Αρθρογραφία

Θεόφιλος Αγαθονικίδης: Ο φλογερός δάσκαλος και «αθόρυβος» θεματοφύλακας των αξιών του ποντιακού Ελληνισμού

ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΑΓΑΘΟΝΙΚΙΔΗΣ

Είναι φορές που, αν και έχουμε την τύχη να ζούμε κοντά σε ανθρώπους που ξεχωρίζουν για την κοινωνική και πολιτιστική τους δράση, για την πνευματική τους παρουσία και προσφορά στα κοινά και που τιμούν αθόρυβα την ποντιακή μας παράδοση, να μην τους γνωρίζουμε τόσο, όσο θα έπρεπε, κι ας είναι πολύ κοντινοί μας. Μια τέτοια περίπτωση είναι κι αυτή του δασκάλου και θεατρικού συγγραφέα, Θεόφιλου Αγαθονικίδη.
Ο Θεόφιλος Αγαθονικίδης γεννήθηκε το 1893 στο χωριό Ντορτκιλισέ της Κιόλας. Πατέρας του ήταν ο ιερέας Παναγιώτης Αγαθονικίδης από την Άδυσσα της Αργυρούπολης και μητέρα του η Μάρθα, κόρη του Μελισσανίδη Δημητρίου, από τη Ζιάλιτσα του Καρς. Αδέρφια του ήταν η Χαρίκλεια, ο Ανδρέας, ο Φώτης, ο Δημήτρης και η Όλγα.
Το 1878 οι γονείς του Θεόφιλου έφυγαν από τον Πόντο και πήγαν στο Αρσενιάκ της Όλτης του νομού Καρς. Οχτώ χρόνια αργότερα το 1886 έφυγαν από το Αρσενιάκ και εγκαταστάθηκαν στο Ντορτκιλισέ της Κιόλας. Το 1889 ο πατέρας του, Παναγιώτης, χειροτονήθηκε εφημέριος στον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Ντορτκιλισέ. Επίσης, λειτουργούσε και στον ιερό ναό Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στο Ζεμζελέκ.
Σχολείο πήγαινε ο Θεόφιλος στο Ζεμζελέκ, τρία περίπου χλμ. από το Ντορτκιλισέ, ενώ τη ρωσική γλώσσα την διδάχθηκε στο δημοτικό σχολείο του χωριού Μιχαηλόφκα, όπου διέμεναν Ρώσοι.
Το 1906 γράφτηκε ο Θεόφιλος Αγαθονικίδης στην Πνευματική Σχολή της Τιφλίδας, σε τετραετές πρόγραμμα ημιγυμνασίου, από το οποίο αποφοίτησε το 1910. Με το απολυτήριο της σχολής γράφτηκε το ίδιο έτος, κατόπιν εξετάσεων, στο Σεμινάριο της Τιφλίδας, που ονομαζόταν «Της Τιφλίδος Ορθόδοξον Πνευματικόν Σεμινάριον».
Το «Σεμινάριον» ήταν εξατάξιο. Από την τετάρτη τάξη και μετά, εκείνος που ήθελε, μπορούσε να συνεχίσει στο Πανεπιστήμιο. Στις τελευταίες δύο τάξεις, την Ε΄ και ΣΤ΄ τα μαθήματα ήταν παιδαγωγικά και θρησκευτικά. Οι τελειόφοιτοι του Σεμιναρίου γίνονταν ιερείς, δάσκαλοι ή και τα δύο.
Στην Πνευματική Σχολή της Τιφλίδας είχε συμμαθητή του τον Στάλιν, που ήταν μεγαλύτερος κατά δύο τάξεις. Όταν ο Θεόφιλος πήγαινε στη δευτέρα τάξη, ο Στάλιν πήγαινε στην τετάρτη. Μια μέρα – γράφει στις σημειώσεις του ο Θεόφιλος – ενώ ήταν συγκεντρωμένη μια παρέα Ελλήνων μαθητών, τους πλησίασε ο Στάλιν και τους είπε: «Ό,τι και να κάνουμε εμείς οι Γεωργιανοί, εσείς οι Έλληνες δεν θα ανακατευθείτε». Στην Τυφλίδα είχε ο Θεόφιλος αρκετούς φίλους, μεταξύ των οποίων και τον Τσυντσάτσε, τον μετέπειτα Πατριάρχη της Γεωργίας.
