Αρθρογραφία

Για την Μάχη και την Απελευθέρωση του Κιλκίς

Γράφει ο Χρήστος Π. Ίντος

Από τις επιστολές του Κύπριου Αργυρού Ι. Δρουσιώτη

Ο Αργυρός Ι. Δρουσιώτης γεννήθηκε στη Δρουσιά της Πάφου το 1880. Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας, υπηρέτησε καθηγητής και άσκησε καθήκοντα Γυμνασιάρχη. Όταν κηρύχθηκε ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος βρίσκονταν στη Γερμανία για μετεκπαίδευση και επέστρεψε στην Αθήνα για να καταταγεί στον Ελληνικό Στρατό. Υπηρέτησε στο 16ο Σύνταγμα της 5ης Μεραρχίας. Μετά τον πόλεμο συνέχισε την εκπαιδευτική του σταδιοδρομία.  Πέθανε το 1973.

Το κείμενό του είναι πολεμικό ημερολόγιο σε μορφή επιστολής προς τον αδελφό του Κυριάκο Δρουσιώτη. Συμπεριλήφθηκε στο έργο “Υπόδουλοι ελευθερωταί αδελφών αλυτρώτων, Επιστολές, πολεμικά ημερολόγια και ανταποκρίσεις Κυπρίων εθελοντών από την Ήπειρο και τη Μακεδονία του 1912-1913”, με εισαγωγή και επιμέλεια του Πέτρου Παπαπολυβίου, έκδοση του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών. Το ίδιο κείμενο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στην εφημερίδα “ΑΛΗΘΕΙΑ” στις 12-07-1913. Το συμπεριλάβαμε στο βιβλίο μας Από το Κιλκίς στη Δοϊράνη και στη Στρώμνιτσα, εκδόσεις Παρασκήνιο, Αθήνα 2013, σ. 120-125. Παραθέτουμε τμήμα της επιστολής που αναφέρεται στο Κιλκίς. Διατηρήσαμε τη γλώσσα και την ορθογραφία του αρχικού κειμένου.     

………………………………………………………………………………………..

Από το Καραμπουνάρ (Μαυρονέρι Κιλκίς), 19 Ιουνίου, 5 μ. μ.

Η μάχη ήρχισεν περί τας 4 ½ π. μ. και διήρκεσεν 9 ώρας, υπήρξε σφοδροτάτη. Το τηλεβόλον, τα πυροβόλα και το τουφέκι δεν εσταμάτησαν στιγμήν. Το τάγμα μου ήτο εις την πρώτην γραμμήν, εις την επικινδυνοτάτην θέσιν, εκτεθειμένον εις όλα τα πυρά του εχθρού. Αμέτρητες σφαίρες και οβίδες επέρασαν από τα αυτιά μου. Ευτυχώς ο Θεός με διεφύλαξε. Το τάγμα μου είχε πολλάς απωλείας. Ο λοχαγός μας Βάχλας εφονεύθει εκ των πρώτων. Ετραυματίσθη ο ανθυπολοχαγός και δύο λοχίαι και περί τους 20 στρατιώτας επληγώθησαν, 2 δε εφονεύθησαν. Επίσης επληγώθη εξ οβίδος ο φίλος και ομόσκηνος συστρατιώτης μου Ματθαίος Κολάς εξ Αγ. Αναργύρων της Λάρνακος Κύπρου. Περί τας τρεις οι Βούλγαροι ήρχισαν να φεύγουν, ανέβημεν εις τους λόφους, όπου ευρίσκοντο τα οχυρώματά των και εδώ γράφω τας σημειώσεις ταύτας.

