Γενικά

Εκατό χρόνια από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1918)

Μέρος α’

Γράφει ο Χρήστος ‘Ιντος

Γράφει ο Χρήστος ‘Ιντος

Η Ευρώπη και η κήρυξη του πολέμου (1914)

Στις αρχές του 20ου αιώνα χώρες, όπως η Αγγλία, η Γαλλία, η Γερμανία, Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, βρίσκονταν σε ρυθμό μεγάλης ανάπτυξης. Προσπαθούσαν να βρουν νέες αγορές για τα βιομηχανικά τους προϊόντα, νέες πηγές ενέργειας, νέες και ασφαλείς μετακινήσεις ανά τον κόσμο. Θέλησαν να περιορίσουν τις αποικιακές κτίσεις μικρότερων δυνάμεων, όπως του Βελγίου, της Ολλανδίας και να προσεταιριστούν τα σχετικά οφέλη.

Η μία δύναμη προσπαθούμε να ανατρέψει την άλλη. Ανέκυπταν διαφορές χωρίς να επιλύονται. Υπήρχαν διαφορές από παλαιότερες μεταξύ τους πολεμικές συρράξεις, όπως η ήττα της Γαλλίας στον πόλεμο με τη Ρωσία τη διετία 1870-1871, η προσάρτηση από τη Γερμανία των περιοχών της Αλσατίας και της Λορένης, η ήττα της Ρωσίας από την Ιαπωνία το 1904-1905. Η Αυστροουγγαρία κυριαρχούσε στην Κεντρική Ευρώπη και έστρεφε το ενδιαφέρον της προς τα Βαλκάνια.

Μπροστά στο ενδεχόμενο μιας νέας ευρωπαϊκής σύρραξης το 1904 συνέπραξαν η Αγγλία και η Γαλλία δημιουργώντας την «Εγκάρδια Συνεννόηση», που έμεινε γνωστή με το όνομα «Αντάντ» (Entente). Στο συνασπισμό αυτό προσχώρησε στη συνέχεια η Ρωσία και προέκυψε η «Τριπλή Συνεννόηση». Στις πρωτοβουλίες αυτές ήταν έτοιμες να απαντήσουν η Γερμανία, η Αυστροουγγαρία και η Ιταλία, οι οποίες από το 1882 είχαν δημιουργήσει την «Τριπλή Συμμαχία», γνωστή και με το όνομα «Κεντρικές Δυνάμεις».
Στα Βαλκάνια την περίοδο 1912-1913, πρώτα με τη σύμπραξη των χριστιανικών κρατών το 1912 εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στη συνέχεια μετά τον μεταξύ τους πόλεμο του 1913, διαμορφώθηκε νέα κατάσταση. Η Ελλάδα βρέθηκε και στις δύο περιπτώσεις μεταξύ των νικητών και διπλασίασε την έκταση και τον πληθυσμό της. Η Τουρκία και η Βουλγαρία ηττημένες προσπάθησαν να συνεργασθούν μεταξύ τους. Την περίοδο 1912-13, είχαν σύμβουλο και οργανωτή του στρατού και των οχυρωματικών τους έργων τη Γερμανία. Ήταν ολοφάνερο, πως θα τάσσονταν στο πλευρό των «Κεντρικών Δυνάμεων».

Η Σερβία ήταν προσανατολισμένη προς την «Αντάντ» και η Βοσνία προσαρτημένη στην Αυστροουγγαρία, η οποία αναζητούσε διέξοδο στην Αδριατική και το Αιγαίο. Για τα Βαλκάνια επιδείκνυαν ενδιαφέρον και άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, διότι είχε ιδιαίτερη σημασία ποιος έλεγχε το δρόμο Ανατολής – Δύσης και ποιος ασκούσε επιρροή στα κράτη της περιοχής.
Όλα έδειχναν πως ήταν πολύ κοντά η πολεμική αναμέτρηση των αντιπάλων δυνάμεων, αρκεί να δίδονταν η αφορμή. Και αυτή δόθηκε με τη δολοφονία του διάδοχου του Αυστροουγγρικού θρόνου Φραγκίσκου Φερδινάνδου και της γυναίκας του στις 28 Ιουνίου 1914 στο Σαράγιεβο της Βοσνίας, όπου είχαν μεταβεί για να παραστούν σε αυστριακά στρατιωτικά γυμνάσια. Το γεγονός θεωρήθηκε από πολλούς ως τεχνητή πρόκληση έντασης με σκοπό τη λαϊκή αγανάκτηση στη Βιέννη και στους συμμάχους της . Είναι γεγονός πως στη Σερβία, τη Βοσνία και την Κροατία είχαν δημιουργηθεί παράνομες οργανώσεις εναντίον των Αψβούργων. Σε μια από αυτές, την «Ένωση ή Θάνατος», γνωστή ως «Μαύρη Χειρ», ανήκε ο δολοφόνος του διαδόχου, ο φοιτητής, Γκαβρίλο Πρίνσιπ.

Ένα μήνα μετά, 12 Αυγούστου 1914, η Αυστροουγγαρία κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Σερβίας, αφού προηγουμένως με τελεσίγραφο ζήτησε την αποδοχή και εφαρμογή σειράς μέτρων πολλά των οποίων ήταν ταπεινωτικά. Πριν καν απαντήσει η Σερβία, ο πόλεμος ήταν πραγματικότητα. Συμπαραστάτης της Αυστρίας, η Γερμανία. Η Ρωσία συντάχθηκε πρώτη στο πλευρό της Σερβίας και αυτό ήταν αιτία ρήξης των σχέσεων των δυνάμεων που εμπλέκονταν στην πολεμική αναμέτρηση. Η Γαλλία, για να βοηθήσει τους Ρώσους διασπώντας τις γερμανικές δυνάμεις, εισέβαλε στο ουδέτερο τότε Βέλγιο και η Αγγλία έστειλε δυνάμεις στο πλευρό των Γάλλων

Η Ευρώπη μπήκε σε περιπέτεια, στην οποία παρέσυρε την ανθρωπότητα. Χωρίστηκε σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Στις Κεντρικές Δυνάμεις με επικεφαλής τη Γερμανία και στις δυνάμεις της Αντάντ, όπου ηγούνταν η Αγγλία και η Γαλλία. Με τις πρώτες συμπαρατάχθηκαν η Βουλγαρία και η Τουρκία και με τις δεύτερες, όπως προαναφέρθηκε, η Ρωσία, η Σερβία, αργότερα η Ιταλία και η Ρουμανία, οι οποίες αποχώρησαν από τον συνασπισμό των Κεντρικών Δυνάμεων.
Οι Γερμανοί προήλασαν στο γαλλικό έδαφος και πλησίασαν το Παρίσι. Έφθασαν στον ποταμό Μάρνη, όπου οχυρώθηκαν. Εκεί στη συνέχεια διεξήχθη ο μακροχρόνιος πόλεμος των χαρακωμάτων.