Τον Απρίλιο του 1916 πήρε το απολυτήριο της έκτης τάξης από το «Ορθόδοξον Πνευματικόν Σεμινάριον της Τιφλίδος» σε ηλικία 23 ετών, με το βαθμό «άριστα». Και από τον Μάιο του ιδίου έτους άρχισε να εργάζεται ως δάσκαλος έως ότου συνταξιοδοτήθηκε το 1953.
Εκτός από τις προαναφερόμενες σπουδές του, το καλοκαίρι του 1916 ο Θεόφιλος παρακολούθησε μαθήματα επιμόρφωσης στο Ελληνικό Εκπαιδευτήριο του Καρς. Κι επειδή είχε όλα τα προσόντα, του έγινε πρόταση να εργαστεί στο ημιγυμνάσιο του Αρταχάν, όμως εκείνος αρνήθηκε, γιατί τον ήθελαν για δάσκαλο στο χωριό του, το Ντορτκιλισέ.
Εργάστηκε, επίσης μαζί με τη σύζυγό του και δασκάλα, την Άννα, στο Σιντισκόμ του Αρταχάν το 1917. Ο ιερέας, που τους στεφάνωσε ήταν ο παπα-Χαρίτων από το Καράουργαν του Καρς και μετά από τον ερχομό του στην Ελλάδα, κάτοικος της Μεγάλης Βρύσης Κιλκίς. Στο Σιντισκόμ ο Θεόφιλος εκτός από δάσκαλος ήταν και ψάλτης. Οι κάτοικοι του χωριού ήταν φιλοπρόοδοι κι έδειχναν ενδιαφέρον για το σχολείο και τους δασκάλους. Πρόσφεραν μάλιστα αφιλοκερδώς την προσωπική τους εργασία, σε ό,τι αφορούσε την επισκευή του σχολείου και την κατοικία του δασκάλου.
Από το Σεπτέμβριο του 1919 ως τον Ιανουάριο του 1921 εργάσθηκε σε Ελληνικό Δημοτικό Σχολείο της Τιφλίδας. Με το που ξεκίνησαν τα μαθήματα, έλαβε τηλεγράφημα ότι πατέρας του είναι βαριά άρρωστος. Τότε, πήρε το τρένο για να βρεθεί κοντά του τις τελευταίες, κρίσιμες ώρες. Δυστυχώς, όμως, όταν έφθασε στο Αλεξανδρουπόλ της Αρμενίας, δεν μπόρεσε να συνεχίσει, γιατί οι Αρμένιοι δεν καύσιμα για τα τρένα τους, με αποτέλεσμα να μείνει αναγκαστικά στο Αλεξανδρουπόλ για 14 μέρες!
Όταν επιτέλους έφθασε στην Κιόλα, πληροφορήθηκε από την αδερφή του, τη Χαρίκλεια για τον θάνατο του πατέρα του και του αδερφού του Ανδρέα, ηλικίας μόλις 22 χρονών. Το διάστημα εκείνο οι κάτοικοι του Ντορτκιλισέ και των άλλων γειτονικών χωριών συγκεντρώθηκαν στο Ταχταγράν, γιατί οι Τούρκοι και οι Κούρδοι πολεμούσαν για να καταλάβουν το Ντορτκιλισέ. Παρόλα αυτά ο Θεόφιλος αψήφησε τον κίνδυνο και πήγε κι έκλαψε πάνω στον τάφο του πατέρα του. Ένας αξιωματικός που τον είδε, πήγε και τον πήρε, καθώς οι πυροβολισμοί των Κούρδων από το απέναντι βουνό, έπεφταν σύννεφο. Στη μάχη αυτή πήρε μέρος και ο ίδιος, όπως και όλοι οι στρατεύσιμοι του Ντορτκιλισέ.
