Η βιβλιοπαρουσίαση του Μεγαλοβρυσιώτη Κώστα Χάρη στο τόπο καταγωγής του
Σε κοινή εκδήλωση του συλλόγου Καυκασίων Καλαμαριάς ‘’Ο Προμηθέας’’ και του πολιτιστικού συλλόγου Κατοίκων Μεγάλης Βρύσης, πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 10.11.24 η παρουσίαση του βιβλίου ‘’Η εκατοντάχρονη Οδύσσεια των Ελλήνων του Πόντου του Αντικαυκάσου και του Καυκάσου’’ του συνταξιούχου Μεγαλοβρυσιώτη στην καταγωγή Κώστα Χάρη, που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα εκδηλώσεων του πολιτιστικού συλλόγου Κατοίκων της Μεγάλης Βρύσης.
Την εκδήλωση χαιρέτησαν ο δήμαρχος Κιλκίς Δημήτρης Κυριακίδης, ο πρόεδρος της δημοτικής κοινότητας Μεγάλης Βρύσης Γιώργος Παπαδόπουλος, ο πρόεδρος του συλλόγου Καυκασίων ‘’Ο Προμηθέας’’ Χρήστος Πετανίδης, η πρόεδρος του συλλόγου Κατοίκων Μεγάλης Βρύσης Κυριακή Παπαδοπούλου ενώ για το βιβλίο μίλησαν ο νομικός και επίτιμος πρόεδρος της Εύξεινου Λέσχης Κώστας Γαβρίδης, ο ομότιμος καθηγητής του τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ Ανανίας Τσιραμπίδης και η γραμματέας της Τομεακής Επιτροπής του ΚΚΕ Κιλκίς Ειρήνη Χατζή.
Ο Κώστας Γαβρίδης, επίτιμος πρόεδρος της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης και επίτιμος γενικός γραμματέας της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος (ΠΟΕ) στην ομιλία του μεταξύ άλλων επισήμανε.
Ο Κώστας Χάρης με ό,τι καταπιάνεται στα κοινά το ολοκληρώνει με επιμέλεια, ευσυνειδησία και βαθιά κοινωνική ευαισθησία.
Συμμετέχει ενεργά και δραστήρια σε κάθε κοινωνική συλλογική προσπάθεια με απίστευτη εργατικότητα, με τον ίδιο πάντα ζήλο και ως απλό μέλος και με υπεύθυνη θεσμική ιδιότητα.
Είναι ευχαρίστηση και ικανοποίηση η συνεργασία μαζί του. Τα ευχάριστα αυτά συναισθήματα είχα την τύχη να νιώσω κατά την μακρά περίοδο της συνυπηρέτησης μας στις συλλογικότητες των Ποντιακών Οργανώσεων, συνεργασία που μας συνέδεσε με στέρεη προσωπική και οικογενειακή φιλία.
Είναι πραγματικά εύνοια της τύχης να έχουν στους κόλπους τους κοινωνικοί φορείς μέλη με τη διάθεση γνήσιας εθελοντικής προσφοράς, τη δημιουργική ορμή και τη συνέπεια λόγων και έργων του Κώστα, χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του που δεν θα μπορούσαν ασφαλώς να βρουν διέξοδο και να μετουσιωθούν σε κοινωνικό έργο χωρίς τη σταθερή στήριξη και ενθάρρυνση της οικογένειας του, της καλοσυνάτης και ευγενέστατης κα Σούλας, με την οποία συμπλήρωσαν ήδη εξήντα χρόνια ανέφελου συζυγικού βίου αλλά και των παιδιών και εγγονών του.
Είναι άνθρωπος του διαλόγου με ξεκάθαρο και σταθερό ιδεολογικό κοινωνικό πολιτικό προσανατολισμό. Κερδίζει την εκτίμηση του συνομιλητή του και με τη δύναμη των επιχειρημάτων του αλλά και με τον ήρεμο χωρίς εξάρσεις και περιττές εντάσεις λόγο του.