Η πολεμική αναμέτρηση επεκτάθηκε και στην Άπω Ανατολή. Η Ιαπωνία κινούμενη κατά της Γερμανίας κατέλαβε νησιά του Ειρηνικού. Το ίδιο έκαναν Γάλλοι και Άγγλοι με συμμαχικά τους στρατεύματα σε γερμανικές αποικίες στην Αφρική και με πολεμικές επιχειρήσεις στην Ασία.
Ο πόλεμος έζωσε και τα Βαλκάνια. Στην Τουρκία οι Γερμανοί αναδιοργάνωσαν το στρατό, θέλησαν να διαφυλάξουν τα Δαρδανέλλια και προέτρεψαν τους Νεότουρκους σε πράξεις που κατέληξαν σε βάρος των άλλων εθνοτήτων της επικράτειας. Στο πλαίσιο αυτό εκκενώθηκαν τα Μικρασιατικά παράλια από τον ελληνικό πληθυσμό, ο οποίος οδηγήθηκε στο εσωτερικό της χώρας. Ομογενείς ζητώντας προστασία και ασφάλεια κατέφυγαν στην Ελλάδα . Σε άλλο κεφάλαιο θα γίνει λόγος για το προσφυγικό κύμα της περιόδου εκείνης.

Στις 6 Οκτωβρίου του 1914 βουλγαρικά στρατεύματα επιτέθηκαν εναντίον της Σερβίας και στις 29 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς, η Τουρκία επίσημα μπήκε στον πόλεμο στο πλευρό των Γερμανών. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πραγματικότητα.

Μέρος β’

ΓΙΑ ΤΟ 2ο  ΜΕΡΟΣ Εφοδιοπομπή  προς τα Μ. Λιβάδια τον Ιανουάριο του 1917..  (Πηγή, ΓΥΠ).

Εφοδιοπομπή προς τα Μ. Λιβάδια τον Ιανουάριο του 1917 (Πηγή, ΓΥΠ).

 

Η Ελλάδα την περίοδο 1914 -1915

Όπως ήδη σημειώθηκε με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913) έμειναν έξω από τα όρια της ελληνικής επικράτειας πόλεις, όπως η Γευγελή, η Δοϊράνη, η Στρώμνιτσα και ολόκληρη η Δυτική Θράκη. Το ίδιο έγινε το 1914 με τη Βόρειο Ήπειρο. Με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας, 17 Δεκεμβρίου 1913, καθορίστηκαν τα σύνορα του νέου κράτους της Αλβανίας με την Ελλάδα. Στη σύσκεψη συμμετείχαν Ελλάδα, Αυστρία και Ιταλία ως άμεσα ενδιαφερόμενες χώρες. Αυστρία και Ιταλία αντέδρασαν να συμπεριληφθεί η Βόρειος Ήπειρος στην Ελλάδα, στην οποία διαμηνύθηκε, πως αν έμμενε στη θέση της δεν θα αναγνωριζόταν η ένταξη στον ελληνικό κορμό των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, αν και είχαν απελευθερωθεί από τον ελληνικό στόλο κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους.

Το γεγονός εξανάγκασε την ελληνική Κυβέρνηση να αποσύρει το στρατό της από την περιοχή, διαδικασία που ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του ίδιου έτους και προκάλεσε την αγανάκτηση και την εξέγερση των Βορειοηπειρωτών. Στις 17 Φεβρουαρίου/2 Μαρτίου 1914 σχηματίστηκε η «Προσωρινή Κυβέρνηση της Βορείου Ηπείρου» με επικεφαλής τον Γεώργιο Χρηστάκη – Ζωγράφο.
Κηρύχθηκε η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου και άρχισε ένοπλος αγώνας, ο Βορειοηπειρωτικός, κατά των αλβανικών ένοπλων ομάδων που αντιδρούσαν με την υποστήριξη ευρωπαϊκών δυνάμεων στην αυτονομία της περιοχής. Η πρωτοβουλία των Βορειοηπειρωτών δεν είχε αίσιο τέλος.

Στο εσωτερικό της Ελλάδας διαφαινόταν ρήξη στις σχέσεις του Πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και του Βασιλιά Κωνσταντίνου. Ο πρώτος έδειχνε να προσανατολίζεται προς την «Αντάντ» και ο δεύτερος διατηρούσε ισχυρούς δεσμούς με τη Γερμανία, αφού είχε παντρευτεί το 1889 την αδελφή του Κάιζερ, Γουλιέλμου Β΄, πριγκίπισσα Σοφία. Υποστήριζε την «ουδετερότητα» και απέρριπτε ένταξη της χώρας στο πλευρό της «Αντάντ».

Οι Άγγλοι και οι Γάλλοι το Φεβρουάριο του 1915 μετέφεραν τον πόλεμο από το Δυτικό Μέτωπο στα Βαλκάνια. Είχαν αποφασίσει κατάληψη των στενών των Δαρδανελίων και ζήτησαν τη συμμετοχή της Ελλάδας στο εγχείρημα. Η κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου τάχθηκε υπέρ της εισόδου της χώρας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, διότι πίστευε πως αυτό εξυπηρετούσε τα ελληνικά συμφέροντα. Ο Βασιλιάς επέμενε στην «ουδετερότητα». Η διαφωνία οδήγησε στην παραίτηση του Πρωθυπουργού στις 22 Φεβρουαρίου 1915. Σχηματίστηκε προσωρινή Κυβέρνηση υπό τον Δημήτριο Γούναρη.

Η απόβαση δυνάμεων της Αντάντ στα Δαρδανέλια ξεκίνησε στις 5/18 Μαρτίου 1915 με σκοπό την κατάληψη της χερσονήσου της Καλλίπολης. Στις 12/25 Απριλίου 1915 υπήρξε κοινή επιχείρηση ναυτικών και χερσαίων δυνάμεων που κράτησε ως τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς. Παρά την απόβαση οι δυνάμεις της Αντάντ δεν μπόρεσαν να προωθηθούν. Η Ιταλία στο μεταξύ διέκοψε τη συμμαχία της με τη Γερμανία και την Αυστροουγγαρία και τάχθηκε στο πλευρό των .Άγγλων και των Γάλλων μετά από υπογραφή μυστικού πρωτοκόλλου στο Λονδίνο στις 26 Απριλίου 1915.

Στην Ελλάδα η Κυβέρνηση Γούναρη προκήρυξε εκλογές για τις 31 Μαίου/13 Ιουνίου 1915 και τις κέρδισε ο Βενιζέλος. Η Βουλγαρία τάχθηκε στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων, όπως και η Τουρκία, στην οποία μετά την επιχείρηση στα Δαρδανέλια αναδείχθηκε ηγετική μορφή ο Μουσταφά Κεμάλ.
Στις αρχές του Οκτωβρίου 1915 ξεκίνησε συντονισμένη επίθεση Γερμανών και Αυστριακών εναντίον της Σερβίας. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 14 Οκτωβρίου, η Σερβία δέχθηκε επίθεση και από τη Βουλγαρία, η οποία κήρυξε γενική επιστράτευση. Στην ίδια ενέργεια προχώρησε και η Κυβέρνηση Βενιζέλου για να είναι έτοιμη μπροστά σε κάθε ενδεχόμενο. Τότε τέθηκε θέμα υποχρεώσεων της Ελλάδας απέναντι στη Σερβία σε εφαρμογή σχετικής διμερούς συμφωνίας που είχε συναφθεί πριν την κήρυξη του πολέμου. Η θέση του θρόνου υπέρ της ουδετερότητας εμπόδιζε την είσοδο της χώρας στον πόλεμο και τη βοήθεια προς τους Σέρβους.

