Αρθρογραφία

Γλωσσικές δεξιότητες και γλωσσικές διαταραχές σε παιδιά

Γράφει η Έλλη Φρεγγίδου

Οι βάσεις της γλωσσικής ανάπτυξης του παιδιού τίθενται αναμφίβολα κατά τη νηπιακή ηλικία. Σε αυτά τα θεμέλια θα οικοδομηθούν οι γλωσσικές δεξιότητες, οι οποίες θα εδραιωθούν καλά κατά το τέλος της πρώτης παιδικής ηλικίας, ώστε να επηρεαστεί πολύ η περαιτέρω γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού. Για αυτό, η περίοδος αυτή είναι κρίσιμη στην πορεία της ανάπτυξης της γλώσσας του ατόμου.

Η εκμάθηση της γλώσσας είναι αδιαμφισβήτητα έργο δύσκολο για ένα μικρό παιδί και είναι φυσικό να κάνει λάθη και μάλιστα πολλά. Μερικά παιδιά προφέρουν τις λέξεις με καθαρή προφορά ενώ άλλα δυσκολεύονται, συνήθως σε πολύπλοκες λέξεις. Συνήθως η νηπιακή προφορά διατηρείται μέχρι της ηλικίας των τριών και τεσσάρων ετών.

Τα υπολείμματα της νηπιακής προφοράς εξαφανίζονται οριστικά κατά το 5ο και 6ο έτος. Μέχρι της ηλικίας των 3 ή 4 ετών τα γραμματικά λάθη είναι συνήθη. Οι μεγαλύτερες δυσκολίες συναντώνται στην ορθή χρήση των αντωνυμιών και των ρημάτων. Επίσης, τα παιδιά πολύ συχνά συγχέουν τις πτώσεις του ενικού και πληθυντικού. Ακόμα χρησιμοποιούν το ρήμα στον ενικό και το όνομα στον πληθυντικό. Από παρατηρήσεις γλωσσολόγων, διαπιστώθηκαν τα εξής:

Α)Με την αύξηση του λεξιλογίου δε μειώνεται ο αριθμός των γραμματικών λαθών.
Β)Τα παιδιά γονέων οι οποίοι έκαναν γραμματικά λάθη, έκαναν και αυτά γραμματικά λάθη.
Γ)Τα αγόρια έκαναν περισσότερα γραμματικά λάθη σε σύγκριση με τα κορίτσια.

Εκτός από τα πολλά λάθη στην ομιλία, πολλά παιδιά παρουσιάζουν διαταραχές του λόγου ή ανωμαλίες. Μερικές διαταραχές στην προφορά οφείλονται σε οργανικά αίτια, όπως σε αποφράξεις της μύτης, σε δυσμορφίας των δοντιών, των σιαγόνων, των χειλιών και του ουρανίσκου. Όμως οι περισσότερες οφείλονται σε συναισθηματικές διαταραχές.

Οι ψυχολόγοι συνήθως υποστηρίζουν ότι οι περισσότερες διαταραχές στην άρθρωση, οι οποίες δεν έχουν οργανική βάση, συνδέονται με νευρωτισμό των γονέων και με κακές σχέσεις γονέων και παιδιών.

Γενικότερα, οι διαταραχές στην ανάπτυξη του προφορικού και στην απόκτηση του γραπτού λόγου αποτελούν ένα σημαντικό παράγοντα σχολικής δυσκολίας ή αποτυχίας, η αντιμετώπιση του οποίου οφείλει συνήθως να ξεπερνά τα στενά πλαίσια του σχολείου και επιβάλλει μια στενή συνεργασία εκπαιδευτικών και ειδικών (λογοθεραπευτών, ειδικών παιδαγωγών ή γενικότερα ειδικών του χώρου της ψυχικής υγείας των παιδιών και των εφήβων). Η αυτόνομη θεώρηση της παθολογίας της γλώσσας, ανεξάρτητα από το σωματικο-αναπτυξιακο-νευρολογικό της “υπόστρωμα” αλλά και από τον ψυχικο-περιβαλλοντικό της περίγυρο, αποτελεί απλώς σχηματική αφαίρεση, που -παρ’ όλη τη σχετική χρησιμότητά της για εκπαιδευτικούς σκοπούς- στερεί σημαντικές δυνατότητες κατανόησης του φαινομένου, αλλά και πληρέστερης θεραπευτικής αντιμετώπισής του.

Η παθολογία της γλώσσας αποτελεί κατά συνέπεια ένα σύνθετο φαινόμενο, που απαιτεί πολύπλευρη διεπιστημονική προσέγγιση και στενή συνεργασία εκπαιδευτικών και ειδικών της ψυχικής υγείας (σχολείου και ιατροπαιδαγωγικής ομάδας). Η εμβέλεια κάθε μερικής προσέγγισης περιορίζεται είτε στην “επιδιόρθωση” του συμπτώματος, αδιαφορώντας για τον ρόλο του στα πλαίσια μιας συνολικότερης ψυχικής λειτουργίας, είτε στην υποτίμηση της οδύνης και των επιπλοκών που προκαλεί το ίδιο το σύμπτωμα.