Ο τίτλος του βιβλίου του «Η εκατοντάχρονη οδύσσεια των Ελλήνων Ποντίων του Αντικαυκάσου και Καυκάσου» προϊδεάζει βάσιμα τον αναγνώστη ότι πρόκειται για έργο κατάθεση ψυχής. Είναι φορτισμένο συναισθηματικά, γιατί πηγάζει από την ψυχική ανάγκη του συγγραφέα να εκπληρώσει ένα χρέος προγονικό, βεβαρυμμένο και από τη σκόπιμη και ενσυνείδητη μακροχρόνια παραμέλησή του από την πολιτεία.
Με το βιβλίο του αυτό ο Κ. Χάρης αποδίδει, όπως γράφει στο εισαγωγικό σημείωμά του, τον οφειλόμενο φόρο τιμής στους προγόνους του και ιδιαίτερα στην πρώτη γενιά των προσφύγων. Τη γενιά του φωτισμένου δασκάλου και δημιουργικού κοινωνικού παράγοντα πατέρα του Θεοχάρη, γενιά που είδε το φως της ζωής ανάμεσα από αλλεπάλληλους τοπικούς πολέμους, βίωσε ένα πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, υπέστη τις άγριες γενοκτονικές διώξεις των Νεότουρκων, των Τσέτηδων και των Κεμαλικών, δοκίμασε τα δεινά του αναγκαστικού ξεριζωμού, της προσφυγιάς και των λοιμοκαθαρτηρίων, την αγωνία της αναζήτησης και δημιουργίας νέας εστίας στον ελλαδικό χώρο. Έζησε τη συμφορά ενός δεύτερου παγκοσμίου πολέμου και Κατοχή, για να βγει τελικά με βαθιά ψυχικά τραύματα από τη δίνη του ακατανόητου εμφύλιου σπαραγμού.
Η γενιά όμως αυτή έγινε το θυσιαστικό βάθρο, πάνω στο οποίο ακουμπήσαμε εμείς της δεύτερης γενιάς για να στηριχθούμε στα πόδια μας και να διεκδικήσουμε από καλύτερη αφετηρία το δικαίωμα στη ζωή για επαγγελματική και κοινωνική καταξίωση.
Αυτό άλλωστε ήταν το κοινό όνειρο αυτής της τραγικής γενιάς, να δουν τα παιδιά τους να προκόβουν, και όσοι από αυτή τη γενιά επέζησαν να δουν το όνειρο τους πραγματοποιούμενο, ίσως να αισθάνθηκαν τη μοναδική χαρά και ικανοποίηση, που τους επιφύλασσε η μαρτυρική πικρή ζωή τους.
Ο Ανανίας Τσιραμπίδης, ομότιμος καθηγητής του τμήματος Γεωλογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στην ομιλία του μεταξύ άλλων επισήμανε.
Η καταγραφή ιστορικών γεγονότων αποτελεί ασφαλώς έργο σχετικών επιστημόνων, οι οποίοι με ειδική δεοντολογία και προσέγγιση μας παρουσιάζουν όλα τα ενδιαφέροντα στοιχεία, μερικές φορές με λεπτομέρειες πολύ κατατοπιστικές. Παράλληλα όμως έχουν εκδοθεί και πολλά βιβλία από μη ιστορικούς, αρκετά των οποίων έφεραν στο φως εξαιρετικές πληροφορίες οι οποίες διαφορετικά θα χάνονταν. Είναι η αγάπη και το πάθος αυτών των συγγραφέων οι οποίοι τόλμησαν να δημοσιοποιήσουν το έργο τους. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκει και ο αγαπητός Καλαμαριώτης φίλος Κώστας Χάρης, ο οποίος εδώ και πολλά χρόνια συγκέντρωνε το απαραίτητο υλικό. Για ελάχιστους συλλόγους της Καλαμαριάς υπάρχουν εκδόσεις με την ιστορία τους. Οι Καυκάσιοι της Καλαμαριάς πρέπει να νιώθουν περήφανοι που ένας συμπατριώτης τους παραδίδει σήμερα αυτό το βιβλίο.
