Αρθρογραφία

Ατζαπά μερ’ ευρίουμες; Άραγε πού βρισκόμαστε;

Γράφει ο Βασίλης Αθανασιάδης

Καλοκαίρι του 1971 τέλος Ιουλίου, ακριβώς πριν 51 χρόνια, νεαρός εγώ “Βοηθός Σταθμάρχη” εργάζομαι εκεί ψηλά – ψηλά στα σύνορά μας, στο βορειοανατολικό άκρο της πατρίδας μας, στο Σιδηροδρομικό Σταθμό Νέας Ορεστιάδος (Κούμ Τσιφλίκ η παλιά ονομασία).

Η όμορφη ακριτική πόλη μας μόλις συμπλήρωνε τα 48 της χρόνια αφού ιδρύθηκε το 1923 και κατοικήθηκε από Θράκες – πρόσφυγες που κατάγονταν από το προάστιο της ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΗΣ το ΚΑΡΑΓΑΤΣ και την ευρύτερη περιοχή.

Στο ΚΑΡΑΓΑΤΣ ήταν ο πανέμορφος Σιδηροδρομικός Σταθμός της Αδριανούπολης (EDIRNE), που βρισκόταν Δυτικά του ποταμού Έβρου.


Σιδηροδρομικός Σταθμός Αδριανούπολης στο Καραγάτς (σήμερα μουσείο)

Από το 1872 που λειτούργησε η σιδηροδρομική γραμμή Αδριανούπολης – Αλεξανδρούπολης (Δεδέαγατς) και για πάνω από 100 χρόνια ακολουθούσε την διαδρομή από Βορρά προς Νότο παράλληλα και Δυτικά του ποταμού Έβρου, και παρά τις αλλαγές και τις χαράξεις των συνόρων η διαδρομή παρέμενε η ίδια για πάνω από έναν αιώνα.

Κυριακή πρωί, τελευταία Κυριακή του Ιουλίου το 1971 στις 10:30 διασταύρωση Τουρκικών (TCDD – Türkiye Cumhuriyeti Devlet Demiryolları) αμαξοστοιχιών στη Νέα Ορεστιάδα, η μία ταχεία επιβατική με μετανάστες εργάτες(Gastarbeiter) από Κωνσταντινούπολη για Γερμανία, κατάμεστη εργατών που επιστρέφουν στη Γερμανἰα, έχει έρθει νωρίτερα και περιμένει την άλλη αμαξοστοιχία από Αδριανούπολη για Κωνσταντινούπολη (καθημερινή κυκλοφορία).

Στο κρηπίδωμα ενώ περιμένω τη δεύτερη αμαξοστοιχία για να δώσω σήμα διέλευσης, στο παράθυρο ακριβώς πάνω από το κεφάλι μου, ακούω την συζήτηση δύο Τούρκων(;) επιβατών μεταναστών :

– Ατσαπά μερ΄ευρίουμες; (Άραγε πού βρισκόμαστε;).

Αυτόματα ήρθαν στο μυαλό μου τα Ποντιακά που μάθαινα-εξασκούσα τα καλοκαίρια όταν μαζί με την γιαγιά μου επισκεπτόμασταν την θεία Κλεονίκη (αδερφή της μητέρας μου) στην Ευκαρπία Κιλκίς (Γραμμάτινα) οπου εκεί τα μιλούσαν όλοι. Σηκώνω το βλέμμα μου προς αυτούς και τους λέω:
– Σην Ελλάδαν, σο Γιουνανιστάν ευρίουστουν!
Κόκκαλο οι ταξιδιώτες αλληλοκοιτάζονται απορημένοι και λέει ο ένας :

– Ατός ενόησεν την καλατσείαν μουν!

Και αμέσως μετά έκπληκτοι με ρωτούν:

– Σέφ, εσύ από μάς είσαι;; Αδά πώς ευρέθες;;
Και τους απαντώ:

– Εσείς ήστουν απ΄ εμάς! Ρωμαίοι!

Ενώ αναχωρούσε η αμαξοστοιχία τους συνεχίζοντας το ταξίδι για Γερμανία μέχρι την πρώτη στροφή προς Νέα Βύσσα, είχαν το βλέμμα τους στραμμένο προς εμένα και χαιρετούσαν.

Ήταν η πρώτη γνωριμία μου με τους εξισλαμισμένους αδερφούς μας Ποντίους που παρέμειναν στα Πάτρια εδάφη, στον Αλησμόνητο Πόντο, αργότερα είχα την τύχη να γνωρίσω περισσότερους από κοντά σε ταξίδι μου στην Πατρίδα τον Αύγουστο του 2001 με το Σύλλογο Ποντίων Πολυκάστρου και Περιχώρων “Ὀι Ακρίτες”.
Ήταν η τελευταία Κυριακή του Ιουλίου πριν από 51 χρόνια εκεί ψηλά στα σύνορά μας.

Περισσότερα

ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΖΑΝΙΑ (ΑΠΟΣΤΑΚΤΗΡΕΣ – ΑΜΒΥΚΕΣ) ΤΗΣ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑΣ (Δραστηριότητα που σχεδόν χάθηκε)

Τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο στη Γουμένισσα λειτουργούσαν πολλά καζάνια, οι γνωστοί αποστακτήρες ή άμβυκες, εγκαταστάσεις απόσταξης τσίπουρου. Τις φθινοπωρινές […]

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ

«Πυρετοί μας πειράζουν, κύριε υποδιοικητά και δεν έχωμε κινίνο», ήσαν οι πρώτες λέξεις όταν μ’ είδαν στο χωρίο τους [Ποταμιά]. […]

Δείτε ακόμα