«Έφυγε» ο αφανής υπηρέτης του αθλητισμού και της εκπαίδευσης Γιαννούλης Αμοιρίδης
Η Πρωτομαγιά του 2017 κατεγράφη γιά πάντα στην συλλογική μνήμη όλων των Κιλκισιωτών και ειδικότερα των στελεχούντων τους χώρους του κιλκισιώτικου αθλητισμού και εκπαίδευσης και όλων των σχετιζομένων με αυτούς.
Διότι την ημέρα αυτή, Δευτέρα 1.5.17, «μετακόμισε εν σκηναίς δικαίων», περνώντας στην αθανασία ένας αφανής υπηρέτης του αθλητισμού.
Και ο Ιωάννης Αμοιρίδης, ο …«κατά κόσμον» Γιαννούλης όλων, γόνος της πασίγνωστης οικογένειας του Επταλόφου, δεν ήταν ένας πρώτα απλός αθλητής και κατόπιν απλός καθηγητής φυσικής αγωγής και προπονητικής.
Ηταν άνθρωπος, που προσέδωσε σ’ αυτές τις ιδιότητες το αληθινό περιεχόμενό τους, ορμώμενος πάνω από όλα, από την προσήλωσή του στο γνήσιο αρχαίο πνεύμα αναφορικά με την πρώτη και στην έννοια του λειτουργήματος ως προς την δεύτερη.
Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, από την στιγμή που μέντωρ του Γιαννούλη ήταν ένας άλλος άνθρωπος-θρύλος του αθλητισμού, ο καθηγητης φυσικής αγωγής στο οκτατάξιο γυμνάσιο Κιλκίς κατά τα τέλη της δεκαετίας του ’50 με αρχές του ’60 ο αείμνηστος Κώστας Πιπερόπουλος, ο άνθρωπος στον οποίο ο κιλκισιώτικο αθλητισμός οφείλει την ένταξη του κλασικού αθλητισμού (στιβου) και αθλοπαιδιών (καλαθόσφαιρας, πετόσφαιρας) στον χώρο του, πολύ πριν την εμφάνιση του συλλογικού αθλητισμού στο Κιλκίς.
Ο Γιαννούλης αποδείχθηκε όχι απλώς ένας «καλός μαθητής», αλλά ένας άξιος συνεχιστής του έργου του σπουδαίου Κώστα Πιπερόπουλου.
Παραλαμβάνοντας στην «σκυτάλη» από αυτόν, έδωσε το «κάτι παραπάνω» στην υπόθεση της εδραίωσης των προαναφερθέντων αθλημάτων και μάλιστα σε εποχές που ο τόπος συνέχισε να βιώνει «πέτρινα» χρόνια και στον τομέα του αθλητισμού, χωρίς κτιριακές και γηπεδικές υποδομές, χωρίς υλικοτεχνική υποδομή και μέσα, χωρίς κίνητρα, με μόνη «πηγή» ζωής και ύπαρξης την άδολη αγάπη των ενασχολουμένων με αυτόν γι’ αυτόν.
Υπό τέτοιες συνθήκες συντελέσθηκε με τον Γιαννούλη ένα μικρό αθλητικό «θαύμα», με το Κιλκίς να καταφέρνει να αναδεικνύει αθλητικά ταλέντα, που απλώς ελλείψει υποδομών αναγκάζοντας στην συνέχεια να «μεταναστεύσουν» γιά περιοχές στην συνέχεια να «μεταναστεύσουν» γιά περιοχές που διέθεταν τέτοιες, αναγόμενα ωστόσο σε αθλητικούς «πρεσβευτές» του Κιλκίς.
Και τούτο προσδίδει πρόσθετη αξία στην προσφορά του, επίσης σπουδαίου, Γιαννούλη στον αθλητισμό του τόπου, στον οποιο προσέφερε υπηρεσίες και με την ιδιότητα του καθηγητή φυσικής αγωγής στο τότε εξατάξιο γυμνάσιο αρρένων Κιλκις.