Εκτός της εισαγωγής και του επιλόγου αποτελείται από 26 κεφάλαια. Περιγράφει πολύ κατατοπιστικά τις πολιτικές των γειτονικών χωρών, αλλά και γεγονότα που επηρέασαν σημαντικά εκείνη την περίοδο τον αμιγή ελληνικό πληθυσμό των 79 χωριών του Κυβερνείου Καρς.
Παρουσιάζει τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι Έλληνες Καυκάσιοι κατά τη σταδιακή μετοικεσία τους στην Ελλάδα. Οι πιο τυχεροί από το Καρς έφυγαν με τρένα προς Τιφλίδα και μετά προς Βατούμ. Όμως οι Έλληνες των πλησιέστερων προς το Αρδαχάν χωριών αντιμετώπισαν φοβερές ταλαιπωρίες προσπαθώντας με κάρα να φτάσουν στο Βατούμ από δύσβατους δρόμους. Για πολλούς το ταξίδι από το χωριό τους μέχρι το Βατούμ είχε διάρκεια σχεδόν ενός χρόνου.
Από το λιμάνι του προς διάφορα λιμάνια της Ελλάδος, κατά το διάστημα Απρίλιος 1920 μέχρι Μάρτιος 1921, πραγματοποιήθηκαν 23 δρομολόγια ελληνικών ατμόπλοιων μεταφέροντας συνολικά 51.000 έλληνες, οι 45.000 των οποίων ήταν από τα χωριά του Καυκάσου. Με τον ξεριζωμό έκλεισε οριστικά ο κύκλος της 40χρονης παρουσίας των Ελλήνων στο Κυβερνείο Καρς.
Ο συγγραφέας παρουσιάζει αναλυτικά απόψεις πολλών ιστορικών, αλλά και πολιτικών εκείνης της περιόδου για την αποτυχία ίδρυσης της Δημοκρατίας του Πόντου. Με τη Γενοκτονία και τον Ξεριζωμό των παππούδων και των γονιών μας από τις προγονικές πατρίδες τους και την εξαφάνιση ενός πανάρχαιου Ελληνοποντιακού Πολιτισμού, έκλεισε άδοξα χωρίς να λυθεί το Ποντιακό Ζήτημα, ένα κεφάλαιο τρισχιλιόχρονης και πλέον ιστορίας του ελληνισμού.
Σε αντίθεση με τη συμπεριφορά ορισμένων ελληνικών κυβερνήσεων που δεν ήθελαν τους Έλληνες Καυκάσιους στην Ελλάδα, υπάρχουν πολλά περιστατικά που αποδεικνύουν τη φιλοπατρία αυτών. Εθελοντές Καυκάσιοι πήραν μέρος στον Βαλκανικό πόλεμο του 1912-13, άλλοι στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και άλλοι στην εκστρατεία της Μικράς Ασίας. Οι ελληνικές κοινότητες όλης της Ρωσίας έκαναν μεγάλο έρανο για συγκέντρωση χρημάτων και ρουχισμού για τους Έλληνες στρατιώτες.
Για το βιβλίο μίλησε και η Ειρήνη Χατζή γραμματέας της Τομεακής Επιτροπής Κιλκίς του ΚΚΕ.
Εκ μέρους του ΚΚΕ, χαιρετίζουμε τη σημαντική αυτή προσπάθεια του αγαπητού συντρόφου μας Κώστα Χάρη. Του ευχόμαστε να είναι γερός και δυνατός ο ίδιος, όπως επίσης να είναι καλοτάξιδο το βιβλίο του, να αποτελέσει παράδειγμα και για άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες.
