Αρθρογραφία

Αντιμετωπίζοντας το πένθος και την απώλεια

«…Η παρουσία σου τώρα με διδάσκει πόσον,
ο θάνατος, μπορεί νά ’ναι απλός και γιομάτος γαλήνη,
καινούργιος κ’ εκπληκτικός, σαν άνθρωπος που μόλις
τον έχουμε γνωρίσει: ένα αίνιγμα λυμένο, που είναι
όμως πολύ αργά να μεταδώσουμε το μήνυμά του:
-η ώρα που μας κερδίζουν, επιτέλους,
Όσοι πολύ μας αγάπησαν στον κόσμο τούτο…»

Άρης Δικταίος «Η ώρα που μας κερδίζουν…»
(Σπουδή Θανάτου, 1948)

Η απώλεια, η θλίψη και το πένθος είναι έννοιες που οι άνθρωποι συχνά χρησιμοποιούν προκειμένου να περιγράψουν τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις τους όταν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο «φύγει» από την ζωή. Η απώλεια με τη γενικότερη έννοιά της είναι ένα συναίσθημα που όλοι, λίγο έως πολύ, έχουμε βιώσει στη ζωή μας.
Ο θάνατος, ο χωρισμός, η ξενιτιά, ο αποχωρισμός των φοιτητών από τους φίλους, τους γονείς και το πατρικό τους σπίτι μετά την εισαγωγή τους σε σχολές μιας άλλης πόλης ή χώρας είναι διαφορετικές εκφάνσεις της απώλειας.

Όσοι ασφαλώς έχουν βιώσει το θάνατο ενός πολύ αγαπημένου τους προσώπου υποστηρίζουν ότι ο πόνος που νιώθεις όταν ένας δικός σου άνθρωπος φύγει από τη ζωή δεν μπορεί να συγκριθεί με καμιά άλλη μορφή απώλειας. Αυτή η άποψη είναι απόλυτα δικαιολογημένη αν σκεφτεί κανείς ότι ο θάνατος μας φέρνει αντιμέτωπους με την έννοια της «οριστικότητας».

Ένας φοιτητής αποχωρίζεται για λίγους μήνες τη ζεστασιά του σπιτιού του, τις παρέες και τους φίλους του και τούτο διότι ανά διαστήματα επιστρέφει και συναντά όλα όσα του έλειψαν.

Όταν έλθει ο χωρισμός από μια σχέση, έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε μια νέα αρχή με έναν άλλο άνθρωπο, να «επενδύσουμε» αλλού, έχοντας πάντα κατά νου ότι ο άνθρωπος που είχαμε αγαπήσει είναι καλά, αν και μακριά μας.

Όταν κάποιος μεταναστεύει, έστω και μόνιμα, σε μια άλλη πόλη ή χώρα μπορεί με αμέτρητους τρόπους να διατηρήσει επαφή με όσους άφησε πίσω του.

Δεν ισχύει όμως τίποτε από όλα αυτά όταν έρθουμε αντιμέτωποι με τον θάνατο.

Γενικότερα, όταν κάποιος πενθεί, δεν υπάρχουν σωστές και λανθασμένες αντιδράσεις για να εκδηλώσει τη θλίψη του. Όλοι μας πενθούμε με τον δικό μας ιδιαίτερο τρόπο και στη χρονική στιγμή που εμείς επιλέγουμε, συνειδητά ή ασυνείδητα. Για κάποιους, η θλίψη συνδέεται με το κλάμα, για κάποιους πάλι όχι. Για κάποιους η διεργασία του πένθους διαρκεί μήνες ή και χρόνια, για άλλους πάλι λίγες μέρες ή εβδομάδες είναι αρκετές. Η διάρκεια του πένθους δεν έχει πάντα να κάνει με την αγάπη μας για το πρόσωπο που «έφυγε» από την ζωή.

Ο απροσδόκητος θάνατος είναι ο πιο δύσκολα αποδεκτός θάνατος. Όταν γνωρίζεις ότι κάποιο κοντινό σου πρόσωπο νοσεί από μια σοβαρή και θανατηφόρα ασθένεια είσαι, κατά μία έννοια, πιο προετοιμασμένος για το δυσάρεστο γεγονός, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είσαι σε θέση να το αποδεχτείς αυτομάτως. Ο θάνατος από μια δολοφονία, όμως, ή από ένα δυστύχημα, μας φέρνει αντιμέτωπους με το ξαφνικό και το «αδιανόητο», προξενώντας μια αίσθηση αδικίας στα αγαπημένα πρόσωπα του θανόντα. Ειδικότερα, όταν υπάρχουν παιδιά, είτε στην οικογένεια του θύματος, είτε στην οικογένεια του θύτη, η αποδοχή του γεγονότος γίνεται μια ακόμη πιο επώδυνη διαδικασία.