Συνδυάζοντας την δωρική αυστηρότητα, την οποία επέβαλλε το υπηρεσιακό καθήκον με την «λελογισμένη» και καλώς εννοούμενη οικειότητα, που επιτάσσει διαχρονικώς η υγιής σχέση δασκάλου-μαθητή, μυούσε τα σχολικά βλαστάρια στις αξίες του αθλητισμού ως αναπόσπαστο στοιχείο των συνολικών αξιών του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας και «καλλιεργούσε» σ’ αυτά την ιδέα της άσκησης και άθλησης ως τρόπο σκέψης, έκφρασης και ζωής «αντίδοτο» στις «Σειρήνες» και τους πειρασμούς επιλογών, που αποδεδειγμένα ωθούν τα νιάτα σε επιζήμιες γι’ αυτά και γενικότερα γιά τον άνθρωπο παρεκκλίσεις:
Ηταν, με άλλα λόγια, ταυτοχρόνως καθηγητής φυσικής αγωγής, δάσκαλος αθλητισμού και παιδαγωγός, ευρισκόμενος πάντα στο πλευρό της κιλκισιώτικης νεολαίας, αθλητικής και μη, με «φουρνιές» και «φουρνιές» μαθητών να «πίνουν νερό στο όνομά του».
Η Πολιτεία επιβράβευσε αυτό το σπουδαίο αθλητικο και παιδαγωγικό έργο του Γιαννούλη μεταθέτοντάς τον απο το γυμνάσιο αρρένων Κιλκίς στην ιστορική εθνικής ακαδημία σωματικής αγωγής (ΕΑΣΑ) «πρόδρομο» του τμήματος φυσικής αγωγής και αθλητισμού (ΤΕΦΑΑ) του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Η επιλογή των τότε ιθυνόντων δικαιώθηκε πανηγυρικώς και σε μεγάλο βάθος χρόνου καθώς ο Γιαννούλης διέπρεψε και στην νέα θέση του στην εκπαίδευση, αναδειχθείς σε ένα εκ των κορυφαίων καθηγητών προπονητικής με πλήθος αποφοίτων της σχολής να του απονέμει έως σήμερα εύσημα τόσο γιά το επιστημονικό έργο του όσο και γιά την προσήλωση στην σχέση αμοιβαίου σεβασμού με τους σπουδαστές του και την εκ μέρους του στήριξη κάθε δημιουργικής προσπάθειας των τόσο στους αθλητικούς στίβους όσο και στους στίβους της ζωής.
Η μετάθεσή του στην ΕΑΣΑ εκεί στις αρχές της δεκαετίας του ’70 είχε μία σημαντική αρνητική συνέπεια γιά τον κιλκισιώτικο αθλητισμό, καθώς εξ αιτίας της περιέπεσε σε κατάσταση υπολειτουργίας ενίοτε μέχρι αδρανοποιήσεως, ο ιδρυθείς από αυτόν το 1968 ΓΑΣ Κιλκίς και χρειάσθηκε να περάσουν μερικά χρόνια έως την επανίδρυση και πλήρη επανενεργοποίησή του από ομάδα φίλων του αθλητισμού, με πρωτεργάτη τους Τάσο Αμανατίδη, Νίκο Χαλκίδη και Λευτέρη Ναβροζίδη και με την «σκυτάλη» στον γενικό προπονητικό τομέα να παραλαμβάνει τότε ο Λουκάς Παυλίδης με τον οποίο ο Γιαννούλης είχε συνηπηρετήσει στο εξατάξιο γυμνάσιο Κιλκίς.
Και αυτό το πρόσκαιρο κενό στον κιλκισιώτικο αθλητισμό καταδεικνύει το μέγεθος της αξιας του εξαίρετου αυτού ανθρώπου του, από την στιγμή που η μετακίνησή του από το Κιλκίς επέφερε την μνημονευθείσα ύφεση στα κιλκισιώτικα αθλητικά δρώμενα.