20 Ιουνίου 1913, έξω του Κιλκίς νοτίως

Η μάχη ήρχισεν περί τας 8 μόνον με τα τηλεβόλα. Σήμερον είμεθα δευτέρα γραμμή. Προηγείται άλλο τάγμα του συντάγματός μας, αλλ΄ είμεθα εκτεθειμένοι εις τας οβίδας του εχθρού. Περί τας 3 μ. μ. μετά χιλίας προφυλάξεις και από χαράδρας εις χαράδραν πλησιάζομεν εντός βολής τυφεκίου. Εις τα άλματα που κάμνομεν, αι σφαίραι μας έρχονται σαν χαλάζια. Πολλοί τραυματίζονται. Οι ημίσεις των αξιωματικών μας τίθενται εκτός μάχης. Ο γενναίος ταγματάρχης μας (Περικλής Γραββάνης) τραυματίζεται και την διοίκησιν του τάγματος αναλαμβάνει ο λοχαγός Γεωργίου. Περί τας 8 τα πυρά εσταμάτησαν και εγω με πέντε άλλους στρατιώτας μας κομίζομεν μετά κόπου στρατιώτην φίλον μας, τραυματισθέντα δια σφαίρας εις το στήθος βαρέως, εις τον ιατρόν δια να επιδέση την πληγήν του. Καθ΄ οδόν μανθάνω τον θάνατον του φιλτάτου συμπολίτου Κωνσταντ. Ν. Μηχαηλίδου Κοιλανιώτη με λύπην απερίγραπτον. Έμαθα έπειτα από αυτοπτών μαρτύρων ότι κατ΄ αρχάς επληγώθη, καθ΄ ην στιγμήν ο λόχος του έφθασεν εις την πρώτην γραμμήν και ήρχισε να πυροβολή πρηνηδόν, ελαφρώς εις τον πόδα. Όταν εσηκώθη δια να μεταβή οπίσω εις τον ιατρόν, του ήλθον τρεις σφαίραι εις την κεφαλήν και τον αφήκαν άπνουν.

21 Ιουνίου, έξω του Κιλκίς βορείως.

Καθ΄ όλην την νύκτα τα πυρά δεν εσταμάτησαν. Μόνον ήσαν πολύ αραιά. Εμείναμεν άυπνοι προφυλαττόμενοι εις βαθειάν χαράδραν. Τα τηλεβόλα μας ήρχισαν από τας 4 ½ να βάλλουν πυκνώς. Κάμνουν θραύσιν εις τον εχθρόν. Αι τρεις μεραρχίαι περιζωνύουν σφιγκτότερα τον εχθρόν. Η 5η μεραρχία κατέχει το κέντρον και διεξάγει αγώνα εκ του συστάδην. Η 4η έχει το δεξιόν και η 3η το αριστερόν. Περί τας 9 ήρχισε ο εχθρός να υποχωρή και μόνον απελπιστηκοί κανονιοβολισμοί ακούγονται εκ του εχθρού, υποστηρίζοντες την υποχώρησιν του πεζικού του. Περί την μεσημβρίαν εισερχόμεθα εις το Κιλκίς, το κέντρον των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Απ΄ εδώ κατηρτίζοντο όλα τα ανταρτικά σώματα που ετρομοκράτουν τους μακεδονικούς πληθυσμούς. Η πόλις είναι κενή κατοίκων. Έμειναν μόνον  ολίγοι Έλληνες  και Τούρκοι και αι αδελφαί του γαλλικού νοσοκομείου. Αναπαυόμεθα ολίγον εις την πόλιν και σβήνομεν την δίψαν μας. Διατασσόμεθα όμως να εξέλθωμεν αμέσως, διότι ο εχθρός αντιληφθείς τας συγκεντρώσεις των στρατιωτών περί τα πηγάδια κανονιοβολεί φεύγων και τραυματίζει 2-3 στρατιώτας. Το Κιλκίς μετά ολίγας ώρας γίνεται παρανάλωμα του πυρός και αι φλόγες των καιομένων μεγαλοπρεπών οικιών, που κατασκεύασαν οι Βούλ. κομιτατζήδες ληστεύοντες την Μακεδονίαν, ανεβαίνουν προς τον ουρανόν δι΄ όλης της νυκτός.

Άλωση Κιλκίς (λιθογραφία, ΙΕΕ-ΓΕΣ)

Περισσότερα
Δείτε ακόμα