Μέσα από τις σελίδες της συγκεκριμένης έκδοσης, αναδεικνύεται ο πολιτιστικός και πολιτισμικός πλούτος των Ποντίων, και πώς αυτός έγινε κατορθωτό να διατηρηθεί μέχρι τις μέρες μας, χάρη στην κοπιαστική προσπάθεια των εκατοντάδων πολιτιστικών Συλλόγων που έδρασαν και δρουν όλα αυτά τα χρόνια σε όλη τη χώρα, και ιδιαίτερα στην περιοχή μας.
Τέτοια κοπιαστική προσπάθεια έγινε και από τον Σύλλογο της Καλαμαριάς, με τη στήριξη και την εθελοντική προσφορά των μελών του εδώ και δεκαετίες, με τις πρωτοβουλίες και τις αποφάσεις που πάρθηκαν από όσους βρέθηκαν στη διοίκηση του Συλλόγου. Ζητήματα που αποτυπώνονται εκτενώς από το πλούσιο αρχειακό υλικό που υπάρχει στην έκδοση, το οποίο δεν είναι χρήσιμο μόνο για τα μέλη του Συλλόγου, αλλά και για κάθε μελετητή του ποντιακού στοιχείου και της λειτουργίας και δράσης των Πολιτιστικών Συλλόγων.
Το κύριο, όμως, θεωρούμε πως είναι, ότι ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να δει σε βάθος πλευρές της πολύπαθης ιστορίας των Ποντίων, να διαπιστώσει τις πραγματικές αιτίες των όσων διαδραματίστηκαν, και να εξάγει χρήσιμα συμπεράσματα για το σήμερα.
Ειδικά η νέα γενιά παιδιών, που συσπειρώνονται στους Ποντιακούς Πολιτιστικούς Συλλόγους, έχει σημασία να σκύψουν πάνω από αυτές τις πλευρές της ιστορίας των προγόνων τους. Γιατί μ’ αυτό τον τρόπο ο ποντιακός πολιτισμός και η ιστορία, δεν αντιμετωπίζεται ως κάτι μουσειακό που απλώς να τον τιμάμε. Αποκτάει ζωντάνια στο σήμερα και δίνει τη δυνατότητα διατήρησης και εξέλιξής του. Γιατί δεν έχει σημασία να ξέρεις να χορεύεις αν δεν γνωρίζεις την ιστορία του κάθε χορού, να τραγουδάς αν δεν γνωρίζεις τους στίχους, την εποχή, τις συνθήκες που γράφτηκαν αυτοί, να μιλάς ποντιακά αν δεν κατανοείς την προέλευση, τον τρόπο χρήσης, το νόημα που αποκτούν οι λέξεις, να πραγματοποιείς τα έθιμα αν δεν γνωρίζεις το συμβολισμό τους. Έτσι και η ιστορία των ποντίων, χρειάζεται γνώση και κατανόηση, γιατί εκτός των άλλων αποτελεί και τη βάση πάνω στην οποία οικοδομήθηκε η γλώσσα, οι παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα.
Από αυτή τη σκοπιά έχει ξεχωριστή σημασία η εμβάθυνση της μελέτης της ιστορίας και πριν τη γενοκτονία και τον ξεριζωμό, και ο πολλαπλασιασμός των όσων προσπαθειών έχουν γίνει μέχρι σήμερα.
Βέβαια, η σύγχρονη ιστορία των Ποντίων, από τη γενοκτονία και μετά, έχει τη δική της ξεχωριστή σημασία και αξία. Και η σημασία αυτή διαπιστώνεται από το γεγονός ότι όλα αυτά τα 100 και πλέον χρόνια καταβλήθηκαν μεγάλες προσπάθειες, ώστε τα γεγονότα της εποχής να απογυμνωθούν από την ουσία τους, να συγκαλυφθούν τα πραγματικά τους αίτια και οι διδαχές της Ιστορίας να μη γίνουν κτήμα των Ποντίων, και γενικότερα του ελληνικού λαού.