Το ενδιαφέρον του δεν περιοριζόταν μόνο γιά το έμψυχο δυναμικό, αλλά είχε να κάνει και με τις υποδομές. Ετσι, είτε πρωτοστάτησε είτε ένωσε την φωνή του με αυτήν άλλων πρωτοστατών σε ενέργειες γιά την ανέγερση αθλητικών εγκαταστάσεων στο Κιλκίς ή αναβάθμιση αγωνιστικών.
Μία πρώτη δικαιωσή του είχε να κάνει με την κατασκευή της κερκίδας (σήμερα ….παλαιάς κερκίδας) και την επίστρωση του περιφερειακού στίβου του σταδίου Κιλκίς με το σύγχρονο τότε υλικο «κουρασάν» («καρβουνίδι»), το 1968.
Αργότερα ήταν ο πρώτος που έθεσε θέμα τοποθέτησης τουλάχιστον κάποιου υποστέγου δίπλα ή κάτω από την κερκίδα, τουλάχιστον γιά να μπορούν οι αθλητές να προπονούνται υπό βροχην.
Δυστυχώς, η μοιρα του στέρησε την χαρά μιας δικαίωσης. …στο πολλαπλάσιο με την κατασκευή κλειστού προπονητηρίου-προθερμαντηρίιου στον ίδιο χώρο (ας όψονται και οι …αναβολές επί αναβολών της αποπεράτωσης του έργου).
Τέλος, έδωσε νικηφόρο αγώνα προκειμένου το όνομα του μέντορός του Κώστα Πιπερόπουλου να δοθεί στο κλειστό γυμναστήριο των σημερινών 2ου λυκείου και 2ου γυμνασίου Κιλκίς, εκεί όπου βρισκόταν το θρυλικό υπόστεγο του οκταταξίου γυμνασίου Κιλκίς από το οποιο ξεκίνησε η ανάπτυξη των αθλοπαιδιών στο Κιλκίς.
Το άξιον υπογραμμίσεως σημείο είναι, ότι ο Γιαννούλης Αμοιρίδης παρέμεινε ως το τέλος πιστός θιασώτης, υποστηρικτής και θεματοφύλακας των αξιών του γνησίου αθλητισμού, χωρίς ποτέ να «εξαργυρώσει» την δαφνοστεφή πορεία του σ’ αυτον και στην εκπαίδευση και την πολυπλευρη προσφορά και στους δύο τομείς.
Προσωποποιησε την απλότητα, την αμεσότητα, και τους χαμηλούς τονους, που τον καθιστούσαν κοινώς αποδεκτό και ιδιαιτέρως αγαπητό μεταξύ των συμπολιτών του, όπως συμβαίνει με κάθε «καλλιεργημένο» άνθρωπο, που πορεύεται με αξίες και συνέπεια σ αυτές.
Ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν ακολούθησε αυτήν την οδό μόνος καθώς τον συντρόφευε στην ζωή του η αγαπημένη του Ελένη Τσαχουρίδου, που και αυτή άφησε ανεξίτηλη την «σφραγίδα» της στον τομέα της εκπαίδευσης ως εξαίρετη καθηγήτρια φυσικής αγωγής και μοιράσθηκε μαζί τους όλες τις ιδέες, σκέψεις, ανησυχίες και προσδοκίες γιά τον αθλητισμό του τόπου με τους δύο να δημιουργουν μιάν υπέροχη οικογένεια.
Γιά ολα αυτά ήταν επόμενο, το άγγελμα του θανάτου του να προκαλέσει λύπη, θλίψη και συγκίνηση στους χώρους του αθλητισμου και της εκπαίδευσης και στην κιλκισιώτικη κοινωνία γενικότερα.
Ομως, η ολοκλήρωση του κύκλου της επίγειας ζωής του δεν ήταν παρά η «εκκίνηση» στον ατελεύτητο «δρόμο» της αιώνας ζωής.
Διότι, ο Γιαννούλης Αμοιρίδης θα ζη γιά πάντα στις καρδιές μας και η μνήμη του θα είναι αιωνία.
Καλό Παράδεισο και καλή Αναστάση αξιομακάριστε αδελφέ μας.