Κοινωνία

Ο ΤΡΥΓΟΣ (αναπόληση )

Γράφει ο Χρήστος ‘Ιντος

Γράφει ο Χρήστος ‘Ιντος

Ο τρύγος ήταν για τον αμπελουργό «εορτή εορτών» και «πανήγυρης πανηγύρεων». Τραγούδι δουλειάς και χαράς. Δικαίωση κόπων και μόχθων. Τις μέρες του αμείβονταν ο καλλιεργητής που δεν κλαψούριζε «Αμπέλι μου πλατύφυλλο και κοντοκλαδεμένο για δεν ανθείς, για δε καρπείς σταφύλια για δε κάνεις…..», όπως αναφέρει η λαϊκή μούσα.

Ευωχούνταν και δεν απειλούσε το κλήμα με ξεπάτωμα ή πώληση, γιατί «έβαλε νέους να σκάψουν, γέρους να κλαδέψουν, γριές μεσόκοπες να βλαστολογήσουν και νέες ανύπαντρες να κορφολογήσουν». Έτσι, «τον Τρυγητή τ’ αμπελουργού πάνε χαλάλι οι κόποι».

Χαίρονταν τα παιδιά, τραγουδούσαν τα κορίτσια. Μεριμνούσαν για τον μούστο και τη διαδικασία παρασκευής των αγαθών του οι ηλικιωμένες (πετμέζια, διάφορα γλυκά). Νοσταλγούσαν ένα ποτήρι καλού κρασιού από τη νέα σοδιά, όλοι, άντρες και γυναίκες, νέοι και ηλικιωμένοι.

Η ωρίμανση και ο τρύγος των σταφυλιών δεν ήταν, όπως και σήμερα, τυχαίο γεγονός αλλά διαδικασία επαναλαμβανόμενη κάθε χρόνο της οποίας η περίοδος εξαρτάται από τις εκάστοτε καιρικές συνθήκες: Από τον ζωοδότη ήλιο, τους «ειρηνικούς όμβρους», την «ευκρασία των αέρων», ευχές που αναπέμπει προς τον Ύψιστο καθημερινά ο λειτουργός του.

«Θέρος, τρύγος πόλεμος, στασιό δεν περιμένουν», λέει ο θυμόσοφος λαός. Πριν ο τρυγητός έρθει στην ώρα του, είχαν ετοιμαστεί τα βαρέλια που θα δέχονταν τον ποικιλόχρωμο καρπό, είχαν μουσκευτεί οι κάδοι για να φουσκώσουν και να κλείσουν οι ρωγμές τους να μη χαθεί το πολύτιμο νέκταρ. Είχαν πλυθεί τα σκεύη που θα χρησιμοποιούνταν για τη συλλογή του και τα ζωντανά ξεκούραστα περίμεναν για τη μεταφορά των φορτωμάτων προς τα πατητήρια.

Την κατάλληλη μέρα, που τη φυλάει ο Θεός από κακούς καιρούς, το ανθρώπινο μελίσσι ξεχύνονταν στους αμπελώνες.

Γλυκά «του Σεπτέμβρη τα σταφύλια, όπως μελωδικά τα κουδούνια του Οκτώβρη». Για όλους υπήρχε δουλειά. Νέες, νέοι και παιδιά με τα κλαδευτήρια στα χέρια έκοβαν τα τσαμπιά και γέμιζαν τα καλάθια. Άντρες σήκωναν καδιά και κοφίνια. Άλλοι φόρτωναν τα ζώα και αυτά αγκομαχώντας τα φορτώματα.
Το αμπέλι αντηχούσε από τα τραγούδια:
………………………………………..
Το κλήμα πόχεις Μάρω μ΄ στην αυλή σου
ν΄ ανθίσει να καρπίσει.
Το κλήμα θέλει κλάδεμα,
ν΄ ανθίσει να καρπίσει.
Και το κορίτσι Μάρω μ΄ φίλημα,
να μη σε λησμονήσει.
……………………………………
Και από άλλη μεριά:
………………………………………….
Αμπέλι μου πλατύφυλλο και κοντοκλαδεμένο,
δέσε σταφύλια κόκκινα, να μπω να σε τρυγήσω
να κάμω αθάνατο κρασί, μοσχοβολιά γεμάτο.
Μες στα κατώγεια τα βαθιά σα μόσχο να το κρύψω,
να το φυλάξω ολάκερες χρονιές, ακέριους μήνες,
ώσπου να ’ρθει μια άνοιξη, να ’ρθει ένα καλοκαίρι
να γύρει από την μακρινή την ξενιτιά ο καλός μου.
Να κατέβω μες στην αυλή, να πιάσω τ’ άλογο του
Να το φιλήσω αγκαλιαστά στα μάτια και το στόμα
Να το κεράσω, αμπέλι μου, τ’ αθάνατο κρασί σου,
της ξενιτιάς τα βάσανα να παν’, να τα ξεχάσει…

…………………………………………………………

Παντού φωνές, γέλια, πειράγματα. Πλημύριζε από χαρά, δεν έλειπαν τα ανέκδοτα, οι αφηγήσεις ευτράπελων ιστοριών, σχετικές με τον τρύγο παροιμίες, ιστορίες αγάπης και επεισόδια της ζωής.