Η γενοκτονία, η προσφυγιά και η εγκατάσταση στον Ελλαδικό χώρο, οι κακουχίες στη νέα πατρίδα που μόνο φιλόξενη δεν ήταν, οι διώξεις χιλιάδων αγωνιστών – προοδευτικών – κομμουνιστών Ποντίων την περίοδο του μεσοπολέμου, της κατοχής, του εμφυλίου και τις επόμενες δεκαετίες, ο νέος ξεριζωμός και η μετανάστευση δεκάδων χιλιάδων στην Ευρώπη, την Αμερική και την Αυστραλία, η μετανάστευση των παλιννοστούντων τη δεκαετία του ’90 στη χώρα μας… Όλα αυτά δεν μπορούν να ειδωθούν ξεκομμένα από την ταξική ανάλυση της ιστορίας. Δεν μπορούν να βγουν στέρεα συμπεράσματα αν δεν εντάξουμε τα γεγονότα στις γενικότερες εξελίξεις κάθε περιόδου.
Από αυτή τη σκοπιά, χωρίς να κάνουμε εκτεταμένη ιστορική ανάλυση – εξάλλου και στο βιβλίο υπάρχουν πολλά στοιχεία και αναφορές – νομίζουμε ότι έχει σημασία να επισημάνουμε ορισμένα καίρια ζητήματα.
Πιάνοντας το νήμα από τη γενοκτονία, όπως και στο βιβλίο, χρειάζεται να κρατήσουμε τους βασικούς παράγοντες που συνετέλεσαν σ’ αυτήν, οι οποίοι είναι:
1) Η άνοδος του τουρκικού αστικού εθνικισμού. Καθώς η ανερχόμενη τουρκική αστική τάξη διεκδικούσε το έθνος – κράτος της στο πλαίσιο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, το χτύπημα των βασικών ανταγωνιστών της (κύρια της ελληνικής και αρμενικής αστικής τάξης) αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση για την εδραίωση της κυριαρχίας της στον συγκεκριμένο γεωγραφικό – οικονομικό χώρο.
Καθώς οι εθνικές μειονότητες αξιοποιούνταν από τις αντίστοιχες άρχουσες τάξεις τους ως ασπίδα και μοχλός πίεσης για την προώθηση των δικών τους συμφερόντων, τις εξέθεταν άμεσα στα πυρά του εκάστοτε αντιπάλου.
Εξάλλου οι σφαγές, οι εθνοκαθάρσεις, οι προσφυγοποιήσεις, οι αναγκαστικές αφομοιωτικές πολιτικές κ.ο.κ. ήταν κοινός παρονομαστής στα Βαλκάνια (και όχι μόνο), όπου οι λαοί πλήρωσαν με το αίμα τους τις μεγαλοϊδεατικές επιδιώξεις των εθνικών τους.
2) Οι επιδιώξεις της αστικής τάξης της Ελλάδας. Με τις βλέψεις του ελληνικού κεφαλαίου στραμμένες στην ιδιαίτερα πλούσια περιοχή της Μικράς Ασίας, ο Πόντος ερχόταν σε «δεύτερη μοίρα». Έτσι, υποτιμήθηκε η οργάνωση ή η βοήθεια οποιασδήποτε μορφής προς τον Πόντο. Η προέλαση του ελληνικού στρατού στα ενδότερα της Τουρκίας (κάνοντας τον «χωροφύλακα» των αγγλογαλλικών συμφερόντων στην περιοχή) σίγουρα υπονόμευσε – αν δεν σφράγισε – την τύχη των ελληνικών πληθυσμών του Πόντου, αλλά και γενικότερα.