Η «Αντάντ» διαμήνυσε στην Αθήνα πως θα αποβίβαζε δυνάμεις στη Θεσσαλονίκη για να εμποδίσουν ενδεχόμενη την κάθοδο των αντιπάλων της προς νότο. Ο Βενιζέλος τάχθηκε υπέρ της απόβασης, γιατί πίστευε πως έτσι θα αντιμετωπίζονταν βουλγαρική επίθεση. Η άποψή του δεν έγινε αποδεκτή από τους πολιτικούς του αντιπάλους και τον θρόνο. Παραιτήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου/7 Οκτωβρίου 1915 και σχηματίσθηκε Κυβέρνηση υπό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη. Ο Βασιλιάς διαβεβαίωσε τον νέο Πρωθυπουργό, πως δεν έχει αναλάβει καμιά υποχρέωση έναντι της Γερμανίας και ήταν ελεύθερος να δράσει, όπως εκείνος θεωρούσε σωστό,

Ένα μήνα αργότερα ο Ζαΐμης παραιτήθηκε. Σχηματίστηκε υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό τον Στέφανο Σκουλούδη και προκηρύχθηκαν εκλογές για τις 6/19 Δεκεμβρίου 1915. Το κόμμα των Φιλελευθέρων απείχε και στην εκλογική αναμέτρηση και η νέα Κυβέρνηση ήταν πάλι υπό τον Σκουλούδη.

Ο σερβικός στρατός υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες, κτυπημένος από τους αντιπάλους του και ακολουθούμενος από χιλιάδες πρόσφυγες, βομβαρδιζόμενος από αυστριακά αεροπλάνα διέσχισε την Αλβανία και αναζήτησε διέξοδο στην Αδριατική. Η Αλβανία επέτρεπε τη διέλευση αλλά δεν παρείχε βοήθεια, η Ιταλία ολιγωρούσε, και η Ρωσία απειλούσε, πως θα υπέγραφε μονομερή ανακωχή, αν δεν προσέτρεχαν συμμαχικά πλοία να περισυλλέξουν τους Σέρβους. Ανταποκρίθηκαν οι Γάλλοι και μετέφεραν τον Ιανουάριο του 1916 140.000 στρατιώτες και πρόσφυγες στην Κέρκυρα, την οποία είχαν καταλάβει λίγες ημέρες νωρίτερα χωρίς να δώσουν εξηγήσεις στην Ελλάδα .


Μέρος γ’

ΓΙΑ ΤΟ 3ο ΜΕΡΟΣ. Συμμαχικά  στρατεύματα στη Θεσσαλονίκη.

Συμμαχικά στρατεύματα στη Θεσσαλονίκη

 

Γαλλικά και αγγλικά στρατεύματα στη Θεσσαλονίκη (1915)
Το Μακεδονικό Μέτωπο.
Η αποτυχημένη προσπάθεια των Γάλλων και των Βρετανών να καταλάβουν τα Δαρδανέλια, έστρεψε το ενδιαφέρον τους προς τη Θεσσαλονίκη. Χωρίς άδεια αποβίβασης από την ελληνική κυβέρνηση, την οποία θεωρούσαν εχθρική για την επικαλούμενη ουδετερότητά της, πραγματοποίησαν το εγχείρημα. Παραβίασαν την ουδετερότητα και δημιούργησαν κατοχή ξένων εδαφών.

Υποστηρίζεται, πως εμμέσως η Κυβέρνηση Βενιζέλου μετά από πολλές διαπραγματεύσεις συναίνεσε στην απόβαση, αφού έδωσε εντολή στον διοικητή του Γ΄ΣΣ αντιστράτηγο Γ. Μοσχόπουλο να αφήσει την είσοδο του λιμανιού ελεύθερη. Πίστευε πως ήταν πια ευκαιρία να ενταχθεί στο πλευρό της Συνεννόησης και να πραγματοποιήσει τους εθνικούς της στόχους. Το γεγονός, αν και επικυρώθηκε με ψήφο της Βουλής, την οδήγησε σε ρήξη με τον Βασιλιά και τελικά σε παραίτηση. Στις 23 Σεπτεμβρίου/6 Οκτωβρίου 1915 σχηματίστηκε Κυβέρνηση υπό τον Αλ. Ζαΐμη.

Οι δυνάμεις που αποβιβάστηκαν στη Θεσσαλονίκη, ακριβέστερα οι Κυβερνήσεις τους, επιθυμούσαν τη δημιουργία Ανατολικού Μετώπου, με τη συμμετοχή της Ελλάδας, της Ρουμανίας και τη βοήθεια της Ρωσίας, Πίστευαν, πως με τον τρόπο αυτόν, θα εμπόδιζαν την κάθοδο των Κεντρικών Δυνάμεων στα Βαλκάνια, την Ανατολική Μεσόγειο και θα βοηθούσαν τη Σερβία.

Η πρώτη δύναμη που αποβιβάστηκε στη Θεσσαλονίκη στις 18 Σεπτεμβρίου/2 Οκτωβρίου 1915 ήταν η 10η βρετανική και 156η γαλλική μεραρχία 34.000 Γάλλοι και 14.000 Βρετανοί στρατιώτες. Οι πρώτοι τελούσαν υπό τις διαταγές του στρατηγού Μορίς Σαράιγ και οι δεύτεροι του στρατηγού σερ Μπράιαν Μαχόν. Χαρακτηριστικό της δύναμης αυτής ήταν η συμμετοχή στρατιωτών από αποικίες και υπερπόντιους συμμάχους των Ευρωπαίων, Σενεγάλη, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Ινδία, Μαρόκο, Αλγέρι και αλλού.

Στα βρετανικά και γαλλικά στρατεύματα προστέθηκαν ρωσικά, ιταλικά, σερβικά και ελληνικά. Τα τελευταία συμμετείχαν ανεπίσημα από το 1916 και επίσημα από το 1917. Από τις Κεντρικές Δυνάμεις στο μέτωπο που διαμορφώθηκε πήραν μέρος βουλγαρικός στρατός και μικρή δύναμη γερμανικού, αυστρο-ουγγρικού και τουρκικού στρατού. Το μέτωπο έμεινε γνωστό με την επωνυμία Μακεδονικό. Την περίοδο 1915-1918 στην περιοχή του σημειώθηκαν πολεμικές αναμετρήσεις, διπλωματικοί ανταγωνισμοί, οικονομικές και πολιτιστικές εξελίξεις, μετακινήσεις πληθυσμών και μεγάλες καταστροφές.

Ο Άγγλος συγγραφέας Alan Palmer έγραψε σχετικά: Οι Βρετανοί και οι Γάλλοι δεν πήγαν στη Θεσσαλονίκη ούτε ως σύμμαχοι ούτε ως εχθροί. Τότε επικρατούσε, κατά την άποψή του, μια περίεργη κατάσταση άνευ προηγουμένου. Οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις βρίσκονταν σε πόλεμο επί ένα και πλέον έτος και η Ελλάδα είχε κηρύξει ουδετερότητα. Οι Έλληνες όμως ήταν ευμενώς διατεθειμένοι απέναντι στους γείτονες και συμμάχους τους το 1912-13, τους Σέρβους, οι οποίοι υπήρξαν τα πρώτα θύματα της αυστριακής επίθεσης. Η βοήθεια που ήθελαν να στείλουν προς τους Σέρβους οι Αγγλο – Γάλλοι μπορούσε να γίνει μόνο από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Επιπλέον οι δυνάμεις της Αντάντ είχαν τη γνώμη, ότι το διεθνές δίκαιο τους επέτρεπε να στείλουν δυνάμεις στην Ελλάδα, διότι σύμφωνα με τη συνθήκη ανεξαρτησίας της χώρας από τους Τούρκους, η Βρετανία, η Γαλλία και η Ρωσία σε περίπτωση βίαιης αναταραχής στα Βαλκάνια μπορούσαν να αποβιβάζουν στρατεύματα μετά από συνεννόηση μεταξύ τους. Οι Βρετανοί ήδη είχαν εγκαταστήσει βάση στον Μούδρο της Λήμνου για τις επιχειρήσεις κατά των Τούρκων στην Καλλίπολη. Τον Οκτώβριο του 1915 ήθελαν να εγκατασταθούν στην ηπειρωτική Ελλάδα, διότι η Σερβία είχε περιέλθει σε δεινή κατάσταση και ανέμεναν επίθεση από τους Γερμανούς και στους Βούλγαρους.