Η άρνηση είναι από τις πρωταρχικές και τις πιο έντονες αντιδράσεις των ανθρώπων όταν τους ανακοινώνεται κάτι τόσο δυσάρεστο. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να αποδεχτούν εύκολα αυτήν την οριστικότητα του θανάτου.

Ειδικότερα, όταν το άτομο που έχει «φύγει» από τη ζωή ήταν αναπόσπαστο στοιχείο της ζωής μας, όταν ήταν ένα πρόσωπο που βλέπαμε καθημερινά και είχαμε συνδέσει κατά έναν αυτοματοποιημένο τρόπο την ύπαρξή μας με τη δική του, τότε η αποδοχή του οριστικού είναι μια επίπονη διαδικασία που απαιτεί αρκετό χρόνο και προσπάθεια.

Η ενοχή είναι ένα συναίσθημα που συχνά κατακλύζει τους συγγενείς και τους στενούς φίλους του θανόντα. Άλλοι αισθάνονται ενοχές γιατί δεν προσέφεραν υλικά ή συναισθηματικά σε αυτό το πρόσωπο όλα όσα θα ήθελαν, ενώ άλλοι αναλογίζονται πράγματα που έκαναν ή είπαν και πλήγωσαν το άτομο αυτό. Οι ενοχές είναι ένα φυσικό επακόλουθο της διεργασίας του πένθους που το βιώνει μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων και που συχνά τους βοηθά να «εξιλεωθούν» νοερά.

Μια ακόμη συνηθισμένη αντίδραση πένθους είναι και ο θυμός. Δεν είναι λίγοι αυτοί που «θυμώνουν» με το πρόσωπο που «έφυγε» από την ζωή, του επιρρίπτουν κατά κάποιο τρόπο ευθύνη για την θλίψη και την μοναξιά που νιώθουν.

Παράλληλα, ο φθόνος είναι ένα συναίσθημα που συχνά εκδηλώνεται από πολλούς ανθρώπους. Έτσι, μπορεί κάποιος να φθονεί τους άλλους επειδή έχουν αυτό που λείπει από αυτόν, τη μητέρα τους, το σύζυγο ή κάποιο άλλο αγαπημένο τους πρόσωπο. Το άτομο μισεί με άλλα λόγια όλους όσους έχουν αυτό που ο ίδιος έχει χάσει.

Γενικότερα, αν βιώνετε μια περίοδο θλίψης λόγω μιας σημαντικής απώλειας, μιλήστε για αυτό σε κοντινά σας πρόσωπα που εμπιστεύεστε και που νιώθετε ότι σας αγαπούν και σας κατανοούν. Αυτό θα προκαλέσει ανακούφιση και παρηγοριά. Με τον τρόπο αυτό, θα κατανοήσετε το δυσάρεστο γεγονός και έτσι θα το αποδεχτείτε και θα ανακτήσετε τις δυνάμεις σας.

Αν νιώθετε ότι δεν έχετε διάθεση να μιλήσετε σε κάποιον για αυτό, εκφράστε τα συναισθήματά σας με άλλο τρόπο, ξεκινήστε για παράδειγμα να γράφετε τα συναισθήματα και τις σκέψεις σας, μοιραστείτε τα όσα νιώθετε με τον ίδιο σας τον εαυτό. Αν τα αρνητικά συναισθήματα και οι δυσάρεστες σκέψεις συνεχίζουν, συμβουλευτείτε έναν ειδικό ψυχικής υγείας προκειμένου να ξεπεράσετε το πρόβλημα και να αποτρέψετε την επιδείνωση των συμπτωμάτων.

Περισσότερα
Δείτε ακόμα

Εσύ… δεν «έφυγες» ποτέ!

Σε λίγα εικοσιτετράωρα μπαίνουμε στο 2025, τον χρόνο κατά τον οποίο θα συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από την «μετοίκηση» σου στα […]