3) Οι επιδιώξεις και επιλογές της ελληνικής άρχουσας τάξης του Πόντου. Οι ιδιαίτερες (και καμιά φορά αντικρουόμενες) επιδιώξεις στους κόλπους της ποντιακής πολιτικής – οικονομικής – θρησκευτικής ηγεσίας είχαν ως αποτέλεσμα μια σειρά από κινήσεις, οι οποίες εν τέλει άφησαν έκθετο και ανυπεράσπιστο τον ποντιακό λαό. Σε αυτό, μεταξύ άλλων, συνέδραμε και η πεποίθηση πως η λύση στο ζήτημα του Πόντου θα ερχόταν από «τα έξω» και από «τα πάνω», ως αποτέλεσμα δηλαδή της παρέμβασης των λεγόμενων «Μεγάλων Δυνάμεων» και όχι από τις ίδιες τις δυνάμεις του ποντιακού λαού (σε συνεργασία ενδεχομένως και με άλλους λαούς της περιοχής).
Επιπλέον, οι σφοδρότατοι ανταγωνισμοί μεταξύ της ελληνικής και αρμενικής αστικής τάξης όχι μόνο υπονόμευσαν μια ενδεχόμενη κοινή τους δράση, αλλά συχνά κατέληγαν ακόμα και σε συγκρούσεις μεταξύ ποντιακών και αρμενικών ένοπλων σωμάτων.
4) Οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στην περιοχή. Η Γενοκτονία των Ποντίων σχετίζεται άμεσα με τις ενδοϊμπεριαλιστικές συγκρούσεις, που έλαβαν χώρα για τη νομή της κλυδωνιζόμενης οθωμανικής αυτοκρατορίας, στο πλαίσιο και του γενικότερου πολέμου για την αναδιανομή των παγκόσμιων αγορών και πλουτοπαραγωγικών πηγών.
Σε μια σύγκρουση όπου οι αντίπαλες αστικές τάξεις (ελληνική και τουρκική) στρατεύτηκαν πίσω από αντίπαλα ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα (της Αντάντ και των Κεντρικών Δυνάμεων αντίστοιχα), οι λαοί της περιοχής δεν αποτελούσαν τίποτε περισσότερο παρά κρέας για τα κανόνια των αντιπάλων, διαπραγματευτικά χαρτιά και πιόνια σε μια γεωστρατηγική σκακιέρα.
Ακόμα και όταν κορυφώθηκε το δράμα του ποντιακού λαού, οι κανονιοφόροι και οι πρεσβείες των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών της Ευρώπης και των ΗΠΑ δεν έκαναν απολύτως τίποτε για να εμποδίσουν τις σφαγές ή για να σώσουν τους ανθρώπους που κινδύνευαν. «Όλα αυτά διαδραματίζονταν μπροστά στα μάτια των πρεσβευτών των ξένων δυνάμεων», αναφέρει ένας Πόντιος αντάρτης στην αυτοβιογραφία του, «και αυτοί αδιαφορούσαν!». Αντιθέτως, όπως έγραψε ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος, «οι άθεοι κομμουνιστές (δηλαδή οι Σοβιετικοί) εφάνησαν περισσότερον χριστιανοί από τους “χριστιανούς” Αγγλογάλλους», στέλνοντας πλοία και μεταφέροντας τους δοκιμαζόμενους πληθυσμούς στην ασφάλεια.
Και, βέβαια, αυτή η “αδιαφορία” από τη μία και η “στήριξη” από την άλλη, φάνηκε και τις επόμενες δεκαετίες.
Την ώρα που όσοι Πόντιοι έφτασαν στην Ελλάδα βρέθηκαν αντιμέτωποι:
- με την απαξίωση του ελληνικού αστικού κράτους και του πολιτικού του προσωπικού (φιλελεύθερου, κεντρώου και δεξιού),
- στοιβαγμένοι όπως – όπως σε συνοικισμούς – γκέτο,
- παραδομένοι στην άγρια εκμετάλλευση των καπιταλιστών (που «άδραξαν» την ευκαιρία, ρίχνοντας τα μεροκάματα και περιορίζοντας δικαιώματα και κατακτήσεις της εργατικής τάξης συνολικά) κ.λπ.
- απροστάτευτοι απέναντι στους πατριδοκάπηλους φασίστες της εποχής που τους αποκαλούσαν χυδαία «τουρκόσπορους» και κραύγαζαν για τον «εξαγνισμό» των πόλεων από την παρουσία τους, οργανώνοντας δολοφονικά πογκρόμ στους συνοικισμούς τους.