Η Θεσσαλονίκη διευκόλυνε τα σχέδιά των Γάλλων και των Άγγλων. Διέθετε λιμάνι και σιδηροδρομικό δίκτυο που εισχωρούσε στη Βαλκανική. Με τα δύο βασικά συγκοινωνιακά μέσα θα υλοποιούσαν τα στρατηγικά τους σχέδια. Οι αποβιβάσεις συνεχίστηκαν και η συμμαχική δύναμη ανήρθε πλέον σε 90.000 Βρετανούς και 60.000 Γάλλους στρατιώτες. Όλη αυτή η δύναμη μαζί με εκείνη των άλλων συμμάχων τους στην περιοχή ονομάστηκε Στρατιά της Ανατολής. Επικεφαλής, για τον τομέα του Μακεδονικού Μετώπου με έδρα τη Θεσσαλονίκη ορίστηκε ο Γάλλος στρατηγός Μωρίς Σσαράιγ. Το πλήθος των ξένων στρατιωτών στρατοπέδευσε ανατολικά και δυτικά της πόλης. Ανατολικά οι Βρετανοί, δυτικά οι Γάλλοι και στο κέντρο σχεδόν το τμήμα των Ιταλών.
Αυτός ο στρατός, λόγω έλλειψης βασικού πολεμικού υλικού, δεν βοήθησε τους Σέρβους. Κρατούσε τις δυνάμεις του στη Θεσσαλονίκη σε αναμονή ενδεχόμενης επίθεσης από Βούλγαρους και Γερμανούς. Αρχικά δημιούργησε γύρω από την πόλη μέτωπο, το οποίο ξεκινούσε από τη λίμνη του Λαγκαδά και κατέληγε στις εκβολές του Αξιού. Μέσα στην πόλη υπήρχε και ελληνικός στρατός, μία μονάδα διοικούσε ο Έλληνας πρίγκιπας Ανδρέας.

Οι Γάλλοι μετάφεραν σιδηροδρομικά στα ελληνο-σερβικά σύνορα, τις Μεραρχίες 57η, 122η και 156η. Για ενίσχυσή τους κατέφθασε μέσω της κοιλάδας του Αξιού και η 10η (Ιρλανδική) βρετανική Μεραρχία αποτελούμενοι από υπολείμματα δυνάμεων των επιχειρήσεων της Καλλίπολης.
Το γεγονός κινητοποίησε τους Βούλγαρους. Κατέλαβαν τη γραμμή στο ύψος της σερβικής πόλης Νις για να περιορίσουν τη δράση των αντιπάλων. Οι Γερμανοί στα τέλη του 1915 βομβάρδισαν, προς εντυπωσιασμό, την περιοχή της Θεσσαλονίκης, για την οποία από παλιά έδειχναν ενδιαφέρον, όπως οι Αυστριακοί και οι Βούλγαροι. Το γεγονός δεν προκάλεσε την αντίδραση ούτε καν του ελληνικού στρατού.

Ο Σαράιγ, επίσης προς εντυπωσιασμό, συνέλαβε τους προξένους των Κεντρικών Δυνάμεων της πόλης και διάφορα πρόσωπα που θεωρούνταν κατάσκοποι και τους έστειλε στη Γαλλία. Οι δυνάμεις του δημιούργησαν «το περιχαρακωμένο στρατόπεδο της Θεσσαλονίκης», το οποίο τον Ιανουάριο του 1916 περιλάμβανε 160.000 άνδρες. Οι Άγγλοι το ονόμαζαν «το κλουβί του πουλιού». Η στρατιωτική και ναυτική του δύναμη περιορίστηκε σε μικρό χώρο.

Τα βουλγαρικά φυλάκια βρίσκονταν είκοσι πέντε μίλια από την οχυρωμένη γραμμή, στα ελληνοσερβικά σύνορα. Κάπου – κάπου υπήρχε αψιμαχία μεταξύ των περιπόλων, αλλά γενικά επικρατούσε μονοτονία. Το στράτευμα ασχολούνταν με την εκσκαφή χαρακωμάτων, το γέμισμα σάκων με χώμα και εκπαιδευτικές ασκήσεις.
Τον Μάιο του 1916 τη διοίκηση του βρετανικού στρατού της Θεσσαλονίκης που συγκροτούνταν πλέον από πέντε μεραρχίες, την ανέλαβε ο αντιστράτηγος σερ Τζωρτζ Φ. Μίλν. Η συνολική γαλλο – βρετανική δύναμη τότε ξεπέρασε τις 300.000. Προστέθηκε δύναμη 80.000 Σέρβων μετά την περιπέτεια και την αναδιοργάνωσή τους.
Τον ίδιο μήνα (2/14 Μαΐου 1916) Γάλλοι και Άγγλοι για την ασφάλεια της Θεσσαλονίκης κατέλαβαν την οχυρή θέση του Ντοβά (Δοβά) Τεπέ κοντά στο Μπέλες.

Μέρος δ’

ΓΙΑ ΤΟ 4ο ΜΕΡΟΣ Το Κιλκίς κατά  τον Α΄ ΠΠ. . (Πηγή, ΓΥΠ).

Το Κιλκίς κατά τον Α΄ ΠΠ (Πηγή, ΓΥΠ)

 

Δυνάμεις της Αντάντ στον Ν. Κιλκίς
Κιλκίς
Οι πρώτες δυνάμεις του γαλλικού στρατού μετά την αποβίβασή του στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του 1915 έφθασαν και εγκαταστάθηκαν στο Κιλκίς τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς. Όπως και σε άλλες περιπτώσεις η στέγαση του στρατού και των άλλων υπηρεσιών του έγινε σε δημόσια κτίρια . Παρέμειναν για ένα περίπου χρόνο, μέχρι το Νοέμβριο του 1916, μαζί με ιταλικά στρατεύματα που είχαν πάρει θέσεις στα Κρούσια. Μαζί με τους Γάλλους στρατιώτες αναχώρησαν και οι Ιταλοί. Αντικαταστάθηκαν από βρετανικές δυνάμεις, των οποίων το αρχηγείο και το 12ο Σώμα του Στρατού του εγκαταστάθηκε στο Μεταλλικό.

Στα Κρούσια, κοντά στην Ποντοκερασιά εγκαταστάθηκε η Ανεξάρτητη Βρετανική Ταξιαρχία και στο Στρυμονικό Σερρών το 16ο Βρετανικό Σώμα Στρατού. Από φωτογραφικό υλικό της εποχής διαπιστώνεται η στρατοπέδευση Βρετανικού Στρατού και στις δυτικές πλαγιές του λόφου Αγίου Γεωργίου της πόλης, όπως και εγκατάσταση πρόχειρης υγειονομικής μονάδας στην περιοχή του ΣΣ Κιλκίς (Κρηστώνη).

