα παλιά τα χρόνια ξετυλίχτηκε μια ιστορία αγάπης, ονείρων και πόνου, με πρωταγωνίστρια την «Σαμουβίλα», μια νεαρή γυναίκα της οποίας η ιστορία αγάπης πήρε τραγική τροπή.

Βαθιά ερωτευμένη με έναν νεαρό, τον οποίο συνάντησε τυχαία και τον οποίο στην συνέχεια αρραβωνιάστηκε, τα όνειρα της Σαμουβίλας για ένα κοινό μέλλον με τον αγαπημένο της κατέρρευσαν όταν, κατά την διάρκεια της τελετής του γάμου τους, ο αρραβωνιαστικός της την εγκατέλειψε, ντυμένη νύφη, μπροστά στο άγιο βήμα.

Από τότε, η Σαμουβίλα, έγινε σύμβολο της ανεκπλήρωτης αγάπης, της προδοσίας και του πόνου.

Λέγεται ότι το πνεύμα της Σαμουβίλας, γνωστής και ως «Γιούρα», εμφανίζεται κάθε βράδυ, τα μεσάνυχτα, δίπλα στο ποτάμι, φορώντας το νυφικό της, αναζητώντας την ολοκλήρωση της ανεκπλήρωτης αγάπης της.

*M.T.h. Θεολογίας – Καθηγητή Θεολόγου

Υ.Γ. Οι φωτογραφίες του κειμένου είναι του Ηλία Κ. Σαμαρά, τον οποίο ευχαριστούμε θερμά για την ευγενική του προσφορά.

Περισσότερα
Δείτε ακόμα