Την ίδια ώρα οι Πόντιοι που βρέθηκαν στη Σοβιετική Ένωση, έζησαν με ασφάλεια, είχαν σπίτι και δουλειά, σχολείο για τα παιδιά τους, στηρίχθηκαν για να διατηρήσουν και να αναπτύξουν τη γλώσσα και τον πολιτισμό τους, πρόκοψαν και πολλοί μεγαλούργησαν και βραβεύτηκαν από τη Σοβιετική εξουσία για τα επιτεύγματά τους στην εργασία, την επιστήμη, τον αθλητισμό και τον πολιτισμό.
Εμείς, φίλες και φίλοι, το ΚΚΕ, νοιώθουμε περήφανοι, γιατί το Κόμμα μας αποτέλεσε το μοναδικό, πραγματικό αποκούμπι των προσφύγων, πρωτοστάτησε στους αγώνες και τις διεκδικήσεις τους, καταπολεμώντας την τακτική του διαίρει και βασίλευε της αστικής τάξης.
«Η Ελλάδα δεν διαιρείται σε ντόπιους και πρόσφυγες», έγραφε χαρακτηριστικά ο «Ριζοσπάστης» στις 7/9/1929. «Η Ελλάδα διαιρείται σε πλούσιους και φτωχούς, σε ανθρώπους που δε δουλεύουν και ζουν και σε ανθρώπους που ολημερίς και ολονυχτίς δουλεύουν και δεν μπορούν να ζήσουν (…) ο καθένας πρέπει να διαλέξει μεταξύ του πλουσίου πρόσφυγα που συνδυάζεται με τον πλούσιο ντόπιο και του φτωχού πρόσφυγα που σύντροφό του θα έχει τον φτωχό ντόπιο εργάτη ή αγρότη».
Στην ίδια κατεύθυνση συνεχίσαμε και όλα τα επόμενα χρόνια και σήμερα. Γι’ αυτό το ΚΚΕ στηρίζει σταθερά, με κάθε τρόπο και μορφή, τον αγώνα για την ανάδειξη και τη στήριξη από το ελληνικό κράτος της πολιτιστικής και πνευματικής δραστηριότητας των Ποντίων, της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Ποντίων, και βρίσκεται δίπλα στον οργανωμένο ποντιακό χώρο σε κάθε δίκαιη διεκδίκηση του, μακριά από αντιδραστικές εθνικιστικές ρητορικές μίσους. Όπως στέκεται και στο πλευρό των χιλιάδων ομογενών, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην πατρίδα μας ύστερα από τη διάλυση της ΕΣΣΔ και εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα αποκατάστασης.
Από τότε μέχρι και σήμερα, με αυτή τη ματιά, την ταξική, αντιμετωπίζουμε τα πράγματα, μελετάμε τις εξελίξεις, εξάγουμε συμπεράσματα, στηρίζουμε τα αιτήματα των Ποντίων.
Γιατί η ίδια η ιστορία των Ποντίων, είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα που επιβεβαιώνουν το ίδιο πράγμα: Ότι όλοι οι λαοί της περιοχής μας, έχουν βρεθεί στη δίνη των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών για το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα του κόσμου από τους ισχυρούς της γης, που μοναδικό σκοπό είχαν και έχουν την αύξηση της κερδοφορίας των μονοπωλιακών τους ομίλων.
Επιβεβαιώθηκε σε κάθε περίπτωση ότι οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι δεν αποτελούν κάποιο φυσικό φαινόμενο, δεν οφείλονται στην ιδιοσυγκρασία των ηγετών, ούτε στις θρησκευτικές, φυλετικές ή άλλα διαφορές, αλλά είναι αποτέλεσμα αυτών ακριβώς των ανταγωνισμών, που οι λαοί τους έχουν πληρώσει με διωγμούς, νεκρούς, προσφυγιά, μετανάστευση, φτώχια, εκμετάλλευση.