Κατά τον Α. Mann το Κιλκίς, που βρίσκονταν στον τομέα του μετώπου, ήταν πόλη σπουδαία. Στις αρχές του πολέμου ήταν κέντρο καλλιέργειας καπνού. Οι κάτοικοι κρεμούσαν μεγάλες γιρλάντες φύλλων καπνού στους τοίχους για να ξεραθούν. Όπως συνέβαινε σε όλες τις Μακεδονικές πόλεις, ακόμη και στα πιο σπουδαία οικοδομήματα, οι τοίχοι ήταν σοβαντισμένοι με πλάκες κοπριάς που αποτελούσε και το κύριο είδος καύσιμης ύλης. Ανάμεσα στα μεγάλα οικοδομήματα υπήρχαν πλήθος από μικρές άθλιες καλύβες .

Ο αείμνηστος Αριστείδης Λευκίδης για την περίοδο εκείνη έγραψε: ….. Η κλαγγή των όπλων κυριαρχεί και δημιουργείται στην πόλη και την επαρχία του Κιλκίς πολεμική ατμόσφαιρα με αποτέλεσμα να επιβληθούν διάφοροι περιορισμοί στην κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου από τις στρατιωτικές αρχές των αγγλογαλλικών δυνάμεων, οι οποίες ήσαν επιφορτισμένες με την ευθύνη των πολεμικών επιχειρήσεων στην περιοχή του Κιλκίς δηλαδή στην περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Αξιό και Στρυμόνα.
Με τη διακίνηση των Άγγλων στρατιωτών, η αγορά του Κιλκίς αναζωογονείται κάπως με τη λειτουργία των καντινών (ποτοπωλεία), τον πλουτισμό πολλών καταστημάτων με έργα λαϊκής τέχνης, πληθώρα ωρολογίων και άλλων καταναλωτικών ειδών.

Οι περιορισμοί όμως της διακίνησης των κατοίκων και η προοδευτικά αυξανόμενη έλλειψη τροφίμων, αρχίζουν να δημιουργούν δύσκολες συνθήκες διαβίωσης. Σαν μόνη ελπίδα διεξόδου από τη θλιβερή αυτή κατάσταση παρουσιάζεται η μεγάλη ζήτηση εργατικών χεριών για τη διάνοιξη, διαμόρφωση και κατασκευή του οδικού δικτύου όλης της επαρχίας για στρατιωτικούς λόγους από τις Αγγλικές στρατιωτικές αρχές.
Έτσι άντρες και γυναίκες, νέοι και γέροι, βρίσκουν καταφύγιο στα διάφορα συνεργεία οδοποιίας, διότι εκτός από την καταβολή ημερομισθίου, δικαιούνται και σιτηρέσιο που αποτελείται από μισή κουραμάνα και ξηρά τροφή (ελιές, ρέγκες, κονσέρβες, καφέ, ζάχαρη κτλ.) .

Το Κιλκίς δέχθηκε τα πυρά των αντιπάλων γερμανικών δυνάμεων με βομβαρδισμούς αεροπλάνων που πραγματοποιήθηκαν στις 26 Μαρτίου/7 Απριλίου 1917 και βρέθηκε πολύ κοντά στα πολεμικά γεγονότα κατά την περίοδο διεξαγωγής της μάχης της Δοϊράνης τον Σεπτέμβριο του 1918.

Μεταλλικό

Έδρα του 12ου Βρετανικού Σώματος Στρατού, περιγράφεται από τον Mann: Η περιοχή μέχρι το μέτωπο έδειχνε να είναι επίπεδη έκταση από ρεικότοπους. Δύσκολα μπορούσε να αντιληφθεί κανείς τις πολλές ρεματιές που διέσχιζαν προς όλες τις κατευθύνσεις τον χερσότοπο αυτό. Η περιοχή κοντά στο Μεταλλικό ήταν καλυμμένη από λευκές σκηνές και παραπήγματα. Νοσοκομειακά βαγόνια πάνω σε γραμμή ντεκοβίλ χοροπηδούσαν διασχίζοντας μικροσκοπικούς ορεινούς χείμαρρους και φαράγγια, έως ότου φθάσει στο Μεταλλικό. Μετέφεραν τραυματίες και ασθενείς.

Στα αριστερά του, σε ορεινό έδαφος, ήταν ο 31ος Σταθμός Διαλογής Απωλειών του 12ου ΣΣ. Πάνω δεξιά ήταν το κοιμητήριο του ΣΣ και ο λαχανόκηπος. Ανηφορίζοντας συναντούσε ο διερχόμενος παραπήγματα που χρησίμευαν για γραφεία και λέσχες αξιωματικών. Παραπέρα ήταν το πειθαρχικό στρατόπεδο περιφραγμένο με αγκαθωτό σύρμα και εκεί κοντά η ξακουστή σε τοπικό επίπεδο κρήνη του Μεταλλικού με φυσικό αεριούχο νερό. Από τον Υγειονομικό Σταθμό απαγορεύονταν η χρήση του, ωστόσο το τιμούσαν αρκετοί χωρίς ποτέ να γίνει γνωστό αν προκάλεσε κάποιο κακό.

Στο δρόμο προς τη Μεγάλη Στέρνα έδρευε η Διοίκηση του Βαρέως Πυροβολικού του Σώματος στεγασμένη σε παραλλαγμένες σκηνές και αμπριά. Παραπέρα και σε απόσταση ενός μιλίου ήταν η αποθήκη τροφίμων που κάθε μέρα σχεδόν γινόταν στόχος του εχθρικού πυροβολικού. Στη βάση της σειράς των λόφων νότια της Δοϊράνης βρίσκονταν τα οχυρωματικά τους έργα. Και μακριά πάνω από τους λόφους ανυψώνονταν οι κορυφογραμμές «Πίπ» και «Γκραν Κουρουνέ» . Τα δύο αυτά μαζί με το «τεράστιο τείχος του γαλήνιου υψηλότερου Μπέλες, στα δεξιά, έδιναν πολύ ζωηρή εντύπωση των πλεονεκτημάτων που διέθεταν οι εχθρικές τοποθεσίες».

Πίσω από τη Μεγάλη Στέρνα, υπήρχαν ταμπουρωμένα ελληνικά και ινδικά μεταγωγικά. Μονοπάτι εκεί κοντά οδηγούσε σε ρεματιά, όπου κρύβονταν αγγλικά πυροβόλα μακρού βεληνεκούς. Μέσα σε βραχώδη χαράδρα με δίχτυ παραλλαγής στεγάζονταν η λέσχη της Ομάδας Πυροβολικού. Όταν καταλήφθηκε το «Πιπ» οι συνθήκες άλλαξαν. Η Διοίκηση του 12ου ΣΣ στο Μεταλλικό, έγινε Διοίκηση της Προελαυνούσης Στρατιάς, όπου ο στρατηγός Μιλν δέχθηκε τους Βούλγαρους, όταν ήρθαν με την άσπρα σημαία τους να ζητήσουν ειρήνη. Το 12ο ΣΣ είχε μετακινηθεί εντωμεταξύ στη Γκερνίτσα, που καμιά σχέση είχε με το Μεταλλικό .

