Γονείς ξυπνήστε, σας μαγαρίζουν τα παιδιά σας
«Το ζήτημα δεν είναι σε τι κόσμο θ’ αφήσουμε τα παιδιά μας, αλλά τι παιδιά θα αφήσουμε σ’ αυτόν τον κόσμο»
Δίδασκα τις προάλλες, λίγο πριν κλείσουν τα σχολεία. Κάποια στιγμή, εν τη ρύμη του λόγου, ανέφερα μια φράση που περιείχε την λέξη «τρανός». Το μάθημα ήταν Ιστορία Στ’ δημοτικού, το κεφάλαιο για την Κύπρο. Ομιλούσα για τον Γρηγόρη Αυξεντίου, τον «αητό του Μαχαιρά», ο οποίος είχε υπηρετήσει, ως έφεδρος αξιωματικός του ελληνικού στρατού, στα σύνορα του Κιλκίς με τα Σκόπια, στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Η φράση ήταν : «Ο άνθρωπος αυτός ήταν ήρωας, σπουδαίος, τρανός». Αφύπνιση, θόρυβος και αναταραχή στην αίθουσα. Κάποιοι μαθητές ξέσπασαν και σε χειροκροτήματα. Αν και τέλος της σχολικής χρονιάς, παιδιά έκτης δημοτικού, ζέστη και προσμονή των θερινών διακοπών, ξαφνιάστηκα με την περίεργα ενθουσιώδη αντίδραση. Χάρηκα. Κρυφοκαμάρωσα. Πέτυχε η παράδοση. Προσγειώθηκα, όταν με ρώτησε ένας μαθητής:
-Ξέρετε και τον Τρανό, κύριε;
-Και ποιος είναι αυτός, χρυσό μου παιδί;
-Ο καλύτερος τράπερ της Ελλάδας.
-Και τι θα πει τράπερ;
=Είναι η μουσική που ακούμε.
Μάλιστα. Ελεγχόμενος για την άγνοιά μου, έψαξα να βρω. Η «τραπ» είναι μουσικό υποείδος, άνθισε στις Νότιες Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής σε μέρη όπου γινόταν διακίνηση ναρκωτικών. Τα ναρκωτικά, τα όπλα, τα πανάκριβα και γρήγορα αυτοκίνητα, η προκλητική επίδειξη πλούτου, η πρόστυχη και χυδαία αντιμετώπιση των γυναικών, είναι η πρώτη ύλη για τα ρεκάσματα των τράπερ. (Είπαμε αν θέλεις να δεις την Ελλάδα του μέλλοντος επισκέψου την σημερινή Αμερική). Το υποείδος κάνει θραύση στην Ελλάδα. Σχεδόν όλα τα παιδιά του δημοτικού, στις μεγαλύτερες τάξεις, με τέτοια τοξικά δηλητήρια… τρανεύουν. (Στο γυμνάσιο και λύκειο το μοναδικό). Δεν τολμώ να παραθέσω στίχους, γιατί παρελαύνει όλο το υβρεολόγιο της γλώσσας. Παιδιά 8 και 9 ετών ανυπεράσπιστα, στις πιο κρίσιμες, εξοπλιστικές ηλικίες, βομβαρδίζονται, αποσαθρώνονται, εξαχρειώνονται απ’ όλη την σαπίλα και τις αναθυμιάσεις των κοινωνικών υπόνομων. Άτομα ανισόρροπα, ψυχανώμαλα, αγράμματα και απελέκητα, διψασμένα για εύκολο για άκοπο πλουτισμό, εκφυλισμένοι ηδονοθήρες, ανέλαβαν πλέον την «ανατροφή» των παιδιών μας.
Ζητώ συγγνώμη για τους χαρακτηρισμούς, αλλά δεν βρήκα πιο επιεικείς. Αν κάποιος διαβάσει στίχους τους, φρίττει. Ό,τι ράβουν γονείς και δάσκαλοι, ξηλώνεται από τους έξαλλους «πορνοβοσκούς», που ονομάζονται και μουσικοί.
Για να απαλύνω το κείμενο παραπέμπω στον Αθηναίο αγωνιστή του Εικοσιένα Γ. Ψύλλα. «Ένας Θεσσαλός προεστός, εντελώς αναλφάβητος, χρησιμοποιεί τον δάσκαλο του χωριού και ως γραμματικό του. Επειδή όμως ο δάσκαλος δεν ήταν σε όλα υπάκουος, ο προεστός προτείνει στη γενική συνέλευση των κατοίκων την απόλυσή του. Γιατί; Ρωτάει εκείνος εμβρόντητος. Γιατί δεν ξέρεις γράμματα! Και ποιος το λέει αυτό; Εγώ! Απαντά ο προεστός. Γράψε τη λέξη βόδι να δούμε αν ξέρεις. Ο δάσκαλος έγραψε σε ένα χαρτί βόδι. Τότε ο προεστός ζωγραφίζει σε άλλο χαρτί ένα βόδι, το δείχνει στους χωριανούς – το ίδιο αναλφάβητους – και ρωτάει. Πέστε μου, ποιό χαρτί γράφει βόδι; Το δικό σου! Απαντούν όλοι. Και έδιωξαν τον δάσκαλο». (Απομνημονεύματα του βίου μου, Αθήνα 1974, σελ. 286-187).