Η “μηχανιστική” απομόνωση και αντιμετώπιση του συμπτώματος μπορεί να οδηγήσει τη θεραπευτική δράση σε ποικίλες και πιθανόν σοβαρές παρενέργειες (π.χ. διαγνωστική συσκότιση ως προς μια γενικευμένη αναπτυξιακή διαταραχή που θα οδηγήσει σε μια ελλιπή θεραπευτική δράση).

Το κάθε σύμπτωμα όμως αυτό καθαυτό μπορεί να παραπέμπει σε τελείως διαφορετικές καταστάσεις. Κάποιες από αυτές αποτελούν απλώς ατυχήματα μιας αναπτυξιακής διαδρομής ή μιας εξελικτικής πορείας, ενώ άλλες συνδέονται απευθείας με τις συνθήκες ζωής και τις δυσκολίες του περιβάλλοντος και, παρόλο που θέτουν σοβαρά παιδαγωγικά προβλήματα, δεν αποτελούν έκφραση ψυχικής παθολογίας.

Τέλος, κάποιες άλλες αποτελούν σημεία ψυχοπαθολογικών διαταραχών, πολλές φορές με ιδιάζουσα βαρύτητα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι απαραίτητη εξαρχής η διερεύνηση της ακεραιότητας του νευρικού συστήματος (αφασία) και των αισθητηρίων οργάνων της ακοής (κώφωση, βαρηκοΐα, υποακουσία), καθώς και της στοματικής κοιλότητας και του φάρυγγα (λυκόστομα).

Οι τρεις συνηθέστερες μορφές γλωσσικών διαταραχών, οι οποίες παρουσιάζονται κατά την πρώτη παιδική ηλικία είναι: ο ψελλισμός, ο βατταρισμός και ο τραυλισμός.

Α)Ο ψελλισμός: Είναι η πιο συνήθης γλωσσική ανωμαλία κατά την πρώτη παιδική ηλικία. Το παιδί αντικαθιστά φθόγγους, με άλλους. Κατά το μεταβατικό στάδιο από την πρώτη στη δεύτερη οδοντοφυΐα παρουσιάζεται ελαφρός ψελλισμός, ο οποίος θα παραμείνει εάν δε διορθωθεί με την ανάπτυξη της νέας οδοντοφυΐας.
Β)Ο βατταρισμός: Οφείλεται σε αδράνεια των χειλιών, γλώσσης ή σιαγόνων. Αυτή η αδράνεια μπορεί να οφείλεται σε δειλία του παιδιού αλλά συχνά προέρχεται από έντονη επιθυμία να μιλήσει, να πει πράγματα γρήγορα, με αποτέλεσμα την άτεχνη προφορά.
Γ)Ο τραυλισμός: Τραυλισμός είναι η επανάληψη φθόγγων, συλλαβών, ακόμη και λέξεων. Συχνά, συνοδεύεται από παύση, από αδιέξοδο της ομιλίας, κατά το οποίο το άτομο δεν μπορεί να προφέρει οποιοδήποτε φθόγγο, και μετά, ξαφνικά οι λέξεις έρχονται η μία μετά την άλλη, σα χείμαρρος. Όπως ο βατταρισμός έτσι και ο τραυλισμός οφείλεται κυρίως στη νευρική και συναισθηματική ένταση.

Τι μπορούν όμως να κάνουν οι γονείς όταν το παιδί εμφανίζει σημάδια μιας γλωσσικής διαταραχής;

-Να επικεντρώνετε την προσοχή σας περισσότερο στο τι θέλει να σας πει το παιδί και όχι τόσο στον τρόπο που το λέει, για να μπορεί να υπάρχει διάλογος.
-Μην κοροϊδεύετε το παιδί.
-Μιλήστε μαζί του για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει. Είναι ουσιώδες, αυτό το πρόβλημα που είναι ιδιαίτερα δύσκολα αποδεκτό και από το παιδί και από τους γονείς του, να μην αποσιωπείται.
-Μην του λέτε να τα πει ξανά “σ ω σ τ ά”!
-Ο τραυλισμός που αντιμετωπίζεται στην αρχή της εμφάνισής του θεραπεύεται πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά.
-Συμβουλευτείτε ειδικό το γρηγορότερο δυνατόν, δηλαδή 2-3 μήνες μετά από την έναρξη του τραυλισμού στα μικρά παιδιά, ή ακόμα πιο νωρίς για τα μεγαλύτερα.

Σε κάθε περίπτωση να έχετε υπόψη σας πως πολλές διασημότητες παρουσίαζαν κάποια γλωσσική διαταραχή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Thomas Jefferson τρίτος Πρόεδρος των Η.Π.Α ο οποίος είχε έντονο πρόβλημα τραυλισμού!

Περισσότερα
Δείτε ακόμα

Δραματική μείωση

Η στήλη συναντήθηκε τελευταία με τον πρώην δήμαρχο Κρουσίων (Κρουσσών) Γεώργιο Γαβριηλίδη, και η ερώτηση μας σχετιζόταν με το πολύ […]