Στο θετρικό του έργο, «Ας σο ‘κ’ ευτάς να φογάσαι» αναφέρεται ο Θεόφιλος στα γεγονότα που ακολούθησαν στην περιοχή του Αρταχάν, μετά την αποχώρηση του ρωσικού στρατού.
Τον Ιανουάριο του 1921 υπέβαλε την παραίτησή του και πήρε την απόφαση να έρθει στην Ελλάδα. Ταξίδεψε με το πλοίο «Ελευθερία» από το Βατούμ. Δύο φορές κινδύνεψε το πλοίο να βουλιάξει από τη φουρτούνα στη Μαύρη Θάλασσα.
Στην Ελλάδα οι συγγενείς του Θεόφιλου Αγαθονικίδη εγκαταστάθηκαν στο χωριό Κιρέτς (Χωρύγι) Κιλκίς. Ο ίδιος μαζί με τον Ιωάννη Στεφανίδη εγκαταστάθηκε στη Νότια της Αριδαίας.
Στην «Ποντιακή Εστία» στο τεύχος 79 (έτους 1989) σε άρθρο με τίτλο «Οι Αιωνόβιοι» ο Παν. Γ. Τανιμανίδης, αναφερόμενος στον Θεόφιλο Αγαθονικίδη, εκθειάζει το ήθος και το χιούμορ του. Στη ζωτικότητα και τη χορευτική ικανότητα ενός αιωνόβιου, που αντέχει και χορεύει καζάσκα. Μιλά για την αξιόλογη και αθόρυβη πλευρά του στον κοινωνικό, πολιτιστικό, εκπαιδευτικό και συγγραφικό τομέα. Τονίζει ότι μόρφωσε γενιές γενεών ως δάσκαλος. Και ότι ως ιδρυτής του Συλλόγου Ποντίων Συκεών Θεσσαλονίκης και πρώτος πρόεδρός του, ήταν ένας αθόρυβος εργάτης του καλού και του ωραίου. Ένας ακοίμητος νοσταλγός και ασυμβίβαστος θεματοφύλακας των πατροπαράδοτων αξιών. Καλλιεργημένος ποιητής και συγγραφέας με σπάνια ωριμότητα, πραότητα, συνέπεια και προσφορά.
Ο Θεόφιλος Αγαθονικίδης ήταν μέλος του Σωματείου «Παναγία Σουμελά», συνδρομητής και συνεργάτης του περιοδικού «Ποντιακή Εστία». Για την αξιόλογη και ανιδιοτελή προσφορά του τιμήθηκε με το μετάλλιο της Παναγίας Σουμελά στην εκδήλωση του ΚΑΠΗ Συκεών το 1989. Η Εύξεινος Λέσχη Θεσσαλονίκης, στον πρώτο της διαγωνισμό, για τη συγγραφή θεατρικών έργων, στην ποντιακή διάλεκτο, στις 29-9-1972 απένειμε στον Θεόφιλο Αγαθονικίδη το πρώτο βραβείο για το έργο του: «Ας’ σο κ’ ευτάς να φογάσαι». Το δεύτερο θεατρικό του έργο έχει τίτλο: «Ας σο Θεόν μη κόφτς τ’ ομούτ’.» Ο Θεόφιλος Αγαθονικίδης ήταν μια ήρεμη δύναμη του ποντιακού χώρου με προσφορά μεγάλη στα κοινά, στη Νότια της Αριδαίας και τη Θεσσαλονίκη. Πέθανε πλήρης ημερών το 1996, σε ηλικία 103 ετών και ενταφιάστηκε στο Χωρύγι Κιλκίς.

Περισσότερα
Δείτε ακόμα