Τ΄ αμπέλι θέλει αμπελουργό,
το σπίτι νοικοκύρη,
και το πλεούμενο,
καλό καραβοκύρη.
………………………………………………….

Τα σταφύλια συνθλίβονταν στα πατητήρια για να παρθεί ο μούστος. Το μεγαλύτερο μέρος του παρέμεινε με τα στέμφυλα για να βράσει, να ωριμάσει και να δώσει το βαθυκόκκινο μπρούσκο κρασί της περιοχής μας, της Γουμένισσας. Για να γίνει σωστά η ζύμωση ήθελε δυο και τρεις φορές την ημέρα πάτημα και ανακάτεμα γερό, δουλειά που αναλάμβαναν γεροδεμένοι άντρες. Δεν ήταν λίγες οι φορές που κάποιοι, πριν προλάβουν να βγουν από το πατητήρι, ζαλισμένοι από τις αναθυμιάσεις της ζύμωσης κινδύνευαν να χάσουν τη ζωή τους.
ΤΡΙΓΟΣ
Μετά πάροδο κάποιων ημερών, αφού η ζύμωση είχε τελειώσει, «τραβούσαν» το κρασί και το αποθήκευαν να ωριμάσει σε βαρέλια διαφόρων χωρητικοτήτων. Ακολουθούσε η διαδικασία της απόσταξης των στέμφυλων (ρακών ή τσίπουρων) στα καζάνια (ρακοκάζανα) για να παραχθεί η ρακία ή τσίπουρο.

Ράκη ονομάζονταν τα στέμφυλα, δηλαδή τα υπολείμματα του πατητηριού μετά το τράβηγμα του κρασιού. Και όντως ήταν ράκη, δηλαδή συνθλιμμένα, ξεζουμισμένα τσαμπιά. Γιαυτό και το προϊόν τους μετά την απόσταξη είχε την ονομασία στη Γουμένισσα ρακία και στην Κρήτη ρακή.

Εκεί διατηρήθηκε η ονομασία και μάλιστα με πολύ καμάρι. Σε μας ξεχάστηκε για να αντικατασταθεί από τη λέξη τσίπουρο. Με το όνομα αυτό προσδιορίζεται η ρακία που έχει γλυκάνισο σε αντιδιαστολή προς τη γράπα, απόσταξη χωρίς γλυκάνισο, που τα τελευταία χρόνια έχει ιδιαίτερη ζήτηση από τους καταναλωτές του είδους. Γράπα είναι ιταλική λέξη (grappa), αφορά ιταλικό αλκοολούχο ποτό απόσταξης στέμφυλων με ειδική διαδικασία.

Είναι γεγονός πως όταν παραχθούν το κρασί, το τσίπουρο, η γράπα και μάλιστα κατά τη διαδικασία της παραγωγής τους θα τα γευθούν όλοι. Εκείνοι που μόχθησαν αλλά και όσοι βοήθησαν ή παρακολούθησαν τη διαδικασία. Τότε δεν ισχύει το «…..άλλοι σκάβουν και κλαδεύουν κι άλλοι πίνουν και χορεύουν…».

Περισσότερα
Δείτε ακόμα

Δεν είναι ασυνήθιστα πολλά;

Ο δήμος Παιονίας αποφάσισε την ανάθεση συγγραφής του ιστορικού λευκώματός του στον καταλληλότερο γι’ αυτόν τον σκοπό ερευνητή και συγγραφέα, […]

Το Eurojackpot αποκλειστικά στα καταστήματα ΟΠΑΠ

Διαθέσιμο στην Ελλάδα το ευρωπαϊκό παιχνίδι που μοιράζει μέχρι και 120 εκατ. ευρώ Διαθέσιμο στην Ελλάδα είναι το δημοφιλές ευρωπαϊκό παιχνίδι Eurojackpot, που μοιράζει κέρδη μέχρι και 120 εκατ. ευρώ. Η συμμετοχή στο παιχνίδι, που έκανε πρεμιέρα στη χώρα μας πριν τρεις εβδομάδες , γίνεται αποκλειστικά μέσω των […]