Επιβραβεύει το… “Μπάτε σκύλοι αλέστε ο νέος Ποινικός Κώδικας
Γράφει ο Χριστόφορος Τουτουντζίδης*
Ως νομικός που ασκώ μάχιμη δικηγορία σπανίως γράφω άρθρα που άπτονται των νομικών ζητημάτων, καθώς αυτά κατακλύζουν έτσι και αλλιώς μόνιμα την επαγγελματική μου ζωή και η γραφίδα μου είναι μια όμορφη διέξοδος από αυτήν.
Όμως το άρθρο αυτό έχει ως αφορμή τις αλλαγές του νέου Ποινικού Κώδικα, καθώς οι συνέπειες τους θα είναι σοβαρότατες και μόνιμες για την ελληνική κοινωνία και το αξιακό φορτίο, που αυτή προβάλλει. Μέσα στις πολλές αλλαγές του βασικού ποινικού νόμου, που διαπνέονται από έναν άκρατο ποινικό φιλελευθερισμό που αγγίζει τα όρια της νουθεσίας και όχι σωφρονισμού και τιμωρίας, ξεχωρίζει η εμβληματική απάλειψη της επιβαρυντικής μορφής των αδικημάτων που τελέστηκαν κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια, όπως στην κλοπή, στην απάτη και την πλαστογραφία.
Τα τρία αυτά αδικήματα είναι από τα πλέον βασικά και συχνά εμφανιζόμενα στα ποινικά δικαστήρια και η αλλαγή στο επιεικέστερο της διάταξης γεννά πραγματικά τεράστια προβλήματα.
Στην σύγχρονη κοινωνία που παρέχει άπειρα τεχνολογικά μέσα οι επιτήδειοι που μετέρχονται απάτες έχουν συχνά αποκτήσει ειδίκευση στο αδίκημα βιοποριζόμενοι σταθερά από κομπίνες και κόλπα, που μερικές φορές ούτε ένας ευφάνταστος νους μπορεί να συλλάβει. Οι άνθρωποι αυτοί πλέον δεν έχουν να φοβούνται ότι η συστηματική δράση τους ως επαγγελματιών μπορεί να τους οδηγήσει σε κάθειρξη, απλώς θα πρέπει να μην ξεπεράσουν το όριο των 120.000 Ευρώ ανά απάτη! Δηλαδή ένας που εξαπατά με ξεχωριστή πράξη 30 συνανθρώπους μας με λεία από τον καθένα 100.000 Ευρώ, θα πάει κατηγορούμενος για πλημμέλημα. Όταν δε θα εκδικαστεί η υπόθεση, θα του δοθεί βάσει του νέου ποινικού κώδικα μια ποινή ενδεχομένως με αναστολή, εάν είναι κάτω των τριών ετών η φυλάκιση, αλλιώς κοινωφελή εργασία, δηλαδή θα πίνει τον πρωϊνό του καφέ σε ένα δημαρχείο και όλα καλώς. Είναι όμως όλα καλώς?
Ο νέος κώδικας αντίστοιχα για κάποιον που διενεργεί κλοπές ή διαρρήξεις κατά σύστημα 30 ή 40 τον αριθμό, εφόσον η καθεμία έχει λεία κάτω των 120.000 Ευρώ, το μόνο που του επιφυλάσσει είναι τα παραπάνω. Έτσι τα θύματα θα βλέπουν τον επαγγελματία διαρρήκτη να εξέρχεται πασιχαρής με τον συνήγορο του από την αίθουσα για να συνεχίσει την «εργασία» του, που μόνο ο νέος νόμος αγνοεί.
Το σύγχρονο έγκλημα αποδεικνύεται ότι πλέον έχει περάσει σε μορφές πολύ πιο οργανωμένες από ότι στο παρελθόν, που δρουν πλέον απόλυτα επαγγελματικά με συγκρότηση συνδικάτου και ιεραρχία, που θα ζήλευε το καημένο το Ελληνικό Δημόσιο.
Οι άνθρωποι αυτοί πλέον με το θεσμικό πλαίσιο, που συνολικά κινείται στο όριο της ατιμωρησίας, θα εκτραχυνθούν όταν βλέπουν μία ανεκδιήγητη κυβέρνηση στο όνομα του δήθεν δικαιωματισμού, που καταδυναστεύει ως νέος φασισμός δυστυχώς όλη την γηραιά Ήπειρο, να επιβραβεύει ουσιαστικά τις έκνομες ενέργειες τους δημιουργώντας ταυτόχρονα την αίσθηση στους αδικημένους πολίτες ότι είναι έρμαια των επιτηδείων, των κλεπτών και των απατεώνων. Η μείωση της απαξίας των ιδιαίτερα ατιμωτικών αυτών αδικημάτων ενισχύει την αίσθηση της θεσμικής πια ανομίας, και όχι μόνο της πεζοδρομιακής που με τόσο στοργή εξέθρεψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Ο περίγελος από την πολιτεία των νομοταγών πολιτών και το όχι τόσο αθώο κλείσιμο του ματιού στους παρανόμους δεν μπορεί παρά να έχει διαβρωτικές συνέπειες στο μέλλον.
Και αυτό διότι πλέον η υποβόσκουσα αίσθηση ότι είμαστε η χώρα, που θεωρεί κορόιδα του συνεπείς πολίτες, παίρνει και μία επίσημη τελικά αποτύπωση στο κορυφαίο νομοθέτημα του Ποινικού Κώδικα. Η δημοκρατία και πολιτισμός δεν μπορούν να ανθίσουν στην ουσιαστική ανομία, καθώς πέραν του σωφρονιστικού σκοπού της ποινής υπάρχει εν τοις πράγμασι και ο αποτρεπτικός- τιμωρητικός. Σήμερα με τον νέο ποινικό κώδικα όχι μόνο τον σωφρονισμό απωλέσαμε, αλλά εξαερώσαμε και την αποτροπή φτιάχνοντας τελικά μια νομοτεχνική σαλάτα που τιμά την λαϊκή σοφία με τον ρητό της «Μπάτε σκύλοι αλέστε και αλεστικά μη δώστε».
Είναι λοιπόν επιβεβλημένη μία εκτεταμένη τροποποίηση του νέου ποινικού Κώδικα, που ασμένως αλλά διόλου αθώα, όπως θα αποδειχθεί, ψήφισε άρον άρον η τελευταία Κυβερνησάρα μας του ΣΥΡΙΖΑ, τρείς ημέρες πριν διαλυθεί η Βουλή, αφήνοντας ισχυρή παρακαταθήκη για την διάλυση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης και συνακόλουθα λειτουργίας της Ελληνικής Πολιτείας.
*Δικηγόρος