Στον ίδιο τόπο αναφέρεται ο Α. Palmer: Το 12ο Βρετανικό Σώμα Στρατού με διοικητή τον αντιστράτηγο Χένρυ Μάιτλαντ Ουίλσον είχε το στρατηγείο του στο Μεταλλικό. Ήταν χωριό με σπάνια πολυτέλεια για τη Μακεδονία. Είχε πολυτελές ξενοδοχείο με λουτρά. Το χωριό βρίσκονταν τριάντα πέντε μίλια βόρεια της Θεσσαλονίκης, εντεύθεν της σιδηροδρομικής γραμμής Θεσσαλονίκης – Σερρών μετά την ελώδη περιοχή του Γαλλικού.

Ήταν ευχάριστο μέρος με μεταλλική πηγή, κρήνη κάτω από κυπαρίσσια και με μικρή εκκλησία. «…Το χωρίον ήταν άθροισμα κιτρινωπών τοίχων και ετοιμορρόπων στεγών που επορφυρούντο από τας ακτίνας του δύοντος ηλίου υπεράνω της κονιορτοβριθούς πεδιάδος προς δυσμάς, ενώ η οσμή των πυραύνων εφέρετο υπεράνω του μικρού ρύακος που διήρχετο δια του χωρίου. Επί πολύν καιρόν μετά τον πόλεμον οι άνδρες ενεθυμούντο αυτάς τας δύσεις εις το Γιάνες.. ».

Την περίοδο όμως του πολέμου εκείνου η θέση του Μεταλλικού, που απείχε δυόμιση ώρες από τη Θεσσαλονίκη με αμαξιτή οδό και δώδεκα μίλια από τα χαρακώματα της Δοϊράνης, ήταν στρατηγικής σημασίας και είχε μια ξέχωρη γοητεία πάνω στον χάρτη. Όταν ο ουρανός ήταν διαυγής διακρίνονταν οι θέσεις των Βουλγάρων πάνω από τη λίμνη.

Μέρος ε’

ΓΙΑ ΤΟ 5ο ΜΕΡΟΣ Η Γουμένισσα   κατά τον Α΄ ΠΠ (Πηγή, ΓΥΠ).

Η Γουμένισσα κατά τον Α΄ ΠΠ (Πηγή, ΓΥΠ)

 

Δυνάμεις της Αντάντ στον Ν. Κιλκίς
Γουμένισσα

Έγινε το κέντρο των Γάλλων στα μετόπισθεν του μετώπου .Η πλατεία της ήταν τόπος συνάντησης, ανάπαυσης και ψυχαγωγίας των στρατιωτών. Στήθηκε κιόσκι, παιάνιζε τα βράδια η στρατιωτική μπάντα, συγκεντρώνονταν ο κόσμος για να ξεχάσει τις συμφορές του πολέμου. Ένα μαγαζί (καφενείο) μετατράπηκε σε καθολικό ναό, λίγο έξω από την κωμόπολη οργανώθηκε το κοιμητήριο των στρατιωτών που χάνονταν στις μάχες.
Η ακμάζουσα τότε κωμόπολη, κέντρο μιας ευρύτερης περιοχής που εκτείνονταν μεταξύ των Γιαννιτσών και του Κιλκίς, του όρους Πάικου και του κάμπου της Θεσσαλονίκης, φημίζονταν για τις αξιόλογες παραγωγές της, τα σταφύλια, τα κρασιά και τα μετάξια. Είχε καλές για την εποχή εκείνη συγκοινωνιακές συνδέσεις, προσέλκυσε δε το ενδιαφέρον των Γάλλων, στο τομέα των οποίων ανήκε.

Κατά την παραμονή τους οργάνωσαν τη ζωή τους μ’ όλα όσα ήταν αναγκαία και επιβάλλονταν από την κρατούσα τότε κατάσταση των πραγμάτων. Στο ιστορικό διδακτήριο και στο μεγαλοπρεπή Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου εγκατέστησαν τις νοσοκομειακές μονάδες με όλους τους διαθέσιμους εξοπλισμούς. Εκεί μεταφέρονταν και νοσηλεύονταν οι τραυματίες του μετώπου. Οργάνωσαν πολιτιστικό κέντρο, όπου δίδονταν θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες και πραγματοποιούνταν ομιλίες και συγκεντρώσεις.

Οι κάτοικοι της πόλης και της περιοχής προσέφεραν πολλά στην υπόθεση των Συμμάχων. Οι άνδρες και πολλές φορές και οι γυναίκες επιστρατεύονταν για την εκτέλεση έργων, όπως ήταν η επίστρωση δρόμων με πέτρα, η δημιουργία χαρακωμάτων στο μέτωπο καμιά φορά και για έργα ειρηνικά, καθαριότητα κλπ. Για πολλές από τις εργασίες υπήρχε αμοιβή, που ήταν το συσσίτιο για τον εργαζόμενο και την οικογένειά του.
Οι σχέσεις των κατοίκων με τους ξένους θεωρούνταν καλές. Κάποιοι έμαθαν αρκετά γαλλικά, στα σπίτια διασώζονταν ενθυμήματα και αντικείμενα του γαλλικού στρατού, όπως παγούρια, καραβάνες, μαχαίρια και είδη ρουχισμού. Δεν έλειψαν και οι προσωπικές φιλίες. Η γνωριμία εκείνη ανάμεσα στους Γάλλους στρατιώτες και τους κατοίκους της περιοχής κράτησε και μετά την πολεμική περίοδο.

Δεν έλειψαν και τα αντίθετα. Από κάποιους οι Γάλλοι θεωρήθηκαν αίτιοι διαφόρων κακών του τόπου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η διάδοση τότε στα αμπέλια της φυλλοξήρας, η οποία κατέστρεψε τον ακμαίο αμπελώνα.
Έλεγαν μετά πολλής βεβαιότητας κάποιοι: «Οι Γάλλοι έφεραν την αρρώστια στα αμπέλια μας από την πατρίδα τους, γιατί τα δικά μας κρασιά είδαν πως ήταν καλύτερα από τα δικά τους». Βέβαια κάτι τέτοιο σίγουρα δεν έγινε, αλλά πολύ αργότερα οι μελετητές των ασθενειών της αμπέλου και του τρόπου μετάδοσής τους, επεσήμαναν, πως και η φυλλοξήρα μεταφέρεται από τον άνθρωπό και τον εξοπλισμό του. Γεγονός είναι, πως εκείνη η ζημιά πληρώθηκε πολύ ακριβά από τον τόπο όλη την περίοδο του μεσοπολέμου με επίπτωση στην οικονομία του τόπου.

Μαρτυρία για την παραμονή των Γάλλων στη Γουμένισσα έχουμε από τον ποιητή, τον αείμνηστο Γιώργο Βαφόπουλο, ο οποίος την περίοδο εκείνη έζησε στη Γουμένισσα. Αναφέρει σχετικά :
«Στη Γουμένισσα μείναμε ως το φθινόπωρο του 1916. Είχε γίνει στη Θεσσαλονίκη το κίνημα της Εθνικής Αμύνης του Βενιζέλου και η Ελλάδα τώρα βρίσκονταν στη συμμαχία της Αντάντ. Το μακεδονικό μέτωπο είχε πια παγιωθεί και σε όλη την έκταση των συνόρων γίνονταν φονικές μάχες.

Τις νύχτες ακουγόντουσαν οι ομοβροντίες των κανονιών. Τον ουρανό τον διέσχιζαν τα γαλλικά αεροπλάνα που κούρνιαζαν στο αεροδρόμιο της Γοργόπης. Στη Γουμένισσα είχε εγκατασταθεί ένα είδος μικρού στρατηγείου κι όλα τα δημόσια κτήρια είχαν επιταχθεί από τους Γάλλους.

