«Ασφυξία» στο τελωνείο Ευζώνων από τις ελλείψεις του σε προσωπικό

Ένα από τα προβλήματα, που αντιμετωπίζει η μεγαλύτερη χερσαία πύλη εισόδου-εξόδου της Πατρίδας μας, ο μεθοριακός σταθμός των Ευζώνων είναι αυτό, που σχετίζεται με την έλλειψη προσωπικού της τελωνειακής αρχής που εδρεύει σε αυτό.
Γεγονός, που καθίσταται ακόμη περισσότερο πιεστικό την θερινή περίοδο λόγω της τεράστιας αυξήσεως της κινήσεως κατά την διάρκεια της τουριστικής περιόδου κυρίως από πολίτες της Βαλκανικής και όχι μόνον.
Κοντά σ’ αυτά θα πρέπει να συνυπολογισθεί η αυξημένη τα τελευταία χρόνια κίνηση λόγω της λειτουργίας των τριών «καζίνο» στην περιοχή της Γευγελής των Σκοπίων, καθώς επίσης και ο αυξημένος εφέτος αριθμός λαθρομεταναστών και προσφύγων, που επιχειρούν να εξέλθουν από την χώρα μας χρησιμοποιώντας οχήματα που διέρχονται από τον μεθοριακό σταθμό.
Μία έλλειψη προσωπικού, γιά την οποία ενημερώθηκε εσχάτως και ο υφυπουργός παραγωγικής ανασυγκρότησης Παναγιώτης Σγουρίδης κατά την επίσκεψή του στο Κιλκίς με αφορμή τον εορτασμό της 74ης επετείου της Μάχης των Ευζώνων και γιά την οποία κατέθεσε στην Βουλή, στα τέλη Μαϊου, σχετική ερώτηση προς τον αρμόδιο υπουργό και ο βουλευτής Κιλκίς Γεώργιος Γεωργαντάς.
Μία κατάσταση πραγματικά οριακή, που έχει οδηγήσει την διοίκηση του τελωνείου να λειτουργεί με τους 34 ενεργούς υπαλλήλους που διαθέτει σε οριακές καταστάσεις, καθώς με τους μετριοπαθέστερους υπολογισμούς, με βάση τα δεδομένα της κίνησης του μεθοριακού σταθμού, θα έπρεπε να λειτουργεί τουλάχιστον με 50 υπαλλήλους την χειμερινή περίοδο και με 60 την αντίστοιχη θερινή.
Ενδεικτικώς αναφέρεται, ότι ενώ η εκάστοτε βάρδια γιά την κάλυψη του τελωνείου της Ειδομένης, που έχει συγχωνευθεί με αυτό των Ευζώνων, και των γραμμών που λειτουργούν σε εισόδους και εξόδους ΙΧ, φορτητών και φυσικών προσώπων εκτελείται από πέντε μέχρι οκτώ το πολύ υπαλλήλους, αναλόγως εάν εκτελείται ημέρα ή νύχα, η αποτελεσματικότερη θα ήταν με οκτώ τον Χειμώνα και δέκα το Καλοκαίρι.
Και ενώ η τουριστική κίνηση βαίνει αυξανόμενη τα τελευταία χρόνια και υπάρχουν καταστάσεις που επιφέρουν πρόσθετο φόρτο εργασίας, όπως η διέλευση των μεταναστών προς τις χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης μέσω του σταθμού, η στελέχωση του τελωνείου σταδιακώς μειώνεται από τους 45, που ήταν προπέρσι στους 43 πέρυσι και 36 εφέτος, ουσιαστικώς 34 λόγω ειδικών συνθηκών γιά δύο εξ αυτών.
Γεγονός, που προκαλεί εύλογα ερωτηματικά καθώς αντί να ενισχύεται η στελέχωσή του, τουναντίον υποδυναμώνεται μέσω τριών αποσπάσεων, γιά τις οποίες υπάρχουν πολλές επιφυλάξεις κατά πόσον υπηρετούν τις ανάγκες της υπηρεσίας.
Το δυστύχημα γιά τις τελωνειακές αρχές του νομού μας είναι, ότι αντίστοιχες καταστάσεις βιώνουν και τα τρία τελωνεία του και ότι τουλάχιστον προς το παρόν δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις γιά την τοποθέτηση επιτυχόντων σε σχετικό διαγωνισμό, που προβλέπει την ενίσχυση του δυναμικού του με τέσσερις υπαλλήλους, που μπορεί να είναι λίγα σε αριθμό όμως σίγουρα θα αποτελέσουν μία ενδυναμωτική «ένεση».
Όχι μόνον γιά την λειτουργία των ιδίων των τελωνείων αλλά και γιά την ενίσχυση των κρατικών ταμείων λόγω της υφής της υπηρεσίας, και μάλιστα σε μία περίοδο ιδιαιτέρως «ισχνή» γιά τα κρατικά δημοσιονομικά.
Και όλα αυτά ενώ σε άλλους μεθοριακούς σταθμούς με σαφώς υποδεέστερα κίνηση δεν παρατηρείται και τέτοιο φαινόμενο υποστελέχωσης σε σχέση με τα αντίστοιχα του νομού μας, όπως της Νίκης που διαθέτει 16 υπαλλήλους και της Κρυσταλλοπηγής που διαθέτει 25 αντιστοίχως, ενώ της Δοϊράνης λειτουργεί με …μόλις οκτώ!
Και μάλιστα με υπερωριακό καθεστώς υπηρεσιών εντελώς δυσανάλογο σε σχέση με αυτά ή ακόμη και των Σερρών, που δικαιολογούν 234 ώρες το εξάμηνο, έναντι μόλις 176, όπως συμβαίνει γιά το τελωνείο των Ευζώνων.
Και βεβαίως να μην λησμονούμε μια εξόχως αρνητική παράμετρο, που σχετίζεται με την έλλειψη προσωπικού και έχει να κάνει με τις τεράστιες «ουρές» που σχηματίζονται σε ώρες «αιχμής» λειτουργίας του σταθμού, και οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα την ταλαιπωρία όλων όσων διέρχονται εξ αυτού.
Βεβαίως, όσο παραμένει «ανοικτό» το θέμα των διαπραγματεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές μας υπάρχουν δυσκολίες να αντιμετωπισθούν τέτοιου επιπέδου προβλήματα. Ομως από την άλλη αναφερόμαστε στην «βιτρίνα» της χώρας μας και σε υπηρεσίες, που μπορούν να βοηθήσουν εισπρακτικώς τα ταμεία του κράτους και επιβάλλεται να αντιμετωπισθεί με βάση την σημασία της και τα δεδομένα που την διέπουν.