Η ιστορία έχει δείξει ότι οι λαοί δεν έχουν κανένα συμφέρον να ακολουθήσουν τους αστούς και τα καλέσματά τους, είτε σε καιρό ειρήνης είτε πολέμου. Αντίθετα, το συμφέρον τους είναι να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, να χαράξουν το δικό τους δρόμο.
Γι’ αυτό και σήμερα, που ο ελληνικός λαός μαζί με τους λαούς των γειτονικών κρατών βρίσκονται στη δίνη των ανταγωνισμών, με νέους πολέμους να ξεσπούν και τον κίνδυνο μιας γενικότερης ανάφλεξης στην περιοχή να είναι ορατός, δεν πρέπει να επιλέξουν ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο αλλά να χαράξουν το δικό τους δρόμο. Να διεκδικήσουν:
- Καμιά συμμετοχή και εμπλοκή της Ελλάδας στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία, που ξεπέρασε τα 2,5 χρόνια, καμιά συμμετοχή σε άλλες στρατιωτικές αποστολές έξω από τα σύνορα της χώρας. Να επιστρέψουν όλα τα τμήματα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, που βρίσκονται σε διάφορες ιμπεριαλιστικές αποστολές. Απεμπλοκή από τον πόλεμο στην Παλαιστίνη, στη Μέση Ανατολή, που στην Παλαιστίνη έχει οδηγήσει ήδη σε μια νέα γενοκτονία, με πάνω από 43.000 νεκρούς, εκατομμύρια πρόσφυγες και ξεριζωμένους, από την Παλαιστίνη, το Λίβανο, τη Συρία, το Αφγανιστάν, όλοι όσοι προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο και την εξαθλίωση.
- το κλείσιμο των αμερικανοΝΑΤΟϊκών βάσεων, που ειδικά αυτή την περίοδο χρησιμοποιούνται και για να στηρίζεται το κράτος – δολοφόνος του Ισραήλ και να αιματοκυλιέται ο Παλαιστινιακός λαός, τον τερματισμό του πολέμου και την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους με βάση τα σύνορα του 1967.
- την αποδέσμευση από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Ολοκληρώνοντας έχουμε να πούμε πως οι λαοί ένα συμφέρον έχουν, να παλέψουν για την ανατροπή της αστικής εξουσίας που το μόνο που μπορεί να τους προσφέρει είναι νέα βάσανα, οικοδομώντας έναν νέο ομορφότερο και ανθρώπινο κόσμο.
Σ’ αυτόν τον κόσμο λέμε εμείς ότι θα βρει τελικά και την πατρίδα που αναζητά ο κατατρεγμένος Πόντιος που είναι πρόσφυγας από τη γέννησή του, και που βλέπει τους κόπους της ζωής του να πηγαίνουν χαμένους, όπως χαρακτηριστικά περιγράφεται στο γνωστό ποντιακό τραγούδι «Πατρίδα μ’ αραεύω σε».
Άπαντες ευχήθηκαν το βιβλίο – προσωπικό χρέος του Κώστα Χάρη στη μνήμη των φωτισμένων Ελλήνων Καρσλήδων, που πρωτοστάτησαν στη διάσωση του πληθυσμού του Κυβερνείου του Καρς, Αρμενίας, καθώς και στην πνευματική και κοινωνική πρόοδο των συμπατριωτών τους, να βρει τη θέση που του αξίζει, σε κάθε σπίτι της Μεγάλης Βρύσης και στις βιβλιοθήκες.
Την εκδήλωση συντόνισε ο δημοσιογράφος Φόρης Πεταλίδης ενώ παρόντες μεταξύ άλλων ήταν και ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού Θεμιστοκλής Κοσμίδης, ο πρόεδρος της Ένωσης Ποντίων Αργυρούπολης Αττικής Ηλίας Ιορδανίδης.