Το σχολείο έγινε νοσοκομείο. Οι Γάλλοι δεν συμπαθούσαν καθόλου τους ντόπιους και πολλές φορές τους φέρονταν με σκληρότητα. Άλλους από αυτούς τους θεωρούσαν «φιλοβούλγαρους» και άλλους «φιλοκωνσταντινικούς». και στις δύο περιπτώσεις τους έβλεπαν σαν εχθρούς».
Ο πατέρας μου είχε πιάσει φιλία με το Γάλλο φρούραρχο, που του έδειχνε εκτίμηση, γιατί ήταν από τη Γευγελή, δηλαδή ένα μέρος συμμαχικού κράτους, που είχε θυσιασθεί για την υπόθεση της Αντάντ. Πολλές φορές τον προσκαλούσε στις παραστάσεις του στρατιωτικού θεάτρου, όπου έκαμναν επίδειξη τους στρατευμένους καλλιτέχνες και ερασιτέχνες των περιστάσεων.

Μεγάλη εντύπωση μου είχε κάνει τότε ο χορός και το τραγούδι ενός μαύρου Σενεγαλέζου. Πρώτη φορά άκουγα σπασμένη φωνή, που μου θύμιζε τα γαυγίσματα των σκυλιών. Συνέβη τότε ένα φοβερό γεγονός, που έκανε τον πατέρα μου να μην πλησιάσει ποτέ τον Γάλλο φρούραρχο.

Καθώς τόπα κιόλας, οι Γάλλοι φερόντουσαν σκληρά στους ντόπιους. Έκαμναν επίταξη των ζώων τους. Τους υποχρέωναν να δουλεύουν στο στρώσιμο των δρόμων, σπάζοντας χαλίκια. Τους ατίθασους τους κρατούσαν ώρες πολλές γυμνούς έξω στον ήλιο του καλοκαιριού. Και μια μέρα η σκοπιμότητα του πολέμου, αυτή η άγρια ανάγκη της επιβολής του τρόμου, που είναι μια από τις πιο μεγάλες δυνάμεις για την εξουθένωση του εχθρού, ήρθε να επιβάλλει τους πρώτους τουφεκισμούς των αθώων.

Κάποιος χωρικός από την Μπαροβίτσα, τη σημερινή Καστανερή, μέσα στην καρδιά του Πάικου το’ χε δουλειά του να μαζεύει πουρνάρια και να τα φέρνει στους φούρνους της Γουμένισσας.
Μια μέρα βρήκε ένα μεγάλο πακέτο χαρτιά. Τον καιρό εκείνο η λέξη «προκήρυξη» ήταν άγνωστη. Και τα χαρτιά του πακέτου εκείνου ήταν προκηρύξεις, τυπωμένες Γαλλικά, πού’ χαν πέσει στο βουνό, χωρίς να σκορπισθούν, από κάποιο γερμανικό αεροπλάνο. Απευθύνονταν στο Γάλλο στρατιώτη, που πολεμούσε σε μια ξένη χώρα, ενώ στον τόπο του οι δικοί του περνούσαν από τη δοκιμασία της αγωνίας και των στερήσεων. Και τον προέτρεπαν ν’ αφήσει τα όπλα και να ζητήσει την επιστροφή του στην πατρίδα.

Το αναπάντεχο τούτο εύρημα σήμανε, για το φτωχό και ανίδεο ξυλοκόπο, τουλάχιστο την αξία μισής οκάς χαρτιού. Και κατέβηκε με το φορτωμένο ζώο στη Γουμένισσα κι έδωσε τα πουρνάρια στο φούρνο κι άλλαξε στο διπλανό χαλβατζίδικο τα χαρτιά μ’ ένα κομμάτι χαλβά. Ο χαλβατζής μέσα στην αγία άγνοιά του, πήρε ένα μεγάλο καρφί και κρέμασε τα χαρτιά στον τοίχο. Και με το χαλβά άρχισαν να κυκλοφορούν τούτα στη Γουμένισσα. Και έπεσαν στα χέρια των Γάλλων. Κι έγινε αμέσως έρευνα και ανακαλύφθηκε η πηγή τους. Ο δύστυχος χαλβατζής πιάστηκε. Το ίδιο και ο ανύποπτος ξυλοκόπος. Την άλλη μέρα δικάσθηκαν οι δυο τους από το στρατοδικείο. Η απόφαση ήταν θάνατος.

Ο ξυλοκόπος σύρθηκε δεμένος πισθάγκωνα στο χωριό του, όπου πλήρωσε με τη ζωή το χαλβά των παιδιών του. Ο χαλβατζής ανάμεσα από ένα πλήθος έντρομο, οδηγήθηκε μέσα από την πλατεία της Γουμένισσας, κοντά στην εκκλησία της Παναγίας. Και, σε λίγην ώρα ακούσθηκε μια ομοβροντία τουφεκιού, Ο κόσμος έκανε το σταυρό του και πήγε να κλειδωθεί στα σπίτια του.

Ο Θεός του πολέμου είχε επιβάλει την ακατανόητη «δικαιοσύνη» του. Και την άλλη μέρα, ακούσθηκε η φωνή του Γάλλου φρουράρχου να λέει, σε σπασμένα ελληνικά, τη φράση: «προς παραντεγματισμό»! Ο πατέρας μου δεν ξαναφάνηκε πια μαζί του. Φαίνεται πως οι νόμοι του πολέμου έχουν τη δική τους λογική και λειτουργούν, κατά τον ίδιο τρόπο……Ο Θεός να αναπάψει την ψυχή των αθώων όλων των πολέμων και όλων των εποχών». Το γεγονός αυτό με τη δική τους απλότητα το διηγούνταν και οι παλαιότεροι Γουμενισσιώτες.

Πάντως είναι γεγονός πως η ανάμνηση των Γάλλων πέρα από αυτό το περιστατικά ή και από άλλα που δημιουργεί η καθημερινή σχέση και συνύπαρξη, ήταν καλή. Και σήμερα ακόμη η υποδοχή των απογόνων των παλαιών πολεμιστών της φίλης χώρας γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό. Εξάλλου η βρύση της κεντρικής πλατείας της Γουμένισσας θυμίζει πέρα από τον πόλεμο και τα ειρηνικά τους έργα.

Μέρος στ’

ΓΙΑ ΤΟ 6ο ΜΕΡΟΣ. Η Αξιούπολη κατά  τον Α΄ΠΠ. (Πηγή, ΓΥΠ).

Η Αξιούπολη κατά τον Α΄ΠΠ (Πηγή, ΓΥΠ

 

Δυνάμεις της Αντάντ στον Ν. Κιλκίς

Αξιούπολη
Ήταν το πολύβουο σταυροδρόμι των στρατιωτικών μονάδων που ανεβοκατέβαιναν στο μέτωπο. Ο τότε σιδηροδρομικός σταθμός, που έφερε το όνομα Γουμενίτσης, έγινε το επίκεντρο των αφίξεων και των αναχωρήσεων στρατιωτών από όλες τις φυλές της γης που έφερναν οι σύμμαχοι στην περιοχή για να πολεμήσουν, όπως έλεγαν, για τη δικαιοσύνη, την ελευθερία και την ισότητα. Για την Αξιούπολη, τις παραμονές της μάχης του Σκρα διαβάζουμε στον τύπο της εοχής:

….. Η μικρά πλατεία της Βοεμίτσης εστεγάζετο υπό πυκνόν φύλλωμα πανυψήλων αιωνοβίων δένδρων. Εις τας σκολιάς οδούς της η κίνησις ήτο καταπληκτική. Το χωρίον εχρησίμευε ως ακραίος σταθμός του μετώπου. Και είναι αρκετόν τούτο δια να εξηγήση την κίνησιν. Ιατροί δικοί μας και σύμμαχοι, νοσοκόμοι, αδελφαί του ελέους με την πάλευκον στολήν και την κυανήν καλύπτραν, μεταγωγικά αυτοκίνητα, φορτηγά χειρουργεία διήρχοντο με ταχύτητα κινηματογραφικής ταινίας. Και εις όλων τα πρόσωπα η αγωνία, ο πυρετός της ειδήσεως, η αδημονία δια την έκβασιν της μάχης απετυπούντο καθαρώς …..