Κάτι παρόμοιο ισχύει με την δυναμική σήμερα του σχολείου. Χάνουμε κατά κράτος από τους ποικιλώνυμους «προεστούς», την παρδαλή επωνυμία που νυχθημερόν «παιδαγωγεί» στην ευτέλεια και την χυδαιότητα.
Εδώ όμως απαιτείται μια αναφορά στην μεγαλοφυία του Πλάτωνα. Η μουσική, έγραφε, πρέπει να αποτελεί το κυριότερο μέλημα της πολιτείας. (Και εννοούσε όλες τις τέχνες που προστατεύουν οι Μούσες, δηλαδή τον πολιτισμό). Και χρειάζεται εγρήγορση και περιφρούρηση των πολιτιστικών αγαθών, γιατί χάνοντάς τα, χάνουμε τα πάντα –«ευλαβητέον ως εν όλω κινδυνεύοντα». Γιατί μέσω της «μουσικής» διεισδύει εύκολα, αθέατη η διαφθορά στην κοινωνία – «ραδίως αύτη λανθάνει παραδυομένη». Και μάλιστα «παίζοντας», με άκακο φαινομενικά τρόπο, διαμέσου της ψυχαγωγίας – «ως εν παιδιαίς γε μέρει και ως κακόν ουδέν εργαζομένη». Αφού διεισδύσει η διαφθορά στην κοινωνία και κυρίως στην πιο ευπαθή και μιμητική ομάδα της, τους νέους, μέσω των τραγουδιών των τράπερ στην προκειμένη περίπτωση, «αφού εγκατασταθεί για καλά, αρχίζει να εισχωρεί από κάτω σαν το νερό και να διαποτίζει τα ήθη και τις ενασχολήσεις των νέων. (Πολιτών). Και αφού δυναμώσει εισβάλλει στις ανθρώπινες σχέσεις και ύστερα ρίχνεται, Σωκράτη, πάνω στους νόμους και τους δημοκρατικούς θεσμούς, ώσπου να αναποδογυρίσει τα πάντα, και το δημόσιο και το ιδιωτικό». (Πολιτεία, 424, d-e).
Μήπως, ερωτώ, μήπως η έξαρση της εγκληματικότητας από συμμορίες ανηλίκων, οι κλοπές, οι βιαιοπραγίες, οι συμπλοκές με δολοφονικά εργαλεία, η παντελής ανυπαρξία αναστολών και μεταμέλειας, οφείλονται, εκτός από την περιρρέουσα ατιμωρησία και στο υπόγειο, δυσώδες ποτάμι, που διαβρώνει εξ απαλών ονύχων τα παιδιά; Και αναφέρομαι στην μουσική τράπερ που προτρέπει απροκάλυπτα σε ανήθικο, άνομο και εγκληματικό βίο;
Τρεις παράγοντες μπορούν να σταματήσουν το αναποδογύρισμα των πάντων.
Πρώτον, η πολιτεία. Κατά το Σύνταγμα, άρθρο 21, «Η οικογένεια…. και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του κράτους». Το Σύνταγμα κατάντησε, «σύντριμμα», όπως έλεγε και ο Κολοκοτρώνης, οπότε ματαιοπονούμε. Και εξάλλου ποιος ενδιαφέρεται; Τα βλαστάρια των πολιτικών φοιτούν στα καλύτερα κολέγια, εισέρχονται κατόπιν στα πανάκριβα πανεπιστήμια της αλλοδαπής και επιστρέφουν για να γίνουν υψηλόβαθμα και υψηλόμισθα στελέχη του δημοσίου, της Ε.Ε. ή και δήμαρχοι.
Δεύτερον, το σχολείο. Αν ρωτήσουμε το υπουργείο παιδείας, θα μας ταράξει στις «δεξιότητες» και στις «δράσεις». Κάποτε η παιδεία μας περιφρουρούσε τις τιμαλφείς αξίες του έθνους, τώρα είναι προαγωγός της ασυδοσίας. Ένας λόγος που αγρίεψαν τα παιδιά, είναι και η «εκπαίδευση της αμάθειας».
Τρίτον, η οικογένεια, η έσχατη γραμμή άμυνας για την επιβίωση του Ελληνισμού. Η σύγχρονη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Όπως θα έλεγε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός «Ανίσως ήτο δυνατόν να ανεβούμε εις τον ουρανόν και να φωνάξουμε μίαν φωνήν μεγάλην «γονείς ξυπνήστε, σας μαγαρίζουν τα παιδιά σας». Όποια οικογένεια ορθώνει τείχη αδιαπέραστα και προφυλάσσει τα παιδιά της από την «λέπρα» που τρώει τα σωθικά της κοινωνίας, θα καμαρώνει μεθαύριο για τον καλόν της αγώνα. Όποια οικογένεια, αντί για τα αναποτελεσματικά και απρόσωπα «πρέπει», μεγαλώνει και ανατρέφει τα παιδιά της με το «πρέπον», το προσωπικό παράδειγμα, θα σωθεί.