Για τη στάση των Γάλλων την περίοδο εκείνη παρατηρεί ο Αλέξανδρος Μαζαράκης – Αινιάν . Από μέρους των υπήρχε δυσπιστία απέναντι στους Έλληνες. Το γεγονός αυτό είχε θίξει τους αξιωματικούς εκείνους, οι οποίοι τάχθηκαν υπέρ της Εθνικής Άμυνας και ζητούσαν την είσοδο της Ελλάδας στο πλευρό της Αντάντ. Οι Γάλλοι, αν και φημίζονται για την ευγένειά τους, όταν βρίσκονται εκτός της πατρίδας τους και ιδιαίτερα σε μικρές χώρες, συμπεριφέρονται ως κατακτητές περιφρονώντας τους εντόπιους. Αντίθετα οι Άγγλοι συμπεριφέρονται άμεμπτα προς τους αξιωματικούς και τους πολίτες και ως εκ τούτου ήταν συμπαθέστεροι .

Γοργόπη
Δίπλα στο χωριό απλώθηκε μεγάλο και πρωτόγνωρο για την εποχή αεροδρόμιο, όπου σήμερα η κεντρική οδός του χωριού και πάνω από αυτόν. Κατέβαιναν τα πρώτα αεροπλάνα που είδαν ως τότε οι κάτοικοι της περιοχής. Τεράστια αερόστατα (ζέπελιν) εμφανίστηκαν για να παρατηρούν οι επιβαίνοντες τις κινήσεις του στρατού, τα χωριά, τους κατοίκους. Φαντασμαγορικό το θέαμα. Θεωρήθηκε από απλούς και ανίδεους ανθρώπους, απλοϊκούς χωρικούς, τέρας, φάντασμα και κατάρα του Θεού. Κατάρα ήταν ο πόλεμος και τα φρικτά αποτελέσματά του.

Πολύκαστρο
Στο Πολύκαστρο, που ήταν γνωστό τότε με το όνομα Καρασούλι, την περίοδο του Α΄ ΠΠ στάθμευσαν δυνάμεις των συμμαχικών και των ελληνικών δυνάμεων που συμμετείχαν στις επιχειρήσεις. Από τα πολλά μάλιστα οχυρωματικά έργα που διανοίχτηκαν στην περιοχή ο οικισμός το 1928 μετονομάστηκε, κατά μία εκδοχή, σε Πολύκαστρο.

….. Το Καρασούλι τότε ήταν γνωστό για το σιδηροδρομικό σταθμό του γιατί ήταν πραγματικά κόμβος στη διαδρομή Ευρώπης – Θεσσαλονίκης – Κωνσταντινούπολης. Στη διάρκεια του αναφερόμενου πολέμου στο σταθμό Καρασουλίου μεταφέρθηκαν χιλιάδες τόνοι πολεμικού υλικού γι΄ αυτό δεχόταν συχνούς βομβαρδισμούς από τους Γερμανοβουλγάρους, χωρίς όμως να πάθει ιδιαίτερες ζημιές.

Στην περιοχή του Σταθμού Καρασουλίου υπήρχε, εξάλλου, χάνι και πανδοχείο (στο κτήμα Τσακτσίρα) στο οποίο κατά τη διάρκεια του πολέμου διανυκτέρευσε ο βασιλιάς του Μαυροβουνίου…………………
Στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου οι περισσότεροι κάτοικοι του Καρασουλίου είχαν εγκαταλείψει τα σπίτια τους γιατί τα γαλλοβρετανικά στρατεύματα είχαν καταλάβει όλα τα επίκαιρα σημαία της αμυντικής γραμμής, η οποία συμπεριλάμβανε και το Καρασούλι. ….. Επέστρεψαν μετά τη λήξη του πολέμου, έγραψε ο Δικαίος Βασιλειάδης. .

Οι Γαλλικές δυνάμεις μετά την απόβασή τους στη Θεσσαλονίκη (φθινόπωρο 1915), θέλοντας να βοηθήσουν την διεκπεραίωση των δοκιμαζόμενων Σερβικών δυνάμεων στην Κέρκυρα και από εκεί στη Θεσσαλονίκη, πήραν μέτρα χωρίς την έγκριση των Ελληνικών Αρχών. Επιπλέον προέβησαν σε ενέργειες που προκάλεσαν την αγανάκτηση των Ελλήνων πολιτών. Μία από αυτές ήταν οι ανατινάξεις γεφυρών. Ανατινάχθηκε και η γέφυρα Πολυκάστρου επί του Αξιού ποταμού της σιδηροδρομικής γραμμής Θεσσαλονίκης – Σκοπίων με την αιτιολογία να καθυστερηθεί η κάθοδος των εχθρικών δυνάμεων. Το ίδιο έγινε και με τις γέφυρες του σιδηροδρόμου στο Χέρσο και την Καλίνδρια .

Εντός του 2016 θα συνεχίσουμε με την παράθεση πληροφοριών σχετικά με τα γεγονότα του Α΄ ΠΠ του έτους 1916 και πάλι στην περιοχή μας.

Περισσότερα

Το Eurojackpot αποκλειστικά στα καταστήματα ΟΠΑΠ

Διαθέσιμο στην Ελλάδα το ευρωπαϊκό παιχνίδι που μοιράζει μέχρι και 120 εκατ. ευρώ Διαθέσιμο στην Ελλάδα είναι το δημοφιλές ευρωπαϊκό παιχνίδι Eurojackpot, που μοιράζει κέρδη μέχρι και 120 εκατ. ευρώ. Η συμμετοχή στο παιχνίδι, που έκανε πρεμιέρα στη χώρα μας πριν τρεις εβδομάδες , γίνεται αποκλειστικά μέσω των […]

Γ.Γεωργαντάς: Σύντομα η ολοκλήρωση ηλεκτροφωτισμού στους κόμβους Αμαράντων και Μυριοφύτου – Σ.Σ.Μουριών

Ο αντιπρόεδρος της Βουλής και βουλευτής Κιλκίς Γιώργος Γεωργαντάς, έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Το περιφερερειακό συμβούλιο Κεντρικής Μακεδονίας αποφάσισε στη […]

Δείτε ακόμα

Φωτοσχόλιο

Συνάντηση Σούλη Καζαντζίδη με Βαγγέλη Μαρινάκη

Δεν είναι ασυνήθιστα πολλά;

Ο δήμος Παιονίας αποφάσισε την ανάθεση συγγραφής του ιστορικού λευκώματός του στον καταλληλότερο γι’ αυτόν τον σκοπό ερευνητή και συγγραφέα, […]